Μια πορεία προς πόλεμο με το Ιράν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μια πορεία προς πόλεμο με το Ιράν

Πώς η κλιμάκωση από την Ουάσινγκτον θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακούσια καταστροφή
Περίληψη: 

Από την ημέρα που ανέλαβε το αξίωμά του ο Τραμπ, πολλοί φοβήθηκαν ότι η παρορμητική συμπεριφορά του, η μεγαλόστομη ρητορική του, η αδυναμία του να σκεφτεί εμπροσθοβαρώς, η έλλειψη σεβασμού για την διαδικασία πολιτικής, και η αποφασιστικότητά του να «κερδίσει», θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πόλεμο. Τώρα οι πιθανότητες έχουν αυξηθεί.

Ο PHILIP H. GORDON είναι ανώτερος συνεργάτης στην έδρα Mary and David Boies για την Εξωτερική Πολιτική των ΗΠΑ στο Council on Foreign Relations. Διετέλεσε Ειδικός Βοηθός του Προέδρου και Συντονιστής του Λευκού Οίκου για τη Μέση Ανατολή, την Βόρεια Αφρική και την περιοχή του Κόλπου από το 2013 έως το 2015.

Όταν ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν τον περασμένο Μάιο, πολλοί επικριτές ισχυρίστηκαν [1] ότι ρίσκαρε να ξεκινήσει μια αλυσίδα γεγονότων που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πόλεμο. Η πυρηνική συμφωνία δεν ήταν τέλεια, αναγνώρισαν οι υποστηρικτές της συμφωνίας, αλλά εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποχωρούσαν ορμητικά και η συμφωνία κατέρρεε, το Ιράν θα μπορούσε να επαναλάβει το πρόγραμμά του για πυρηνικό εμπλουτισμό, και για να το σταματήσουν, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είχαν άλλη επιλογή παρά να χρησιμοποιήσουν βία. Αυτό με την σειρά του θα μπορούσε να προκαλέσει μια ευρύτερη ανάφλεξη. Αλλά αξιωματούχοι της διοίκησης και άλλοι αντίπαλοι της συμφωνίας απέρριψαν [2] τέτοιου είδους ανησυχίες -ακόμη και όταν επέμειναν ότι απούσης της συμφωνίας, ο καλύτερος τρόπος για να μπλοκαριστεί το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ήταν με την «αξιόπιστη στρατιωτική επιλογή» [3].

21052019-1.jpg

Οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν εκτοξεύουν πυραύλους κατά την διάρκεια πολεμικών ασκήσεων κοντά στην ιερή πόλη Qom, τον Νοέμβριο του 2006. FARS NEWS / REUTERS
--------------------------------------------------------------------

Τώρα ο αναπόφευκτος κύκλος κλιμάκωσης φαίνεται να είναι σε εξέλιξη. Στο πλαίσιο της εκστρατείας της «μέγιστης πίεσης», μόνο τον προηγούμενο μήνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες όρισαν το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (Islamic Revolutionary Guards Corps, IRGC) ως τρομοκρατική οργάνωση˙ τερμάτισαν τις απαλλαγές που επέτρεπαν σε μικρό αριθμό χωρών να αγοράζουν ιρανικό πετρέλαιο παρά τις κυρώσεις των ΗΠΑ˙ ανακοίνωσαν [4] πρόσθετες κυρώσεις που αποσκοπούσαν στην επιδείνωση της οικονομίας της χώρας˙ και μέχρι που έστειλαν μια επιθετική ομάδα αεροπλανοφόρου και βομβαρδιστικά Β-52 στην περιοχή για να στείλουν «ένα σαφές και αδιαμφισβήτητο μήνυμα» [5] στο ιρανικό καθεστώς να μην προκαλέσει τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Προφανώς, το Ιράν ανταποκρίθηκε όχι με το να υποταχθεί στα αιτήματα των ΗΠΑ (πόσω μάλλον να καταρρεύσει) αλλά με μια δική του εκστρατεία πίεσης. Στις 8 Μαΐου, ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ρουχανί ανακοίνωσε [6] ότι το Ιράν θα αναστείλει την συμμόρφωσή του σε τμήματα της πυρηνικής συμφωνίας και θα αποσυρθεί εξ ολοκλήρου εάν η Ευρώπη δεν βρει τρόπο να αποφέρει οικονομικά οφέλη στο Ιράν εντός 60 ημερών -κάτι σχεδόν αδύνατο να επιτευχθεί. Τέσσερις μέρες αργότερα, τέσσερα σαουδαραβικά πετρελαιοφόρα στα ανοικτά των ακτών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων υπέστησαν σαμποτάζ με εκρηκτικά και δυο μέρες μετά από αυτό, drones συνετρίβησαν σε εγκαταστάσεις πετρελαίου στην Σαουδική Αραβία, προκαλώντας εκρήξεις και κλείνοντας έναν αγωγό. Δεν αποδείχθηκε κανένας ιρανικός ρόλος σε αυτά τα γεγονότα, αλλά το IRGC έχει καταφύγει σε παρόμοιες ασύμμετρες και μη ανιχνεύσιμες επιθέσεις στο παρελθόν –γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο αξιωματούχοι του στρατού των ΗΠΑ και των μυστικών υπηρεσιών [7] είχαν προειδοποιήσει ότι τέτοια αντίποινα ήταν πιθανά.

