Μια νέα εποχή για τις σχέσεις ΕΕ-Κίνας; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μια νέα εποχή για τις σχέσεις ΕΕ-Κίνας;

Πώς προχωρούν προς τα εμπρός χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες

Σήμερα, η γηραιά ήπειρος φιλοξενεί το μεγαλύτερο αριθμό τραπεζικών συμψηφισμών renminbi ή υπεράκτιων κόμβων όπου το κινεζικό νόμισμα μπορεί να διαπραγματεύεται. Το γεγονός ότι υπεράκτιοι κόμβοι του renminbi έχουν επίσης εμφανιστεί στην Βουδαπέστη, την Φρανκφούρτη, την πόλη του Λουξεμβούργου, τη Μαδρίτη, το Μιλάνο, το Παρίσι και την Πράγα δείχνουν την προθυμία της Ευρώπης να προωθήσει την χρήση του κινεζικού νομίσματος. Στο ίδιο πνεύμα, οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης έχουν αποδεχθεί -ή σκέφτονται να αποδεχθούν- το νόμισμα της Κίνας ως βιώσιμο αποθεματικό. Παρά το γεγονός ότι το Λονδίνο είναι σήμερα η σημαντικότερη υπεράκτια αγορά για συναλλαγές σε renminbi, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο φύγει από την ΕΕ, σημαντικά μερίδια renminbi στο Λονδίνο πιθανότατα θα μετακινηθούν στην ήπειρο σε μέρη όπως το Παρίσι, η Φρανκφούρτη και το Λουξεμβούργο, ενισχύοντας έτσι τον σινο-ευρωπαϊκό νομισματικό άξονα ακόμα περισσότερο.

ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΟΤΗΤΑΣ

Όσον αφορά το εμπόριο, οι σχέσεις μεταξύ της Κίνας και της ΕΕ είναι πιο ταραγμένες, αν και η χλεύη του παγκόσμιου εμπορίου από τον Trump σίγουρα παρέχει ένα άνοιγμα. Μεταξύ του 2002 και του 2016, το συνολικό εμπόριο ΕΕ-Κίνας αυξήθηκε δραματικά, από 125 δισ. ευρώ σε περίπου 515 δισ. ευρώ. Σήμερα, η Κίνα και η ΕΕ εμπορεύονται περισσότερα από 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε αγαθά κάθε μέρα και το συνολικό διμερές εμπόριο το 2016 ήταν 514,6 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή [1] -σχεδόν ισοδύναμο με αυτό που ανταλλάσσουν οι ΗΠΑ με τις Ηνωμένες Πολιτείες [2]. Στην πραγματικότητα, η ΕΕ είναι πλέον ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Κίνας, αν και η Κίνα είναι στην δεύτερη θέση της ΕΕ μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εκτός από τις δυναμικές εμπορικές σχέσεις, το Πεκίνο προσπαθεί να γοητεύσει την Ευρώπη μέσω επενδύσεων. Η Ευρώπη είναι πλέον ο κορυφαίος προορισμός των κινεζικών ξένων επενδύσεων, ξεπερνώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με το China Global Investment Tracker, το οποίο είναι ένα κοινό σχέδιο του American Enterprise Institute και του Heritage Foundation, η Κίνα επένδυσε περίπου 164 δισεκατομμύρια δολάρια στην Ευρώπη μεταξύ του 2005 και του 2016. Την ίδια περίοδο, η Κίνα επένδυσε 103 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Τούτου λεχθέντος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ορισμένα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν αυξήσει τις επικρίσεις τους για την έλλειψη αμοιβαιότητας της Κίνας. Η Κίνα περιορίζει τις ξένες επενδύσεις στην εγχώρια αγορά της σε όλους σχεδόν τους τομείς, με περιορισμένα ανοίγματα στον τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν συνεχώς δυσκολίες για την είσοδό τους στην αγορά, ενώ οι κινεζικές εταιρείες λαμβάνουν συχνά βοήθεια από την κυβέρνησή τους, για παράδειγμα μέσω επιδοτήσεων ή απλούστερων διαδικασιών. Μεγάλες κυβερνητικές συμβάσεις χορηγούνται συνήθως σε κινεζικές εταιρείες. Οι αλλοδαπές εταιρείες, εν τω μεταξύ, ιδιαίτερα εκείνες με αναγνωρισμένα εμπορικά σήματα και τεχνολογικά προηγμένα προϊόντα, υποχρεούνται να μοιράζονται την εξειδίκευσή τους πριν καν τους επιτραπεί η είσοδος στην αγορά. Αυτό έχει προκαλέσει μια συζήτηση σχετικά με τις αυξανόμενες ανισορροπίες μεταξύ Ευρώπης και Κίνας. Τον Φεβρουάριο, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία ζήτησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επανεξετάσει τους κανόνες για τις ξένες επενδύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν ένα μήνυμα προς το Πεκίνο για το άνοιγμα της πρόσβασης στις αγορές του, την στιγμή που οι δύο πλευρές διαπραγματεύονται μια διμερή επενδυτική συμφωνία, η οποία αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των ζητημάτων της αμοιβαιότητας.

Ωστόσο, η πρόοδος επί της συμφωνίας έχει σταματήσει λόγω της απροθυμίας της Κίνας να καταργήσει τα μη δασμολογικά εμπόδια σε διάφορους τομείς που ενδιαφέρουν τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Επιπλέον, η ΕΕ δεν επιθυμεί να χορηγήσει καθεστώς οικονομίας της αγοράς στην Κίνα. Ωστόσο, εάν καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με αυτά τα θέματα, θα υπάρξει σημαντική ώθηση του σινο-ευρωπαϊκού εμπορίου και των επενδύσεων σε βάρος των άλλων σημαντικών παικτών, κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες πιθανότατα θα λάβουν λιγότερες εισερχόμενες επενδύσεις από την Κίνα.

Στην διάσκεψη κορυφής ΕΕ-Κίνας, οι ηγέτες των δύο πλευρών απέτυχαν να εκδώσουν ένα τελικό κοινό ανακοινωθέν λόγω διαφωνίας σχετικά με την μείωση της παγκόσμιας παραγωγής χάλυβα. Η ετήσια παραγωγή χάλυβα της Κίνας είναι σχεδόν διπλάσια από της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι κινεζικές εξαγωγές χάλυβα βλάπτουν τον χαλυβουργικό τομέα της Ευρώπης θέτοντας σε κίνδυνο δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Ως εκ τούτου, η ΕΕ αρνήθηκε το αίτημα της Κίνας να της χορηγηθεί καθεστώς οικονομίας της αγοράς, κάτι που επίσης έκανε τεταμένες τις σχέσεις στην διάσκεψη κορυφής.

ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ

Ωστόσο, όπως αποκάλυψε η σύνοδος κορυφής, υπάρχουν ορισμένα θέματα στα οποία συμφώνησαν η Κίνα και η ΕΕ. Και οι δύο υποσχέθηκαν να συνεχίσουν τις προσπάθειες για την μείωση της ρύπανσης και την καταπολέμηση της ανόδου των επιπέδων της θάλασσας ακόμη και χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Donald Tusk, κατέστησε σαφές ότι «η απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών να εγκαταλείψουν την συμφωνία του Παρισιού είναι ένα μεγάλο λάθος», προσθέτοντας ότι «η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και η έρευνα, η καινοτομία και η τεχνολογική πρόοδος θα συνεχιστούν». Η Κίνα και η ΕΕ συμφώνησαν να μειώσουν τα ορυκτά καύσιμα, να αναπτύξουν περισσότερη πράσινη τεχνολογία και να συγκεντρώσουν κεφάλαια για να βοηθήσουν τις φτωχότερες χώρες, ιδίως στην Αφρική, να μειώσουν τις εκπομπές τους.