Πώς οι εκλογές μπορούν να οδηγήσουν στην ειρήνη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς οι εκλογές μπορούν να οδηγήσουν στην ειρήνη

Κάνοντας τις διευθετήσεις που προκύπτουν από διαπραγμάτευση να διαρκούν

Για τους εξωτερικούς δρώντες, αυτό είναι ένα δύσκολο έργο. Όλες οι πλευρές πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη ότι οι παραβιάσεις θα τιμωρούνται και ότι η συμμόρφωση θα ανταμείβεται. Η αποτελεσματική παρακολούθηση απαιτεί οι εξωτερικοί δρώντες να μπορούν να λαμβάνουν ακριβείς πληροφορίες επί τόπου, και να ελέγχουν πότε συμβαίνουν οι παραβιάσεις. Τέτοιες παραβιάσεις μπορεί να είναι προφανείς, όπως όταν σφαγιάζονται οι αντάρτες κατά την παράδοση των όπλων τους, αλλά συχνά είναι πολύ πιο δύσκολο να προσδιοριστούν: Για παράδειγμα, κατά την εφαρμογή της διευθέτησης, η κυβέρνηση μπορεί να περάσει νομοθεσία που να διοχετεύει την εξουσία μακριά από τα Υπουργεία ή άλλες θέσεις που οι επαναστάτες πρόκειται να καταλάβουν, ή να αλλάξει τους εκλογικούς νόμους έτσι ώστε οι υποστηρικτές των επαναστατικών κομμάτων να χάσουν το δικαίωμα ψήφου. Μόλις εντοπιστούν οι παραβιάσεις, οι εξωτερικοί δρώντες πρέπει επίσης να έχουν αρκετή μόχλευση έναντι των πρώην αντιμαχομένων μερών -και μια αποδεδειγμένη θέληση να χρησιμοποιήσουν αυτή τη μόχλευση- για να προβούν σε αξιόπιστες απειλές ώστε να τιμωρήσουν τη μη συμμόρφωση. Επιπλέον, το κόστος για τους εξωτερικούς δρώντες για την παρακολούθηση και την επιβολή πρέπει να παραμένει χαμηλό, αλλιώς δεν θα ενδιαφερθούν να παρέμβουν [6].

Ένας τρόπος ώστε οι εξωτερικοί δρώντες να συλλέγουν πληροφορίες και να ενισχύουν δυνητικά τη μόχλευσή τους είναι να αναπτύσσουν ένοπλες ειρηνευτικές δυνάμεις με εντολές να χρησιμοποιούν βία για να εξασφαλίζουν την συμμόρφωση. Οι ειρηνευτικές δυνάμεις αποτελούν σημαντικά εργαλεία στην διαδικασία παρακολούθησης. Όμως, σε πολλές μεταπολεμικές υποθέσεις, αυτές οι αποστολές έχουν πολύ λίγο προσωπικό, έχουν εντολές μόνο να παρατηρούν (και να μην χρησιμοποιούν βία) και τα ένοπλα μέλη τους φεύγουν πριν ολοκληρωθεί η πλήρης εφαρμογή -όλα αυτά περιορίζουν την ικανότητά τους να μοχλεύουν ισχύ.

Οι ειρηνευτικές δυνάμεις είναι περισσότερο χρήσιμες, ωστόσο, στο πλαίσιο εκλογών, όπου μπορούν εύκολα να εντοπίσουν και να τιμωρήσουν τις παραβιάσεις. Οι εκλογικές διαδικασίες ορίζουν δημόσιους δείκτες αναφοράς και τακτικά ορόσημα που διευκολύνουν την παρακολούθηση και, καθώς καταλήγουν σε κατανομή της πολιτικής εξουσίας, παρέχουν ευκαιρίες για την επιβολή κυρώσεων για μη συμμόρφωση. Όχι μόνο οι εξωτερικοί δρώντες μπορούν να ντροπιάσουν τα μέρη που παραβιάζουν μια συμφωνία, μπορούν επίσης να αναστείλουν την [όποια] βοήθεια, να αποσύρουν την πρόσβαση των κομμάτων σε κεφάλαια και να ασκήσουν άλλους διεθνείς μοχλούς πίεσης, όπως η ανάκληση διπλωματικών προνομίων από το κόμμα που υποπίπτει σε παραβάσεις. Για παράδειγμα, κατά την ειρηνευτική διαδικασία του Ελ Σαλβαδόρ την δεκαετία του 1990, η κυβέρνηση απέτυχε να εγγράψει ψηφοφόρους, κυρίως υποστηρικτές των ανταρτών, κάτι που απείλησε να ανατρέψει την ισορροπία δυνάμεων προς όφελος της κυβέρνησης˙ οι αξιωματούχοι του ΟΗΕ επισκέφθηκαν δήμους σε ολόκληρη την χώρα και επαλήθευσαν τις καταγγελίες και στην συνέχεια οι Ηνωμένες Πολιτείες πάγωσαν εκταμιεύσεις ύψους 70 εκατομμυρίων δολαρίων βοήθειας -μια πίεση που ανάγκασε τελικά την κυβέρνηση να αυξήσει δραματικά τον ρυθμό των εγγραφών.

