Οι αυταπάτες περί παγκόσμιας Βρετανίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι αυταπάτες περί παγκόσμιας Βρετανίας

Το Λονδίνο θα πρέπει να συνηθίσει να διαβιεί ως μεσαία δύναμη

Επιπλέον, παρ’ όλη την διαρκή εχθρότητα του Brexit (η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έλαβε τίποτα περισσότερο από δύο αδιάφορα νεύματα στην πρόσφατη κυβερνητική ανασκόπηση του Johnson), το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει αδιαμφισβήτητα κοντά στους πρώην ηπειρωτικούς του εταίρους -γεωγραφικά, πολιτιστικά και οικονομικά. Κατά την διάρκεια της παρουσίας τους στην Ένωση, οι Βρετανοί γραφειοκράτες αποδείχθηκαν συχνά πολύ αποτελεσματικοί στην διασφάλιση των συμφερόντων της χώρας τους στις Βρυξέλλες σε θέματα όπως οι πολιτικές διεύρυνσης και κυρώσεων της ΕΕ, ακόμη και όταν έπαιξαν τον ρόλο τους ως εκπρόσωποι του πιο ανυπότακτου μέλους του σώματος. Αναμφισβήτητα, οι Βρετανοί ηγέτες έχουν τώρα ακόμη μεγαλύτερη ευκαιρία να επηρεάσουν την πολιτική της ΕΕ από έξω, με μεγαλύτερη ευελιξία από όση είχαν ως μέλος και περισσότερες δυνατότητες για αντίκτυπο από άλλες, πιο μακρινές εξωτερικές δυνάμεις.

Ως μη μέλος, αλλά με μια οικεία κατανόηση του περίπλοκου γραφειοκρατικού οργανισμού που είναι η ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο θα διατηρήσει μια ειδική ικανότητα να επηρεάζει τους κανόνες που έχουν σημασία για τους Βρετανούς πολίτες και να αγνοεί αυτούς που δημιουργούν μεγάλη τριβή. Ωστόσο, για να χρησιμοποιήσει αυτήν την λανθάνουσα ικανότητα, η κυβέρνηση Johnson πρέπει να είναι ιδεολογικά ευέλικτη.

ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

Το Λονδίνο μπορεί να περιηγηθεί καλύτερα στην μετα-Brexit εποχή παίζοντας στα δυνατά του σημεία και προφυλασσόμενο από περιττές δεσμεύσεις που προέρχονται περισσότερο από νοσταλγία παρά από στεγνά εθνικά συμφέροντα. Το κατά πόσον οι ηγέτες της χώρας είναι ικανοί για τέτοια μετριοπάθεια μπορεί να μετρηθεί μέσω της προσέγγισής τους στην «στροφή προς τον Ινδο-Ειρηνικό» που πρότειναν πρόσφατα.

Από τον Ψυχρό Πόλεμο, η ισχύς και ο πλούτος έχουν μετατοπιστεί από την Δύση προς την Ανατολή, τόσο ώστε το Ηνωμένο Βασίλειο να κοιτάζει τώρα προς τα ανατολικά αναζητώντας νέες αγορές, και η Κίνα να έχει γίνει πιο ισχυρή γεωπολιτικά. Αλλά αυτές οι επακόλουθες αλλαγές δεν υπονοούν ότι η αποστολή του Βασιλικού Ναυτικού για περιπολίες στα κινεζικά παράκτια είναι η καλύτερη ή η μοναδική επιλογή του Λονδίνου -ειδικά καθώς η κυβέρνηση συνεχίζει να «επιδιώκει μια θετική εμπορική και επενδυτική σχέση με την Κίνα», για να αναφερθώ και στην πρόσφατη έκθεσή της. Ο ίδιος ο όρος «Ινδο-Ειρηνικός» προδίδει το γεγονός ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έμαθε τον ενθουσιασμό του από τα υπέρ του ατλαντισμού [6] think tanks [7]. Οι ανησυχίες για την θαλάσσια ασφάλεια της Ανατολικής Ασίας και τις κινεζικές στρατιωτικές δυνατότητες αντικατοπτρίζουν τις αμερικανικές ανησυχίες και όχι τα προβλήματα μιας μεσαίου μεγέθους νησιωτικής δύναμης που βρίσκεται στην δυτική ακτή της Ευρασίας. Αυτή η προσοχή σε απομακρυσμένους στόχους αντικατοπτρίζει την αειθαλή Βρετανική παρόρμηση να ευχαριστεί την Ουάσιγκτον και να παίζει σε οποιοδήποτε θέμα απασχολεί περισσότερο τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το Ηνωμένο Βασίλειο γνωρίζει με ποιού πλευρά βρίσκεται στην γεωπολιτική σύγκρουση μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά τα σκληρά μαθήματα του Αφγανιστάν και του Ιράκ δίδαξαν σίγουρα στο Λονδίνο ότι το «Τι υπάρχει σε αυτό για εμάς;» πρέπει να είναι το πρώτο ερώτημα που [οφείλουν να] θέτουν οι ηγέτες της. Το να ακολουθηθεί η Ουάσιγκτον στα επικίνδυνα νερά της Ανατολικής Ασίας απλώς και μόνο επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες επιμένουν ότι είναι ένα είδος δοκιμασία πίστης, δεν αποτελεί αποτελεσματική χρήση των μειωμένων αλλά ακόμη σημαντικών δυνατοτήτων [του Ηνωμένου Βασιλείου] μετά το Brexit.

Αντίθετα, το Λονδίνο πρέπει να ξεχωρίσει τον δικό του ρόλο. Κάτι τέτοιο σημαίνει να καταλάβει τον χώρο μεταξύ των Βρυξελλών και της Ουάσινγκτον -ωθώντας και τους δύο προς τις θέσεις του σε θέματα που έχουν σημασία για τους Βρετανούς πολίτες, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου, των ψηφιακών υπηρεσιών, και της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Ακριβώς όπως η Ουάσιγκτον χρησιμοποιεί συχνά την στενή σχέση της με συγκεκριμένα κράτη-μέλη της ΕΕ (και την τεράστια δύναμη πίεσής της προς τις Βρυξέλλες) για να επιβάλει παραχωρήσεις σε θέματα όπως η ιδιωτικότητα, το Λονδίνο μπορεί τώρα να παίξει ένα παρόμοιο επιλεκτικό και ευέλικτο παιχνίδι. Τα επόμενα χρόνια, για παράδειγμα, το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την θέση του στην αγορά και την πολιτική του επιρροή για να διαμορφώσει κανονισμούς της ΕΕ για την πράσινη τεχνολογία. Σε άλλους τομείς, όπως η διανομή εμβολίων COVID-19, μπορεί να επιλέξει να χαράξει την δική του πορεία.

Η μετάβαση σε αυτόν τον νέο ρόλο θα απαιτήσει μια προθυμία να αποδεχτεί την σημασία της ΕΕ -και έναν βαθμό ταπεινότητας που δεν προκύπτει με φυσικό τρόπο στους σύγχρονους Βρετανούς ηγέτες. Ο Τζόνσον έχει βασίσει την ταυτότητα της κυβέρνησής του σε μια νοσταλγική αντήχηση του βρετανικού μεγαλείου -κάτι που συνεπάγεται αναγκαστικά τον διαχωρισμό από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμη χειρότερα, η πικρή εμπειρία των ατελείωτων διαπραγματεύσεων για το Brexit δεν άφησε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και στις δύο πλευρές της Μάγχης να προσπαθούν να βρουν νέους τομείς συνεργασίας. Ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο είτε θα επωφεληθεί από την εγγύτητά του με το περίεργα ζωηρό πτώμα της ΕΕ είτε θα εξασθενίσει σε μια νοσταλγική ασχετοσύνη.