Η Αρκτική Άνοιξη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Αρκτική Άνοιξη

Η Ουάσινγκτον κοιμάται εν μέσω αλλαγών στην κορυφή του κόσμου

Σήμερα, η Κίνα έχει επεκτείνει την πρωτοβουλία της «Belt and Road» στην Αρκτική, με ένα σχέδιο που ονομάζεται Polar Silk Road, και περιλαμβάνει επενδύσεις σε λιμάνια, σιδηρόδρομους, υποθαλάσσια καλώδια και εξερεύνηση ενέργειας σε αρκετά κράτη της Αρκτικής. Μεταξύ 2012 και 2017, η Κίνα διοχέτευσε περίπου 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια [6] στην ισλανδική οικονομία -ισοδύναμα με το 5,7% [6] του ΑΕΠ της Ισλανδίας. Η διοίκηση του Trump ερεύνησε τις δραστηριότητες αυτές με αυξανόμενη καχυποψία, ανησυχώντας ότι το Πεκίνο θα τις χρησιμοποιήσει για να εμπλέξει τα έθνη της Αρκτικής σε ένα δίκτυο διπλωματικών και οικονομικών δεσμεύσεων. Τον Ιούνιο, αξιωματούχοι των ΗΠΑ μπλοκάρισαν επιτυχώς μια σημαντική κινεζική επένδυση στην επέκταση τριών αεροδρομίων της Γροιλανδίας, ασκώντας πίεση στην κυβέρνηση της Δανίας να πλειοδοτήσει έναντι της προσφοράς της κινεζικής κοινοπραξίας.

Ωστόσο, βραχυπρόθεσμα, η σχεδόν αποκλειστική εστίαση της Ουάσινγκτον στην Κίνα είναι άστοχη˙ πρέπει να επικεντρωθεί στις δραστηριότητες της Ρωσίας στην περιοχή. Η Ρωσία έχει πολλά να κερδίσει: Ήδη αντλεί το 20% [7] του ΑΕΠ της από την ενεργειακή εκμετάλλευση και τη ναυτιλία στις Αρκτικές περιοχές της και ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ελπίζει ότι, καθώς ο πάγος εξαφανίζεται, η διαδρομή της Βόρειας Θάλασσας -που εκτείνεται από μόλις ανατολικά της Νορβηγίας μέχρι το στενό του Μπέρινγκ- θα καταλήξει να φτάσει το κανάλι του Σουέζ στην θαλάσσια κυκλοφορία. Για τους Ασιάτες εξαγωγείς όπως η Κίνα, η διαδρομή προσφέρει πολύ ταχύτερη και επομένως φθηνότερη διέλευση στις Δυτικές αγορές και τους επιτρέπει [8] να αποφεύγουν την πειρατεία γύρω από το Κέρας της Αφρικής και την συμφόρηση στο στενό της Μάλακκα.

Οι φιλοδοξίες της Ρωσίας δεν θα προκαλούσαν ανησυχία αν δεν ήταν της άποψης ότι η διαδρομή της Βόρειας Θάλασσας βρίσκεται εντός των εσωτερικών υδάτων της. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με τις περισσότερες άλλες χώρες, θεωρούν το πέρασμα ως διεθνή ύδατα. Ωστόσο, η Ρωσία διεκδικεί κυριαρχία στην διαδρομή και απαιτεί τα διαπλέοντα πλοία να ζητούν την έγκρισή της και να πληρώνουν τέλη διέλευσης για την χρήση των παγοθραυστικών της, των βοηθημάτων ναυσιπλοΐας και των κέντρων έρευνας και διάσωσης. Τον Δεκέμβριο του 2017, η Μόσχα αποφάσισε ότι μόνο τα πλοία της θα μπορούσαν να μεταφέρουν ορισμένους ορυκτούς και ενεργειακούς πόρους κατά μήκος της διαδρομής. Από τον Μάρτιο του 2019, στρατιωτικά πλοία που ταξιδεύουν κατά μήκος του περάσματος πρέπει να δίνουν στη Μόσχα προειδοποίηση 45 ημερών -απαίτηση που περιορίζει την ελευθερία της ναυσιπλοΐας στα διεθνή ύδατα της Αρκτικής.

