Η πολιτική οικονομία των ρωσοτουρκικών σχέσεων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η πολιτική οικονομία των ρωσοτουρκικών σχέσεων

Πολυεπίπεδη και διαρκώς εξελισσόμενη συνεργασία, αλλά με όρια*

Σε κάθε περίπτωση, οι διμερείς οικονομικές σχέσεις εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις ευμετάβλητες, διμερείς πολιτικές σχέσεις. Μια αναμφισβήτητα δραματική στιγμή υπήρξε η κατάρριψη του ρωσικού πολεμικού τζετ Su-24 από τουρκικό F-16 τον Νοέμβριο του 2015 στο μέτωπο της Συρίας. Αυτό το γεγονός εξόργισε τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν και είχε τρεις βασικές συνέπειες, που φάνηκαν ανάγλυφα στα μεγέθη του επόμενου έτους: Πρώτον, επιβλήθηκε απαγόρευση επιβατικών πτήσεων «charter» από την Ρωσία προς την Τουρκία, επιφέροντας ισχυρότατο πλήγμα στον τουρισμό της δεύτερης: μόλις 866.000 Ρώσοι επισκέφθηκαν την Τουρκία το 2016, οι περισσότεροι από τον Αύγουστο και μετά, όταν πλέον οι διμερείς πολιτικές σχέσεις είχαν αποκατασταθεί. Δεύτερον, από 1/1/2016 ανεστάλη μονομερώς, από ρωσικής πλευράς, η εφαρμογή της -πολύ σημαντικής- διμερούς συμφωνίας του 2010 η οποία προέβλεπε ταξίδια χωρίς θεώρηση (visa-free regime), με εξαίρεση μόνο τους Τούρκους υπηκόους που διέθεταν ήδη άδεια παραμονής στην Ρωσία. Τρίτον, εφαρμόστηκε εμπάργκο στις εξαγωγές των τουρκικών φρούτων και λαχανικών, πλήττοντας έτσι ένα βασικό εξαγωγικό προϊόν το οποίο κατευθυνόταν στη ρωσική αγορά.

Γενικά, από τις ρωσικές κυρώσεις εκείνης της εποχής, επλήγη περίπου το 15% των τουρκικών εξαγωγών προς Ρωσία [20]. Σημειωτέον πως έκτοτε οι εξαγωγές τουρκικών αγροτικών προϊόντων προς την Ρωσία έχουν ανακάμψει στα 650 εκατ. δολάρια, αλλά ουδέποτε επέστρεψαν στα προ 2016 επίπεδα, ούτε πρόκειται να επιστρέψουν στο ορατό μέλλον. Αυτό διότι η Ρωσία ακολούθησε, κατά την τελευταία πενταετία, μια επιτυχημένη πολιτική υποκατάστασης εισαγωγών στον αγροτικό τομέα, αναπτύσσοντας την εγχώρια παραγωγή. Συγκρατείται, πάντως, το γεγονός ότι, ακόμη και σε εκείνες τις δραματικές στιγμές του 2015/6, ο Πούτιν ούτε καν διανοήθηκε να διακόψει την παροχή ρωσικού φυσικού αερίου προς την Τουρκία (βλ. σχετικό κεφάλαιο παρακάτω), μολονότι κάτι τέτοιο θα γονάτιζε την γείτονα. Αυτό, για όσους τονίζουν, ή μάλλον υπερτονίζουν, πόσο «ευάλωτη» είναι η Τουρκία εξαιτίας της «ασύμμετρης οικονομικής αλληλεξάρτησης».

ΞΕΝΕΣ ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ-FDI

Αναμφίβολα, αυτός είναι ο πλέον δύσκολος να «χαρτογραφηθεί» τομέας διμερούς οικονομικής συνεργασίας: τα σχετικά στατιστικά στοιχεία παρουσιάζουν τεράστιες αποκλίσεις, ανάλογα με τις πηγές. Μια ευρέως επικρατούσα αντίληψη εκφρασμένη από πολιτικά χείλη, η οποία, όμως, δεν φαίνεται να έχει έρεισμα σε αξιόπιστες πηγές, είναι πως η κάθε πλευρά έχει μέχρι σήμερα επενδύσει στην άλλη περί τα 10 δισ. δολάρια [21]. Εν ολίγοις, παρατηρείται συμμετρία FDI. Σύμφωνα με την μάλλον πιο έγκυρη Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, το συνολικό απόθεμα (outward FDI stock) ρωσικών άμεσων επενδύσεων στην Τουρκία ανερχόταν σε 6,03 δισ. δολάρια στις 31/12/2019, μειωμένο κατά 26,7% σε σχέση με τα 8,23 δισ. δολάρια της 31/12/2018 (ουσιαστικά λόγω της υπόθεσης Deniz Bank, βλ. παρακάτω). Εν ολίγοις, οι ρωσικές άμεσες επενδύσεις, μέχρι τότε, αντιπροσώπευαν το 4% επί των συνολικών ξένων επενδύσεων (163 δισ.) στην οικονομία της γείτονος [22]. Ομοίως, η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας αναφέρει το συνολικό απόθεμα των τουρκικών άμεσων επενδύσεων στην Ρωσία στις 31/12/2019 σε 1,26 δισ. δολάρια, στα ίδια περίπου επίπεδα με ένα έτος νωρίτερα (1,28 δισ. δολάρια) [23]. Πρόκειται για αμελητέο ποσοστό της τάξης του 0,3% επί του συνολικού αποθέματος (464 δισ.) ξένων επενδύσεων στην οικονομία της Ρωσίας, σύμφωνα με την πλέον έγκριτη πηγή, την UNCTAD [24].

Αλλά και ποιοτικά, οι ρωσικές επενδύσεις στην Τουρκία επικεντρώνονται σε κλάδους «μεγαλύτερης στρατηγικής σημασίας και προστιθέμενης αξίας» από τις αντίστοιχες τουρκικές στην Ρωσία [25]. Ειδικότερα, από όσες παραμένουν ενεργές (ή πρόκειται να ολοκληρωθούν σύντομα), ξεχωρίζουν οι εξής, κατά χρονολογική σειρά:

1.Η μεγαλύτερη ιδιωτική πετρελαϊκή εταιρεία της Ρωσίας είναι η Lukoil του 70χρονου Vagit Alekperov, αζερικής καταγωγής. Έχοντας παρουσία στην Τουρκία ήδη από το 1998, εισήλθε δυναμικά στην αγορά λιανικής το 2006 και σήμερα λειτουργεί 650 πρατήρια καυσίμων, μια συνολική επένδυση περίπου 1 δισ. δολαρίων και μερίδιο αγοράς 5%.

2.Η ανέγερση μιας μεγάλης χαλυβουργίας στην Αλεξανδρέττα από τη Magnitogorsk Metals ή MMK (2007-11), σε συνεργασία με τον Τούρκο εταίρο Atakaş [26]. Μάλιστα, αυτή η επένδυση της Αλεξανδρέττας περιλαμβάνει και ιδιωτικό λιμένα, με απευθείας πρόσβαση στην ΕΕ, έναν από τους πιο σημαντικούς του είδους σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο.

3.Από τον Σεπτέμβριο του 2014, η ρωσική αυτοκινητοβιομηχανία GAZ Group παράγει στην Τουρκία (Sakarya), την οικογένεια μοντέλων «Gazelle Next», δηλ. ελαφρύ φορτηγό, βαν, ασθενοφόρο κλπ.

4.Την άνοιξη του 2018, ξεκίνησε να υλοποιείται, με ρωσικά κεφάλαια, η μεγαλύτερη εκατέρωθεν ξένη επένδυση όλων των εποχών: ο πυρηνικός σταθμός του Ακούγιου (βλ. παρακάτω). Μετά την πλήρη ανάπτυξη του συγκεκριμένου έργου, ο όγκος των εν ενεργεία ρωσικών επενδύσεων στην γείτονα αναμένεται να τριπλασιαστεί.

Σημειωτέον ότι δύο σημαντικές ρωσικές επενδύσεις στην Τουρκία, αμφότερες του 2012, δεν είναι πια ενεργές: Η πρώτη αφορούσε την απόκτηση της τράπεζας Deniz Bank από την ρωσική Sberbank, έναντι τιμήματος 3,6 δισ. δολαρίων. Ήταν η μεγαλύτερη εξαγορά τουρκικής τράπεζας από ξένο επενδυτή στην Ιστορία. Εντούτοις, στα μέσα του 2019 επήλθε συμφωνία μεταπώλησης της Deniz Bank στον εμιρατινό όμιλο NBD έναντι 2,77 δισ. δολαρίων. Το μειωμένο σε σχέση με το 2012 τίμημα οφείλεται στην κακή πλέον κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Η δεύτερη ήταν η εξαγορά θερμοηλεκτρικού εργοστασίου (Trakya CCGT ή Tekirdag B) στην Ανατολική Θράκη, κατασκευής του 1999 και ισχύος 478 MW, από την ρωσικών συμφερόντων Inter RAO. Η καύσιμη ύλη της μονάδας αυτής είναι ρωσικής προέλευσης φυσικό αέριο. Τελικά, η συμμετοχή της Inter RAO μεταβιβάστηκε στο τουρκικό Δημόσιο στις 5/6/2019.