Γιατί οι εμφύλιοι πόλεμοι διαρκούν πολύ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί οι εμφύλιοι πόλεμοι διαρκούν πολύ

Στην Συρία και αλλού, νέοι κανόνες αλλάζουν τη μορφή της σύγκρουσης

Ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας, που πλησιάζει πλέον τον έβδομο χρόνο του, είναι ένας πόλεμος πληρεξουσίων στο πολλαπλάσιο [2]. Μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση, η οποία υποστηρίζεται από εξωτερικές δυνάμεις, εξακολουθεί να πολεμά το καθεστώς του Σύρου προέδρου Bashar al-Assad, ο οποίος υποστηρίζεται από το Ιράν, την Ρωσία και την Χεζμπολάχ. Η Τουρκία, σύμμαχος του ΝΑΤΟ, όχι μόνο υποστηρίζει ανταρτικές ομάδες, αλλά πρόσφατα εισέβαλε σε μέρος της βορειοδυτικής Συρίας [3] προκειμένου να αποσπάσει το καντόνι Αφρίν από τον κουρδικό έλεγχο. Οι Κούρδοι -τα πιο αξιόπιστα στρατεύματα στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) [4]- υποστηρίζονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και στις 10 Φεβρουαρίου, συριακές δυνάμεις κατέρριψαν ένα ισραηλινό F-16 [5] αφότου ένα ιρανικό drone εισήλθε μέσα στον ισραηλινό εναέριο χώρο. Παρά τις πολλαπλές προσπάθειες να γίνει διαπραγμάτευση για τον τερματισμό των εχθροπραξιών, το επίπεδο της ξένης ανάμειξης στην Συρία σημαίνει ότι ο πόλεμος δεν θα σταματήσει παρά όταν οι εξωτερικοί δρώντες αποφασίσουν ότι πρέπει.

28022018-1.jpg

Ένας άνδρας κουβαλά νερό κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Ανατολικής Γούτα, στην
Δαμασκό, τον Φεβρουάριο του 2018. BASSAM KHABIEH / REUTERS
-----------------------------------------------------------------------------------------

Μολονότι είναι ιδιαίτερα περίπλοκος, ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας αποτελεί παράδειγμα μιας γενικής τάσης: Οι εμφύλιοι πόλεμοι διαρκούν πολύ και έχουν αυξημένη πιθανότητα να τελειώσουν με μια μονόπλευρη νίκη και όχι με μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων. Αυτής [της τάσης] ακολουθεί μια σύντομη περίοδος, από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου μέχρι τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, όπου, για πρώτη φορά στην ιστορία, οι περισσότεροι εμφύλιοι πόλεμοι έληξαν με διαπραγματεύσεις. Τι άλλαξε για να υπολογιστεί σε αυτές τις [καινοφανείς] τάσεις;

ΟΙ ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η πορεία των εμφύλιων πολέμων επηρεάζεται από το διεθνές πολιτικό περιβάλλον. Ένα δεδομένο περιβάλλον έχει συγκεκριμένους κανόνες [στμ: norms, νόρμες], ή προσδοκίες κατάλληλης συμπεριφοράς, που επηρεάζουν τις αποφάσεις των πολιτικών. Αυτό ισχύει επίσης και για την επίλυση των συγκρούσεων: Σε διαφορετικές περιόδους, οι υπεύθυνοι πολιτικοί έχουν διαφορετικές αντιλήψεις για το πώς θα πρέπει να τερματιστούν οι συγκρούσεις -συμπεριλαμβανομένων των εμφύλιων πολέμων-, κάτι που με την σειρά του επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο όντως τερματίζονται.

Έχουν υπάρξει τρία διαφορετικά διεθνή πολιτικά περιβάλλοντα στην πρόσφατη ιστορία. Το πρώτο, ο Ψυχρός Πόλεμος, διήρκεσε από το 1946 έως το 1989 και χαρακτηρίζεται από διπολικότητα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης. Η πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989 σηματοδότησε την έναρξη του δεύτερου περιβάλλοντος -του φιλελεύθερου δημοκρατικού μονοπολισμού και της ηγεμονίας των ΗΠΑ. Το τρίτο και τρέχον διεθνές περιβάλλον προέκυψε από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και την έναρξη του πολέμου κατά της τρομοκρατίας˙ χαρακτηρίζεται από αυξανόμενο αυταρχισμό, ανανεωμένη εστίαση στην ασφάλεια και αυξανόμενη πολυπολικότητα.

Το διεθνές πολιτικό περιβάλλον διαμορφώνει τους κανόνες για τους εμφύλιους πολέμους. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Σοβιετική Ένωση αντιμετώπιζαν τους εμφύλιους πολέμους ως ανταγωνισμούς μηδενικού αθροίσματος [6], στους οποίους η πλευρά που εκείνες προτιμούσαν έπρεπε να επιδιώξει την πλήρη νίκη. Και πράγματι, αυτό το κανονιστικό πρίσμα είχε συνέπειες στον πραγματικό κόσμο. Όσο κρατούσε η αμερικανική και σοβιετική αντιπαλότητα, ήταν αδιανόητο ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι στην Καμπότζη, το Ελ Σαλβαδόρ ή τη Μοζαμβίκη θα μπορούσαν να τερματίσουν με διαπραγματεύσεις, δεδομένης της επένδυσης και των δύο υπερδυνάμεων στην υποστήριξη των τοπικών πληρεξουσίων για να νικήσουν η μια την άλλη. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι εμφύλιοι πόλεμοι τερματίζονταν πέντε φορές πιο συχνά με νίκη παρά με διευθέτηση [1].

Με την λήξη της διπολικότητας του Ψυχρού Πολέμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες επεδίωξαν να οικοδομήσουν μια φιλελεύθερη διεθνή τάξη [7] βασισμένη στην δημοκρατία και στις ανοικτές αγορές. Οι κανόνες της εποχής του Ψυχρού Πολέμου του τύπου «ο νικητής τα παίρνει όλα» και του μηδενικού αθροίσματος, έδωσαν την θέση τους σε μια αναζήτηση λύσεων θετικού αθροίσματος. Στο πλαίσιο των εμφύλιων πολέμων, αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους μπορούσαν να εξασφαλίσουν τη νίκη για την πλευρά που προτιμούσαν, προσπάθησαν να προωθήσουν τις διευθετήσεις μετά από διαπραγμάτευση ως ένα μονοπάτι προς τον μεταπολεμικό εκδημοκρατισμό.

Ως αποτέλεσμα, κατά την διάρκεια αυτής της εποχής πολλοί πόλεμοι που θα μπορούσαν να έχουν τελειώσει με μονόπλευρη νίκη δεν τερματίστηκαν έτσι. Δείτε την σύγκρουση στην Βοσνία [8]. Το καλοκαίρι του 1995, οι σερβοβοσνιακές δυνάμεις βρισκόταν στο χείλος της ήττας από τον στρατό της μουσουλμανο-κροατικής ομοσπονδίας που υποστηριζόταν από το ΝΑΤΟ. Ο ιστορικός εξωτερικός σύμμαχος των Σέρβων, η Ρωσία, ανέκαμπτε από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και δεν ήταν πλέον πρόθυμη ή ικανή να αντιταχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες ή το ΝΑΤΟ. Αλλά αντί να επιτρέψει την ήττα των Σερβοβοσνίων, η Ουάσιγκτον ματαίωσε την προέλαση των συμμάχων της και πίεσε αντ’ αυτού για έναν συμβιβασμό με διαπραγματεύσεις στο Ντέιτον. Οι περισσότεροι εμφύλιοι πόλεμοι κατά την περίοδο εκείνη τελικά κατέληξαν σε κάποιου είδους διαπραγμάτευση.

Μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, ωστόσο, το περιβάλλον άλλαξε και πάλι, όπως και οι ισχύοντες κανόνες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρέθηκαν ξαφνικά αντιμέτωπες με την απειλή της διεθνούς τρομοκρατίας και τις προκλήσεις για την ηγεμονία τους από την ανερχόμενη Κίνα και, πιο πρόσφατα, από μια Ρωσία που έγινε και πάλι θεληματική [9]. Παρόλο που ο κανόνας της διαπραγμάτευσης δεν έχει πεθάνει, έχουν προκύψει αντισταθμιστικοί κανόνες γύρω από τη μη διαπραγμάτευση με τρομοκράτες, την στρατιωτική κατανίκηση των τρομοκρατικών οργανώσεων, και την προτεραιότητα στην σταθεροποίηση έναντι του εκδημοκρατισμού, έστω κι αν αυτό σημαίνει ενίσχυση της αυταρχικής διακυβέρνησης.

28022018-2.jpg

Τούρκοι στρατιώτες κοντά στα σύνορα Τουρκίας-Συρίας, τον Φεβρουάριο του 2018. UMIT BEKTAS / REUTERS
------------------------------------------------------------------

Στα σημερινά πεδία μάχης -στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Λιβύη, το Μάλι, τη Μιανμάρ, τις Φιλιππίνες, το Νότιο Σουδάν και την Υεμένη- οι εξωτερικοί δρώντες τροφοδοτούν και πάλι τις διάφορες πλευρές των εμφύλιων πολέμων, με στόχο να βοηθήσουν τη μια πλευρά να κερδίσει απολύτως. Οι κυβερνήσεις χαρακτηρίζουν τους αντάρτες ως τρομοκράτες, σε μια προσπάθεια να νομιμοποιήσουν την επιδίωξη πλήρους νίκης και να ζητήσουν υποστήριξη από εξωτερικές δυνάμεις. Τέτοιες στρατηγικές δεν θα ήταν τόσο ευρέως αποδεκτές κατά την περίοδο του εκδημοκρατισμού το 1990-2001. Σε ζώνες συγκρούσεων και σε εμφύλιους πολέμους, είναι πλέον νομιμοποιημένη η προσπάθεια της κατανίκησης ομάδων που χαρακτηρίζονται ως τρομοκρατικές και της προώθησης της αυταρχικής κυριαρχίας στο όνομα της σταθερότητας.

