Πώς μπορεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει στρατιωτικές απειλές; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς μπορεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει στρατιωτικές απειλές;

Προς μια αξιόπιστη και αποτελεσματική στρατηγική αποτροπής*

Πριν από ένα περίπου χρόνο ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, φρόντισε να μας ενημερώσει σχετικά, χρησιμοποιώντας ένα απόφθεγμα από την επιστολή του Σοκολού Μεχμέτ Πασά προς τον Πρέσβυ της Βενετίας το 1573, ήτοι δύο χρόνια μετά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου: «Εμείς με την κατάληψη της Κύπρου σας κόψαμε το χέρι, ενώ εσείς με τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου μας ξυρίσατε απλά τα γένια. Το χέρι που κόβεται δεν επανέρχεται αλλά τα γένια που ξυρίζονται γίνονται πυκνότερα». Αποτελεσματική, λοιπόν, αποτροπή σημαίνει απειλή εδαφικού ακρωτηριασμού.

Μπορεί να υπάρξει τέτοια απειλή; Ναι, μόνο στην Θράκη. Η απειλή έχει δύο χαρακτηριστικά, δυνατότητες και πρόθεση. Ας ξεκινήσουμε από το πρώτο χαρακτηριστικό και ας εξετάσουμε εάν μπορούμε να διαμορφώσουμε μια τέτοια δυνατότητα. Έχουμε τα καλύτερα άρματα (LEO 2 HEL) και τα καλύτερα επιθετικά ελικόπτερα (Apache) στον κόσμο, και ισχυρό πυροβολικό ικανό να υποστηρίξει μια τέτοια επιχείρηση, τα οποία με μεγάλες θυσίες πλήρωσε ο ελληνικός λαός. Αυτό που χρειάζεται για να υπάρξει μια αξιόλογη και ουσιαστική απειλή, είναι η αλλαγή στρατηγικού σχεδιασμού.

Στο πλαίσιο αντιμετώπισης της τουρκικής απειλής, είμαστε ταγμένοι αμυντικά στον Έβρο εδώ και πενήντα περίπου χρόνια. Δεν υπάρχει άλλος στρατός, τουλάχιστον στον Δυτικό κόσμο, σε αυτή την κατάσταση. Το τέταρτο Σώμα Στρατού (Δ´ ΣΣ) το οποίο έχει την ευθύνη της άμυνας στην Θράκη, πρέπει να μετασχηματιστεί σε έναν ακόμη πιο ευέλικτο, με λιγότερα ενδιάμεσα επίπεδα διοίκησης, άριστα εκπαιδευμένο μείζονα σχηματισμό, να απεμπλακεί από την φύλαξη συνόρων (η φύλαξη συνόρων στην ειρήνη δεν είναι δουλειά του στρατού), να συγκεντρωθεί στα στρατόπεδα και να ασχολείται μέρα-νύκτα μόνο με την εκπαίδευση και την συντήρηση των μέσων, με έμφαση στην (βιαία) διάβαση ποταμού. Η ετοιμότητα-δυνατότητα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων να διεξάγουν μια τέτοια επιχείρηση συνιστά για την Τουρκία σοβαρή απειλή. Σήμερα η Τουρκία έχει την απόλυτη πρωτοβουλία χωρίς να αντιμετωπίζει καμιά σοβαρή, όπως η ίδια αντιλαμβάνεται, απειλή.

