Η -19ου αιώνα- υψηλή στρατηγική του Trump | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η -19ου αιώνα- υψηλή στρατηγική του Trump

Τα θέματα της ομιλίας του στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ έχουν βαθιές ρίζες στην ιστορία των ΗΠΑ
Περίληψη: 

Τα απομονωτικά ένστικτα του Τραμπ και η επίθεσή του στην πολυμέρεια, την παγκοσμιοποίηση, την προώθηση της δημοκρατίας και τη μετανάστευση, έχουν προκαλέσει παθιασμένη αντιπαράθεση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Και για καλό λόγο. Μια υψηλή στρατηγική που δημιουργήθηκε για τον 19ο αιώνα είναι ακατάλληλη για τον 21ο.

Ο CHARLES A. KUPCHAN είναι καθηγητής Διεθνών Υποθέσεων στο Πανεπιστήμιο Georgetown και ανώτερος συνεργάτης του Council on Foreign Relations.

Όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας [προ]χθες στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, σηματοδότησε εσκεμμένα μια οριστική ρήξη με την διεθνιστική συναίνεση που καθοδήγησε την υψηλή στρατηγική των ΗΠΑ μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. «Ποτέ δεν θα παραδώσουμε την αμερικανική κυριαρχία σε μια μη εκλεγμένη, ανεξέλεγκτη παγκόσμια γραφειοκρατία», δήλωσε. «Τα κυρίαρχα και ανεξάρτητα έθνη είναι το μόνο όχημα όπου η ελευθερία έχει επιζήσει ποτέ, η δημοκρατία έχει αντέξει ποτέ, ή η ειρήνη έχει ευημερήσει ποτέ. Και πρέπει να προστατέψουμε την κυριαρχία μας και την αγαπημένη μας ανεξαρτησία πάνω απ’ όλα». Επιτέθηκε ψυχροπολεμικά στην πολυμέρεια και στην παγκόσμια διακυβέρνηση -και τα σχόλια που ακολούθησαν σημείωναν δεόντως το πόσο έντονα το μήνυμά του απέκλινε από εκείνο των προκατόχων του.

Αλλά το είδος του Trump δεν είναι στην πραγματικότητα εκτός γραμμής με μεγάλο μέρος της ιστορίας των ΗΠΑ. Αντί γι’ ατό, απορρίπτει τις βασικές αρχές της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο υπέρ ενός παλαιότερου τρόπου σκέψης για τον ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών στον κόσμο. Όπως υποστήριξα στο τεύχος Μαρτίου/Απριλίου 2018 αυτού του περιοδικού («Η σύγκρουση των εξαιρετικοτήτων», [The Clash of Exceptionalisms]) [1], το «Πρώτα η Αμερική» έχει βαθιές ρίζες στο παρελθόν των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι μια έκκληση για επιστροφή σε μια εποχή πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο -σε μια προηγούμενη επανάληψη της αμερικανικής εξαιρετικότητας και ενός παλιού είδους πολιτικής τέχνης. Η εχθρότητα απέναντι στην συμμετοχή των ΗΠΑ σε διεθνή σύμφωνα, ο οικονομικός προστατευτισμός, η αποστροφή προς την προώθηση της δημοκρατίας, ο ρατσιστικά χρωματισμένος εθνικισμός, ο απομονωτικός πειρασμός- αυτές οι πτυχές της προσέγγισης του Trump «Πρώτα η Αμερική», είναι ακριβώς έξω από το σενάριο που συνέθετε την εξωτερική πολιτική στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας των ΗΠΑ πριν από την ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ.

27092018-1.jpg

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, απευθύνεται στην 73η σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, τον Σεπτέμβριο του 2018. CARLOS BARRIA / REUTERS
-----------------------------------------------------------------

Δεδομένου ότι ο Trump δεν είναι γνωστός για το βάθος και το εύρος των ιστορικών του γνώσεων, είναι πιο πιθανό ότι δεν βασίζει την εξωτερική πολιτική του σε μια στενή ανάγνωση του παρελθόντος των Ηνωμένων Πολιτειών. Φαίνεται, όμως, ότι έχει μια εκπληκτική ικανότητα να παίζει με μια κεντρική [εκλογική] βάση της χώρας που αισθάνεται ότι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση λόγω της παγκοσμιοποίησης, της μετανάστευσης και μιας εκτεταμένης αντίληψης των διεθνών υποχρεώσεων -και η οποία, ως εκ τούτου, λαχταρά τις Ηνωμένες Πολιτείες του παρελθόντος.

