Ο γίγας της Αφρικής αποτυγχάνει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο γίγας της Αφρικής αποτυγχάνει

Μόνο η Νιγηρία μπορεί να σώσει τον εαυτό της -αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να βοηθήσουν

Οι περιφερειακές δυνάμεις και οιονεί αστυνομικές πολιτοφυλακές -μερικές φορές συνδεόμενες με τις τοπικές κυβερνήσεις, αλλά σπάνια επισήμως επικυρωμένες- ασκούν de facto εξουσία σε ορισμένες περιοχές. Αλλά σε πολλές άλλες, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση παραχώρησε αποτελεσματικά τον έλεγχο σε μαχητές και εγκληματίες. Ο νόμος και η τάξη έχουν καταρρεύσει και τα σχολεία έπρεπε να κλείσουν σε πολλές αγροτικές περιοχές. Η πανδημία COVID-19 και η συνακόλουθη οικονομική κρίση -που επιδεινώθηκε στη Νιγηρία από τη μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου- μόνο επιτάχυνε την κάθοδο της χώρας στο χάος, βυθίζοντας εκατομμύρια άτομα στην φτώχεια και τροφοδοτώντας την άνοδο της ανομίας.

ΕΝΑΣ ΧΟΡΟΣ ΔΙΑΦΩΝΙΩΝ

Η κυβέρνηση του Μπουχάρι ζήτησε διεθνή βοήθεια για να σταματήσει η παλίρροια της ανασφάλειας. Σε μια συνάντηση τον Απρίλιο με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Antony Blinken, ο Buhari σύμφωνα με πληροφορίες ζήτησε [1] να μεταφερθεί η έδρα της Διοίκησης Αφρικής των ΗΠΑ από την Γερμανία στη Νιγηρία, ώστε να είναι πιο κοντά στον αγώνα κατά των τζιχαντιστικών ομάδων στο βόρειο τμήμα της χώρας. Ωστόσο, ενώ ο πρόεδρος της Νιγηρίας μπορεί να θέλει τις Ηνωμένες Πολιτείες να εμπλακούν πιο βαθιά στην εκστρατεία εναντίον της Μπόκο Χαράμ, υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις ότι είναι πρόθυμος να αντιμετωπίσει τα βαθύτερα ζητήματα διακυβέρνησης, διαφθοράς, και οικονομικής κακοδιαχείρισης που έχουν επιταχύνει την παρακμή της Νιγηρίας.

Ένας αυξανόμενος αριθμός επιφανών Νιγηριανών υποστηρίζει ότι η επαναφορά του κράτους είναι πέρα από την ικανότητα της διοίκησης του Μπουχάρι. Οι δημόσιοι διανοούμενοι, συμπεριλαμβανομένου του βραβευμένου με Νόμπελ Wole Soyinka, για παράδειγμα, κάλεσαν [2] να συγκληθεί μια κυρίαρχη εθνική συνέλευση για την ανοικοδόμηση του κράτους από την αρχή, αντικαθιστώντας το μικτό πολιτειακό και ομοσπονδιακό σύστημα της Νιγηρίας με μια γνήσια ομοσπονδιακή δημοκρατία. Πιο πρόσφατα, η διάσκεψη Ρωμαιοκαθολικών επισκόπων της χώρας κάλεσε [3] τον πρόεδρο να συγκαλέσει συμβούλιο προσωπικοτήτων που θα προτείνει νέους τρόπους για την ανάθεση εξουσίας. Ο Aare Afe Babalola, ένας πλούσιος παραδοσιακός κυβερνήτης, χρηματοδοτεί μια «Σύνοδο Κορυφής της Ελπίδας» [4], που τώρα υποστηρίζεται από τον Νιγηριανό Δικηγορικό Σύλλογο, για να «αποτρέψει την χώρα από το να αποσυντεθεί και να μετατραπεί σε αναρχία». Και ο Ooni of Ife, ένας από τους ανώτερους παραδοσιακούς ηγέτες της χώρας και συμπρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παραδόσεων της Νιγηρίας, ενέκρινε μια παρόμοια πρόταση και επιδιώκει την υποστήριξη συναδέλφων παραδοσιακών ηγετών.

