Τα φαντάσματα της στρατιωτικής δικτατορίας της Βραζιλίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τα φαντάσματα της στρατιωτικής δικτατορίας της Βραζιλίας

Πώς η πολιτική της λήθης οδήγησε στην άνοδο του Bolsonaro
Περίληψη: 

Αντί να αναπτύξει μια πολιτική μνήμης για την εποχή της δικτατορίας, όπως έπραξαν άλλες λατινοαμερικανικές χώρες, η Βραζιλία επέλεξε να ακολουθήσει μια πολιτική λήθης. Αυτή η αντίδραση μπορεί να βοηθήσει για να εξηγηθεί το πώς ένας απολογητής των βασανιστηρίων και της δικτατορίας κατάφερε να ανέλθει στην εξουσία στην Βραζιλία το 2018.

Ο KENNETH P. SERBIN είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο και ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο From Revolution to Power in Brazil: How Radical Leftists Embraced Capitalism and Struggled with Leadership (University of Notre Dame Press, forthcoming 2019).

Χθες η Βραζιλία όρκισε έναν νέο πρόεδρο: Τον Jair Bolsonaro [1], έναν ακροδεξιό βουλευτή και πρώην στρατιωτικό αξιωματούχο. Ο Bolsonaro είναι τόσο ένα φάντασμα από το παρελθόν της Βραζιλίας όσο κι ένας προφήτης του μέλλοντός της. Έχει εκφράσει νοσταλγία για την στρατιωτική δικτατορία που κυβέρνησε την Βραζιλία από το 1964 έως τα 1985 –χρόνια των οποίων η ανάμνηση είναι πηγή πόνου για πολλούς Βραζιλιάνους. Όπως και παρόμοια καθεστώτα σε γειτονικά κράτη, η στρατιωτική δικτατορία της Βραζιλίας κατέπνιγε την ελευθερία του λόγου και κατέστελλε βίαια την αντιπολίτευση, σκότωσε ή εξαφάνισε περίπου 475 επικριτές, συμπεριλαμβανομένων μελών της ένοπλης αντίστασης, και βασάνισε χιλιάδες ακόμη.

02012019-1.jpg

Βραζιλιάνοι στρατιώτες κατά την διάρκεια προετοιμασιών ασφαλείας για την ορκωμοσία του Bolsonaro στη Μπραζίλια, τον Δεκέμβριο του 2018. ADRIANO MACHADO / REUTERS
-----------------------------------------------------------------------------

Βίαιες στρατιωτικές δικτατορίες κυβέρνησαν πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1970 και του 1980. Αλλά οι περισσότερες από αυτές τις χώρες -συμπεριλαμβανομένων της Αργεντινής, της Χιλής και της Ουρουγουάης- καθιέρωσαν επιτροπές αλήθειας αφότου τελείωσε η καταστολή. Αυτές οι διαδικασίες συμφιλίωσης επέτρεψαν στις μετέπειτα κυβερνήσεις να ασκήσουν δίωξη τουλάχιστον σε ορισμένους παραβάτες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και να δημιουργήσουν ένα εθνικό αφήγημα που θα μπορούσε να αρχίσει να ειρηνεύει τα δαιμόνια εκείνης της περιόδου.

Η κυβέρνηση της Βραζιλίας πήρε μια διαφορετική πορεία. Περίμενε μέχρι το 2012 για να συστήσει την επιτροπή της, δεν κατηγόρησε ποτέ κανέναν για έγκλημα σε σχέση με την δικτατορία, και δεν ενθάρρυνε σοβαρά έναν εθνικό διάλογο για το αυταρχικό παρελθόν της χώρας. Αντί να αναπτύξει μια πολιτική μνήμης, όπως έπραξαν άλλες λατινοαμερικανικές χώρες, η Βραζιλία επέλεξε να ακολουθήσει μια πολιτική λήθης. Αυτή η αντίδραση μπορεί να βοηθήσει για να εξηγηθεί το πώς ένας απολογητής των βασανιστηρίων και της δικτατορίας [2] κατάφερε να ανέλθει στην εξουσία στην Βραζιλία το 2018.

ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΟΓΟΔΟΣΙΑ

Οι αυταρχικές κυβερνήσεις ήρθαν στην εξουσία σε ολόκληρη την Λατινική Αμερική την δεκαετία του '70 και του '80 με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες τις είδαν ως προπύργιο κατά της εξάπλωσης του κομμουνισμού. Μεταξύ αυτών των καθεστώτων, η δικτατορία της Αργεντινής ήταν ιδιαίτερα διαβόητη. Μεταξύ του 1976 και του 1983, η κυβέρνηση αυτή σκότωσε τουλάχιστον 15.000 ανθρώπους, με πολλά από τα σώματα να εξαφανίζονται σε μυστικούς τάφους ή να πετάγονται από αεροπλάνα πάνω από τον Ατλαντικό Ωκεανό. Στην Χιλή, η δικτατορία του στρατηγού Αουγκούστο Πινοσέτ σκότωσε ή εξαφάνισε τουλάχιστον 3.000 άτομα μεταξύ του 1973 και του 1990 και βασάνισε περίπου 35.000. Επίσης, η Ουρουγουάη υπέφερε πάνω από μια δεκαετία εξαφανίσεων, λογοκρισίας και βασανιστηρίων υπό την πολιτικοστρατιωτική δικτατορία της από το 1973 έως το 1985.

Όταν αυτές οι δικτατορίες έπεσαν, οι διάδοχες κυβερνήσεις κινήθηκαν γρήγορα για να θεραπεύσουν τις πληγές που είχε ανοίξει η καταπίεση. Η νέα κυβέρνηση της Αργεντινής δίκασε δημοσίως τους πρώην ηγέτες και καταδίκασε πολλούς σε φυλάκιση. Μια βίαιη αντίδραση από τον στρατό οδήγησε την κυβέρνηση να περάσει νόμους αμνηστίας και να αμνηστεύσει ορισμένους δράστες στα τέλη της δεκαετίας του '80. Ωστόσο, το 2005, το Ανώτατο Δικαστήριο της Αργεντινής ανέτρεψε τους νόμους περί αμνηστίας, δηλώνοντάς τους αντισυνταγματικούς. Στην Χιλή, οι κυβερνήσεις μετά τον Πινοσέτ δημιούργησαν δύο επιτροπές διερεύνησης της αλήθειας: Μια αμέσως, το 1990, για την αποζημίωση των οικογενειών των νεκρών˙ και μια δεύτερη το 2003, για τον υπολογισμό του αριθμού των θυμάτων βασανιστηρίων και άλλων καταχρήσεων, και την αποζημίωσή τους. Η Χιλή άσκησε δίωξη σε παραβάτες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Ουρουγουάη δημιούργησε επίσης δύο επιτροπές αληθείας, με μια να καθιερώνεται αμέσως μετά την δικτατορία το 1985 και την άλλη πολύ αργότερα, το 2001.

Οι επιτροπές αληθείας και η δίωξη [των δραστών] των εγκλημάτων για τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν θα μπορούσαν να ανατρέψουν το παρελθόν, αλλά βοήθησαν να δημιουργηθεί μια προσδοκία δικαιοσύνης και λογοδοσίας σε κοινωνίες που μόλις είχαν υποφέρει δεκαετίες κατά τις οποίες η δημοκρατία και το κράτος δικαίου είχαν γίνει μια πρόφαση. Βοήθησαν επίσης να υπάρξει ένα τέλος για τους συγγενείς των θυμάτων που είχαν πεθάνει ή υπέστησαν ανεξίτηλα τραύματα.