Στην ομιλία του ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης, ο Trump επιτέθηκε στην πολυμέρεια της μεταπολεμικής εποχής και τόνισε ότι η κορυφαία του προτεραιότητα είναι να ανακτήσει την εθνική κυριαρχία. Συνέχισε με το να στοχεύει τον έναν κανονιοβολισμό μετά τον άλλον κατά διεθνών θεσμικών οργάνων όπως το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, το Παγκόσμιο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών. Στην ομιλία του στο ίδιο σώμα πέρσι, το θέμα του ήταν παρόμοιο: Επανειλημμένα κάλεσε για έναν κόσμο «ισχυρών, κυρίαρχων εθνών», που το καθένα προσπαθεί να βρεθεί πρώτο.

Ο Trump υποστήριξε αυτή την ρητορική με δράση. Έχει αποσυρθεί από το ένα σύμφωνο μετά το άλλο, από την συμφωνία του Παρισιού μέχρι την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν. Έχει ορίσει έναν σύμβουλο για την εθνική ασφάλεια, τον John Bolton, γνωστό για την εχθρότητά του σε συμφωνίες που παραβιάζουν την αμερικανική κυριαρχία. Ο Trump είναι εχθρικός ακόμη και για θεσμούς των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι μέλος: Υποστηρίζει την απόσυρση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ευθυγραμμίζεται με τις λαϊκιστικές κυβερνήσεις στην Ιταλία, την Πολωνία και την Ουγγαρία, οι οποίες είναι εχθρικές προς το σχέδιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Η μονομέρεια του Trump είναι ένα απότομο ρήγμα με το μεγαλύτερο μέρος του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά αυτό δεν την καθιστά κάτι νέο. Μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες προτίμησαν να προχωρήσουν μόνες τους, αποφεύγοντας το ένα διεθνές σύμφωνο μετά το άλλο -συμπεριλαμβανομένης της Κοινωνίας των Εθνών, πνευματικό τέκνο του Αμερικανού προέδρου Woodrow Wilson. Όπως το έθεσε ο George Washington στην Αποχαιρετιστήρια Ομιλία του, «Ο μεγάλος κανόνας συμπεριφοράς για εμάς όσον αφορά τα ξένα έθνη είναι, στην επέκταση των εμπορικών σχέσεών μας να έχουμε μαζί τους όσο το δυνατόν λιγότερη πολιτική σύνδεση».

Ο Trump επικεντρώνεται στις εμπορικές σχέσεις του έθνους, αλλά προτιμά τον προστατευτισμό και την αμοιβαιότητα αντί το ελεύθερο εμπόριο. Χθες στον ΟΗΕ, επέμεινε ότι το εμπόριο πρέπει να είναι «δίκαιο και αμοιβαίο». Ο Trump πυροδότησε μια σειρά εμπορικών πολέμων επιβάλλοντας δασμούς στις εισαγωγές για να προστατεύσει τους κατασκευαστές των ΗΠΑ και θέλει οι εμπορικοί εταίροι να προσφέρουν μεγαλύτερη πρόσβαση στα εμπορεύματα των ΗΠΑ.

Και αυτό δεν είναι κάτι νέο. Η Συνθήκη Μοντέλο (Model Treaty), που συντάχθηκε πρωτίστως από τον John Adams και εγκρίθηκε από το Ηπειρωτικό Κογκρέσο (Continental Congress) στις 17 Σεπτεμβρίου 1776, ζητούσε αμοιβαίο, όχι ελεύθερο, εμπόριο με άλλα έθνη. Και οι δασμοί προστάτευσαν την αναπτυσσόμενη βιομηχανική βάση των Ηνωμένων Πολιτειών από την εποχή της ίδρυσής τους μέχρι την ανάδυσης του έθνους ως μεγάλη δύναμη.