Ακόμα, άλλοι Νιγηριανοί ακτιβιστές και διανοούμενοι έχουν στηριχτεί την επιδεινούμενη κατάσταση ασφάλειας για να υποστηρίξουν μια αντιστροφή του «λάθους του 1914», όταν οι Βρετανοί συνένωσαν τις πατρίδες 350 περίπου διαφορετικών εθνοτικών ομάδων σε ένα μόνο τεχνητό κράτος. Στόχος τους είναι να χωρίσουν τη Νιγηρία σε πολλά ανεξάρτητα κράτη, με το καθένα πιθανότατα να κυριαρχείται από μια συγκεκριμένη εθνοτική ομάδα. Αν και τέτοιες προτάσεις μπορεί να ακούγονται υπερβολικές, κερδίζουν δυναμική, βοηθώντας να εμφυσηθεί νέα ζωή σε αυτονομιστικά κινήματα, ιδιαίτερα στην παλιά περιοχή της Biafra.

Και μετά υπάρχουν εκείνοι, όπως ο γνωστός Νιγηριανός δικηγόρος και σχολιαστής Robert Clarke, που ζήτησαν την επιστροφή σε στρατιωτική διακυβέρνηση. Στο παρελθόν, ο στρατός θεωρείτο από τους περισσότερους Νιγηριανούς -και από τον εαυτό του- ως ο απόλυτος εγγυητής της ύπαρξης της χώρας. Έχει παρέμβει επτά φορές τα τελευταία 60 χρόνια, ανατρέποντας εκλεγμένες και μη εκλεγμένες κυβερνήσεις όποτε οι στρατηγοί κρίνουν ότι η πολιτική διαδικασία έχει καταρρεύσει (ή ότι απειλούσε τα συμφέροντά τους). Κάθε φορά, η στρατιωτική ηγεσία δικαιολογεί την παρέμβασή της ως ότι ζητήθηκε από τον λαό, και πλήθος Νιγηριανών συχνά γιόρταζαν την άφιξη της στρατιωτικής κυβέρνησης και την αποχώρηση των διεφθαρμένων πολιτικών. Αυτή είναι η πηγή της μνήμης από την οποία αντλούν οι στρατιωτικοί που θέλουν να σπάσουν το τρέχον αδιέξοδο.

Η διοίκηση του Μπουχάρι αναμενόμενα απέρριψε τις εκκλήσεις για στρατιωτική επέμβαση, υποστηρίζοντας ότι πολιτικοί, παραδοσιακοί ηγέτες, και θρησκευτικοί ηγέτες προσπαθούν να υποδαυλίσουν ένα πραξικόπημα. Ωστόσο, δεν είναι καθόλου σαφές ότι οι ανώτερες δυνάμεις του στρατού -ή ακόμη και το σώμα των κατώτερων αξιωματικών- έχουν τα κότσια να αναλάβουν τις καθημερινές κυβερνητικές ευθύνες. Προς το παρόν, τουλάχιστον, φαίνεται ότι οι Νιγηριανοί θα πρέπει να υπομείνουν την κλιμακούμενη βία χωρίς μεγάλη ελπίδα ανακούφισης από την εθνική ή τις τοπικές κυβερνήσεις τους.

ΘΑ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΟΥΝ ΟΠΩΣ-ΟΠΩΣ;

Η Νιγηρία συχνά επευφημείται για την ικανότητά της να «ξεμπερδεύει» καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως συνέβη κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου 1967–70, με την δημιουργία στρατιωτικής διακυβέρνησης από το 1975 έως το 1999, καθώς και με τα σκαμπανεβάσματα των διεθνών τιμών του πετρελαίου και τις επαναλαμβανόμενες δημοσιονομικές κρίσεις. Η Νιγηρία μπορεί ακόμη να καταφέρει να ξεμπερδέψει από την τρέχουσα κρίση, αλλά αυτό φαίνεται όλο και πιο απίθανο δεδομένου του επιπέδου ανασφάλειας και της δυνατότητας των γενικών εκλογών το 2023 να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερη διαφωνία και βία.

Οι διεθνείς εταίροι της Νιγηρίας μπορούν να βοηθήσουν στην αποτροπή αυτού του αποτελέσματος -και, τελικά, να αντιστρέψουν την διαδικασία της κρατικής αποτυχίας. Όσο ο Μπουχάρι είναι στην εξουσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συνεχίσουν να καταγγέλλουν δημόσια τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της διοίκησής του και να ονοματίσουν τους πολιτικούς ηγέτες που επιδιώκουν ιδιοτελή συμφέροντα. Θα πρέπει επίσης να ακυρώσουν τις βίζες νιγηριανών αξιωματούχων και επιχειρηματιών με την πρώτη ένδειξη εγκληματικότητας ή παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.