Άμυνα εις βάθος | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Άμυνα εις βάθος

Γιατί η ασφάλεια των ΗΠΑ εξαρτάται από τις συμμαχίες -τώρα περισσότερο από ποτέ
Περίληψη: 

Τον Ιανουάριο, όταν ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και η εθνική του ομάδα ασφαλείας αρχίζουν να επανεκτιμούν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, ελπίζουμε ότι θα αναθεωρήσουν γρήγορα την στρατηγική εθνικής ασφάλειας για να εξαλείψουν το «Πρώτα η Αμερική» από το περιεχόμενό της.

Η KORI SCHAKE είναι διευθύντρια Μελετών Εξωτερικής και Αμυντικής Πολιτικής στο American Enterprise Institute.
Ο JIM MATTIS είναι συνεργάτης του Ιδρύματος Hoover και υπηρέτησε ως Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ.
Ο JIM ELLIS είναι συνεργάτης του Ιδρύματος Hoover και διετέλεσε Διοικητής της Στρατηγικής Διοίκησης των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο JOE FELTER είναι συνεργάτης στο Hoover Institution.

Ο κόσμος δεν γίνεται ασφαλέστερος για τις Ηνωμένες Πολιτείες ούτε για τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Ακόμη και πριν από την πανδημία του κορωνοϊού, η Εθνική Στρατηγική Άμυνας του 2017 περιέγραψε ένα διεθνές περιβάλλον αυξημένης παγκόσμιας αταξίας, μακροπρόθεσμου στρατηγικού ανταγωνισμού, ταχείας διασποράς τεχνολογιών, και διάβρωσης των στρατιωτικών πλεονεκτημάτων των ΗΠΑ. Η προστασία των Ηνωμένων Πολιτειών απαιτεί μια στρατηγική άμυνας εις βάθος -δηλαδή, τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση παγκόσμιων προβλημάτων όπου εμφανίζονται, αντί να αναμένονται οι απειλές να φτάσουν στις αμερικανικές ακτές.

24112020-1.jpg

Ένας στρατιώτης των ΗΠΑ με έναν Αφγανό διερμηνέα στην επαρχία Laghman, στο Αφγανιστάν, τον Δεκέμβριο του 2014. Lucas Jackson / Reuters
----------------------------------------------------------------

Για να επιτευχθεί άμυνα εις βάθος, η απλή ενίσχυση του στρατού των ΗΠΑ δεν αρκεί˙ ούτε το ακόμη πιο επείγον καθήκον της ενίσχυσης της διπλωματίας των ΗΠΑ και άλλων πολιτικών στοιχείων εθνικής ισχύος. Η ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας πρέπει να ξεκινήσει με την θεμελιώδη αλήθεια ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να προστατεύσουν τον εαυτό τους ή τα συμφέροντά τους χωρίς την βοήθεια άλλων. Η διεθνής δέσμευση επιτρέπει στις Ηνωμένες Πολιτείες να βλέπουν και να ενεργούν από απόσταση, καθώς μαζεύονται απειλές, αντί να περιμένουν να πάρουν διαστάσεις που τελικά τις καθιστούν πολύ πιο δαπανηρές και πιο επικίνδυνες για να ηττηθούν. Η κατανίκηση των αναδυόμενων απειλών ειδικότερα δίνει προτεραιότητα στο να υπάρχει ορατότητα μακριά από την πατρίδα, ώστε να επιτρέπει έγκαιρη προειδοποίηση και ταχεία προσαρμογή στις απρόβλεπτες εξελίξεις.

Όσο ικανός κι αν είναι ο στρατός των ΗΠΑ, οι κύριοι αντίπαλοι των Ηνωμένων Πολιτειών περιορίζονται περισσότερο από το δίκτυο των συμμαχιών [των ΗΠΑ] παρά από την στρατιωτική τους ισχύ. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη αποτυχία να επενδύσουν επαρκώς στις σχέσεις με συμμάχους και εταίρους και να συνεργαστούν μαζί τους για την διαμόρφωση του διεθνούς περιβάλλοντος διακινδυνεύει την διάβρωση αυτού του δικτύου -αφήνοντας έναν επί πολύ καιρό φροντισμένο κήπο να πνιγεί στα ζιζάνια. Ακόμα χειρότερα, θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάδυση άλλων, ανταγωνιστικών δικτύων, προμηνύοντας μια διεθνή τάξη από την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι αποκλεισμένες, ανίκανες να επηρεάσουν τα αποτελέσματα επειδή απλά δεν θα είναι παρούσες.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα υπονομεύουν τα θεμέλια μιας διεθνούς τάξης προδήλως πλεονεκτικής για τα αμερικανικά συμφέροντα, αντικατοπτρίζοντας μια βασική άγνοια του εύρους στο οποίο τόσο οι ισχυρές συμμαχίες όσο και οι διεθνείς θεσμοί παρέχουν ζωτικό στρατηγικό βάθος. Στην πράξη, το «Πρώτα η Αμερική» σημαίνει «Μόνη της η Αμερική». Αυτό έχει βλάψει την ικανότητα της χώρας να αντιμετωπίσει προβλήματα προτού φτάσουν στην επικράτεια των ΗΠΑ και έτσι έχει επιδεινώσει τον κίνδυνο που θέτουν οι αναδυόμενες απειλές.

ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΤΟΥ «ΜΟΝΗ ΤΗΣ Η ΑΜΕΡΙΚΗ»

Οι υποστηρικτές της προσέγγισης που έχει η τρέχουσα διοίκηση φαίνεται να πιστεύουν ότι οι άλλες χώρες δεν θα έχουν άλλη επιλογή παρά να αποδεχθούν τις επιθυμίες των Ηνωμένων Πολιτειών και να συνεργαστούν με τους όρους τους. Αυτό είναι αυταπάτη. Οι κυρίαρχες χώρες έχουν πάντα επιλογές: να συμβιβαστούν με τους επιθετικούς, να λάβουν μέτρα αντίθετα με τα συμφέροντα των ΗΠΑ, να επιλέξουν να μην βοηθήσουν όταν το χρειάζονται οι Ηνωμένες Πολιτείες, ή να συνεργαστούν μεταξύ τους για δραστηριότητες από τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι αποκλεισμένες. Το να υποθέσουμε διαφορετικά έχει ως αποτέλεσμα την ενδυνάμωση των αντιπάλων και την ενθάρρυνση να δοκιμαστεί η ισχύς των δεσμεύσεων των ΗΠΑ.

Ούτε καν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι αρκετά ισχυρές για να προστατευθούν από μόνες τους. Βασικά, χρειάζονται βοήθεια για να διατηρήσουν τον τρόπο ζωής τους. Η συνεργασία με έθνη-ομοϊδεάτες για την διατήρηση μιας διεθνούς τάξης αμοιβαίας ασφάλειας και ευημερίας είναι ένας οικονομικά αποδοτικός τρόπος εξασφάλισης αυτής της βοήθειας. Αλλά αυτό σημαίνει αντίσταση στον πειρασμό να μεγιστοποιηθούν τα κέρδη των ΗΠΑ εις βάρος χωρών που μοιράζονται τους στόχους τους και αντ' αυτού να αξιοποιηθούν οι δυνάμεις επιρροής και έμπνευσης για την διεύρυνση της ομάδας των χωρών που συνεργάζονται με τις Ηνωμένες Πολιτείες για κοινό σκοπό.

Αυτές οι συμμαχικές σχέσεις [1] απαιτούν επίσης μια προωθημένη στρατηγική -την παρουσία διπλωματών και στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ασία, την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή- για να δοθεί εμπιστοσύνη στις δεσμεύσεις των ΗΠΑ. Μαζί, αυτή η παρουσία και οι σχέσεις που εξασφαλίζουν, δημιουργούν ένα προπύργιο κατά των απειλών, ένα «μαξιλάρι», και ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης που δίνει χρόνο και χώρο για την αντιμετώπιση των κινδύνων οψέποτε προκύψουν. Το να απορρίπτουμε την εμπλοκή των ΗΠΑ σήμερα στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και αλλού ως «ατελείωτους» ή «αέναους» πολέμους –όπως κάνουν τόσο ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ όσο και ο εκλεγμένος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν– αντί [να την εκλαμβάνουμε] ως υποστήριξη σε φιλικές κυβερνήσεις που αγωνίζονται να ασκήσουν έλεγχο στην επικράτειά τους, χάνει το νόημα. Είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών να οικοδομήσουν την ικανότητα αυτών των κυβερνήσεων να αντιμετωπίζουν τις απειλές που αφορούν τους Αμερικανούς˙ αυτή η εργασία δεν είναι γρήγορη ή γραμμική, αλλά είναι μια επένδυση τόσο στην μεγαλύτερη ασφάλεια όσο και σε ισχυρότερες σχέσεις, και είναι προτιμότερη από το να πρέπει οι Ηνωμένες Πολιτείες να φροντίζουν επ' αόριστον τις απειλές από μόνες τους.