Ο ΜΑΚΡΥΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ

Ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας είναι επομένως ένα τυπικό, αν και ασυνήθιστα βίαιο παράδειγμα, ενός σύγχρονου εμφυλίου πολέμου. Περισσότεροι από 400.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί, περί τα 5,5 εκατομμύρια έχουν εγκαταλείψει την χώρα και έξι εκατομμύρια έχουν εκτοπιστεί εσωτερικά. Ο ΟΗΕ εκτιμά ότι τουλάχιστον 13 εκατομμύρια Σύριοι χρειάζονται σήμερα ανθρωπιστική βοήθεια -περισσότερο από το μισό του προπολεμικού πληθυσμού των 22 εκατομμυρίων.

Ο πόλεμος έχει κρατήσει σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας των εξωτερικών δρώντων, πολλοί από τους οποίους δεσμεύτηκαν να επιτύχουν νίκη μηδενικού αθροίσματος στο πλαίσιο ενός περιφερειακού αγώνα ισχύος. Όταν ξέσπασαν οι μάχες στα τέλη του 2011 και στις αρχές του 2012 ως απάντηση στην βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων από την κυβέρνηση, αντίπαλοι του καθεστώτος Assad όπως οι χώρες του Κόλπου και η Τουρκία, έσπευσαν γρήγορα να δώσουν όπλα στους αντάρτες, συμβάλλοντας στον κατακερματισμό της αντιπολίτευσης. Ενισχυμένες από την παρέμβαση της συμμαχίας του ΝΑΤΟ στην Λιβύη το 2011, οι Ηνωμένες Πολιτείες μελέτησαν την ένοπλη δράση και στην Συρία. Αν και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, έφτασε κοντά στο να ξεκινήσει στρατιωτική επίθεση τον Αύγουστο του 2013, η διοίκησή του επέλεξε αντ’ αυτού να παράσχει βοήθεια και εκπαίδευση σε ομάδες της αντιπολίτευσης. (Η Ουάσινγκτον παρενέβη τελικά το φθινόπωρο του 2014, όταν ξεκίνησε αεροπορικές επιδρομές, αλλά αυτές παρέμειναν επικεντρωμένες στο ISIS, αποφεύγοντας στόχους του καθεστώτος).

Το Ιράν επίσης κινήθηκε νωρίς [10] στην σύγκρουση για να παράσχει υποστήριξη στον Assad, τον σημαντικότερο σύμμαχό του στην περιοχή. Η Τεχεράνη διέθεσε αρκετές χιλιάδες στρατιώτες στην Συρία για να ενωθούν με τα στρατεύματα του περιφερειακού πληρεξούσιού της, της Χεζμπολάχ, και βοήθησε το καθεστώς να συναθροίσει στρατιωτικές ομάδες από δεκάδες χιλιάδες [11] ξένους Σιίτες μαχητές. Η Ρωσία [12] βοήθησε επίσης το καθεστώς Assad, συμπεριλαμβανομένης, από τον Σεπτέμβριο του 2015, της άμεσης στρατιωτικής παρέμβασης. Μια τέτοια εξωτερική στήριξη έχει παρατείνει τον πόλεμο ενισχύοντας το καθεστώς κάθε φορά που φαινόταν έτοιμο να καταρρεύσει. Ως αποτέλεσμα, η σημερινή συριακή κυβέρνηση έχει εδραιώσει την κατοχή της στο έδαφος δυτικά του ποταμού Ευφράτη. Εάν η σύγκρουση συνεχίσει στην τρέχουσα πορεία της, η κυβέρνηση Assad είναι πιθανό να επαναβεβαιώσει τον έλεγχό της στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν επισήμως την επίλυση της σύγκρουσης μέσω διαπραγματεύσεων, αλλά τόσο η άνοδος του ISIS το 2014 όσο και η αυξανόμενη σημασία των τζιχαντιστικών ομάδων στην αντιπολίτευση της Συρίας ώθησαν την Ουάσινγκτον προς μια de facto σιωπηρή αποδοχή του αυταρχικού καθεστώτος Assad. Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ασχολούνται κυρίως με τον περιορισμένο στόχο της καταστροφής τρομοκρατικών δικτύων. Η γλώσσα της σταθερότητας και της αντιτρομοκρατίας έχει αντικαταστήσει την γλώσσα της δημοκρατίας. Τον Ιανουάριο, για παράδειγμα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Rex Tillerson, υπογράμμισε την σημασία της διασφάλισης ότι η Συρία «δεν θα χρησιμεύσει ποτέ ξανά σαν πλατφόρμα ή ασφαλές καταφύγιο για τρομοκράτες».

