Οι προοπτικές που διαγράφονται για την παγκόσμια οικονομία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι προοπτικές που διαγράφονται για την παγκόσμια οικονομία

Πού βρισκόμαστε δέκα χρόνια μετά τη Μεγάλη Οικονομική Κρίση

Η χρηματοοικονομική αστάθεια αφορά στη μεγάλη συσσώρευση χρέους από τις ιδιωτικές μη-χρηματοπιστωτικές εταιρείες (καθώς επίσης και από πολλές κυβερνήσεις) η οποία προήλθε από την πρόσβαση αυτών των επιχειρήσεων (και κυβερνήσεων) σε φτηνό δανεισμό. Ένας από τους βασικούς λόγους που συνέβη αυτό (αν και όχι ο μοναδικός) είναι η ποσοτική χαλάρωση, η οποία οδήγησε τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων (και κατ’επέκταση και των εταιρικών) σε πρωτοφανή χαμηλά επίπεδα. Για παράδειγμα, οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων μέχρι σχεδόν την δεκαετή έκδοση, είναι αρνητικές. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν το γερμανικό Δημόσιο προκειμένου να το δανείσουν! Ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν επαναστατούμε μπροστά σε μια τέτοια πρωτοφανή στρέβλωση τόσο του μηχανισμού της αγοράς όσο και της επενδυτικής συμπεριφοράς είναι ότι πλέον την έχουμε συνηθίσει. Ο Claudio Borio της Bank of International Settlements αναφέρθηκε σε αυτή την στρέβλωση ως ότι «το εξαιρετικά ανώμαλο γίνεται, σταδιακά, ανησυχαστικά κανονικό». Η πτώση των αποδόσεων των ομολόγων των αναπτυγμένων οικονομιών οδήγησε στο «κυνήγι αποδόσεων» (yield hunting) μέσω επενδύσεων είτε σε εταιρικά ομόλογα υψηλού κινδύνου είτε σε ομόλογα αναδυόμενων οικονομιών. Στην πρόσφατη έκθεσή του για την Παγκόσμια Χρηματοοικονομική Σταθερότητα (Απρίλιος 2019), το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποιεί ότι το ύψος του χρέους των εταιρειών χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης (BBB) έχει τετραπλασιαστεί στην Αμερική και την Ευρώπη. Αυτό σημαίνει ότι μια σύσφιξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών είναι πιθανόν να επηρεάσει αρνητικά την ικανότητα αυτών των εταιρειών να εξυπηρετήσουν το χρέος τους. Επιπλέον, πολλές εταιρείες αναδυόμενων οικονομιών έχουν δανειστεί σε δολάρια, γεγονός που τις καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτες σε μια δυνητική ενδυνάμωση του δολαρίου.

Ο κίνδυνος της χρηματοοικονομικής αστάθειας αποτελεί το βασικό λόγο για τον οποίο οι Κεντρικές Τράπεζες επιθυμούν να επανέλθουν σε ένα καθεστώς κανονικής νομισματικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, θα μπορούσε κανείς να θέσει το ερώτημα: «Αφού οι πληθωριστικές πιέσεις απουσιάζουν παντελώς από την παγκόσμια οικονομία, γιατί οι νομισματικές Αρχές δεν συνεχίζουν τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης μέχρι την εμφάνιση πληθωρισμού;». Πράγματι, όταν οι Κεντρικές Τράπεζες σκέπτονταν την λύση της ποσοτικής χαλάρωσης, ο μεγαλύτερος ενδοιασμός τους ήταν ο πληθωρισμός. O Mathew O’Brien της Washington Post μέτρησε το πόσες φορές εμφανίζεται η λέξη «πληθωρισμός» σε σύγκριση με τις λέξεις «συστημικό ρίσκο» και «κρίση» στα πρακτικά της FED που αφορούσαν στην συνεδρίαση της 16ης Σεπτεμβρίου 2008 (αμέσως μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers). Ο δημοσιογράφος βρήκε 129 αναφορές στην λέξη «πληθωρισμός» και μόνο 4 στις λέξεις «συστημικό ρίσκο» και «κρίση». Όπως αναφέραμε ήδη, οι φόβοι περί πληθωρισμού αποδείχθηκαν (μέχρι τώρα) αβάσιμοι. Αντίθετα, αυτό που δεν ανησυχούσε τότε ιδιαιτέρως τους κεντρικούς τραπεζίτες, δηλαδή η χρηματοοικονομική αστάθεια, εμφανίζεται τώρα να είναι ο υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία (και η υπ’ αριθμόν ένα παρενέργεια της ποσοτικής χαλάρωσης). Εξ’ αυτού του λόγου, η όποια προσπάθεια καταβάλλεται από τις Κεντρικές Τράπεζες για τον εξορθολογισμό της νομισματικής πολιτικής πηγάζει από τον κίνδυνο της χρηματοοικονομικής αστάθειας και όχι από ενδεχόμενη πληθωριστική απειλή.

Η δεύτερη σοβαρή παρενέργεια της ποσοτικής χαλάρωσης είναι η μεγάλη αύξηση της ανισότητας της κατανομής πλούτου και εισοδήματος στις αναπτυγμένες χώρες. Η αιτία αυτής της αύξησης είναι –όπως αναφέρθηκε ήδη- το γεγονός ότι η οικονομική ανάπτυξη στηρίχθηκε όχι τόσο στην αύξηση των μισθών και του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων όσο στις επιδράσεις πλούτου που προήλθαν από την ραγδαία αύξηση των τιμών των μετοχών και ομολόγων. Αυτή η στρέβλωση των κινήτρων δεν ευθύνεται μόνο για την χαμηλή ανάπτυξη του ΑΕΠ στις αναπτυγμένες χώρες αλλά και για το ότι η όποια ανάπτυξη κατανεμήθηκε άνισα. Βεβαίως, η ανισοκατανομή του εισοδήματος είναι μια μακροχρόνια διαδικασία η οποία άρχισε πριν από την ποσοτική χαλάρωση και εξακολουθεί να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Κατά συνέπεια, θα ήταν άδικο να θεωρήσουμε την επεκτατική νομισματική πολιτική ως το αποκλειστικό αίτιο της ανισοκατανομής του πλούτου. Άλλες δυνητικές αιτίες είναι η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη που κατέστησε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού απαρχαιωμένες ως προς τις εργασιακές τους ικανότητες, η παγκοσμιοποίηση και η φυγή μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών σε χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος (π.χ. Κίνα ή Ινδία) κλπ. Πλην όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ποσοτική χαλάρωση συνέδραμε και αυτή στην διεύρυνση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων μέσω του μηχανισμού που περιγράφηκε ανωτέρω.