Η Λατινική Αμερική αντιμετωπίζει μια προσφυγική κρίση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Λατινική Αμερική αντιμετωπίζει μια προσφυγική κρίση

Γιατί έχει σημασία να αποκαλούμε τους Βενεζουελάνους πρόσφυγες, όχι μετανάστες

Φανταστείτε τον μισθό σας και τις οικονομίες μιας ζωής να εξανεμίζονται από τον υπερπληθωρισμό [1]. Στο τοπικό κατάστημα να λείπουν πολλά βασικά προϊόντα διατροφής και το φαρμακείο να μην διαθέτει το απόθεμα των φαρμάκων που χρειάζεστε σε καθημερινή ή εβδομαδιαία βάση. Το μόνο νοσοκομείο της πόλης να μην είναι λειτουργικό, επειδή δεν διαθέτει βασικά ιατρικά εφόδια και δεν έχει ούτε καν τρεχούμενο νερό, και τα σχολεία να είναι κλειστά λόγω έλλειψης ηλεκτρικού ρεύματος. Αφήνετε τη γενέτειρά σας και ταξιδεύετε πάνω από 2.000 μίλια με τα πόδια στην πρωτεύουσα μιας γειτονικής χώρας, απολύτως αβέβαιοι για το τι σας επιφυλάσσει το μέλλον. Όταν φτάσετε, σας υποδέχεται μια ξενοφοβική ομιλία από έναν τοπικό πολιτικό, ο οποίος σας κατηγορεί ότι κλέβετε θέσεις εργασίας από τους ντόπιους και ότι διαπράττετε εγκλήματα.

Το σενάριο αυτό έγινε εντελώς σύνηθες για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες στην Λατινική Αμερική, όπου 2,6 εκατομμύρια Βενεζουελάνοι [2], η συντριπτική τους πλειοψηφία από το 2015, έχουν ξεχυθεί σε γειτονικές χώρες όπως η Βραζιλία, η Χιλή, η Κολομβία και το Περού καθώς οι συνθήκες στην χώρα τους έχουν γίνει αφόρητες.

30102018-1.jpg

Βενεζουελάνοι πρόσφυγες μεταφέρουν τα υπάρχοντά τους στα σύνορα του ποταμού Tachira μεταξύ Κολομβίας και Βενεζουέλας, τον Αύγουστο του 2015. JOSE GOMEZ / REUTERS
-----------------------------------------------------------------

Οι περισσότερες κυβερνήσεις –με κυρίαρχο το παράδειγμα της Κολομβίας- καλωσόρισαν τους Βενεζουελάνους με ανοιχτές αγκάλες, σπεύδοντας να τους βοηθήσουν να ενταχθούν στην τοπική οικονομία και ξεκινώντας εκστρατείες για την καταπολέμηση της ξενοφοβίας. Ωστόσο, σε ορισμένες χώρες -το Περού και η Βραζιλία, για παράδειγμα- οι ντόπιοι πληθυσμοί και οι λαϊκιστές πολιτικοί έχουν τροφοδοτήσει τον φόβο και την προκατάληψη. Αυτό το καλοκαίρι, ταραχοποιοί στην πόλη Boa Vista, στα σύνορα της Βραζιλίας με την Βενεζουέλα, φώναζαν: «Έξω, έξω, έξω! Πηγαίνετε πίσω στην Βενεζουέλα!» καθώς προσπαθούσαν να κλείσουν τον δρόμο που χιλιάδες Βενεζουελάνοι χρησιμοποίησαν για να περάσουν στην Βραζιλία. Αντιδρώντας στις ειδήσεις για μια βίαιη ληστεία που διαπράχθηκε από μια μικρή χούφτα Βενεζουελάνων, Βραζιλιάνοι ταραχοποιοί πυρπόλησαν τα υπάρχοντα εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων, αναγκάζοντας πολλούς από αυτούς να γυρίσουν πίσω.