Η Ρωσία ενίσχυσε τέτοιες ανησυχίες με το να οικοδομεί τις άμυνές της κατά μήκος της ευρωπαϊκής ακτής της Αρκτικής. Προσέθεσε προηγμένα συστήματα ραντάρ και παράκτιας άμυνας, άνοιξε ή ξανάνοιξε 23 αεροδρόμια και ξεκίνησε συχνές στρατιωτικές ασκήσεις στην περιοχή, μερικές φορές χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση. Μεγάλο μέρος αυτής της δραστηριότητας έχει πιθανόν αμυντικές προοπτικές. Η Ρωσία φυσικά επιδιώκει να προστατεύσει τα ύδατα και τις ακτές της, συμπεριλαμβανομένων των πόρων της, καθώς και να παρακολουθεί τη ναυτιλία κατά μήκος της διαδρομής της Βόρειας Θάλασσας. Ωστόσο, ορισμένες πρόσφατες πρωτοβουλίες φαίνονται δυνητικά πιο κακόβουλες. Η Ρωσία έχει εκσυγχρονίσει τον στόλο των πυρηνικά εξοπλισμένων υποβρυχίων της και έχει αυξήσει δραματικά την δραστηριότητά τους στον Βόρειο Ατλαντικό σε επίπεδα που δεν είχαν παρατηρηθεί από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Η βάση του στόλου κοντά στα σύνορα της Ρωσίας με την Φινλανδία προστατεύεται από προσφάτως προστεθέντα επίπεδα εναέριων και παράκτιων αμυντικών συστημάτων τα οποία έχουν σχεδιαστεί για να αντικρούουν επιθέσεις του ΝΑΤΟ ή των ΗΠΑ. Το Κρεμλίνο έχει πειραματιστεί πρόσφατα με μια σειρά από νέα οπλικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων υπερ-υπερηχητικών πυραύλων κρουζ, πυρηνικών τορπιλών μεγάλης εμβέλειας και πυραύλων κρουζ πυρηνικής ενέργειας. Σε περίπτωση σύγκρουσης -στην περιοχή της Αρκτικής ή σε άλλη περιοχή- αυτές οι εξελίξεις ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τις Ηνωμένες Πολιτείες και να επιτρέψουν στην Ρωσία να αποκλείσει την πρόσβαση των ΗΠΑ σε μεγάλα τμήματα του Βόρειου Ατλαντικού.

26092019-3.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, σε ένα νησί στη ρωσική Αρκτική, τον Μάρτιο του 2017. Alexei Druzhinin / Kremlin / Sputnik / Reuters
--------------------------------------------------

Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εμπλακεί με άλλο τρόπο, η Ρωσία και η Κίνα έχουν αρχίσει να συνεργάζονται για την ασφάλεια και τους πόρους της Αρκτικής. Το 2014, η Ρωσία υποβλήθηκε σε Δυτικές κυρώσεις, οι οποίες διέκοψαν τα κεφάλαια και την τεχνολογία που χρειαζόταν για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο από χερσαία και υπεράκτια κοιτάσματα κατά μήκος της ακτής της Αρκτικής. Η Κίνα προχώρησε για να καλύψει το κενό, παρέχοντας χρήματα ως αντάλλαγμα για ένα μερίδιο σε ένα μεγάλο έργο υγρού φυσικού αερίου και σε συμβάσεις κατασκευής. Ο Πούτιν πρότεινε την συγχώνευση της κινεζικής Θαλάσσιας Οδού του Μεταξιού με την Διαδρομή της Βόρειας Θάλασσας. Η Μόσχα και το Πεκίνο ανακοίνωσαν ένα κοινό επιστημονικό ερευνητικό κέντρο στην ρωσική Αρκτική, το οποίο θα εξερευνά ορυκτούς και ενεργειακούς πόρους και θα αναπτύξει τεχνολογία για την παρακολούθηση των ωκεάνιων συνθηκών. Σε μια περιοχή που παραμένει δύσκολο να πλοηγηθεί, μια τέτοια επιστημονική γνώση είναι ισχύς. Και αμφότερες οι χώρες έχουν εντείνει την στρατιωτική τους συνεργασία, με τις κινεζικές δυνάμεις να συμμετέχουν με τον στρατό της Ρωσίας στη μεγαλύτερη [στρατιωτική] άσκηση από τον Ψυχρό Πόλεμο, στην ρωσική Ανατολική Αρκτική, πέρυσι.