26042018-2.jpg

Ο Κολομβιανός πρόεδρος Χουάν Μανουέλ Σάντος (αριστερά) σε χειραψία με τον ηγέτη του FARC, Rodrigo Londoño (δεξιά) μπροστά στον Κουβανό πρόεδρο Ραούλ Κάστρο, στην Αβάνα, τον Ιούνιο του 2016. ALEXANDRE MENAGHINI / REUTERS
----------------------------------------------------------------

ΚΑΛΠΕΣ, ΟΧΙ ΣΦΑΙΡΕΣ

Στο βιβλίο Electing Peace, εξέτασα τις 122 διευθετήσεις μετά από διαπραγμάτευση (negotiated settlements) που υπογράφηκαν, σχετικά με εμφύλιες συγκρούσεις μεταξύ του 1975 και του 2005, για να κατανοηθεί καλύτερα ο ρόλος των εκλογών και των εξωτερικών δρώντων στην εδραίωση των ειρηνευτικών συμφωνιών. Χρησιμοποίησα στατιστικά μοντέλα για να αναλύσω τις προβλέψεις των διατάξεων για τις εκλογές με αντιμαχόμενα κόμματα, και την διάρκεια της ειρήνης μετά από αυτές τις διευθετήσεις, και διερεύνησα τους μηχανισμούς σε περιπτώσεις (case studies) από την Κεντρική Αμερική.

Τα στοιχεία δείχνουν, πρώτον, ότι, από το 1989, σχεδόν οι μισές από όλες τις διευθετήσεις που προέκυψαν μετά από διαπραγμάτευση σε εμφύλιες συγκρούσεις έχουν οδηγήσει σε μεταπολεμικές εκλογές με πολιτικά κόμματα που εκπροσωπούν τόσο την κυβέρνηση όσο και τις ανταρτικές ομάδες.

Οι περισσότερες από αυτές τις μεταπολεμικές εκλογές πραγματοποιήθηκαν υπό το προσεκτικό μάτι αποστολών ειρηνευτικών δυνάμεων [7] –επιθεωρητές υποστηριζόμενοι από δωρητές πρόθυμους να αναστείλουν την βοήθεια εφόσον υπάρξουν παραβιάσεις. Συγκεκριμένα, το 94% των μεταπολεμικών εκλογών με συμμετοχή κυβερνητικών και ανταρτικών κομμάτων ενέπλεξε διεθνείς παρατηρητές, σε σύγκριση με μόνο το 53% των εκλογών μετά από συγκρούσεις χωρίς τέτοια συμμετοχή˙ στο 77% των εκλογών με συμμετοχή εκάστης πλευράς, οι εξωτερικοί δρώντες ασκούσαν κάποιο είδος εφαρμογής προϋποθέσεων ή πίεσης πριν από τις εκλογές, σε σύγκριση με μόνο το 44% των άλλων μεταπολεμικών εκλογών.

Η έρευνά μου δείχνει ότι αυτή η προσέγγιση αποδίδει: Όταν οι διευθετήσεις που προκύπτουν μετά από διαπραγμάτευση προέβλεπαν μεταπολεμικές εκλογές για τις οποίες οι υπογράφοντες συμφώνησαν να ιδρύσουν πολιτικά κόμματα, η πιθανότητα ανθεκτικής ειρήνης αυξανόταν δραματικά. Από τις διευθετήσεις στις οποίες πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, το 79% κατέληξε σε τουλάχιστον πενταετή ειρήνη μεταξύ των υπογραφόντων, σε σύγκριση με μόνο το 44% των διευθετήσεων που δεν προέβλεπαν εκλογές μετά από τις συγκρούσεις με πολιτικά κόμματα των αντιμαχομένων. Ωστόσο, η ειρηνική επίδραση υπήρχε μόνο όταν οι μαχητές μπορούσαν να αναμένουν ότι οι εξωτερικοί δρώντες θα παρακολουθούσαν και θα επέβαλλαν τους όρους των διευθετήσεών τους μέσω αυτών των εκλογικών διαδικασιών.

ΔΙΑΤΗΡΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