Τέτοιες ιστορίες αντίστασης και εχθρότητας προς τους μετανάστες έχουν γίνει συνήθεις σε όλο τον κόσμο. Η άφιξη εκατομμυρίων Σύρων στην Ευρώπη από το 2011 έχει προκαλέσει λαϊκίστικη δυσαρέσκεια που τροφοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από τις γλωσσικές, πολιτιστικές και θρησκευτικές διαφορές. Ωστόσο, η λατινοαμερικανική ξενοφοβία έναντι των μεταναστών της Βενεζουέλας δεν μπορεί να εξηγηθεί με τους ίδιους όρους. Η Λατινική Αμερική είναι αναμφισβήτητα η πιο πολιτιστικά ολοκληρωμένη περιοχή στον κόσμο. Οι Βενεζουελάνοι μοιράζονται σε μεγάλο βαθμό την γλώσσα, την θρησκεία, τις γιορτές και τις παραδόσεις των φιλοξενουμένων τους. Τι, λοιπόν, καθοδηγεί την ξενοφοβία απέναντι στους Βενεζουελάνους μετανάστες και πρόσφυγες;

Λαϊκιστές πολιτικοί όπως ο Ricardo Belmont, πρώην υποψήφιος για δήμαρχος της Λίμα, στο Περού, προκαλούν οικονομικές ανησυχίες, διασπείροντας φόβους ότι οι νέες αφίξεις θα απειλήσουν τα μέσα διαβίωσης των ντόπιων. Υπάρχει μικρή βάση για τέτοιους ισχυρισμούς: Η έρευνα δείχνει ότι όταν τους επιτρέπεται να εργάζονται, οι μετανάστες συνήθως βοηθούν τις τοπικές οικονομίες αντί να τις βλάπτουν.

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑΣ

Τα στοιχεία από διάφορες χώρες δείχνουν [3] ότι η είσοδος νέων μεταναστών στο εργατικό δυναμικό συνήθως δεν εκτοπίζει τους ντόπιους από θέσεις εργασίας ούτε βλάπτει τους μισθούς τους, εκτός από μερικές φορές ελάχιστα και προσωρινά. Στην πραγματικότητα, οι μετανάστες τείνουν να είναι πιο επιχειρηματικοί [4] από τους ντόπιους, επειδή η πράξη της μετανάστευσης είναι πιο συνηθισμένη μεταξύ των «ατόμων που αναλαμβάνουν ρίσκα», του ίδιου τύπου ανθρώπων που είναι πιθανό να δημιουργήσουν επιχειρήσεις. Οι επιχειρήσεις που ξεκινούν από τους μετανάστες δημιουργούν με την σειρά τους θέσεις εργασίας, πολλές από τις οποίες πηγαίνουν στους ντόπιους. Μελέτες στην Ιταλία [5], το Ηνωμένο Βασίλειο [6] και τη Μαλαισία [7] δείχνουν επίσης ότι όταν οι μετανάστες είναι σε θέση να εργαστούν, είναι πολύ λιγότερο πιθανό να συμμετάσχουν σε εγκληματική δραστηριότητα.

Μια χώρα της Λατινικής Αμερικής παρέχει ένα εξαιρετικό παράδειγμα πολιτικών μετανάστευσης ανοιχτών θυρών, που ωφέλησαν τόσο τους μετανάστες όσο και την χώρα υποδοχής: Την Βενεζουέλα. Το 1945, όταν ο Eduardo Mendoza Goiticoa -παππούς του εξέχοντος ηγέτη της αντιπολίτευσης και πολιτικού κρατούμενου Leopoldo López- διορίστηκε υπουργός Γεωργίας από τον πρόεδρο Rómulo Betancourt, ανέλαβε επίσης την ηγεσία στην προώθηση της μετανάστευσης για να βοηθήσει στην τόνωση της οικονομίας. Στην πραγματικότητα, υπό την ηγεσία του, η Βενεζουέλα ήταν από τις πρώτες χώρες που αγκάλιασαν επίσημα την δημιουργία του Διεθνούς Οργανισμού Προσφύγων (τον πρόδρομο του Γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες) για να βοηθήσουν τους Ευρωπαίους που αναζητούσαν νέα σπίτια μετά την καταστροφή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου, η Βενεζουέλα υποδέχτηκε δεκάδες χιλιάδες Ευρωπαίους πρόσφυγες.

Οι πολιτικές Betancourt και Mendoza που τέθηκαν σε ισχύ επέζησαν μέσα από πολλές κυβερνήσεις. Η Βενεζουέλα έγινε ένας μαγνήτης για τους μετανάστες και παράδειγμα επιτυχούς ενσωμάτωσης. Στην δεκαετία του 1950, ο δικτάτορας Marcos Pérez Jiménez συνέχισε την προώθηση της ευρωπαϊκής μετανάστευσης. Μέχρι το 1961, στην Βενεζουέλα υπήρχαν 530.000 ξένοι [8], που αποτελούσαν περίπου το 7,5% του πληθυσμού. Προέρχονταν κυρίως από την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία, αλλά και από την Γερμανία, την Ουγγαρία, την Ρουμανία και την Τσεχοσλοβακία˙ μερικοί προέρχονταν από τη Μέση Ανατολή, κυρίως από τον Λίβανο και την Συρία. Η οικονομία της Βενεζουέλας αναπτύχθηκε στα μέσα της δεκαετίας του '70, προσελκύοντας μετανάστες από χώρες της Λατινικής Αμερικής που περιλάμβαναν την Αργεντινή, την Κολομβία, την Χιλή, τον Ισημερινό και το Περού. Πολλοί απλά αναζητούσαν καλύτερες ευκαιρίες από όσες ήταν διαθέσιμες στις χώρες τους, ενώ άλλοι αναζητούσαν καταφύγιο από σκληρές στρατιωτικές δικτατορίες.

Ενώ η Βενεζουέλα προσέφερε ένα σπίτι σε αυτούς τους νεοφερμένους, επωφελήθηκε επίσης από την σκληρή δουλειά τους, χάρη στις πολιτικές ένταξης που καθιερώθηκαν ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ο Guzmán Blanco, ο οποίος υπηρέτησε τρεις ξεχωριστές θητείες ως πρόεδρος της Βενεζουέλας μεταξύ 1870 και 1887, προέβλεψε ότι η Βενεζουέλα θα επωφελείτο από την αποδοχή διαφόρων αλλοδαπών. Η κυβέρνησή του επένδυσε στην οικοδόμηση «μικτών αποικιών», [9] αγροτικών κοινοτήτων όπου οι μετανάστες εργάζονταν μαζί με τους ντόπιους. Οι απομονωμένες κοινότητες μεταναστών έγιναν η εξαίρεση παρά ο κανόνας. Χάρη σε τέτοιες θεμελιώδεις πολιτικές, οι ξένοι στην Βενεζουέλα σπάνια αντιμετώπιζαν προκατάληψη

Σήμερα, οι περισσότεροι αλλοδαποί που έφθασαν στην Βενεζουέλα πριν από δεκαετίες, μαζί με τους απογόνους τους, εγκατέλειψαν την χώρα ως αποτέλεσμα των καταστροφικών πολιτικών που οι πρόεδροι Hugo Chávez και Nicolás Maduro επέβαλλαν σε αυτό το άλλοτε ευημερών έθνος.

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ Ή ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ;

Το μάθημα από την ιστορία της Βενεζουέλας είναι ότι όσο πιο σύντομα οι κοινότητες υποδέχονται μετανάστες, τόσο πιο γρήγορα οι μετανάστες θα μπορούν να συμβάλλουν εμφανώς σε αυτές τις κοινότητες (που με την σειρά τους θα βοηθήσουν στον εμβολιασμό κατά της ξενοφοβίας). Η επιτυχής ενσωμάτωση απαιτεί από τους μετανάστες να επενδύσουν στον εαυτό τους, στα παιδιά τους και στις κοινότητες υποδοχής τους. Για να συμβεί αυτό, οι μετανάστες πρέπει να γνωρίζουν ότι θα γίνουν δεκτοί και θα παραμείνουν μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα, καθώς και θα λάβουν άδειες εργασίας και πρόσβαση σε υπηρεσίες όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση. Οι περισσότερες χώρες έχουν βρει τρόπους να δώσουν νομικό καθεστώς στους Βενεζουελάνους που έφυγαν [από την χώρα τους] αλλά έχουν τα κατάλληλα έγγραφα, συχνά απλώς ένα διαβατήριο. Όμως, ο αυξανόμενος αριθμός των Βενεζουελάνων που διασχίζουν τα σύνορα χωρίς έγγραφα θα αντιμετωπίσει δυσκολίες. Τα διαβατήρια, για παράδειγμα, είναι σχεδόν αδύνατο να βρεθούν στην Βενεζουέλα, διότι απλώς δεν υπάρχουν αρκετοί πόροι για την παραγωγή τους. Οι απελπισμένοι πολίτες συχνά πληρώνουν [10] μέχρι και 2.000 δολάρια ΗΠΑ ως δωροδοκία, πάνω από 68 φορές τον μηνιαίο ελάχιστο μισθό, για να επισπεύσουν την έκδοση του διαβατηρίου τους.

30102018-2.jpg

Ένας στρατιωτικός δίνει σε μια οικογένεια από την Βενεζουέλα τα διαβατήριά τους, καθώς υποβάλλουν αίτηση για καθεστώς πρόσφυγα στον σταθμό ελέγχου στα σύνορα Pacaraima, στην επαρχία Roraima, στην Βραζιλία, τον Αύγουστο του 2018. NACHO DOCE / REUTERS
--------------------------------------------------------------

Η κυβέρνηση της Κολομβίας το προχώρησε τόσο που παρείχε άδειες εργασίας στους περισσότερους Βενεζουελάνους μετανάστες, ακόμη και στους 450.000 από αυτούς που εισήλθαν παράνομα στην χώρα. Αλλά η Κολομβία είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Άλλες χώρες (το Περού [11], για παράδειγμα) τώρα απαιτούν από τους Βενεζουελάνους να υποβάλλουν διαβατήρια αντί των εθνικών δελτίων ταυτότητας πριν τους επιτραπεί να εισέλθουν, πόσω μάλλον να μείνουν.

Για τους Βενεζουελάνους χωρίς έγγραφα, η ένταξη θα είναι μια ανηφορική μάχη. Υπάρχει όμως ένας τρόπος για να παρακαμφθεί αυτός ο περιορισμός: Να αναγνωριστούν και να γίνουν δεκτοί οι διαφεύγοντες Βενεζουελάνοι ως πρόσφυγες, πράγμα που σημαίνει ότι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Βενεζουέλα. Αλλά με ποιους νομικούς λόγους;

Το 1984, δέκα χώρες της Λατινικής Αμερικής υπέγραψαν την Διακήρυξη της Καρθαγένης για τους Πρόσφυγες, η οποία ορίζει τους πρόσφυγες ως «πρόσωπα που εγκατέλειψαν την χώρα τους επειδή η ζωή τους, η ασφάλεια ή η ελευθερία τους απειλούνταν από γενικευμένη βία, εξωτερική επίθεση, εσωτερικές συγκρούσεις, μαζικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή άλλες περιστάσεις που έχουν διαταράξει σοβαρά την δημόσια τάξη».

