Υπονομευτική κρατική πρακτική | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Υπονομευτική κρατική πρακτική

Το μεταβαλλόμενο πρόσωπο της σύγκρουσης μεγάλων δυνάμεων

Ο έμμεσος χαρακτήρας της υπονόμευσης είναι κρίσιμος για την αξία του ως μέσου εξωτερικής πολιτικής. Με την εξωτερική ανάθεση (outsourcing) της επιβολής του κόστους σε μη κρατικούς φορείς, η υπονόμευση απαιτεί λιγότερη στρατιωτική ικανότητα και λιγότερους οικονομικούς πόρους από όσο η συμβατική βία. Είναι επίσης λιγότερο ορατή, γεγονός που μειώνει την πιθανότητα ανίχνευσής της. Και όταν εντοπιστεί, η αβεβαιότητα επιτρέπει μια αληθοφανή άρνηση [της ευθύνης]. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι ιδιαίτερα επωφελή σε ένα διεθνές περιβάλλον στο οποίο η συμβατική βία είναι δαπανηρή και νομικά απαγορευμένη.

Η σύγχρονη χρήση της υπονόμευσης στην Ουκρανία, το Αφγανιστάν, την Υεμένη και αλλού φέρει κάποια ομοιότητα με τους προγόνους του Ψυχρού Πολέμου, αλλά με κρίσιμες διαφορές. Η Σοβιετική Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν περισσότερο επικεντρωμένες στην αλλαγή καθεστώτος παρά στην εδαφική αποσυγκρότηση˙ ο εγγύτερος στόχος ήταν η εξασφάλιση του κέντρου αντί η παράλυσή του. Σήμερα, η υπονόμευση έχει έναν διαφορετικό στόχο: Την παραγωγή αδύναμων κρατών ή ακυβέρνητων περιοχών -δηλαδή, να διαταράξει και όχι να ανατρέψει, να διχάσει παρά να κατακτήσει. Όταν χρησιμοποιείται αποτελεσματικά, η υπονόμευση σπέρνει αταξία που πλήττει την κυριαρχία ενός κράτους-στόχου.

ΚΙΝΗΤΡΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ

Δύο σημάδια δείχνουν ότι ένα κράτος είναι πιθανό να χρησιμοποιήσει υπονόμευση: Το κίνητρο και το μέσο. Το κίνητρο γενικά προκύπτει όταν ένα κράτος είναι κλειδωμένο σε μια σοβαρή, επίμονη και ανεξέλεγκτη πολιτική διαμάχη με ένα άλλο κράτος. Τα μέσα εξαρτώνται από την ύπαρξη πληρεξουσίων στους φορείς επί του πεδίου -παράγοντες που επιθυμούν να διαταράξουν την τάξη και να κυβερνήσουν αντί των κρατικών Αρχών. Αυτοί οι παράγοντες δεν μπορούν εύκολα να κατασκευαστούν από το μηδέν. Σε σχεδόν όλες τις περιπτώσεις υπονόμευσης, οι ξένοι χορηγοί ενίσχυσαν υπάρχουσες παραπονούμενες ομάδες που έχουν φιλοδοξίες να αψηφήσουν το πολιτικό κέντρο.

Η υπονόμευση είναι ιδιαίτερα ελκυστική όταν τα κράτη διαθέτουν λίγα άλλα εργαλεία στις εργαλειοθήκες της εξωτερικής πολιτικής τους. Το Πεκίνο, για παράδειγμα, δεν έχει ακόμη ασχοληθεί με την υπονόμευση, επειδή η οικονομική δύναμη της Κίνας την προικίζει με οικονομικά μέσα κρατικής πολιτικής τέχνης (statecraft) που δεν είναι διαθέσιμα στην Ρωσία, το Πακιστάν ή το Ιράν. Η σημασία της Κίνας στις παγκόσμιες αλυσίδες [προστιθέμενης] αξίας, το μέγεθος της αγοράς της, και το μέγεθος των επίσημων οικονομικών της προσφέρουν επαρκείς πηγές μόχλευσης εξωτερικής πολιτικής (αν και εφόσον η οικονομία της επιβραδυνθεί, η υπονόμευση θα μπορούσε να γίνει πιο ελκυστική).

