Ο εμπορικός πόλεμος του Τραμπ είναι ο λάθος τρόπος ανταγωνισμού με την Κίνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο εμπορικός πόλεμος του Τραμπ είναι ο λάθος τρόπος ανταγωνισμού με την Κίνα

Εστίαση στην ανανέωση, όχι στον προστατευτισμό

Η αντιπαλότητα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας είναι εδώ για να μείνει. Αλλά η διοίκηση Trump φέρνει τα λάθος εργαλεία στο ανταγωνισμό, εφαρμόζοντας ωμές τακτικές εμπορικού πολέμου που θυμίζουν τον 19ο αιώνα αντί να σχεδιάζει μια στρατηγική για να κρατήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως τον οικονομικό και τεχνολογικό ηγέτη στον κόσμο στον 21ο. Ο αμυντικός προστατευτισμός δεν θα απαντήσει στην πρόκληση της Κίνας˙ μόνο η εγχώρια αναβίωση μπορεί να το κάνει αυτό. Η αποκατάσταση της παγκόσμιας θέσης των Ηνωμένων Πολιτειών και η αναζωογόνηση της οικονομίας τους θα απαιτήσει μια φιλόδοξη στρατηγική που δεν θα στηρίζεται αποκλειστικά τόσο πολύ στην αλλαγή της κινεζικής συμπεριφοράς, όσο στην προετοιμασία των Ηνωμένων Πολιτειών για να ανταγωνιστούν.

27062019-1.jpg

Οι ηγέτες της Κίνας και των ΗΠΑ σε δείπνο εργασίας στην διάσκεψη κορυφής του G20 στο Μπουένος Άιρες, στην Αργεντινή, τον Δεκέμβριο του 2018. Kevin Lamarque / REUTERS
-------------------------------------------------------------------

Μετά από μια ανάπαυλα του εμπορικού πολέμου νωρίτερα φέτος, ο κύκλος της κλιμάκωσης επανήλθε. Τους τελευταίους μήνες, ο Λευκός Οίκος έχει αυξήσει τους δασμούς σε κινεζικές εισαγωγές αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και ανακοίνωσε κυρώσεις κατά του κινεζικού τηλεπικοινωνιακού γίγαντα Huawei. Η Κίνα προχώρησε σε αντίποινα με δικούς της δασμούς και προετοιμάζεται τώρα [1] για μια παρατεταμένη οικονομική σύγκρουση.

Η διοίκηση του Trump έχει δίκιο ότι ο μερκαντιλισμός της υψηλής τεχνολογίας από την Κίνα απειλεί την οικονομική ανταγωνιστικότητα και την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Η Κίνα σκοπεύει να αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως τον παγκόσμιο ηγέτη σε διάφορους τομείς υψηλής τεχνολογίας. Η διοίκηση του Trump έχει επίσης δίκιο στο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αντιδράσουν. Μέχρι στιγμής όμως οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ανταποκρίθηκαν ούτε καν με αρκετή φιλοδοξία.

Οι δασμοί ήταν πάντα μια κακή επιλογή για να αλλάξει η συμπεριφορά του Πεκίνου. Στην καλύτερη περίπτωση, τα τιμωρητικά μέτρα της [αμερικανικής] διοίκησης θα διαμορφώσουν οριακά τις πολιτικές της Κίνας, προσδίδοντας στις αμερικανικές εταιρείες λίγο περισσότερη πρόσβαση στην κινεζική αγορά και μειώνοντας ελαφρώς το εμπορικό έλλειμμα. Εν τω μεταξύ, οι δασμοί πλήττουν τις επιχειρήσεις, τους καταναλωτές και τους αγρότες των ΗΠΑ. Αποξενώνουν τους συμμάχους των ΗΠΑ. Και, όπως προειδοποιούν κάποιοι αναλυτές, [2] αυξάνουν τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας ύφεσης.