Οι Βενεζουελάνοι -ιδιαίτερα οι πιο ευάλωτοι, όπως οι φτωχοί, οι γυναίκες, τα παιδιά και οι ηχηροί επικριτές του καθεστώτος Maduro- στερούνται βασικών ελευθεριών και είναι θύματα πολιτικών διώξεων. Συχνά υποφέρουν από παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων [12], με τη μορφή καταστολής διαδηλώσεων, αυθαίρετων κρατήσεων και χρήσης βασανιστηρίων από την κυβέρνηση. Επιπλέον, η πρόσβασή τους στα τρόφιμα, στην υγειονομική περίθαλψη και στην εκπαίδευση έχει περιοριστεί σοβαρά από μια ανθρωπογενή κρίση που έχει οδηγήσει σε υποσιτισμό και συχνά σε θάνατο. Ο Μαδούρο και το καθεστώς του αρνήθηκαν να δώσουν στον πληθυσμό πρόσβαση σε ανθρωπιστική βοήθεια που θα αμβλύνει τις ταλαιπωρίες του.

Πολλοί Βενεζουελάνοι θα μπορούσαν να ταιριάξουν ακόμη και με τον στενότερο ορισμό του πρόσφυγα: Κάποιος που φεύγει ως αποτέλεσμα ενός βάσιμου φόβου δίωξης που βασίζεται σε προσωπικές απόψεις ή πολιτικές σχέσεις. Το καθεστώς στο Καράκας, για παράδειγμα, έχει αρχίσει να βάζει προϋποθέσεις για την πρόσβαση σε κοινωνικά προγράμματα και σε επιδοτήσεις έχοντας ένα έγγραφο γνωστό ως «η Ταυτότητα της πατρίδας» (the Fatherland ID), το οποίο επίσης χρησιμοποιείται [13] για την παρακολούθηση και την συλλογή πληροφοριών σχετικών με την εκλογική συμπεριφορά των ατόμων.

Όπως και με άλλες προσφυγικές κρίσεις, τα εκατομμύρια των Βενεζουελάνων που έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους δεν είναι μετανάστες που αναζητούν καλύτερες ευκαιρίες, αλλά μάλλον πρόσφυγες που φεύγουν για [να σώσουν] την ζωή τους. Η αναγνώριση ως προσφύγων των Βενεζουελάνων που φεύγουν [από την Βενεζουέλα], θα ήταν η αναγνώριση μιας πραγματικότητας που δεν μπορεί πλέον να αγνοηθεί.

Όταν οι Betancourt και Mendoza δημιούργησαν ένα διεθνές όργανο για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες το 1948, πιθανότατα δεν είχαν ποτέ φανταστεί ότι θα ήταν κάποτε απασχολημένο με το να βοηθά εκατομμύρια Βενεζουελάνους που προσπαθούν να εγκαταλείψουν την καταρρέουσα χώρα τους. Για δεκαετίες, η Βενεζουέλα καλωσόριζε εκατομμύρια αλλοδαπούς που συνέβαλαν εις -και επωφελήθηκαν από- την ευημερία της χώρας. Οι χώρες κατάληξης της σημερινής μετανάστευσης θα ήταν σοφό να ανταποκριθούν ανοίγοντας τις πόρτες τους στους Βενεζουελάνους.

Copyright © 2018 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/venezuela/2018-10-23/latin-ameri...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/south-america/2018-10-15/venezue...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/venezuela/2017-05-05/venezuelas-...
[3] https://voxeu.org/article/refugees-have-little-effect-native-worker-wages
[4] https://hbr.org/2016/10/why-are-immigrants-more-entrepreneurial
[5] https://www.aeaweb.org/articles?id=10.1257/aer.20150355
[6] https://www.mitpressjournals.org/doi/abs/10.1162/REST_a_00337
[7] https://academic.oup.com/wber/article-abstract/32/1/183/3866886
[8] http://www.analitica.com/opinion/la-inmigracion-en-venezuela/
[9] http://ance.msinfo.info/bases/biblo/texto/libros/ANCE.1986.c.11.pdf
[10] https://www.bloomberg.com/news/features/2018-10-08/need-to-flee-venezuel...
[11] https://elcomercio.pe/peru/venezolanos-deberan-portar-pasaporte-ingresar...
[12] https://www.ohchr.org/Documents/Countries/VE/VenezuelaReport2018_EN.pdf
[13] https://www.miamiherald.com/news/nation-world/world/americas/venezuela/a...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition