Χρειάζεται η Ελλάδα Πρόγραμμα Μικροδορυφόρων; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Χρειάζεται η Ελλάδα Πρόγραμμα Μικροδορυφόρων;

Οκτώ διδάγματα για το μέλλον*

Χρειάζεται η Ελλάδα να μάθει να κατασκευάζει δορυφόρους; Αυτό ήταν το ερώτημα που απασχόλησε αρκετά Υπουργεία την χρονική περίοδο 1997-1998. Η περίοδος εκείνη ήταν κρίσιμη, καθώς τότε τέθηκαν οι βάσεις για το τρέχον Πρόγραμμα Διαστήματος της χώρας στον τομέα της παρατήρησης γης. Τότε δεν υπήρξε συναίνεση και η κατασκευή - ανάπτυξη μικροδορυφόρων, δεν αποτέλεσε επιλογή του.

Σήμερα, η σημασία του Διαστήματος στην προώθηση της εθνικής ασφάλειας σε όλες τις μορφές της (πολιτική, στρατιωτική, οικονομική και περιβαλλοντική) είναι πιο φανερή. Η διαστημική τεχνολογία παραμένει τεχνολογία αιχμής που λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής ισχύος, αφού επιτρέπει από ψηλά «να δεις και κάποιες φορές να ακούς τι κάνει ο αντίπαλός σου και σε ποια περιοχή» ανενόχλητα.

12052021-1.jpg

Μοντέλο μικροδορυφόρου Πηγή: nlr.org
----------------------------------------------------------

Οι μικροδορυφόροι έχουν ξεπεράσει πια το ερευνητικό στάδιο στο οποίο βρίσκονταν τότε, ενώ αναμένεται μια απότομη αύξηση της ζήτησης. Εκτιμάται ότι μέχρι το 2031 θα λειτουργήσουν έως 19.600 δορυφόροι. Συνεπώς η διερεύνηση του ζητήματος αυτού επανέρχεται ως μια από τις επιλογές του ελληνικού Προγράμματος για το Διάστημα. Η παρούσα ανάλυση καταγράφει τα διδάγματα από την παρελθούσα διαχείριση του όλου θέματος, τα οποία πιθανολογείται ότι μπορούν να φανούν χρήσιμα και σήμερα.

ΟΙ ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 1997-1998

Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους η χώρα μπορεί να συμμετάσχει σε διαστημικές δραστηριότητες. Οι κύριοι τρόποι είναι τρεις: Η εκμετάλλευση ενός εμπορικού δορυφορικού συστήματος (ή επίγειου σταθμού του) από την παγκόσμια αγορά, η συμμετοχή σε μια κοινοπραξία συστημάτων άλλων προηγμένων χωρών και η εθνική ανάπτυξη ενός δορυφορικού συστήματος επί τη βάσει των προσδιορισμένων εθνικών απαιτήσεων.

Εκείνη την περίοδο εξετάστηκαν τέσσερεις προτάσεις, που έχουν παρουσιαστεί και στο παρελθόν («Διάστημα και Εθνική Ασφάλεια», εκδόσεις Ποιότητα, 2003). Εδώ αναλύονται και αλληλοσυνδέονται σε μια ευρύτερη εικόνα που δείχνει το πολυεπίπεδο του θέματος και την πολυπλοκότητα στην λήψη αποφάσεων.

-Η πρόταση της Ιταλίας

Στα μέσα του 1997, το Υπουργείο Ανάπτυξης προγραμμάτισε να θέσει υπόψη της Κυβερνητικής Επιτροπής το θέμα της χρηματοδότησης του υπό σχεδίαση ιταλικού προγράμματος COSMO / SKYMED (COnstellation of Small satellites for Mediterranean Observation) με 7 μικροδορυφόρους παρατήρησης γης, συνολικού κόστους 900 εκατ. δολαρίων και πενταετούς χρονικού ορίζοντα υλοποίησης. Η Ιταλία προωθούσε στην Ελλάδα την ιδέα του συστήματος από το 1994 και το Υπουργείο είχε ήδη συμπεριλάβει το πρόγραμμα στο πλαίσιο της διμερούς ελληνο-ιταλικής επιστημονικής συνεργασίας.

Σύμφωνα με τη μελέτη «Κριτική Παρουσίαση του προγράμματος COSMO και ενδεδειγμένες ελληνικές απαιτήσεις» που εκπονήθηκε το 1996 από Ομάδα Εργασίας της Επιτροπής Διαστημικής Έρευνας και Τεχνολογίας, οι δορυφόροι θα ήταν 3 Οπτικοί και 4 με RADAR σε τροχιά 500 Κm και θα παρείχαν εικόνες με διακριτική ικανότητα 1,5 m στο οπτικό και 3 μέτρα στο RADAR. Το πρώτο σμήνος θα υλοποιείτο σε πέντε χρόνια από την συμφωνία ανάπτυξης. Η Ελλάδα θα μπορούσε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα αυτό με ένα 20% και να αποκτήσει δύο δορυφόρους (οπτικό και RADAR).

Η ανωτέρω μελέτη που διαβιβάστηκε στα συναρμόδια Υπουργεία, ανέφερε ότι το πρόγραμμα θα υποστηρίζονταν από την διαστημική βιομηχανία της Ιταλίας, ενδεχομένως δε και της Ισπανίας και της Ελλάδας. Επεσήμανε, όμως, ότι η οργανωτική δομή για τον σχεδιασμό, η παρακολούθηση των εργασιών, και η θέση σε επιχειρησιακή λειτουργία του όλου συστήματος, δεν είχε συγκεκριμενοποιηθεί σαν ιδέα.

Η άποψη που εκφράστηκε με την από 10 Ιουνίου 1997 επιστολή του Υπουργού Άμυνας στην ομόλογό του Υπουργό Ανάπτυξης, ήταν ότι πριν την υλοποίηση του Προγράμματος Διαστήματος θα έπρεπε να καθοριστεί μια Εθνική Πολιτική Διαστήματος και πρότεινε συνεργασία για τον καθορισμό της.

Αντί απάντησης, τον Αύγουστο 1997, οργανώθηκε σύσκεψη με σκοπό την λήψη οριστικής απόφασης για την αποδοχή ή απόρριψη του «COSMO/SKYMED» με πρωτοβουλία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Κατά την συνάντηση, καταγράφηκε ότι τα Υπουργεία δεν είχαν διατυπώσει απαιτήσεις, δεν υπήρχε τεχνικοοικονομική Μελέτη και ότι η ισπανική και η ελληνική διαστημική βιομηχανία δεν υποστήριζαν την ιδέα. Ομοίως, ότι η εκτίμηση του κόστους ήταν ενδεικτική, αφού από υπολογισμούς που έγιναν, για την δεκαετία προέκυπτε ένα συνολικό ύψος της τάξης των 265 εκατ. δολαρίων, ήτοι 26,5 εκατ. κατ΄ έτος. Το ΥΠΕΘΑ ανέφερε ότι είχε ήδη εκπονήσει τεχνικοοικονομική μελέτη που κατέληγε σε διαφορετική λύση. Τα Υπουργεία δεσμεύτηκαν να χρηματοδοτήσουν εκπόνηση συγκριτικής τεχνικοοικονομικής μελέτης μεταξύ των προτεινόμενων επιλογών των Υπουργείων Ανάπτυξης και Άμυνας.

Εν τούτοις δεν ακολούθησε καμία ενέργεια, αφού εκτιμήθηκε ότι το ιταλικό πρόγραμμα εμπεριείχε τεχνικό και οικονομικό ρίσκο για όλους τους πιθανούς συμμετέχοντες. Τελικά το πρόγραμμα COSMO-SKYMED αναπτύχθηκε μόνο από την Ιταλία και το 2007 εκτόξευσε τον πρώτο από τους τέσσερεις συνολικά δορυφόρους της με RADAR.

-Η Πρόταση του Πανεπιστημίου του Surrey (Μ. Βρετανίας)

Τον Φεβρουάριο του 1997 το Πανεπιστήμιο του Surrey (Μ. Βρετανίας) διαβίβασε πρόταση στο ΥΠΕΘΑ για την εντός 18 μηνών ανάπτυξη εθνικού μικροδορυφόρου (της τάξης των 100 κιλών και ευκρίνειας 100 m) από αυτούς που κατασκεύαζε η θυγατρική του εταιρεία Surrey Satellite Technologies Ltd. Αυτή περιλάμβανε επίσης τη μεταφορά τεχνολογίας και πρόγραμμα εκπαίδευσης 8-10 μηχανικών στην κατασκευή του δορυφόρου και στην παροχή μεταπτυχιακού διπλώματος. Νεότερη πρόταση εξειδίκευε τρία στάδια συνεργασίας, με συνολικό ύψος της τάξης των 95 εκατ. δολάρια, ήτοι 9,5 εκατ. κατ΄ έτος:

Στο πρώτο στάδιο, το Surrey μαζί με την Ελλάδα θα κατασκεύαζαν στην Βρετανία τον πρώτο ελληνικό δορυφόρο παρατήρησης γης με 35 m ευκρίνεια, ο οποίος θα μπορούσε να εκτοξευθεί το 1999, έναντι κόστους 12 εκατ. δολαρίων. Στο δεύτερο στάδιο, ο δορυφόρος θα κατασκευάζονταν στην Ελλάδα, βάσει σχεδίων που θα έδινε το Surrey, θα είχε 10 m ευκρίνεια και θα ήταν έτοιμος σε 6 χρόνια, έναντι 33 εκατ. δολαρίων. Στο τρίτο στάδιο, ο δορυφόρος θα είχε 3 m ευκρίνεια και θα ήταν έτοιμος σε 10 χρόνια, έναντι 50 εκατ. δολαρίων

Ήταν φανερό ότι η πρόταση μικροδορυφόρων αρχικά περιορισμένων ικανοτήτων, δεν μπορούσε να καλύψει τις άμεσες επιχειρησιακές ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων. Η πρόταση, απαιτούσε μια γενικότερη σύμπραξη εθνικών φορέων, την οποία τα Υπουργεία Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) και Μεταφορών-Επικοινωνιών (ΥΜΕ) είχαν από τον Ιούνιο 1997 ανεπιτυχώς επιδιώξει. Συνεπώς το 1998 η άποψη που υπερίσχυσε ήταν: «Η δυνατότητα απόκτησης τεχνογνωσίας στην κατασκευή μικροδορυφόρων είναι αντικείμενο του μελλοντικού εθνικού διαστημικού προγράμματος, που θα ακολουθήσει τον καθορισμό της Εθνικής Πολιτικής».

Ακολούθως το Surrey απετάνθη στην Τουρκία και τον Ιούλιο 1999, ανακοίνωσαν την υπογραφή αρχικής συμφωνίας ύψους 14 εκατ. δολαρίων. Αυτή περιλάμβανε την εκπαίδευση 12 Τούρκων επιστημόνων και αξιωματικών στην σχεδίαση και κατασκευή μικροδορυφόρων. Ως αποτέλεσμα αυτής, στις 26 Σεπτεμβρίου 2003 η Τουρκία εκτόξευσε τον πρώτο της μικροδορυφόρο παρατήρησης γης ΒΙLSAT-1.

-Η πρόταση της Lockheed -Martin

Το 1997, η αμερικανική εταιρεία Lockheed-Martin πρότεινε αρχικά στο Υπουργείο Εσωτερικών και στην συνέχεια στο ΥΠΕΘΑ την αγορά ενός από τους πέντε συνολικά επίγειους σταθμούς λήψεως εικόνων από τον επερχόμενο εμπορικό οπτικό δορυφορικό σύστημα Ikonos. Αυτός θα εκτοξευόταν τον επόμενο χρόνο (εκτοξεύτηκε το 1999) και θα ήταν ο πρώτος παγκοσμίως δορυφόρος με την πολύ υψηλή ευκρίνεια του 1 μέτρου.

Τον Σεπτέμβριο 1997 τα Γενικά Επιτελεία ενέκριναν Τεχνικοοικονομική Μελέτη, που παρουσίασε τις δυνατές επιλογές οι οποίες συγκρίθηκαν με κρίσιμα κριτήρια και τις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων. Κρίθηκε ότι η απόκτηση ενός επίγειου σταθμού και η μίσθωση χρόνου για την λήψη εικόνων Ikonos κάλυπτε τις επιχειρησιακές ανάγκες (πλην της απαίτησης λήψης εικόνων την νύκτα και με νέφωση). Το κόστος προμήθειας (5 εκατ. δολάρια σε ετήσια βάση αναγόμενο στην δεκαετία) μπορούσε να καλυφθεί από κονδύλια που είχαν ήδη δεσμευθεί, μιας και το ΥΠΕΘΑ στόχευε να καλύψει άμεσα τις επιχειρησιακές του ανάγκες.

Στα τέλη του 1997 δόθηκε η κατεύθυνση να εξεταστεί λεπτομερέστερα η δυνατότητα προμήθειας ενός εθνικού δορυφόρου με RADAR διακριτικής ικανότητας 1 m (συνολικού κόστους του κύκλου ζωής του της τάξης των 300 εκατ. δολαρίων). Μετά την παρέλευση μηνών χωρίς απόφαση από το ΥΠΕΘΑ, τον σταθμό απέκτησε η ελληνική εταιρεία SIE, που στα τέλη του 1999 -μόλις εκτοξεύθηκε ο Ιkonos- εγκατέστησε επίγειο σταθμό στην Θήβα, όπου και λειτούργησε για έναν χρόνο. Το καλοκαίρι του 2000 η αμερικανική εταιρεία πίεσε την ελληνική να της δώσει το δικαίωμα εγκαταστάσεως σταθμού στην Τουρκία. Η δικαστική διαμάχη απέβη σε βάρος της ελληνικής εταιρείας, ο σταθμός διελύθη και η Τουρκία απέκτησε τον δικό της σταθμό Ikonos.

-Η πρόταση της Γαλλίας

Τον Φεβρουάριο 1998 έγιναν στο Παρίσι συζητήσεις για την εκμετάλλευση εικόνων του υφιστάμενου φωτοαναγνωριστικού δορυφόρου Helios-1 και για την διερεύνηση δυνατότητας συμμετοχής στο υπό ανάπτυξη πρόγραμμα Helios-2 (δύο οπτικών δορυφόρων, ο πρώτος των οποίων αναμενόταν να εκτοξευτεί το 2002) με ευκρίνεια περίπου 40 cm και δυνατότητα λήψης εικόνων και τη νύκτα.

12052021-2.jpg

Ο γαλλικός μικροδορυφόρος Helios-2
----------------------------------------------------

Προέκυψε ότι η μόνη δυνατή συνεργασία ήταν στο επιχειρησιακό επίπεδο για το μελλοντικό Helios-2 και ο τρόπος υλοποίησής της εξαρτάτο από τις ελληνικές επιχειρησιακές απαιτήσεις, ενώ δεν υπήρχε πλέον δυνατότητα συνεργασίας σε βιομηχανικό επίπεδο και αναμονή ανταποδοτικών οφελών για την ελληνική βιομηχανία.
Το θέμα ανακινήθηκε πάλι το 2003 μετά από κοινή δήλωση των δύο Υπουργών Άμυνας, και οι όροι συμμετοχής συμφωνήθηκαν το 2006. Το ΥΠΕΘΑ επικαιροποίησε την Πολιτική Διαστήματος του προκειμένου να περιλάβει και την συμμετοχή στο Helios-2 (με ποσοστό 2,5%, έναντι συνολικού κόστους του κύκλου ζωής του της τάξης των 120 εκατ. δολαρίων, ήτοι 12 εκατ. κατ΄ έτος).

ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Από την συμμετοχή στην διαχείριση των ανωτέρω προγραμμάτων προέκυψαν ορισμένα διδάγματα, κάποια εκ των οποίων θα μπορούσαν να αποτελούσαν οδηγό για το μέλλον.

1.Ο Στρατηγικός Καθορισμός της Πολιτικής. Η αναγνώριση των αναγκών είθισται να είναι καταγεγραμμένη σε ένα κείμενο Εθνικής Πολιτικής Διαστήματος. Αυτή περιγράφει το τι θέλει μια χώρα από το Διάστημα, ποιες είναι οι ανάγκες της και ποια είναι τα διορθωτικά μέτρα για κάλυψή τους. Η κρισιμότερη λειτουργία της είναι να θέτει προτεραιότητες, γιατί ο αριθμός των αναγκών είναι συνήθως μεγάλος και οι πόροι είναι λίγοι. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα μικρά κράτη, επειδή οι περιορισμένοι πόροι τα αναγκάζουν να κάνουν δύσκολες επιλογές. Σε εθνικό επίπεδο, τότε, όπως και σήμερα, αυτή απουσιάζει. Συνεπώς η απόφαση για ένα εθνικό πρόγραμμα, άνευ Εθνικής Πολιτικής θα είναι σαν να «μπαίνει το κάρο πριν από το άλογο».

2.Εθνικός Συντονιστικός Μηχανισμός. Για να καθοριστεί μια Εθνική Πολιτική Διαστήματος, απαιτείται η συνεργασία των συναρμόδιων Υπουργείων να είναι θεσμοθετημένη και όχι προσωποπαγής. Τότε, κανένα Υπουργείο δεν αναγνώριζε κάποιο άλλο ως έχον την πρωτοκαθεδρία στην λήψη απόφασης, παρά το διαφορετικό εύρος των δραστηριοτήτων ή τις μέχρι τότε ανόμοιες επενδύσεις, ενώ δεν υπήρχε συναντίληψη. Τον Μάιο του 1997, δύο επιχειρησιακά Υπουργεία (ΥΠΕΘΑ-ΥΜΕ) πήραν την πρωτοβουλία για σύνταξη σχεδίου Εθνικής Πολιτικής, στην οποία προσκλήθηκε και το Ανάπτυξης. Το Σεπτέμβριο 1997 μετά από αίτημα Συμβούλου του Πρωθυπουργού, το σχέδιο Πολιτικής ΥΠΕΘΑ-ΥΜΕ προωθήθηκε στο Γραφείο του Πρωθυπουργού, χωρίς άλλη ενέργεια.

3.Ύπαρξη Θεσμικά Εγκεκριμένων Απαιτήσεων. Ένα Εθνικό Πρόγραμμα Διαστήματος, ελλείψει ύπαρξης Πολιτικής, μπορεί να δικαιολογηθεί εάν υπάρξει ανάγκη (πχ σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον ασφαλείας) που θα πρέπει να τεκμηριώνεται επαρκώς. Στην περίπτωση του COSMO / SKYMED τα Υπουργεία δεν είχαν διατυπώσει απαιτήσεις. Έτσι εξηγείται και ο τίτλος «ενδεδειγμένες ελληνικές απαιτήσεις». Στη Μελέτη υπήρχε αναφορά ότι η ιταλική εταιρεία, αφού εγκρινόταν η πρόταση της, θα μελετούσε–αξιολογούσε τις απαιτήσεις των Ελλήνων χρηστών. Η προσέγγιση γενικών απαιτήσεων, προκειμένου πρώτα να ληφθεί η απόφαση και μετά αυτές να εξειδικευτούν ενέχει ρίσκο αφού δύνανται να διογκώσουν εκ των υστέρων υπέρμετρα το κόστος.

4.Η Απαίτηση για Πολιτικοστρατιωτικές Συνέργειες. Η καταγραφή των απαιτήσεων και η χρηματοδότηση ενός εθνικού συστήματος απαιτεί συνεργασία διαφόρων εθνικών φορέων (στρατιωτικών και μη) και δυνατότητες κατασκευής (π.χ. ΕΑΒ, ιδιωτικός τομέας κλπ). Αυτή δεν ήταν εφικτή το 1997-1998. Η επίτευξη αυτού του στόχου αποτελεί τεχνική, οικονομική, και οργανωτική πρόκληση μεγάλου μεγέθους.

5.Η Ιεράρχηση Αναγκών σε Σχέση με τους Πόρους. Το Πρόγραμμα Διαστήματος που θα υλοποιήσει την Πολιτική θα πρέπει να είναι ιεραρχημένο, αφού οι πόροι είναι λίγοι. Η προτεραιότητα πρέπει να είναι σαφής αφού ενδεχομένως να μην μπορούν να υλοποιηθούν παράλληλα δύο διαφορετικά προγράμματα στην ίδια ή άλλη θεματική. Για παράδειγμα τα επόμενα 1-2 χρόνια αναμένεται να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα Helios-2 και οι σχετικές ικανότητες θα πρέπει να αντικατασταθούν. Μπορεί να υποκατασταθούν από ικανότητες μικροδορυφόρων ή θα αναπτυχθούν δύο παράλληλα προγράμματα; Πρόσθετα, η πληροφόρηση από πολλούς μικροδορυφόρους μπορεί να είναι εξαιρετικά χρήσιμη ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση φαινομένων μικρής διάρκειας. Μια τέτοια πληροφόρηση προϋποθέτει ότι έχει εξασφαλιστεί η κατάλληλη τηλεπικοινωνιακή υποδομή που θα μεταφέρει τις πληροφορίες έγκαιρα στους λήπτες αποφάσεων έτσι ώστε να μπορέσουν οι τελευταίοι να λάβουν αποφάσεις, άλλως μπορεί να είναι μην είναι χρήσιμη. Ποιος τομέας έχει προτεραιότητα: Η παρατήρηση ή οι επικοινωνίες; Αυτά είναι θέματα που θα απαντηθούν από τους αρμόδιους φορείς.