Το άλλο χαρακτηριστικό της απειλής αφορά στην πρόθεση: Και εδώ περνάμε στην πολιτική βούληση. Η αλλαγή στάσης σε ό,τι αφορά στην απαραίτητη επίδειξη πολιτικής βούλησης υποστήριξης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων με αποφασιστικότητα (αξιοπιστία απειλής) απαιτεί ένα συντονισμένο σχέδιο δράσης με στόχο την καταγγελία της τουρκικής επιθετικότητας σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς και ταυτόχρονη ενημέρωσή τους πως η Ελλάδα θα υπερασπίσει με αποφασιστικότητα τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Θα πρέπει να καταστεί γνωστό σε όλους πως η Ελλάδα δεν πρόκειται να συρθεί σε έναν περιορισμένο πόλεμο (σημειακή κρίση), μια τουρκική επιχείρηση κατάληψης κάποιας νήσου του Αιγαίου ή στην Κύπρο, όπου η Τουρκία διατηρεί το πλεονέκτημα (σχετική ανάλυση δεν μπορεί να παρουσιαστεί εδώ λόγω οικονομίας χώρου), αλλά η όποια επιθετική ενέργεια από τον Έβρο έως το ακριτικό Καστελόριζο (στην ΑΟΖ του οποίου πολύ πιθανόν την επόμενη φορά να βρεθεί ο «Πορθητής» ) και την Κύπρο θα αντιμετωπιστεί με ολοκληρωτικό πόλεμο. Η δράση αυτή, σε συνδυασμό με την αλλαγή στρατηγικού σχεδιασμού, πέραν των άλλων θα στείλει μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση πως η Ελλάδα επιδιώκει την εξασφάλιση εξωτερικής νομιμοποίησης για ενέργειες υποστήριξης των εθνικών της συμφερόντων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Ταυτόχρονα, με δεδομένο πως πλέον η Τουρκία παρουσιάζεται ανοικτά ως αναθεωρητική δύναμη που αμφισβητεί την Συνθήκη της Λωζάννης, διεκδικεί ελληνικά νησιά, εκτοξεύει συνεχώς απειλές δια στόματος της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της για χρήση στρατιωτικής δύναμης, διατηρεί πολεμικές δυνάμεις, κατάλληλες (διάταξη-σύνθεση-μέσα) για την κατάληψη νήσων, οι οποίες διεξάγουν συνεχώς σχετικές αποβατικές ασκήσεις στο Αιγαίο και συνιστούν ευθεία απειλή κατά των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, με παραβιάσεις του εθνικού εναερίου χώρου και βολές πολεμικών πλοίων εντός της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης, είναι ξεκάθαρο πως κάθε συγκέντρωση δυνάμεων για διεξαγωγή ασκήσεων στο Αιγαίο αποτελεί μια εν δυνάμει απειλή για την Ελλάδα. Να θυμίσω πως το 1974, όταν τα τουρκικά αποβατικά πλησίασαν τα παράλια της Κύπρου, όλοι θεωρούσαν πως πρόκειται για μια ακόμη άσκηση, μέχρι που άρχισαν οι βομβαρδισμοί.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα θα πρέπει να καταστήσει σαφές προς κάθε κατεύθυνση πως διατηρεί το δικαίωμα της προσβολής συγκεντρωμένων δυνάμεων -πολεμικής ετοιμότητας στο επίπεδο που να τις καθιστά ικανές να εκτοξεύσουν επίθεση- απέναντι από τα ελληνικά νησιά ως αμυντική ενέργεια σε επικείμενη επίθεση για την προστασία των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Η προσπάθεια εξασφάλισης εξωτερικής νομιμοποίησης για μια τέτοια ενέργεια είναι βέβαιο πως θα λειτουργούσε στην κατεύθυνση ενίσχυσης της αποτροπής και περιορισμού των εντάσεων.

Οι παραπάνω αλλαγές σε ό,τι αφορά στον στρατηγικό σχεδιασμό και την πολιτική βούληση δεν σημαίνουν πως η Ελλάδα εγκαταλείπει την επιλογή της αμυντικής πολιτικής και ξαφνικά γίνεται μια χώρα με επιθετικές βλέψεις. Απλά, αποκτά την δυνατότητα, σε περίπτωση που δεχθεί οποιασδήποτε μορφής επίθεση από τον Έβρο μέχρι το Καστελόριζο και την Κύπρο, να αντιδράσει δυναμικά και να επιφέρει σοβαρό πλήγμα, τέτοιων διαστάσεων (εδαφικός ακρωτηριασμός), που το τίμημα για την Τουρκία να είναι δυσανάλογο των όποιων οφελών αποκομίσει από μια επιθετική ενέργεια. Είναι βέβαιο, πως αυτή η δυνατότητα θα συμβάλει αποφασιστικά στην αναβάθμιση της αποτροπής, που αποτελεί βασικό προαπαιτούμενο για την υποστήριξη των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων από τον Έβρο μέχρι το Καστελόριζο και την Κύπρο χωρίς να απαιτηθεί η προσφυγή σε πόλεμο.