Γιατί πρέπει να επιστρέψουν τα πυρηνικά όπλα στην Ελλάδα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί πρέπει να επιστρέψουν τα πυρηνικά όπλα στην Ελλάδα

Αμερικανικά Μη-Στρατηγικά Πυρηνικά Όπλα και Αποτροπή στην Ευρώπη*

Οι λόγοι απόσυρσης του πυρηνικού οπλοστασίου από την Ελλάδα παραμένουν άγνωστοι μέχρι και σήμερα καθώς το ΝΑΤΟ δεν έχει προβεί σε εξηγήσεις. Μια πιθανή εξήγηση σχετίζεται με την απόσυρση του πεπαλαιωμένου στόλου μεταφοράς (αεροσκάφη A-7s). Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα παρέλαβε νέα αεροσκάφη F-16 το 1998, η ίδια έθεσε ως προτεραιότητα τις αναχαιτίσεις των παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου, παραιτούμενη από τον πυρηνικό ρόλο της. Μια δεύτερη εξήγηση σχετίζεται με την απάλειψη του σοβιετικού κινδύνου. Η κατοχή πυρηνικών βομβών μπορεί να θεωρήθηκε παρωχημένη και αντίθετη με το κλίμα της εποχής. Πράγματι, οι τάσεις δημιουργίας πυρηνικών ταμπού (nuclear taboo) ήταν ιδιαιτέρως έντονες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η παραίτηση των πυρηνικών οπλοστασίων από τις νέες χώρες που δημιουργήθηκαν μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης (π.χ. Ουκρανία, Αζερμπαϊτζάν, Λευκορωσία). Ήδη από τον Ιούνιο του 1990, οι ΗΠΑ είχαν αφαιρέσει όλες τις μη-Σοβιετικές χώρες-μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας από τα Στρατηγικά Πλάνα Πυρηνικού Πολέμου (Strategic Nuclear War Plan).

Αυτό που απέτυχε η Ελλάδα και άλλες χώρες να αντιληφθούν είναι ότι τα πυρηνικά όπλα έγιναν πολιτικό εργαλείο αποτροπής και επιβολής τάξης σε χώρες άμεσου κινδύνου. Παρόμοια τακτική ακολουθήθηκε και από τις πρώην χώρες του Σοβιετικού Πυρήνα που παραιτήθηκαν από τα πυρηνικά όπλα που κληροδότησαν. Οι συνέπειες αυτών των αποφάσεων φάνηκαν με την εισβολή και την ενσωμάτωση της Κριμαίας από την Ρωσία το 2012. Το ερώτημα που τέθηκε στους διπλωματικούς κύκλους είναι «εάν η Ουκρανία κρατούσε, έστω σε αναστολή, το πυρηνικό οπλοστάσιο που κληρονόμησε, θα είχε αποτραπεί η Ρωσία;» Ακριβώς σε αυτήν την φιλοσοφία στηρίζεται και ο ρόλος των πυρηνικών στην Ευρώπη.

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΥΡΗΝΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΣΕ ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Η απόσυρση των πυρηνικών κεφαλών από την Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί ως στρατηγικό λάθος για την σημασία της πυρηνικής ομπρέλας των ΗΠΑ και εν συνόλω για την πυρηνική αποτροπή με μακροπρόθεσμες συνέπειες για την Ελλάδα, την Αμερική και το ΝΑΤΟ. Χαρακτηριστική ήταν η σιωπή που υπήρξε με την λήξη των εργασιών του Υπερατλαντικού Συμβουλίου τον Σεπτέμβριο του 2001. Η εξέλιξη αυτή είχε επιπτώσεις στην αρχή του αμοιβαίου καταμερισμού του πυρηνικού βάρους (“nuclear-burden sharing”) καθώς για πρώτη φορά στα χρονικά αποχωρούσαν μη-στρατηγικά όπλα από έδαφος κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ. Αν και στο παρελθόν αρκετές βάσεις έκλεισαν ή μετασχηματίστηκαν, αμερικανικά πυρηνικά ποτέ δεν αποχώρησαν από την χώρα-οικοδεσπότη. Υπό αυτήν η έννοια υπήρξε φθορά του πυρηνικού θεσμού του ΝΑΤΟ που είχε υπογραμμιστεί στο Στρατηγικό Πλαίσιο του 1999 [4].

Από την πλευρά της Ελλάδας υπήρξε απώλεια του στρατηγικού ρόλου και της πυρηνικής αποστολής της. Αυτό οδήγησε στην υποβάθμιση του στρατηγικού χαρακτήρα της Ελλάδας από κράτος θεματοφύλακας της πυρηνικής αποστολής σε κράτος αποκλειστικά υπο-στρατηγικής και τακτικής σημασίας για την Συμμαχία και τις ΗΠΑ. Η απόφαση αυτή είχε επιπτώσεις στην στρατηγική ισορροπία σε μια εποχή που ο σοβιετικός κίνδυνος εξαφανίστηκε αλλά τον διαδέχθηκε η απειλή πυρηνικοποίησης άλλων χωρών καθώς και ο φόβος διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής στην Μέση Ανατολή και Ασία. Η αποστολή των πυρηνικών που κάποτε αποτελούσαν αποτρεπτικό κρίκο της Δύσης κατά της Σοβιετικής Ένωσης αναθεωρήθηκε. Ο νέος ρόλος ήταν πολιτικός, δηλαδή η αποτροπή του κινδύνου ανάπτυξης όπλων μαζικής καταστροφής μέσω της απειλής πρώτου χτυπήματος ακριβείας (first strike). Οι νέοι στόχοι περιλάμβαναν χρονικά κρίσιμους στρατιωτικούς στόχους που θα μπορούσαν να πληγούν μέσω εναέριας ή ναυτικής εκστρατείας [5]. Για τις ΗΠΑ, ο ρόλος των μη-στρατηγικών πυρηνικών όπλων παρέμενε σπουδαίος ακόμη και μετά την εξάλειψη του κινδύνου ανάπτυξης πυρηνικών από το Ιράκ το 2003. Σε όλες τις εκθέσεις του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ γίνεται ρητή αναφορά στην σπουδαιότητα του θεσμού του αμοιβαίου διαμοιρασμού των πυρηνικών βαρών για την συνοχή του ΝΑΤΟ καθώς και στην επιχειρησιακή ικανότητα των ΗΠΑ να παρέχουν εγγυήσεις ασφαλείας σε συμμάχους που βρίσκονται εκτεθειμένοι σε πυρηνικές ή τακτικές απειλές.

Συνεπώς, ο ρόλος των πυρηνικών όπλων για την ευρω-ατλαντική ασφάλεια παραμένει πυλώνας σταθερότητας και συνοχής. Η αποχώρηση των μη-στρατηγικών κεφαλών από την Ελλάδα ήταν αντιπαραγωγική κίνηση καθώς μόνο αρνητικές επιπτώσεις έχει επιφέρει στην δυναμική και στρατηγική σημασία της Ελλάδας για το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν και κατά πόσο η επιστροφή των πυρηνικών κεφαλών την σημερινή εποχή στην Ελλάδα είναι επιτακτική για την ευρω-ατλαντική ασφάλεια.

Η απάντηση είναι ότι η πιθανή επιστροφή θα προσφέρει πολλαπλά στρατηγικά οικονομικά και επιστημονικά πλεονεκτήματα. Η ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ θα ενισχυθεί και ο ρόλος της Ελλάδας μέσα στην Συμμαχία θα ενδυναμωθεί σε μια εποχή που οι θεσμοί και οι συμφωνίες ελέγχου των πυρηνικών όπλων φθείρονται με πρωτοφανείς ρυθμούς. Παράλληλα, η απομάκρυνση της Τουρκίας από την Δύση και το πραξικόπημα του 2016 που γέννησε ανησυχίες για την ασφάλεια των πυρηνικών της βάσης του Ιντσιρλίκ δημιουργεί ένα παράθυρο ευκαιρίας για την επιστροφή των πυρηνικών στην Ελλάδα, η οποία έχει την προοπτική να αποτελέσει πυλώνα σταθερότητας για τα συμφέροντα της Δύσης σε Μέση Ανατολή, Ασία και Αφρική.

ΜΗ-ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΕΦΑΛΕΣ ΚΑΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