Υπάρχει μια καλύτερη λύση. Η ιστορία προσφέρει ένα σχέδιο: Η ισχυρότερη απάντηση των Ηνωμένων Πολιτειών σε εξωτερικούς οικονομικούς και τεχνολογικούς αμφισβητίες ήταν πάντα το να επενδύουν στον εαυτό τους. Όταν το 1957 η Σοβιετική Ένωση εκτόξευσε τον πρώτο τεχνητό δορυφόρο στον κόσμο, τον Sputnik, οι Ηνωμένες Πολιτείες απάντησαν ψηφίζοντας τον Νόμο για την Παιδεία Εθνικής Άμυνας (National Defense Education Act), που μεταμόρφωσε όλα τα επίπεδα της επιστήμης και της μαθηματικής εκπαίδευσης, ενίσχυσε δραματικά την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση για την βασική έρευνα και ανάπτυξη, και δημιούργησε τη NASA και την DARPA, κάτι που υποστήριξε την ανάπτυξη πολλών από τις τεχνολογίες που κινούν την σύγχρονη κοινωνία. Σήμερα, οι τεχνολογικές πρόοδοι της Κίνας -μια σοβαρότερη απειλή για την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ από όσο η Σοβιετική Ένωση έθεσε ποτέ- θα έπρεπε να παραγάγουν μια παρόμοια απάντηση.

ΓΡΑΜΜΕΣ ΜΑΧΗΣ

Το ελάττωμα στην στρατηγική της διοίκησης είναι ότι έχει εστιάσει πάρα πολύ στην Κίνα και σχεδόν καθόλου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το κομμάτι που λείπει είναι η εγχώρια αναζωογόνηση. Αντί να πλήττουν με δασμούς τα κινεζικά αγαθά, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να επενδύουν στην επιστήμη, την τεχνολογία, την εκπαίδευση και τις υποδομές˙ να αποκαταστήσουν την φωνή τους σε βασικές αξίες˙ να ενισχύσουν τις συμμαχίες των ΗΠΑ˙ και να μεταρρυθμίσουν το μεταναστευτικό σύστημα για να φέρει τους επιχειρηματίες και τους ειδικευμένους εργαζόμενους του αύριο.

Η σωστή στρατηγική θα αρχίσει με την επιστροφή της επιστήμης και της τεχνολογίας στο κέντρο της χάραξης πολιτικής. Η διοίκηση του Trump, περισσότερο από κάθε άλλη στην σύγχρονη ιστορία, έχει μειώσει σκοπίμως τον ρόλο της επιστήμης στην κυβέρνηση. Όταν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δημοσιοποίησε την υποχρεωτική Εθνική Αξιολόγηση του Κλίματος (National Climate Assessment) τον περασμένο Νοέμβριο, ο πρόεδρος την απέρριψε. Η διοίκηση έχει παραμελήσει [3] ή διαλύσει μακρόχρονες επιστημονικές επιτροπές σε όλη την κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης της JASON [4], της αρχαιότερης ομάδας εξωτερικών επιστημονικών συμβουλών του Υπουργείου Άμυνας.

Αυτές οι ενέργειες είναι κοντόφθαλμες. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ διαδραμάτισε για πολύ καιρό σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, από τις πρωτοποριακές ιατρικές προόδους [5] μέχρι τα μικροτσίπ [6] που χρησιμοποιούνται στα iPhones. Όπως δείχνουν οι οικονομολόγοι Jonathan Gruber και Simon Johnson στο νέο τους βιβλίο με τίτλο Jump-Starting America [7], οι δημόσιες επενδύσεις στην επιστήμη έχουν παραγάγει μεγάλες αποδόσεις, τροφοδοτώντας τις ισχυρότερες περιόδους της οικονομικής ανάπτυξης των ΗΠΑ. Για παράδειγμα, κάθε 10 εκατομμύρια δολάρια δημόσιας χρηματοδότησης που δόθηκαν στα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας, έχουν αποδώσει ένα ποσό 30 εκατομμυρίων δολαρίων επιπλέον αξίας για τον ιδιωτικό τομέα.