28022018-3.jpg

Ένας υποστηριζόμενος από την Τουρκία μαχητής του Ελεύθερου Συριακού Στρατού στην Αφρίν, στην Συρία, τον Φεβρουάριο του 2018. KHALIL ASHAWI / REUTERS
--------------------------------------------------------------

Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται: Το Ιράν, η Ρωσία και η Τουρκία έχουν ανοίξει μια οδό διεθνών συνομιλιών οι οποίες διεξάγονται παράλληλα με την διαδικασία της Γενεύης που υποστηρίχθηκε από τον ΟΗΕ και τις ΗΠΑ, και, τον Ιανουάριο, η Ρωσία φιλοξένησε ειρηνευτικές συνομιλίες στο Σότσι [13] με στόχο την σύνταξη νέου συντάγματος της Συρίας. Μέχρι στιγμής, όμως, οι εξωτερικοί παράγοντες ήταν σε θέση να εξασφαλίσουν μόνο την εδαφική ήττα του ISIS, να μεσολαβήσουν για σύντομες εκεχειρίες μεταξύ άλλων αντιμαχόμενων ομάδων, να επιβάλλουν βραχυπρόθεσμα μέτρα για την σταθεροποίηση της σύγκρουσης, και να παρέχουν κάποια ανθρωπιστική υποστήριξη στους πολίτες. Πράγματι, οι εξωτερικές δυνάμεις έχουν αναμφισβήτητα παρατείνει τον πόλεμο με το να υποστηρίζουν τις αντιτιθέμενες πλευρές και αποτυγχάνοντας να συνασπιστούν γύρω από τον στόχο μιας διευθέτησης μετά από διαπραγμάτευση που να οδηγεί σε αλλαγή καθεστώτος και εκδημοκρατισμό, όπως θα μπορούσαν να έχουν κάνει στην δεκαετία μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Αντ’ αυτού, έφτασαν να περιμένουν μια μονόπλευρη νίκη του Assad, καθιστώντας το αποτέλεσμα αυτό πιο πιθανό.

ΟΧΙ ΕΚΠΛΗΞΕΙΣ

Ο φαινομενικά ατελείωτος εμφύλιος πόλεμος της Συρίας απεικονίζει τους κανόνες του σημερινού διεθνούς περιβάλλοντος σε δράση: Την υποχώρηση των φιλελεύθερων Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους, οι οποίοι δεν έχουν πλέον το συμφέρον να προωθήσουν μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων˙ μια εστίαση στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας που οδήγησε τις εξωτερικές δυνάμεις να δώσουν προτεραιότητα στην καταπολέμηση του ISIS˙ και μια νέα έμφαση στην σταθερότητα που οδήγησε τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλους να δεχτούν σιωπηρά το αυταρχικό καθεστώς του Assad (ή το διάδοχό του) ως τελικό νικητή και εγγυητή της ασφάλειας. Οι εμφύλιοι πόλεμοι τείνουν να τελειώνουν με τον τρόπο που οι εξωτερικοί δρώντες πιστεύουν ότι πρέπει να τερματιστούν. Όπως και με τους περισσότερους εμφύλιους πολέμους, αυτός στην Συρία θα τερματιστεί σύμφωνα με τις κανονιστικές ιδέες των εξωτερικών δρώντων. Στο σημερινό περιβάλλον, αυτό πιθανώς σημαίνει νίκη για τον Assad.

Copyright © 2018 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/syria/2018-02-27/why-civil-wars-...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.mitpressjournals.org/doi/abs/10.1162/ISEC_a_00305
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/syria/2018-02-26/russias-mercena...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/syria/2018-01-23/turkeys-afrin-o...
[4] http://www.inherentresolve.mil/About-Us/Coalition/
[5] https://www.nytimes.com/2018/02/10/world/middleeast/israel-iran-syria.html
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/1987-03-01/containmen...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/2011-05-01/future-liberal-world-...
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/1995-09-01/making-peace-g...
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2016-04-18/russias-perpe...
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/iran/2011-08-25/how-iran-keeps-a...
[11] https://www.foreignaffairs.com/articles/syria/2017-10-16/keeping-out-syria
[12] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2015-12-14/putins-...
[13] https://www.cnn.com/2018/01/30/middleeast/sochi-russia-syria-talks-intl/...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition