Ο υβριδικός πόλεμος του λοχία της βρετανικής αυτοκρατορίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο υβριδικός πόλεμος του λοχία της βρετανικής αυτοκρατορίας

Η ανάγκη αλλαγής παιδείας για την αντιμετώπιση των αναδυόμενων μορφών πολέμου*
Περίληψη: 

Από το τέλμα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας ιδιαίτερα δε την τελευταία δεκαετία, είναι εμφανές ότι παρά την σαφή τεχνολογική, στρατιωτική και οικονομική ανωτερότητα της, η Δύση δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις αναδυόμενες απειλές ασφαλείας. Τόσο ανερχόμενες κρατικές δυνάμεις (Κίνα, Ρωσία), όσο και μη κρατικοί δρώντες (π.χ. τρομοκρατικές οργανώσεις), φαίνεται ότι είναι σε θέση να ανταγωνίζονται την Δύση και να επιτυγχάνουν κατά περίπτωση τοπικές, αλλά σημαντικές, στρατιωτικο-πολιτικές επιτυχίες. Η αντιμετώπιση των εν λόγω προβλημάτων ασφαλείας δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί με επενδύσεις σε εξοπλισμούς ή νέες τεχνολογίες, αλλά μέσω αλλαγής της παιδείας της στρατιωτικο-πολιτικής ηγεσίας.

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΟΥΖΟΥΡΗΣ είναι Πλωτάρχης Πολεμικού Ναυτικού, MSc in Electrical and Electronics Engineerin, MA in Diplomacy and International Relations, PhD Candidate University of Lancaster.

Προ ετών, ο γράφων είχε μια συνομιλία με έναν αξιωματικό της «παλαιάς σχολής» του Βρετανικού Ναυτικού (RN), σχετικά με την διεξαγωγή ναυτικών επιχειρήσεων. Ο τελευταίος, μιλώντας για την αναγκαιότητα της ανάθεσης καθηκόντων σε κατώτερους, ως αναπόσπαστο κομμάτι των επιχειρήσεων, υποστήριζε ότι ενώ σε άλλα ναυτικά οι προϊστάμενοι σπάνια αναθέτουν καθήκοντα στους υφιστάμενους, στο RN αυτό είναι ο κανόνας. Προχωρώντας περαιτέρω στην επιχειρηματολογία του, σημείωσε ότι η διαδικασία αυτή είναι ριζωμένη στην βρετανική νοοτροπία ως ένας από τους βασικούς λόγους της επιτυχημένης διατήρησης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Χαρακτηριστικά δε, επεσήμανε ότι από τον 17ο έως και τον 19ο αιώνα, όταν οπουδήποτε ανά την υφήλιο ανέκυπτε κάποιο ζήτημα, οι λοιπές «Μεγάλες Δυνάμεις» εμπλέκονταν σε εκτενείς εσωτερικές διαβουλεύσεις για την εύρεση τρόπου αντιμετώπισης. Όσον αφορά την Βρετανία, ανέφερε: We just sent a Sargent («Εμείς απλά στέλναμε έναν Λοχία»).

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ «ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗΣ ΜΑΧΗΣ»

Αυτό που σήμερα χαρακτηρίζεται συλλογικά ως «Δυτική στρατιωτική παράδοση» είναι στην πραγματικότητα ένας τρόπος σκέψης και αντιμετώπισης του φαινομένου του πολέμου, ο οποίος εισήχθη από τους αναμορφωτές του Πρωσικού στρατού στις αρχές του 1800, με προεξάρχοντες τους Gerhart von Scharnhorst, August von Gneisenau και φυσικά τον Carl von Clausewitz, με το μνημειώδες έργο του «Περί Πολέμου» (Goerlitz, 1957). Η ανωτέρω σχολή σκέψης έφερε μια πραγματική επανάσταση στον τρόπο διεξαγωγής πολεμικών επιχειρήσεων έως το τέλος του Β’ ΠΠ, σε τέτοιο βαθμό που θεωρείται ότι κυριολεκτικά επανεφηύρε το στρατιωτικό επάγγελμα και σμίλευσε το ήθος του σώματος των αξιωματικών της Δύσης. Χαρακτηριστικά, ο S. Huntington εκθειάζει το επαγγελματικό ήθος του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου των αρχών του 20ου αιώνα, ως την επιτομή του στρατιωτικού επαγγέλματος (Huntington, 1985).

27012021-1.jpg

Ο Carl von Clausewitz (1780–1831) σε πίνακα του Γερμανού ζωγράφου Carl Wilhelm Wach (1787-1845)
------------------------------------------------------------------------

Η βασική έννοια η οποία διατρέχει την προαναφερθείσα σχολή σκέψης, είναι αυτή της «Αποφασιστικής Μάχης». Ο τελευταίος όρος περιγράφει έναν τρόπο δράσης κατά τον οποίο οι στρατιωτικές δυνάμεις ενός κράτους οφείλουν να στοχεύουν στην ολοκληρωτική καταστροφή των στρατιωτικών (και μόνο) δυνάμεων ενός αντίπαλου κράτους σε μια, κατά το δυνατόν, περιορισμένη τοπικά και χρονικά εκστρατεία, επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό στην πολιτική ηγεσία να υπαγορεύσει τους όρους της στον αντίπαλο. Το πλεονέκτημα της ανωτέρω διαδικασίας είναι ο περιορισμός των ευρύτερων οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων μιας πολεμικής αναμέτρησης (Freedman, 2017).

Οι ρίζες της «Αποφασιστικής Μάχης» πηγάζουν από τον τρόπο διεξαγωγής των πολέμων στην κλασσική Ελλάδα οι οποίοι, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, διεξάγονταν σχεδόν τελετουργικά, μέσω μιας σφοδρής και εξαντλητικής μάχης οπλιτών εκ του συστάδην, στο τέλος της οποίας η ηττημένη πλευρά είχε σχεδόν εξοντωθεί. Εντούτοις, τόσο η ηττημένη πόλη όσο και οι υποδομές της οικονομίας της (πληθυσμός, αγροί κλπ) δεν καταστρέφονταν (Hanson, 1989) [2].

Το εν λόγω πρότυπο επανήλθε στις αρχές του 18ου αιώνα στην δυτική Ευρώπη, με την ανάδειξη των ηγεμόνων του Διαφωτισμού οι οποίοι, έχοντας αναγάγει την λογική ως την βασική πυξίδα στην πολιτική, αντιλαμβάνονταν ότι η ισχυροποίηση του κράτους θα ήταν ευκολότερο να επιτευχθεί μέσω της αξιοποίησης των καταληφθέντων πόρων του αντιπάλου και όχι της καταστροφής τους (όπως ήταν η πάγια τακτική από τον Μεσαίωνα). Η ανωτέρω αντίληψη ήταν σε εναρμόνιση και με τον άτυπο «πολιτικό χάρτη» της Δύσης: την Συνθήκη της Βεστφαλίας, από την οποία πήγαζε ότι μόνο κυρίαρχα κράτη δύνανται να διεξάγουν πολέμους, διαχωρίζοντας το στρατιωτικό προσωπικό (το οποίο δύναται να ασκήσει βία) από τους πολίτες (που δεν δύνανται να ασκήσουν βία) (Freedman, 2017).

Η αποτελεσματικότητα της εν λόγω σύλληψης φάνηκε να επαληθεύεται, στα μάτια των στρατιωτικών και πολιτικών της Δύσης, από την εκπληκτική απόδοση του Γερμανικού στρατού κατά τους πολέμους της γερμανικής ενοποίησης (1867-1870), όταν μέσω επιστημονικά σχεδιασμένων και χρονικά σύντομων πολεμικών επιχειρήσεων, έγινε δυνατή η ανατροπή του πολιτικού status quo της Ευρώπης (Freedman, 2017). Έκτοτε, η αναζήτηση της «Αποφασιστικής Μάχης» έγινε το ζητούμενο, τόσο για τους στρατιωτικούς όσο και για τους πολιτικούς, καθώς φαινόταν να υπόσχεται τα μέγιστα πολιτικά οφέλη με το μικρότερο δυνατό κόστος. Ακόμα και σήμερα η «Αποφασιστική Μάχη» είναι το πρότυπο διδασκαλίας των στρατιωτικών σχολών της Δύσης, με τις μάχες τύπου «Καννών» να αποτελούν το όνειρο κάθε στρατιωτικού ηγέτη.

Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, και χρησιμοποιώντας ως θεωρητικό υπόβαθρο το έργο του von Clausewitz, η Δύση φαίνεται να έχει υιοθετήσει τα εξής δομικά συστατικά του πολέμου (η λεγόμενη «Τριάδα»): Λαός – Στρατός – Κυβέρνηση. Τα στοιχεία αυτά, όπως διατυπώνονται, είναι εν μέρει παρανόηση των λόγων του von Clausewitz, κάτι που θα εκτεθεί αναλυτικότερα κατωτέρω.

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΙΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Ο βασικός τρόπος σκέψης και λειτουργίας των Δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων είναι εστιασμένος, ηθελημένα ή μη, στις κατευθύνσεις της Revolution in Military Affairs (RMA). Ο όρος αυτός εισήχθη από τους Αμερικάνους θεωρητικούς (προεξάρχοντος του Andrew Marshall) την δεκαετία του 1980 και χρησιμοποιείται για να περιγράψει (Matthews et al, 2001): «Μια εκ βάθους αλλαγή της φύσης του Πολέμου που προκαλείται από την καινοτόμα εφαρμογή νέων τεχνολογιών, οι οποίες συνδυαζόμενες με αλλαγές στο στρατιωτικό δόγμα, τις επιχειρησιακές και οργανωτικές δομές, μεταβάλλει ριζικά τον χαρακτήρα και την διεξαγωγή των στρατιωτικών επιχειρήσεων».