Ωστόσο, η αμνησία για αυτά τα επιτεύγματα έχει καθιερωθεί. Οι κρατικές δαπάνες των ΗΠΑ για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) μειώθηκαν σταθερά ως ποσοστό του ΑΕΠ, από περίπου 2% στην δεκαετία του 1960 σε μόλις 0,7% σήμερα. Ο πιο πρόσφατος προϋπολογισμός του Trump προτείνει να περικοπούν δισεκατομμύρια δολάρια [8] από την επιστημονική και ιατρική έρευνα. Στο παρελθόν, το Κογκρέσο σοφά απέρριπτε παρόμοιες περικοπές και πέρυσι ενέκρινε [9] την μεγαλύτερη προώθηση της χρηματοδότησης για Ε&Α της δεκαετίας. Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται πολύ μεγαλύτερο άλμα στην υποστήριξη της Ε&Α, εάν πρόκειται να συνεχίσουν να πηγαίνουν παράλληλα με την Κίνα. Μεταξύ του 1991 και του 2015, η Κίνα αύξησε τις δαπάνες της Ε&Α της κατά 30 φορές, με μέσο όρο [10] αύξησης το 18% ετησίως από το 2000. Ως εκ τούτου, το Εθνικό Συμβούλιο Επιστημών (National Science Board) εκτιμά ότι η Κίνα ίσως να έχει ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως παγκόσμιος ηγέτης στις δαπάνες για την έρευνα πέρυσι, και αν όχι, θα το κάνει σύντομα.

Ακριβώς όπως η καθοδηγούμενη από την κυβέρνηση κούρσα για το διάστημα πυροδότησε μια χρυσή εποχή [11] τεχνολογικής ανάπτυξης των ΗΠΑ, ένα νέο εθνικό πρόγραμμα βασικής έρευνας και ανάπτυξης μπορεί να αποκαταστήσει την τεχνολογική ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών. Ενεργώντας από μόνος του, ο ιδιωτικός τομέας είναι απλά απίθανο να καινοτομεί στην κλίμακα και στην ταχύτητα που είναι απαραίτητες για να ανταγωνιστεί με την Κίνα, η οποία αφιερώνει σημαντικούς δημόσιους πόρους σε ουρανομήκη σχέδια όπως η κβαντική υπολογιστική, η τεχνητή νοημοσύνη και η βιοτεχνολογία. Ούτε μπορεί [το κράτος] να βασιστεί στις ιδιωτικές επιχειρήσεις -που εστιάζουν φυσικά σε πιο στενούς εμπορικούς στόχους- ότι θα κάνουν προνοητικές οξυδερκείς επενδύσεις σε βασική Ε&Α που ίσως να μην αποφέρουν κέρδη την επόμενη δεκαετία, αλλά θα αποτελέσουν το θεμέλιο για την επόμενη γενιά τεχνολογίας. Μόνο με μεγαλύτερη ομοσπονδιακή στήριξη και με την καλλιέργεια ερευνητικών συνεργασιών μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, η Αμερική μπορεί να ηγηθεί στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει επίσης να κάνουν πολύ μεγαλύτερες μακροπρόθεσμες επενδύσεις στην εκπαίδευση. Αντί να αυξήσουν τα ελλείμματα προς χάριν των φορολογικών περικοπών που θα επιδεινώσουν την ανισότητα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει να επικεντρωθεί σε επενδύσεις που φέρνουν απτές αποδόσεις. Όπως έχει γράψει ο πρόεδρος του MIT, Rafael Reif [12], η αντιμετώπιση της κινεζικής τεχνολογικής υπεροχής απαιτεί την διατήρηση του μοναδικού περιουσιακού στοιχείου των Ηνωμένων Πολιτειών: Του «μεγάλου αριθμού πρώτης τάξεως ... πανεπιστημίων που επιδιώκουν προηγμένη έρευνα με μακροπρόθεσμη ομοσπονδιακή υποστήριξη». Μια επερχόμενη έκθεση του Council on Foreign Relations σοφά προτείνει την επένδυση επιπλέον 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως για τα επόμενα πέντε χρόνια για την υποστήριξη της τεχνολογικής έρευνας στα πανεπιστήμια.

Εκτός από την ανάπτυξη τεχνολογιών αιχμής, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επίσης να παραμείνουν πιο μπροστά από τις καταστροφικές επιπτώσεις τους. Τα ρομπότ και η τεχνητή νοημοσύνη αρχίζουν ήδη να εκτοπίζουν τους εργαζόμενους και τελικά θα μετασχηματίσουν σχεδόν όλους τους τομείς της οικονομίας, από την υγειονομική περίθαλψη έως τις μεταφορές. Μια πρόσφατη μελέτη του Brookings Institution βρήκε [13] ότι σχεδόν το ένα τέταρτο των Αμερικανών εργαζομένων αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο να χάσουν την δουλειά τους λόγω της αυτοματοποίησης τις επόμενες δεκαετίες.

Η κυβέρνηση πρέπει να συνεργαστεί με τον ιδιωτικό τομέα και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα ώστε να προετοιμάσουν τους Αμερικανούς για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις των νέων τεχνολογιών στις αγορές εργασίας. Τα σχολεία και τα πανεπιστήμια θα πρέπει να εκπαιδεύσουν τους σπουδαστές για τις θέσεις εργασίας που η τεχνολογία είναι λιγότερο πιθανό να εξαλείψει -σύμφωνα με το Ινστιτούτο McKinsey [14], αυτές που αφορούν την κριτική σκέψη, την κοινωνική αλληλεπίδραση και την διοίκηση (management). Η επίτευξη αυτής της μετάβασης με σωστό τρόπο θα κάνει πολύ περισσότερα για την οικονομία και την κοινωνία των ΗΠΑ από όσα θα μπορούσαν ποτέ οι εμπορικοί πόλεμοι του Trump.

ΓΕΦΥΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΧΑΣΜΑ

Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες πρόκειται να παραμείνουν ο πιο ελκυστικός τόπος στον κόσμο για επενδύσεις και καινοτομίες, θα χρειαστεί να ανανεώσουν τις υποδομές τους. Υπό τον πρόεδρο Dwight Eisenhower, οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησαν ένα τεράστιο σχέδιο δημοσίων έργων για την κατασκευή του πρώτου εθνικού δικτύου αυτοκινητοδρόμων της χώρας. Το Διαπολιτειακό Οδικό Σύστημα (Interstate Highway System) δημιούργησε [15] οικονομικές αποδόσεις που ενίσχυαν την χώρα μακροπρόθεσμα. Σήμερα, η επιδείνωση της κατάστασης των αμερικανικών δρόμων, των γεφυρών, των σηράγγων και των αερολιμένων απειλεί να ανατρέψει πολλά από αυτά τα κέρδη. Η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Μηχανικών (American Society of Civil Engineers) εκτιμούσε [16] το 2016 ότι η αποτυχία επισκευής των αμερικανικών υποδομών θα κοστίσει στις ΗΠΑ 3,9 τρισεκατομμύρια δολάρια στο ΑΕΠ και 2,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας μέχρι το 2025.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν καθυστερήσει για μια εκδοχή των έργων οδοποιίας του Eisenhower στον 21ο αιώνα, που να αναβαθμίζει τις υποδομές της χώρας και να την προετοιμάζει για την εποχή των σιδηροδρόμων μεγάλης ταχύτητας, των ηλεκτρικών οχημάτων, και των αυτοκινήτων με αυτο-οδήγηση. Καθώς η διοίκηση του Trump αγωνίστηκε για να καταστήσει λιγότερο αποδοτικά τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά, η Κίνα προωθεί [17] τα ηλεκτρικά οχήματα, ενθαρρύνοντας τους Κινέζους οδηγούς να τα αγοράσουν, και δημιουργώντας ένα δίκτυο που θα υποστηρίξει την χρήση τους. Η Κίνα έχει επίσης αρχίσει [18] να σχεδιάζει υποδομές για την καλύτερη εξυπηρέτηση των αυτο-οδηγούμενων αυτοκινήτων, δυνητικά επιταχύνοντας την ανάπτυξή τους.