Τα περισσότερα κράτη, ωστόσο, δεν έχουν μια τέτοια σειρά εργαλείων εξωτερικής πολιτικής. (Για αυτά, η πρωταρχική εναλλακτική λύση είναι η στρατιωτική βία). Η υπονόμευση δίνει στα κράτη αυτά έναν τρόπο να κερδίσουν διαπραγματευτική μόχλευση, να εκτρέψουν την προσοχή των αντιπάλων, και να δεσμεύσουν στρατιωτικούς και φορολογικούς πόρους [των αντιπάλων]. Θα πρέπει λοιπόν να δημιουργεί ελάχιστη έκπληξη το ότι η υπονόμευση βοήθησε να προχωρήσουν δύο ζητήματα που έχουν βασανίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους εταίρους τους εδώ και δεκαετίες: Ακυβέρνητες περιοχές και κρατική αδυναμία. Οι τρομοκρατικές και εγκληματικές οργανώσεις που καταλαμβάνουν ακυβέρνητες περιοχές είναι υπεύθυνες για μια σειρά «δημόσιων κακών», και τα αδύναμα και ανεπαρκώς ανεπτυγμένα κράτη καταναλώνουν δυσανάλογο μερίδιο της αμερικανικής προσοχής και πόρων. Πολλά από αυτά που δαπανούν οι Ηνωμένες Πολιτείες για την παροχή βοήθειας στην συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας σε όλο τον κόσμο αποσκοπούν στην αντιμετώπιση τέτοιων των κινδύνων.

Ως αποτέλεσμα, ακόμη και κράτη όπως η Κίνα και η Ρωσία, που διαθέτουν ένα ευρύτερο φάσμα εργαλείων εξωτερικής πολιτικής, μπορεί να βρουν όλο και πιο ελκυστική την υπονόμευση. Τα τελευταία χρόνια, η κινεζική θεληματικότητα και η επανάκαμψη της Ρωσίας έχουν βγάλει τα αδύναμα κράτη από την κορυφή της πολιτικής ατζέντας των ΗΠΑ, αλλά είναι λάθος να υποθέσουμε ότι το πρόβλημα δεν θα επανεμφανιστεί. Αντί να προμηνύει την επιστροφή των παραδοσιακών διακρατικών συγκρούσεων, ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων είναι πιο πιθανό να διαδραματιστεί μέσω πληρεξουσίων σε πιο εύθραυστα κράτη-στόχους. Οι μεγάλες δυνάμεις δεν θα θιγούν άμεσα, δεδομένου ότι δεν κινδυνεύουν από εδαφική αποσυγκρότηση, αλλά θα αντιμετωπίσουν τον πραγματικό κίνδυνο να συρθούν -και να τελματωθούν- σε χώρες-στόχους.

ΠΑΛΕΥΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΓΚΡΙΖΑ ΖΩΝΗ

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ έχουν ανακαλύψει με αργό ρυθμό την αυξανόμενη απειλή της υπονόμευσης και παραμένουν ανεπαρκώς εξοπλισμένοι για να την αντιμετωπίσουν. Ένα τέταρτο αιώνα μονοπολισμού φαίνεται να έχει κάνει την Ουάσινγκτον να ξεχάσει ένα από τα πιο σημαντικά μαθήματα του Ψυχρού Πολέμου. Εν τω μεταξύ, οι νέες τεχνολογίες μείωσαν το κόστος της υπονόμευσης, ενώ η στρατιωτική υπεροχή των ΗΠΑ αύξησε την ελκυστικότητά τους [στμ: των νέων τεχνολογιών].

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν τρεις επιλογές για να ανταποκριθούν στην απειλή της υπονόμευσης (subversion). Η πρώτη είναι να μειώσουν το κίνητρο, κάτι που απαιτεί την αντιμετώπιση θεμελιωδών πολιτικών διαφορών. Κατ' αρχήν, μπορεί να είναι δυνατόν να βρεθεί μια ευχάριστη διευθέτηση˙ τρίτα μέρη μπορούν να προσφέρουν τις καλές υπηρεσίες τους και την διαμεσολάβησή τους, να βοηθήσουν στην επιβολή και την εγγύηση συμφωνιών που προέκυψαν από διαπραγμάτευση, ή να εξαρτήσουν ανταμοιβές στην επίλυση των διαφορών. Αλλά στην πραγματικότητα, υπάρχουν ελάχιστα παραδείγματα τρίτων μερών που να καθοδηγούν επιτυχώς βιώσιμους διακανονισμούς στα είδη των πολιτικών διαφωνιών που συνήθως ενθαρρύνουν την υπονόμευση.