Η κυβέρνηση Trump ανταποκρίθηκε τώρα στην απάντηση του Ιράν με την διαρροή πληροφοριών ότι το Ιράν προετοιμάζει πιθανές πυραυλικές επιθέσεις εναντίον αμερικανικών συμφερόντων και προειδοποίησε δημόσια το Ιράν για ενδεχόμενη στρατιωτική δράση. Η Ουάσινγκτον έφτασε ακόμη και στο σημείο να εκκενώσει το προσωπικό της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Βαγδάτη και να αναφέρει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες προετοιμάζουν σχέδια έκτακτης ανάγκης για να στείλουν μέχρι και 120.000 στρατιωτικούς στην περιοχή. Ο ίδιος ο Trump περιέγραψε αναφορές για τις στρατιωτικές προετοιμασίες ως «ψεύτικα νέα», αλλά επίσης δήλωσε ότι θα αναπτύξει [8] «κολασμένα περισσότερους στρατιώτες από αυτό» αν χρειαστεί, και ότι το Ιράν θα «υποφέρει πολύ» [9] αν επιτεθεί σε Αμερικανούς. Από την πλευρά του, ο υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, προειδοποίησε [10] ότι «εάν αμερικανικά συμφέροντα υποστούν επίθεση, σίγουρα θα απαντήσουμε με τον κατάλληλο τρόπο». Στις 16 Μαΐου, μια ευθυγραμμισμένη με το κράτος εφημερίδα στην Σαουδική Αραβία, η οποία είναι στενός σύμμαχος της διοίκησης του Τραμπ, έκανε έκκληση [9] για «χειρουργικά χτυπήματα» εναντίον του Ιράν, ενώ ένας υποστηρικτής του Trump και περιστασιακός σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής, ο γερουσιαστής του Άρκανσο, Tom Cotton, προέβλεψε [11] με σιγουριά ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να κερδίσουν έναν πόλεμο με το Ιράν με δύο μόνο χτυπήματα: «Το πρώτο χτύπημα και το τελευταίο χτύπημα».

Η αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης θα είναι δύσκολη, δεδομένης της αποφασιστικότητας των δύο πλευρών να μην υποχωρήσουν. Μια νέα διαπραγμάτευση πυρηνικής ενέργειας, την οποία ισχυρίζεται ότι θέλει ο Trump, θα ήταν ένας τρόπος να αποφευχθεί μια σύγκρουση. Αλλά το Ιράν δεν είναι πιθανό να εισέλθει σε συνομιλίες με μια διοίκηση την οποία δεν εμπιστεύεται, και ακόμα λιγότερο πιθανό να συμφωνήσει με το είδος της ευρείας συμφωνίας που λέει ο Trump ότι είναι απαραίτητη: Μια συμφωνία που θα απαγορεύει τον εμπλουτισμό, θα διαρκεί για πάντα, θα επιτρέπει ακόμα πιο επιθετικές επιθεωρήσεις από όσο η παλαιά συμφωνία, θα βάζει όρια στους βαλλιστικούς πυραύλους και θα περιορίζει την περιφερειακή συμπεριφορά του Ιράν. Μετά, υπάρχει το σενάριο στο οποίο το Ιράν απλώς κάθεται και ελπίζει ότι ο πρόεδρος Trump θα αποχωρήσει από το αξίωμα το 2020. Αλλά δεκαοκτώ μήνες είναι μακρύς χρόνος για να είναι υποφερτή η οικονομική πίεση που ασκείται στο Ιράν˙ και εν πάση περιπτώσει, το Ιράν φαίνεται να έχει κλείσει την πόρτα σε αυτή την επιλογή, με το να απειλήσει να παραβιάσει την πυρηνική συμφωνία αν δεν λάβει ταχεία οικονομική ανακούφιση.