Η αμφιλεγόμενη κληρονομιά του Μπέρναρντ Λιούις | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αμφιλεγόμενη κληρονομιά του Μπέρναρντ Λιούις

Μια σύγκρουση ερμηνειών

Μέσα από την ιστορική του έρευνα, ο Λιούις έφτασε σε μια κρίσιμη διορατικότητα, η οποία τροφοδότησε όλα τα μεταγενέστερα γραπτά του. Ο ισλαμικός πολιτισμός στην «χρυσή εποχή» του είχε όλες τις προϋποθέσεις για να κάνει το άλμα προς τον νεωτερισμό πριν το κάνει η θρησκευτική Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά, βάλτωσε και στην συνέχεια παρήκμασε. «Η άνοδος της Δύσης έχει μελετηθεί πολύ», όπως σημείωσε κάποτε, «αλλά η πτώση της ισλαμικής ισχύος έχει προσελκύσει λίγη σοβαρή επιστημονική προσοχή». Αυτό θα ήταν το έργο του, και στην επιδίωξή του κατέληξε σε ένα ενδιαφέρον συμπέρασμα: Οι ελίτ από τις μεγάλες μουσουλμανικές αυτοκρατορίες [4], ειδικά οι Οθωμανοί, ήταν τόσο βέβαιοι για την δική τους θεόσταλτη ανωτερότητα που δεν έβλεπαν ποτέ λόγο να αλλάξουν. Υποτίμησαν την σταθερή άνοδο της Ευρώπης και την στιγμή που βρήκαν μια λύση στο πρόβλημα, ήταν πολύ αργά.

Έτσι άρχισε ένας απεγνωσμένος αγώνας για να συλλάβει την παρακμή του μουσουλμανικού κόσμου και την επισκίασή του από μια δυναμική Ευρώπη. Υπήρξαν πολλοί Δυτικοί παρατηρητές που επεσήμαναν την εξάπλωση της σήψης. Αλλά ο Λιούις αποκάλυψε τη μουσουλμανική άποψη. Η μεταρρύθμιση, ο εκσυγχρονισμός, ο εθνικισμός, ο ισλαμισμός, η τρομοκρατία -όλες αυτές ήταν στρατηγικές για να αποκαταστήσουν στους Μουσουλμάνους κάτι που να μοιάζει με την ισχύ που είχαν χειριστεί επί μια χιλιετία και που έχασαν σε λίγες μόνο γενιές. Το μεγαλύτερο bestseller του Lewis, το What Went Wrong?, που δημοσιεύθηκε λίγο μετά την 11η Σεπτεμβρίου, διύλισε πολλά ευρήματα σχετικά με το πώς οι Μουσουλμάνοι προσπάθησαν και απέτυχαν να αποκαταστήσουν τον κόσμο τους. Η Αλ Κάιντα (και αργότερα το Ισλαμικό Κράτος, γνωστό και ως ISIS), με το να επιδιώκουν να επανεφαρμόσουν τον έβδομο αιώνα, ήταν η πιο απελπισμένη από αυτές τις προσπάθειες να αντιστραφεί η ιστορία.

08062018-2.jpg

Το εξώφυλλο του βιβλίου «What Went Wrong? Western Impact and Middle Eastern Response» του Bernard Lewis.
------------------------------------------------------------------------------------------------------

Το ζήτημα της παρακμής απασχολούσε τον Lewis, επειδή γνώριζε το ανθρώπινο κόστος του. Όταν τελείωσε το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου το 1939, η χώρα του εξακολουθούσε να κυβερνά το ένα τέταρτο της ανθρωπότητας και σχεδόν το ένα τρίτο της γης. Στην συνέχεια, ακριβώς όταν ήταν στο χείλος της εκκίνησης της καριέρας του, η χώρα του πήγε σε πόλεμο ενάντια σε μια διαβολική δύναμη που κατέκλυσε την Ευρώπη και σχεδόν κατέστρεψε τον Δυτικό πολιτισμό. Στην πόλη του, το Λονδίνο, 30.000 άνθρωποι πέθαναν από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς. «Πήγα στα καταφύγια στους υπόγειους σταθμούς», θυμόταν, «αλλά σύντομα κουράστηκα από αυτό και αποφάσισα να μένω στο κρεβάτι μου και να παίρνω τα ρίσκα μου».

Μετά τον πόλεμο, η Βρετανική Αυτοκρατορία σταδιακά διαλύθηκε και η Βρετανία έπαψε να είναι μεγάλη. Tout passe, tout casse, tout lasse (Όλα περνούν, όλα χαλούν, όλα κουράζονται): Ο Lewis σε προχωρημένη ηλικία συνήθιζε να επαναλαμβάνει την γαλλική παροιμία. Ήταν μάρτυρας από πρώτο χέρι της κατάρρευσης μιας ισχυρής αυτοκρατορίας και επεδίωξε να υπογραμμίσει τις αιτίες της παρακμής στο παράδειγμα του Ισλάμ. Το μεταγενέστερο μήνυμα του Lewis προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες είχαν σώσει την Δύση, ήταν να προειδοποιήσει ενάντια σε μια επανάληψη του αυτάρεσκου εφησυχασμού που προκάλεσε την πτώση του οθωμανικού Ισλάμ και της Βρετανίας.

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ Ή ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ;

Αυτό μας φέρνει στην δεύτερη παρεξήγηση. Ο Lewis έχει επισημανθεί ως ο πατέρας της «σύγκρουσης των πολιτισμών», όρο τον οποίο ο Samuel Huntington δανείστηκε (ομολογώντας το) για το περίφημο άρθρο του για το Foreign Affairs του 1993 [5]. Ο Lewis είχε χρησιμοποιήσει την φράση ήδη από το 1957 για να περιγράψει την βαθύτερη διάσταση των σύγχρονων συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή. (Καλύτερα να «θεωρούνται οι σημερινές δυσαρέσκειες της Μέσης Ανατολής», γράφει, «όχι ως μια σύγκρουση μεταξύ κρατών ή εθνών, αλλά ως σύγκρουση μεταξύ πολιτισμών».) Επανέλαβε την φράση στα επόμενα έργα, πιο περίφημα στο άρθρο του το 1990, «Οι ρίζες της μουσουλμανικής οργής» (The Roots of Muslim Rage).

Ο Χάντινγκτον, όμως, πήγε πέρα από τον Λιούις, παρουσιάζοντας την «σύγκρουση» ως αγώνα μεταξύ όλων των πολιτισμών του κόσμου, που τροφοδοτείται από πολιτισμικές διαφορές. Ο Λιούις είχε κάτι άλλο στο μυαλό του. Υποστήριξε ότι το Ισλάμ και η χριστιανοσύνη (αργότερα, η Δύση) ήταν μοναδικοί αντίπαλοι, όχι λόγω των διαφορών τους, αλλά επειδή μοιράζονταν τόσα πολλά: Την ελληνορωμαϊκή κληρονομιά, τον Αβρααμικό μονοθεϊσμό και την λεκάνη της Μεσογείου.

Προφανώς, αυτοί οι δύο δίδυμοι πολιτισμοί συχνά συγκρούονταν [6]. Αλλά είναι τόσο παρόμοιοι, που επίσης δανείστηκαν, αντάλλαξαν και μετέφρασαν. Το 1994, αμέσως αφότου ο Huntington κατέστησε δημοφιλή την θέση περί «σύγκρουσης», ο Lewis προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί από αυτό. Εκείνο το έτος, αναθεώρησε το κλασικό βιβλίο του, του 1964, Η Μέση Ανατολή και η Δύση (The Middle East and the West), και στην αναθεώρηση, η «σύγκρουση» (clash) έγινε «αντιμετώπιση» (encounter). Μου είπε αργότερα ότι αισθάνθηκε ότι το «σύγκρουση» ήταν «πολύ σκληρό».