Γιατί παραμελείται συστηματικά η ανταγωνιστικότητα; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί παραμελείται συστηματικά η ανταγωνιστικότητα;

Η αριστερά, ο μερκαντιλισμός και το διεθνές εμπόριο*

Είναι προφανές ότι η αριστερή ιδεολογία, ιδίως στην ακραία εξισωτική της μορφή, βρίσκεται σε μετωπική σύγκρουση με την επιδίωξη ανταγωνιστικότητας. Όχι μόνο ο ανταγωνισμός αλλά και ο συναγωνισμός βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με τον ακραίο εξισωτισμό της αριστεράς. Επομένως, στον βαθμό που η αριστερή ιδεολογία επηρεάζει την κοινή γνώμη, είναι αναμενόμενο ότι ούτε η επιδίωξη ισχυρότερου ανταγωνισμού στην οικονομία, ούτε η ενίσχυση της εθνικής ανταγωνιστικότητας θα αποτελούν προτεραιότητα στην πολιτική ζωή. Αναπόφευκτα, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν στον ανταγωνισμό και την ανταγωνιστικότητα θα στερούνται αποφασιστικής υποστήριξης, ιδίως εάν συναντήσουν έντονες ή/και πολυπληθείς αντιδράσεις από τους θιγόμενους.

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ Ή ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ;

Περνάμε τώρα στον δεύτερο βαθύτερο λόγο για τον οποίο η ανταγωνιστικότητα παραμελείται, που σχετίζεται με την οικονομική θεωρία και την ιστορική εξέλιξη της οικονομικής σκέψης. Η κατανόηση και θέση της ανταγωνιστικότητας στην οικονομική σκέψη είναι διαφορετική και πολύ πιο περίπλοκη από αυτήν που παρατηρούμε στην κοινή γνώμη.

Ως εισαγωγή και για να τονιστεί η αντίθεση με την σχετικά απλή κατανόηση της έννοιας από την κοινή γνώμη, θα μπορούσε σχηματικά και καθ’ υπερβολή η διαφορά να διατυπωθεί με τον ακόλουθο τρόπο. Εάν η κοινή γνώμη έχει σχέση αντιπάθειας με τον ανταγωνισμό και την ανταγωνιστικότητα, η οικονομική θεωρία έχει σχέση έρωτα με τον ανταγωνισμό, σχέση καλής γειτονίας με την εταιρική ανταγωνιστικότητα, και σχέση μίσους με την εθνική ανταγωνιστικότητα.

Πριν μπούμε στο κύριο θέμα, αξίζει να δούμε σύντομα μια πιθανή εννοιολογική παρεξήγηση σχετικά με την χρήση της λέξης «ανταγωνισμός» στην οικονομική θεωρία. Ο Adam Smith, που θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης οικονομικής επιστήμης, την θεμελιώνει πάνω στον θετικό και χρήσιμο ρόλο του ανταγωνισμού και της ανταγωνιστικότητας για την ευημερία της κοινωνίας. Είναι άξιο προσοχής ότι η λέξη που χρησιμοποιεί δεν είναι antagonism, η οποία έχει αρνητική χροιά παρόμοια του ανταγωνισμού, αλλά competition, η οποία εννοιολογικά και ετυμολογικά συγγενεύει με τον συναγωνισμό. Δεν είναι επομένως προφανές γιατί η λέξη competition μεταφράστηκε, τουλάχιστον στον οικονομικό χώρο και σε σχέση με την πολιτική οικονομία, ως ανταγωνισμός και όχι συναγωνισμός. Μια πιθανή εξήγηση βρίσκεται στην αρνητική υποδοχή και δυσκολία αποδοχής του έργου του Adam Smith και της σύμφυτης μ’ αυτό πολιτικής ιδεολογίας του φιλελευθερισμού στον ελληνικό χώρο [3].

Δυστυχώς, η εννοιολογική αυτή διαστρέβλωση επικράτησε μέσα στον χρόνο και η δόκιμη πλέον μετάφραση της λέξης competition είναι ανταγωνισμός. Δεδομένου ότι είναι μάλλον πολύ αργά για την επανακαθιέρωση των όρων «συναγωνισμός» και «συναγωνιστικότητα» στην ελληνική βιβλιογραφία της οικονομικής επιστήμης, θα συνεχίσουμε να αναφερόμαστε σε «ανταγωνισμό» και ανταγωνιστικότητα», αλλά έχοντας συνείδηση της διάκρισης που απαιτείται συχνά και της θετικής χροιάς που έχουν κατά κανόνα στην οικονομική επιστήμη οι ήδη καθιερωμένοι όροι. Η παράπλευρη μεταφραστική απώλεια είναι βέβαια η δυσκολία καθαρής διάκρισης μεταξύ ανταγωνισμού και συναγωνισμού, με την ίδια λέξη competition να μεταφράζεται συνήθως αυθαίρετα άλλοτε ως ανταγωνισμός και άλλοτε ως συναγωνισμός.

«ΕΡΩΤΑΣ» ΜΕ ΤΟΝ ΤΕΛΕΙΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ – «ΚΑΛΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ» ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ

Δεν είναι ευρέως γνωστό και κοινώς αποδεκτό ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα και η σχέση μεταξύ επιχειρήσεων προσιδιάζει μάλλον στον συναγωνισμό παρά στον ανταγωνισμό. Και όμως, οι περιπτώσεις σύμπραξης και συνεργασίας είναι συχνά πιο συμφέρουσες για τις επιχειρήσεις και πιο διαδεδομένες από τις τάσεις αντιπαλότητας, αντιζηλίας και σύγκρουσης [4]. Γενικά, τα συναισθήματα αντιπαλότητας και αντιζηλίας καθώς και η συγκρουσιακή νοοτροπία αντιστρατεύονται την ορθολογική και ψύχραιμη συμπεριφορά που απαιτεί η ικανοποιητική κερδοφορία και μακροημέρευση μιας επιχείρησης.

Πώς επιτυγχάνεται η καλή και διατηρήσιμη κερδοφορία; Μέσα από την ικανότητα μιας επιχείρησης να ικανοποιεί αξιόπιστα και μακροχρόνια τις επιθυμίες των πελατών της. Στην δημιουργία και την επέκταση πιστής πελατείας, η επιχείρηση βρίσκεται σε συναγωνισμό με άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες επιδιώκουν επίσης τον ίδιο σκοπό.

Σε γενικές γραμμές, η ένταση του συναγωνισμού διαφέρει ανάλογα με τον αριθμό των επιχειρήσεων σε μια αγορά. Έτσι, είναι λιγότερο έντονος σε αγορές με λίγες επιχειρήσεις, όπως οι μονοπωλιακές ή ολιγοπωλιακές και περισσότερο έντονος σε αγορές με πολλές επιχειρήσεις, όπως σε αυτές που προσεγγίζουν το μοντέλο του «τέλειου συναγωνισμού» (perfect competition).

Ειδικά στις ακραίες συνθήκες και στον εντονότατο συναγωνισμό που επικρατούν στο προνομιακό αυτό μοντέλο-ιδεώδες της οικονομικής θεωρίας, δεν υπάρχει θέση για αντιπαλότητα και αντιζηλία, ούτε γενικότερα για άλλα συναισθήματα μεταξύ των συναγωνιστών. Κάθε επιχείρηση αγωνίζεται να ξεπεράσει τον εαυτό της για να επιβιώσει, και ο συναγωνισμός είναι τελείως απρόσωπος. Αν σε ολιγοπωλιακές αγορές υπάρχει η δυνατότητα αντιπαλότητας και αντιζηλίας και ο περιορισμένος συναγωνισμός αφήνει περιθώρια για την ανάπτυξη ανταγωνισμού (όπως και για συνεργασία), οι συνθήκες που χαρακτηρίζουν το πιο γνωστό και βασικό μοντέλο της οικονομικής θεωρίας αποκλείουν οποιαδήποτε σχέση εκτός από τον καθαρό συναγωνισμό. Εφόσον η σχέση μεταξύ επιχειρήσεων είναι καθαρά σχέση συναγωνισμού, είναι φανερό ότι κακώς έχει επικρατήσει να αποκαλείται «τέλειος ανταγωνισμός». Το σωστό θα ήταν «τέλειος συναγωνισμός».

Το συμπέρασμα είναι ότι η οικονομική θεωρία εστιάζει κατά κανόνα στον συναγωνισμό παρά στον ανταγωνισμό. Η κοινή αντίληψη, ότι ο ανταγωνισμός και όχι ο συναγωνισμός κυριαρχεί στην οικονομία και αποτελεί το κύριο και πιο βασικό στοιχείο της οικονομικής θεωρίας και πράξης, είναι λανθασμένη.