Το «τυνησιακό θαύμα» και οι δημοτικές εκλογές της 6ης Μαΐου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το «τυνησιακό θαύμα» και οι δημοτικές εκλογές της 6ης Μαΐου

Πολιτική ωριμότητα ή μετάθεση της σύγκρουσης μεταξύ του πολιτικού Ισλάμ και των υποστηρικτών του κοσμικού Κράτους;
Περίληψη: 

Στις 6 Μαΐου 2018 πραγματοποιήθηκαν στην Τυνησία οι πρώτες δημοτικές εκλογές μετά την βίαιη ανατροπή του καθεστώτος Μπεν Αλί. Οι ιδεολογικές συναινέσεις και οι νομοθετικές ρυθμίσεις που υιοθέτησε η κυβέρνηση συνεργασίας του κεντροαριστερού κοσμικού κόμματος Nidaa Tunis και των Ισλαμιστών του κινήματος Αλ-Νάχντα κατάφεραν ακόμα μια φορά να σώσουν την χώρα από τον σκόπελο της πόλωσης, πραγματοποιώντας ένα ακόμα προσεκτικό βήμα προς τον εκδημοκρατισμό της τυνησιακής κοινωνίας. Πολλοί μιλούν για ένα «τυνησιακό θαύμα». Άλλοι πάλι, θεωρούν ότι πρόκειται για μια πρόσθετη παράταση χρόνου έως την αναπόφευκτη σύγκρουση μεταξύ Ισλαμιστών και κοσμικού κράτους.

Ο ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΣ είναι δικηγόρος και διδάκτωρ διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Η μονογραφία του «Ο εκδημοκρατισμός των αραβικών κρατών ως προτεραιότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή – Η περίπτωση της Ιορδανίας και της Τυνησίας» δημοσιεύθηκε από το Ίδρυμα Διεθνών Νομικών Μελετών καθ. Ηλία Κρίσπη και δρος Αναστασίας Σαμαρά-Κρίσπη (εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2008)

Για πρώτη φορά μετά την «Αραβική Άνοιξη» του 2011, που ανέτρεψε το καθεστώς Μπεν-Αλί και έφερε το σημερινό πολυκομματικό πολιτικό σύστημα, διεξήχθησαν στην Τυνησία οι πρώτες δημοτικές εκλογές στην Ιστορία της χώρας. 2074 συνδυασμοί με συνολικά 53.688 υποψηφίους θα διεκδικήσουν την ηγεσία και την εκπροσώπησή τους στους 350 δήμους της χώρας. Αυτό και μόνο το γεγονός, αποτελεί ορόσημο για την σύγχρονη ιστορία της ξεχωριστής αυτής χώρας του αραβικού κόσμου. Μια χώρα που τελικά κατάφερε να διαψεύσει πλείστες απαισιόδοξες προβλέψεις για το μέλλον της. Είναι, όμως, όλα τόσο ρόδινα όσο φαίνονται; Συγκρίνοντας την τυνησιακή πραγματικότητα με όσα διαδραματίσθηκαν –και συνεχίζουν να συμβαίνουν– στις υπόλοιπες αραβικές χώρες που γνώρισαν δραματικές πολιτειακές ανατροπές την τελευταία δεκαετία, η απάντηση είναι «ίσως ναι».

07052018-1.jpg

Υποστηρικτές του ισλαμιστικού κόμματος Ennahda πανηγυρίζουν έξω από τα κεντρικά γραφεία του κόμματός τους, αφότου μια τοπική δημοσκόπηση τους έφερε ως νικητές στην Τύνιδα, πρωτεύουσα της Τυνησίας, στις 6 Μαΐου 2018. REUTERS/Zoubeir Souissi
---------------------------------------------------------------------------------------------

Έχοντας πλέον μάθει πώς μπορεί ένα κράτος να διοικηθεί μέσα από συλλογικές διαδικασίες, με κοινοβούλιο πολυκομματικό και κυβερνήσεις συνεργασίας, το ψευδο-δημοκρατικό προεδρικό σύστημα του Μπεν-Αλί φαντάζει σήμερα μια μακρινή ανάμνηση. Έχει περάσει ανεπιστρεπτί η εποχή που ο Πρόεδρος και το κόμμα του είχαν τον πρώτο και τελευταίο ρόλο στο πολιτικό σύστημα. Τα ποσοστά προεδρικής εκλογής που επί μισό περίπου αιώνα ξεπερνούσαν το 95%, προκαλούν χιλιοειπωμένα ανέκδοτα στα ευρωπαϊκά καφέ της Τύνιδας. Η νομιμοποίηση του ισλαμιστικού κόμματος Αλ-Νάχντα και η συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες από το 2011 μέχρι και σήμερα απομυθοποίησε τη ρητορική φόβου, που είχε κάνει σημαία του το ξεχασμένο πια «παλαιό καθεστώς Μπεν-Αλί».

Το κίνημα Αλ-Νάχντα, έχοντας το εκλογικό ρεύμα με το μέρος του στις βουλευτικές εκλογές του 2011, είχε εξασφαλίσει την πρωτιά κερδίζοντας το 37% και τις 89 από τις 217 κοινοβουλευτικές έδρες. Από την άλλη πλευρά όμως, η μεσαία τάξη που είχε ξεσηκωθεί κατά των αυθαιρεσιών του Μπεν-Αλί, ουσιαστικά δεν είχε απομακρυνθεί από τα ιδεώδη του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους -όπως αυτά είχαν παγιωθεί από την εποχή του πρώτου Προέδρου της χώρας, Ναγκίμπ Μπουργκίμπα. Άλλωστε, αυτή ακριβώς ήταν η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στην «Τυνησιακή Άνοιξη» και σε ό,τι συνέβη στις άλλες αραβικές κοινωνίες: Στόχος των διαδηλώσεων ήταν να τιμωρηθεί ο νεποτισμός του προέδρου Μπεν-Αλί και όχι ο κοσμικός χαρακτήρας του καθεστώτος του. Έτσι, η πιθανότητα η Τυνησία να ακολουθήσει τις αδιέξοδες ατραπούς της διακυβέρνησης Μόρσι στην Αίγυπτο, φόβιζε τα μεσαία και ανώτερα στρώματα της χώρας με αποτέλεσμα το 2012 να συσταθεί το κόμμα Nidaa Tunis με επικεφαλής τον Μπεζί Κάιντ Εσσέμπσι, που εκφράζει τα βασικά ιδεώδη του εκκοσμικευμένου κράτους, και που σήμερα εκφράζουν τον κεντροαριστερό χώρο του πολιτικού χάρτη της χώρας.

Μια βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας πολύ κοντά σε παραλιακό τουριστικό θέρετρο τον Οκτώβριο του 2013, ενίσχυσε τους φόβους της μεσαίας τάξης ότι είναι υπαρκτός ο κίνδυνος αποσταθεροποίησης της χώρας. Γι’ αυτό, στις δεύτερες κοινοβουλευτικές εκλογές της «μετεπανασταστικής εποχής», το κόμμα των κοσμικών, Nidaa Tunis, κέρδισε το 37,56% των ψήφων και 86 κοινοβουλευτικές έδρες, ενώ οι Ισλαμιστές του κινήματος Αλ-Νάντχα υπό τον Ρασίντ Γανούσι προσγειώθηκαν στο 27%, με την κοινοβουλευτική τους δύναμη να χάνει 20 έδρες. Παρ’ όλα αυτά, το ευτύχημα ήταν ότι τα δύο αυτά κόμματα εξουσίας κατάφεραν να βρουν σημεία σύγκλισης και να σχηματίσουν κυβέρνηση συνεργασίας, που βρίσκεται στην εξουσία μέχρι σήμερα. Μάλιστα, η κυβερνητική συγκατοίκηση κατάφερε να μην διαταραχθεί όταν ο αρχηγός του Nidaa Tunis, Μπεζί Κάιν Εσσέμπσι, εξελέγη πρόεδρος της χώρας το 2014. Έτσι, σήμερα η Τυνησία κυβερνάται από έναν πρόεδρο που τάσσεται υπέρ της διατήρησης του εκκοσμικευμένου χαρακτήρα του κράτους, ο οποίος όμως δεν διστάζει να συνεργάζεται σε κυβερνητικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο με τους Ισλαμιστές του κινήματος Αλ-Νάχντα.

Οι ιδεώδεις –για τα αραβικά δεδομένα- πολιτικές ισορροπίες που επετεύχθησαν στην Τυνησία δεν είναι τόσο αυτονόητες. Η ιστορία της χώρας διδάσκει ότι ο λαός της ήταν ανέκαθεν εκπαιδευμένος στο να μην θέλει να συγχέει την θρησκευτική με την πολιτική εξουσία και το κράτος καθαυτό. Αποτελεί ευτύχημα ότι και ο ηγέτης του ισλαμιστικού κινήματος Αλ-Νάχντα, Ρασίντ Γανούσι, προτίμησε να αφουγκρασθεί σωστά τα αιτήματα της κοινωνίας και να μην παρασυρθεί από τα αισθήματα αντεκδίκησης ύστερα από δεκαετίες αδιάκοπης δαιμονοποίησης του πολιτικού Ισλάμ, που αξιοποιείτο από το καθεστώς Μπεν-Αλί ως πρόσχημα για να κρατηθεί στην εξουσία. Η μετριοπαθής διαχείριση της εξουσίας από τον ίδιο τον Γανούσι κατά την πρώτη τετραετία της «μετεπαναστατικής» Τυνησίας (2011-2014), διέψευσε τους φόβους της τυνησιακής μεσαίας τάξης η οποία, προκειμένου να προστατευθεί από τον «επικείμενο ισλαμικό κίνδυνο», είχε επιδείξει πολυετή ανοχή στον νεποτισμό του προέδρου-δικτάτορα. Παράλληλα, ο Γανούσι φαίνεται ότι παρατήρησε πολύ προσεκτικά την μεγάλη άνοδο, αλλά και την ηχηρή πτώση των ομοϊδεατών του Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο ή τους λόγους που οδήγησαν την γειτονική Λιβύη στο χάος. Έτσι, οι Ισλαμιστές του Αλ-Νάχντα, αντί να επιλέξουν τον εύκολο δρόμο της αντιπαράθεσης –με τον κίνδυνο να ξαναζήσουν την εποχή που βρίσκονταν στην παρανομία-, όταν έχασαν την πρωτιά στις βουλευτικές εκλογές του 2014 προτίμησαν τον αξιοπρεπή συμβιβασμό με το να συμμετάσχουν σε κυβέρνηση συνεργασίας υπό τους κοσμικούς του κόμματος Nidaa Tunis.