Οι μελλοντικές γενιές των Αμερικανών θα κρίνουν σκληρά τους ηγέτες της σημερινής εποχής για την κατασπατάληση αυτής της συγκυρίας. Η χώρα χρειάζεται απεγνωσμένα νέες και ανοικοδομημένες υποδομές, η οικονομία εισέρχεται στα τελευταία στάδια μιας μακράς ανάκαμψης, και τα επιτόκια είναι ιστορικά χαμηλά, καθιστώντας τον δανεισμό φθηνό. Όπως ισχυρίστηκαν πρόσφατα [19] οι οικονομολόγοι Lawrence Summers και Jason Furman σε αυτό το περιοδικό, «οι μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές μειώσεις των επιτοκίων σημαίνουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να επανεξετάσουν την παραδοσιακή δημοσιονομική προσέγγιση που συχνά έχει λανθασμένα περιορίσει αξιόλογες επενδύσεις». Ίσως να μην υπάρξει ποτέ μια καλύτερη στιγμή για την ανάληψη ενός προγράμματος υποδομών μεγάλης κλίμακας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες επίσης αποτυγχάνουν να επωφεληθούν από την ιδιότητά τους ως έθνος μεταναστών. Για να ανταγωνιστούν την Κίνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να παραμείνουν ένας τόπος που οι ταλαντούχοι μετανάστες και θα μπορούν και θα θέλουν να αποκαλούν πατρίδα τους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν από καιρό απολαύσει ένα δημογραφικό πλεονέκτημα έναντι της Κίνας: Εν μέρει λόγω της κληρονομιάς της πολιτικής ενός παιδιού, ο πληθυσμός της Κίνας συρρικνώνεται και γηράσκει [20] ενώ των Ηνωμένων Πολιτειών εξακολουθεί να αναπτύσσεται. Αλλά αυτό το δημογραφικό προβάδισμα διαβρώνεται. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Γραφείου Απογραφής, η αύξηση του πληθυσμού των ΗΠΑ βρίσκεται σε χαμηλό 80 ετών. Ο δημογράφος William Frey κάνει την προβολή [21] ότι, καθώς οι Αμερικανοί που έχουν γεννηθεί στις ΗΠΑ κάνουν όλο και λιγότερα παιδιά, η μετανάστευση θα αποτελέσει την κύρια πηγή αύξησης του πληθυσμού τις επόμενες δεκαετίες. Η μετανάστευση ενισχύει επίσης την οικονομική ανάπτυξη, δεδομένου ότι οι μετανάστες τείνουν να είναι νεότεροι από τον ιθαγενή πληθυσμό, είναι πιο πιθανό να εργαστούν, και είναι συχνά πιο επιτυχημένοι όταν το κάνουν. Η από μακρού χρόνου επενδυτής στην τεχνολογία, Mary Meeker, διαπίστωσε πρόσφατα ότι περισσότερες από τις μισές [22] από τις 25 πιο πολύτιμες εταιρείες τεχνολογίας της χώρας ιδρύθηκαν από μετανάστη πρώτης ή δεύτερης γενιάς.

Επομένως, η εχθρότητα της κυβέρνησης του Trump έναντι της μετανάστευσης απειλεί να υπονομεύσει ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα των Ηνωμένων Πολιτειών. Μια μελλοντική διοίκηση θα πρέπει να αντιστρέψει την πορεία της, θεσπίζοντας μια σειρά μεταρρυθμίσεων που θα φέρουν πιο ταλαντούχους μετανάστες και θα αποκαταστήσουν την εικόνα των Ηνωμένων Πολιτειών στο εξωτερικό ως ένα φιλόξενο μέρος για τους νεοεισερχόμενους.

ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΕΙΚΟΝΑΣ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να θέσουν τα του οίκου τους σε τάξη, αλλά ακόμα και τότε δεν μπορούν να προχωρήσουν μόνες σε έναν παγκόσμιο οικονομικό, τεχνολογικό και στρατιωτικό ανταγωνισμό με την Κίνα. Οι εμπορικοί πόλεμοι του Trump έχουν αποξενώσει τους πιο στενούς εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση [23] στην Γερμανία διαπίστωσε ότι το γερμανικό κοινό βλέπει τώρα τις Ηνωμένες Πολιτείες ως λιγότερο αξιόπιστο εμπορικό εταίρο από την Κίνα. Η ανάκτηση της αμερικανικής θέσης στον κόσμο είναι απαραίτητη, καθώς μόνο ένα συλλογικό μέτωπο μπορεί να πιέσει το Πεκίνο να σταματήσει να κλέβει πνευματική ιδιοκτησία και να αρχίσει να παρέχει στις ξένες εταιρείες μεγαλύτερη πρόσβαση στην κινεζική αγορά.