6.Το Κόστος ως Προς την Αποτελεσματικότητα. Αυτός είναι ίσως ο πιο σημαντικός παράγων στην υλοποίηση ενός προγράμματος. Στην περίπτωση του στρατιωτικού δορυφόρου με RADAR το κόστος απόκτησης του για χρήση από τις Ένοπλες Δυνάμεις θεωρήθηκε τελικά απαγορευτικό, παρά τα όποια πλεονεκτήματά του.

7.Οι Διακρατικές Συνέργειες Δεν Καταλήγουν Κατ΄ ανάγκη σε Έγκριση Σκοπιμότητας. Το γεγονός ότι ένα Υπουργείο έχει συμπεριλάβει ένα πρόγραμμα σε μια διμερή διακρατική συνεργασία, δεν αποτελεί έγκριση υλοποίησής του, εφόσον δεν έχουν τηρηθεί τα παραπάνω προαπαιτούμενα. Το ίδιο ισχύει και για το ενδιαφέρον της πολιτικής ηγεσίας. Σε δύο περιπτώσεις, το Γραφείο του Πρωθυπουργού και ο Υπουργός Άμυνας ζήτησαν να διερευνηθεί λεπτομερέστερα μια πρόταση. Αυτό δεν σήμαινε ότι η σκοπιμότητα ήταν δεδομένη, όπως προέκυψε και από το αποτέλεσμα.

8.Η Πολιτική Διάσταση. Το διάστημα είναι τομέας που πλην της τεχνολογικής και εμπορικής πλευράς, έχει και ισχυρή πολιτική διάσταση. Η ανάπτυξη ενός προγράμματος αποτελεί συνιστώσα μιας μείζονος στρατηγικής απόφασης, κάτι που έγινε στην περίπτωση συμμετοχής στο στρατιωτικό κοινοπρακτικό πρόγραμμα Helios-2 με την Γαλλία.

ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Στην περίπτωση του Διαστήματος, το χθες με το σήμερα έχει κάποιες ομοιότητες. Η χώρα εξακολουθεί να μην έχει Εθνική Πολιτική για το Διάστημα, και δεν έχει καταγεγραμμένο Πρόγραμμα. Από την άλλη πλευρά, η θεσμική αναγνώριση του ρόλου του Διαστήματος έχει δημιουργήσει ένα ευμενές περιβάλλον. Πρόσθετα υφίσταται κεντρικός φορέας, το Ελληνικό Κέντρο Διαστήματος του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, που μπορεί να συντονίσει τους λοιπούς φορείς για τα σχετικά θέματα.

Υπάρχει επίσης μια καλύτερη συνεργασία των Υπουργείων και μια εγχώρια διαστημική βιομηχανία που μπορεί να συνεργαστεί με φορείς του εξωτερικού σε θέματα μικροδορυφόρων οι οποίοι βρίσκονται σε ραγδαία ανάπτυξη.

Όμως, η οικονομική ύφεση της χώρας και η ανάγκη αντικατάστασης του Helios-2, ιδίως ενόψει της επιβάρυνσης του γεωστρατηγικού περιβάλλοντος στην περιοχή μας, αναμένεται να προκαλέσει τον ανταγωνισμό περισσοτέρων του ενός προγραμμάτων για τους ίδιους λιγοστούς πόρους, οπότε η προσέγγιση θα πρέπει να είναι μετρημένη, προσεκτική και ισορροπημένη.

Στον βαθμό αυτό, κάθε πρόγραμμα Διαστήματος ακολουθεί συνήθως μια «δικονομία», κάποια συγκεκριμένα στάδια προκειμένου να ληφθεί απόφαση ανάπτυξής του. Εάν αυτά απουσιάζουν, κανείς δεν μπορεί να τεκμηριώσει ότι οποιαδήποτε επιλογή είναι καλύτερη από μια άλλη. Ένα πράγμα θεωρείται σίγουρο: Όσοι δεν θυμούνται το παρελθόν, μπορεί να είναι καταδικασμένοι να το επαναλάβουν._

*Το άρθρο αυτό έχει δημοσιευθεί στο τεύχος αριθ. 67 (Δεκέμβριος 2020 - Ιανουάριος 2021) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.

Copyright © 2021 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition