Πώς οι νέοι ευρωπαϊκοί νόμοι για το διαδίκτυο απειλούν την ελευθερία της έκφρασης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς οι νέοι ευρωπαϊκοί νόμοι για το διαδίκτυο απειλούν την ελευθερία της έκφρασης

Οι πρόσφατοι κανονισμοί διακινδυνεύουν να λογοκρίνουν νόμιμο περιεχόμενο
Περίληψη: 

Οι επιθέσεις παγκοσμίως στην ελευθερία έκφρασης στο διαδίκτυο είναι σοβαρές. Οι ανελεύθερες κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο εναποθέτουν την ευθύνη στα άτομα για αναρτήσεις και tweets και blogs που απλώς επικρίνουν τις δημόσιες Αρχές ή φέρονται να διαδίδουν ψευδείς πληροφορίες. Αυτού του είδους η ρύθμιση, ένα δημοφιλές εργαλείο των κατασταλτικών κρατών, δημιουργεί άμεσες μορφές λογοκρισίας και ατομικής βλάβης.

Ο DAVID KAYE είναι καθηγητής στη Νομική Σχολή Irvine του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια και ο Ειδικός Εισηγητής των Ηνωμένων Εθνών για την Ελευθερία της Έκφρασης.

Εδώ και μερικά χρόνια, οι Αμερικανοί ζητούν από τις εταιρείες του Διαδικτύου να ασχολούνται με τις διαδικτυακές ασχημίες - από τον μισογυνισμό, τον ρατσισμό [1], τον αντισημιτισμό και άλλες μορφές ύβρεων μέχρι την παραπληροφόρηση, την προπαγάνδα και το τρομοκρατικό περιεχόμενο [2]. Ο δημόσιος πυρετός είναι δικαιολογημένα υψηλός. Όπως οι The New York Times έγραφαν [3] χωρίς ανάσα για το Facebook και τις ψευδείς ειδήσεις [4] λίγο μετά την εκλογή του Αμερικανού προέδρου Donald Trump, «σίγουρα οι προγραμματιστές μπορούν να εκπαιδεύσουν το λογισμικό για να εντοπίσουν ψεύτικες ιστορίες και να ξεπεράσουν τους ανθρώπους που παράγουν αυτά τα σκουπίδια». Ωστόσο, ενώ το Κογκρέσο σέρνει εταιρικούς δικηγόρους στις ακροάσεις στο Καπιτώλιο και το Facebook, το Twitter, το YouTube και άλλες εταιρείες τεχνολογίας αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες του κοινού, η νομοθεσία των ΗΠΑ για περιορισμό του περιεχομένου στο διαδίκτυο φαίνεται τόσο απίθανη σήμερα -για συνταγματικούς και πολιτικούς λόγους- όσο φαινόταν και τον Νοέμβριο του 2016 (με την εξαίρεση πραγμάτων όπως η εκμετάλλευση παιδιών και οι άμεσες απειλές βίας, θέματα που ρυθμίζονται αυστηρά εκτός διαδικτύου αλλά και εντός).

20122017-1.jpg

Ένας άνδρας κρατά φορητό υπολογιστή καθώς προβάλλεται σε αυτόν κώδικας του κυβερνοχώρου σε αυτή την φωτογραφία που ελήφθη στις 13 Μαΐου 2017. KACPER PEMPEL / REUTERS
------------------------------------------------------------------

Εν τω μεταξύ, καθώς οι Αμερικανοί ανησυχούν συλλογικά για ένα Internet που πηγαίνει άσχημα, η Ευρώπη ρυθμίζει, χωρίς να περιορίζεται από τη νομοθετική παράλυση ή την μέριμνα για την εταιρική Αμερική όπως στην Ουάσινγκτον. Σε κάθε επίπεδο -εκτελεστικό, νομοθετικό και δικαστικό, συνδικαλιστικό και κρατικό- οι Ευρωπαίοι κινούνται για να επιβάλλουν περιορισμούς στην έκφραση που οι εταιρείες του Διαδικτύου μπορούν να επιτρέπουν στις πλατφόρμες τους. Αν και αυτές οι κινήσεις αντικατοπτρίζουν τις δικαιολογημένες ανησυχίες σχετικά με την κατάχρηση του διαδικτυακού χώρου, πολλές [από τις κινήσεις αυτές] ρισκάρουν να επέμβουν στα θεμελιώδη δικαιώματα της ελευθερίας της έκφρασης. Επιπλέον, η πιθανότητα να εξαπλωθεί αυτή η τάση πέρα από την Ευρώπη είναι υψηλή.

ΕΝΑ ΚΥΜΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Η ευρωπαϊκή ρύθμιση της διαδικτυακής ρητορικής έχει τις ρίζες της σε μια προθυμία της ηπείρου να προστατεύσει τις ευάλωτες ομάδες από τις «βλάβες διά του λόγου» [5]. (Σκεφθείτε, για παράδειγμα, τους περιορισμούς για την άρνηση του Ολοκαυτώματος). Ωστόσο, πιο πρόσφατες ενέργειες δείχνουν ότι τα ευρωπαϊκά δικαστήρια και οι νομοθέτες πιέζουν τις εταιρείες να ενεργούν οι ίδιες ως ρυθμιστές της ρητορικής. Εξετάστε, για παράδειγμα, την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για το «Δικαίωμα στην Λήθη», του 2014 [6]. Σε μια υπόθεση που αφορούσε την αξίωση ενός Ισπανού πολίτη κατά της Google Ισπανίας, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι μηχανές αναζήτησης πρέπει, κατόπιν αιτήσεως, να διασφαλίζουν ότι οι άσχετες πληροφορίες για ένα άτομο -δηλαδή οι πληροφορίες που «δεν είναι πλέον απαραίτητες υπό το πρίσμα των σκοπών για τους οποίους συλλέχθηκαν»- δεν θα εμφανίζονται στα αποτελέσματα αναζήτησης με βάση το όνομα. Το δικαστήριο αναγνώρισε ότι οι κανόνες για τα δημόσια πρόσωπα μπορεί να ποικίλλουν, αλλά διαπίστωσε ότι το συμφέρον του ατόμου για αποσύνδεση (delinking) θα «υπερισχύει, κατά κανόνα, όχι μόνο του οικονομικού συμφέροντος του φορέα εκμετάλλευσης της μηχανής αναζήτησης αλλά και του συμφέροντος του ευρέως κοινού να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές».

Η απόφαση για την Google Ισπανίας (The Google Spain decision), όπως συχνά αποκαλείται, έδωσε μια ένδειξη για την κατεύθυνση που θα πάρει η επερχόμενη ρύθμιση των online πλατφορμών. Έδωσε προτεραιότητα στην προσωπική υπόληψη επί της πρόσβασης στις πληροφορίες, αλλά, γενικότερα, έθεσε το βάρος στις ίδιες τις μηχανές αναζήτησης για να εφαρμόσουν τους νέους κανόνες. Πήρε τη νομική εξέλιξη έξω από τα δικαστήρια και την έβαλε τους θαλάμους παρακολούθησης των εταιρειών. Το έντυπο της Google [7], το οποίο οι Ευρωπαίοι πρέπει να συμπληρώσουν για να επιδιώξουν την αποσύνδεσή τους, ενημερώνει τους ενάγοντες ότι «θα εξισορροπήσουμε τα δικαιώματα ιδιωτικού απορρήτου του ατόμου με το συμφέρον του κοινού να γνωρίζει και με το δικαίωμα διανομής πληροφοριών». Το κόστος μιας τέτοιας ιδιωτικής υπόθεσης, στην τεράστια κλίμακα που η αναζήτηση [δια των ηλεκτρονικών πλατφορμών] απαιτεί για να είναι αποτελεσματική, υπερβαίνει κατά πάσα πιθανότητα σε αξία τις νεοσύστατες επιχειρήσεις και τους εφευρέτες στο πεδίο της αναζήτησης, επί των οποίων η Google κυριαρχεί με ευκολία. Και η απόφαση θα μπορούσε σύντομα να έχει ακόμα ευρύτερη εμβέλεια: Το Δικαστήριο θα αποφασίσει το επόμενο έτος [8] εάν οι αποφάσεις για την αποσύνδεση θα πρέπει να έχουν παγκόσμια εφαρμογή πέραν των τομέων ειδικής αναζήτησης ανά χώρα.

Εν τω μεταξύ, η τρομοκρατία και τα εγκλήματα κατά των μειονοτήτων και των προσφύγων οδήγησαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει ορισμένα περαιτέρω βήματα για να αναγκάσει τις εταιρείες να ρυθμίσουν τον ψηφιακό χώρο. Το 2016, η Επιτροπή πίεσε το Facebook, τη Microsoft, το Twitter και το YouTube να συμφωνήσουν σε έναν κώδικα δεοντολογίας [9] που τους ωθεί να επιθεωρήσουν την «παράνομη ρητορική του μίσους» εντός 24 ωρών και να την αφαιρέσουν αμέσως [μόλις την διαπιστώσουν]. Προχώρησαν ακόμη περισσότερο, με τις εταιρείες να συμφωνούν να συνεχίσουν το έργο τους ως ήπιες μηχανές προπαγάνδας «αναγνωρίζοντας και προωθώντας ανεξάρτητες αντίθετες αφηγήσεις». Ο [ρυθμιστικός] κώδικας ταιριάζει με τις εξελίξεις στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο φλέρταρε με την ιδέα να επιβάλλει προϋποθέσεις ελέγχου και ευθύνη [ 10] σε πλατφόρμες εάν αποτύχουν να αφαιρέσουν περιεχόμενο κάποιων ειδών μίσους.