Ένα καλό μέρος για να ξεκινήσει ο επόμενος πρόεδρος θα είναι η αναζωογόνηση της συμμετοχής των ΗΠΑ στην Trans-Pacific Partnership. Μια ισχυρότερη TPP με την συμμετοχή των ΗΠΑ θα ήταν το απόλυτο εργαλείο για τον έλεγχο των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών της Κίνας. Θα σηματοδοτούσε στο Πεκίνο ότι μπορεί να διαμορφώσει το οικονομικό μέλλον της Ασίας μόνο με σεβασμό της πνευματικής ιδιοκτησίας, διάσπαση των παραφουσκωμένων κρατικών επιχειρήσεων, και παίζοντας δίκαια με άλλες χώρες. Η απόφαση του Trump να πετάξει στα σκουπίδια την TPP, το 2017, μετέδωσε ακριβώς το αντίθετο μήνυμα, εξασφαλίζοντας στους ηγέτες της Κίνας ότι θα μπορούσαν να εντείνουν τους παλιούς τρόπους επιχειρηματικής δραστηριότητας χωρίς συνέπειες.

Η πολιτική της διοίκησης [των ΗΠΑ] για την Κίνα αντικατοπτρίζει την πεποίθηση του Trump ότι η Κίνα έχει εκμεταλλευτεί εδώ και πολύ καιρό τις Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικά στο εμπόριο. Όποια και αν είναι τα προτερήματα αυτής της θέσης, μια απάντηση που επικεντρώνεται στην αλλαγή της συμπεριφοράς της Κίνας είναι θλιβερά ανεπαρκής. Η υπεροχή των ΗΠΑ γεννήθηκε όχι από τον αμυντικό προστατευτισμό αλλά με την οικοδόμηση του μεγαλύτερου οικονομικού κινητήρα στην ανθρώπινη ιστορία. Το να μείνουμε μπροστά από την Κίνα έχει να κάνει πολύ περισσότερο με εμάς παρά με αυτούς.

Copyright © 2019 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2019-06-25/trumps-trade-wa...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.washingtonpost.com/world/as-trade-war-grinds-on-chinese-auth...
[2] https://www.cnbc.com/2019/05/20/morgan-stanley-more-tariffs-on-china-cou...
[3] https://www.ucsusa.org/center-science-and-democracy/abandoning-science-a...
[4] https://gizmodo.com/pentagon-pulls-funding-for-team-of-academics-who-wor...
[5] https://www.statnews.com/2018/01/03/nih-biomedical-research-funding/
[6] https://www.theatlantic.com/technology/archive/2016/04/us-research-and-d...
[7] http://news.mit.edu/2019/public-investment-science-jump-starting-america...
[8] https://www.washingtonpost.com/science/2019/03/11/trump-budget-seeks-cut...
[9] http://sciencemag.org/news/2018/03/updated-us-spending-deal-contains-lar...
[10] https://science.sciencemag.org/content/362/6412/276
[11] https://spinoff.nasa.gov/Spinoff2008/tech_benefits.html
[12] https://www.nytimes.com/2018/08/08/opinion/china-technology-trade-united...
[13] https://www.brookings.edu/research/automation-and-artificial-intelligenc...
[14] https://www.mckinsey.com/~/media/mckinsey/featured%20insights/future%20o...
[15] http://www.publicpurpose.com/freewaypdf.pdf
[16] https://www.infrastructurereportcard.org/the-impact/economic-impact/
[17] https://www.scmp.com/business/companies/article/2143646/chinas-ev-market...
[18] https://www.axios.com/chinas-av-will-think-and-drive-differently-e0a823b...
[19] https://www.foreignaffairs.com/articles/2019-01-27/whos-afraid-budget-de...
[20] https://www.bloomberg.com/opinion/articles/2019-03-24/america-s-big-adva...
[21] https://www.brookings.edu/blog/the-avenue/2018/12/21/us-population-growt...
[22] https://www.vox.com/2018/5/30/17385226/kleiner-perkins-mary-meeker-immig...
[23] https://www.dw.com/en/germans-trust-china-more-than-the-us-survey-finds/...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition