Ο Παλαιός Κόσμος και το Μεσαίο Βασίλειο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Παλαιός Κόσμος και το Μεσαίο Βασίλειο

Η Ευρώπη ξυπνά με την άνοδο της Κίνας*

Η Γερμανία συνεχίζει να διατηρεί την ιδιαίτερη σχέση της με την Κίνα, αλλά είναι όλο και λιγότερο ικανοποιημένη από την κινεζική συμπεριφορά. Το 2015, η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε την στρατηγική της Κίνας «Made in China 2025» [5], έχοντας ως πρότυπο την πρωτοβουλία «Industrie 4.0» της Γερμανίας, με στόχο να καταστήσει την Κίνα παγκόσμιο ηγέτη στην παραγωγή υψηλής τεχνολογίας. Η στρατηγική δίνει προτεραιότητα στην πρόοδο σε τομείς όπως τα δίκτυα 5G, η ρομποτική, η αεροδιαστημική, ο προηγμένος σιδηροδρομικός εξοπλισμός και τα οχήματα καθαρής ενέργειας. Στόχος της είναι να αντικαταστήσει την ξένη τεχνολογία με κινεζικής κατασκευής εναλλακτικές, πρώτα στην εγχώρια αγορά της Κίνας και τελικά στο εξωτερικό. Ως απάντηση, η Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν αρχίσει να περιορίζουν τις κινεζικές επενδύσεις σε κρίσιμους κλάδους.

Η κατασταλτική πολιτική στροφή της Κίνας [6] έχει επίσης ανησυχήσει την Γερμανία. Η παγίωση της εξουσίας από τον Κινέζο πρόεδρο, Xi Jinping, κλόνισε την εμπιστοσύνη της Γερμανίας στη μελλοντική πολιτική σταθερότητα της Κίνας. Η κινεζική κυβέρνηση εφαρμόζει τεχνολογίες που χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη (artificial intelligence, AI) για την παρακολούθηση κάθε κίνησης των πολιτών και ενεργοποιεί ένα σύστημα κοινωνικής μοριοδότησης που θα κρίνει την αξιοπιστία τους. Στο όνομα της εθνικής ασφάλειας, η κυβέρνηση έχει φυλακίσει περισσότερους από ένα εκατομμύριο Μουσουλμάνους Ουιγούρους στην δυτική επαρχία Xinjiang σε «στρατόπεδα επανεκπαίδευσης». Για πολλούς στην Γερμανία και σε ολόκληρη την Ευρώπη, αυτές οι εξελίξεις εγείρουν ανησυχητικά ερωτήματα σχετικά με το πώς θα μοιάζει ένας κόσμος υπό την ηγεσία της Κίνας.

Η γερμανική βιομηχανία ανησυχεί όλο και περισσότερο για την τεχνολογική πρόοδο της Κίνας. Οι Γερμανοί επιχειρηματικοί ηγέτες που μακροχρονίως ειχαν υποστηρίξει βαθύτερους οικονομικούς δεσμούς με την Κίνα ανησυχούν τώρα για την υπό κρατική ηγεσία επιδίωξη της Κίνας για τεχνολογική υπεροχή εις βάρος των γερμανικών εταιρειών. Τον Ιανουάριο του 2019, η Ομοσπονδία Γερμανικών Βιομηχανιών δημοσίευσε μια ευρέως αναφερθείσα έκθεση που προειδοποιούσε τις εταιρείες να μειώσουν την εξάρτησή τους από την κινεζική αγορά. Στην συνέχεια, υπάρχει το μακρόχρονο ζήτημα των Κινέζων χάκερ που κλέβουν ξένα βιομηχανικά και τεχνολογικά μυστικά. Τον Δεκέμβριο, η αυξημένη συχνότητα κινεζικής πειρατείας οδήγησε την κυβερνητική υπηρεσία ασφάλειας του κυβερνοχώρου να προειδοποιήσει τις γερμανικές εταιρείες για τον αυξανόμενο κίνδυνο κινεζικής κυβερνο-κατασκοπείας. Αυτό ήρθε επιπλέον μιας περίπτωσης του 2017, κατά την οποία οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών κατηγόρησαν την Κίνα ότι δημιούργησε ψεύτικους λογαριασμούς στο LinkedIn για να συνδεθεί με περισσότερους από 10.000 Γερμανούς πολίτες, συμπεριλαμβανομένων βουλευτών και κυβερνητικών αξιωματούχων, προκειμένου να αποκτήσει πληροφορίες, να στρατολογήσει πηγές και να διεισδύσει στην ομοσπονδιακή Βουλή και σε Υπουργεία.

Αυτά τα παράπονα έχουν μια αυξανόμενη επίδραση στην γερμανική πολιτική απέναντι στην Κίνα. Η Μέρκελ, η οποία τώρα αναφέρεται στην Κίνα ως «συστημικό ανταγωνιστή» [7], πιέζει για μια ισχυρή και ενιαία στάση της ΕΕ και έχει επικρίνει δημοσίως τις αποφάσεις που υπονομεύουν την ενότητα της ΕΕ για την Κίνα, όπως η επίσημη έγκριση της Ιταλίας για την Πρωτοβουλία Belt and Road (BRI), το τεράστιο παγκόσμιο σχέδιο κατασκευής υποδομών της Κίνας. Έχει επίσης καταστήσει σαφές ότι αξιολογεί τις συνομιλίες μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας όπως τις άμεσες γερμανο-κινεζικές. Νωρίτερα φέτος, πρότεινε με επιτυχία ότι η Διάσκεψη Κορυφής ΕΕ-Κίνας του 2020, η οποία θα φιλοξενηθεί από την Γερμανία, θα περιλαμβάνει όχι μόνο αξιωματούχους της ΕΕ, όπως συμβαίνει συνήθως, αλλά και εθνικούς ηγέτες από όλες τις χώρες της ΕΕ. Αυτό θα δυσκολέψει την Κίνα να υπονομεύσει την ενότητα της ΕΕ με το να διεξάγει διαπραγματεύσεις με μεμονωμένες χώρες.

Η Γερμανία δεν είναι μόνη στην αφύπνισή της. Οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις της Ευρώπης -η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο- μαζί με την Πολωνία, την Ισπανία και τις σκανδιναβικές χώρες, υποστηρίζουν ότι η συνεργασία με την Κίνα για τις παγκόσμιες προκλήσεις όπως η κλιματική αλλαγή και η διάδοση των πυρηνικών, εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Ευρώπης. Αλλά πιστεύουν επίσης ότι η Κίνα υπονομεύει τις αξίες, τους κανόνες και τα πρότυπα της Δύσης. Κατά την διάρκεια της επίσκεψής του Xi στο Παρίσι, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν, ανακήρυξε ένα τέλος [8] στην «ευρωπαϊκή αφέλεια» σχετικά με την Κίνα. Ο Macron κάλεσε επίσης τη Μέρκελ και τον Jean-Claude Juncker, τότε πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να συμμετάσχουν στις συναντήσεις του με τον Xi προκειμένου να παρουσιάσει ένα ενιαίο μέτωπο. Το μήνυμα ήταν σαφές: Η Ευρώπη θα αντισταθεί στις προσπάθειες της Κίνας να την διχάσει.

Πολλές ευρωπαϊκές χώρες βιώνουν αυτό που ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της ΕΕ περιέγραψε σε έναν από εμάς ως «κόπωση με την Κίνα» μετά από πολλά χρόνια επενδύσεων που ήταν μεγάλες στις υποσχέσεις και μικρές στην συνέχειά τους. Το 2009, μια κινεζική κατασκευαστική εταιρεία υποσχέθηκε να κατασκευάσει μια νέα εθνική οδό από την Βαρσοβία προς την Γερμανία για ένα κλάσμα του κόστους των άλλων προσφορών σε ένα έργο που προοριζόταν να επιδείξει την κινεζική ικανότητα και να ανοίξει νέες συμφωνίες στην ΕΕ. Δύο χρόνια αργότερα, η πολωνική κυβέρνηση έπρεπε να τερματίσει την σύμβαση, αφού η κινεζική εταιρεία απέκτησε προβλήματα ρευστότητας και σταμάτησε να εργάζεται.