Η Αμερική δεν είναι έτοιμη για πόλεμο με την Κίνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Αμερική δεν είναι έτοιμη για πόλεμο με την Κίνα

Πώς το Πεντάγωνο μπορεί να επικεντρωθεί στις πραγματικές απειλές
Περίληψη: 

Ιστορικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ανανεώσει τον στρατό τους μόνο αφού οι εχθροί έχουν αποκαλύψει τις αδυναμίες του στο πεδίο της μάχης. Η χώρα ίσως για άλλη μια φορά να κατευθύνεται προς μια τέτοια καταστροφή.

Ο MICHAEL BECKLEY είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Tufts, επισκέπτης μελετητής στην έδρα Jeane Kirkpatrick στο American Enterprise Institute, και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Unrivaled: Why America Will Remain the World’s Sole Superpower.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ξοδέψει 19 τρισεκατομμύρια δολάρια για τον στρατό τους από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό είναι 16 τρισεκατομμύρια δολάρια περισσότερα από όσα ξόδεψε η Κίνα και σχεδόν όσο ο υπόλοιπος κόσμος συνολικά ξόδεψε κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρόκειται να χάσουν έναν καταστροφικό πόλεμο. Τον Μάρτιο, ο ναύαρχος Philip Davidson, τότε διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στον Ινδο-Ειρηνικό, προειδοποίησε [1] ότι μέσα στα επόμενα έξι χρόνια, ο στρατός της Κίνας θα «υπερκεράσει» τις Ηνωμένες Πολιτείες και θα «αλλάξει βίαια το status quo» στην Ανατολική Ασία. Το 2019, ένας πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου ισχυρίστηκε [2] ότι ο στρατός των ΗΠΑ τακτικά «τρώει απίθανο ξύλο» στα πολεμικά παιχνίδια που προσομοιώνουν μια μάχη με την Κίνα. Εν τω μεταξύ, πολλοί αναλυτές και ερευνητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι εάν η Κίνα επιλέξει να κατακτήσει την Ταϊβάν, ο κινεζικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (PLA) θα μπορούσε να σακατέψει όποιες αμερικανικές δυνάμεις προσπαθήσουν να τον εμποδίσουν.

11062021-1.jpg

Το αεροπλανοφόρο USS George H.W. Bush στον Περσικό Κόλπο, τον Σεπτέμβριο του 2014. U.S. Navy
-------------------------------------------------------------------

Έχει γίνει συμβατική σοφία ότι αυτή η καταιγίδα που συγκεντρώνεται αντιπροσωπεύει το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της ανόδου του Πεκίνου [3] και της παρακμής της Ουάσιγκτον. Στην πραγματικότητα, δεν είναι τίποτα τέτοιο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τεράστιους πόρους και μια βιώσιμη στρατηγική για την αντιμετώπιση της στρατιωτικής επέκτασης της Κίνας. Ωστόσο, το αμερικανικό αμυντικό κατεστημένο καθυστερεί να υιοθετήσει αυτήν την στρατηγική και αντ' αυτού σπαταλά πόρους σε ξεπερασμένες δυνάμεις και μη ζωτικές αποστολές. Η σημερινή αμυντική στάση της Ουάσινγκτον δεν έχει στρατιωτικό νόημα, αλλά έχει όντως πολιτικό νόημα -και γι’ αυτό θα μπορούσε πολύ καλά να διαρκέσει. Ιστορικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ανανεώσει τον στρατό τους μόνο αφού οι εχθροί έχουν αποκαλύψει τις αδυναμίες του στο πεδίο της μάχης. Η χώρα ίσως για άλλη μια φορά να κατευθύνεται προς μια τέτοια καταστροφή.

Για να αλλάξει πορεία, η κυβέρνηση του Μπάιντεν πρέπει να διατάξει ρητά και επανειλημμένα τον στρατό να επικεντρωθεί στην αποτροπή της Κίνας και να υποβαθμίσει τις άλλες αποστολές της. Αυτές οι εντολές πρέπει να σωματοποιηθούν και να κωδικοποιηθούν στα αιτήματα για τον αμυντικό προϋπολογισμό της διοίκησης και στην εθνική αμυντική στρατηγική (National Defense Strategy). Επιπλέον, η διοίκηση θα πρέπει να υποστηρίξει την Πρωτοβουλία Αποτροπής του Ειρηνικού (Pacific Deterrence Initiative), ένα πρόγραμμα που θα κλείνει κενά στην αμυντική περίμετρο των ΗΠΑ στην Ασία. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν εκμεταλλευτούν αυτήν την ευκαιρία να διασφαλίσουν το στρατιωτικό τους πλεονέκτημα έναντι της Κίνας, μπορεί να μην αποκτήσουν άλλο.

ΣΕ ΜΙΚΡΟ ΜΕΓΕΘΟΣ

Σε αντίθεση με την λαϊκή πεποίθηση, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τα μέσα να ελέγξουν τη ναυτική επέκταση της Κίνας. Οι αμυντικές δαπάνες της Κίνας έχουν αυξηθεί εδώ και δεκαετίες, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να ξοδεύουν σχεδόν τόσα και μόνο στο Ναυτικό και το Σώμα Πεζοναυτών, όσα η Κίνα σε ολόκληρο τον στρατό της, εξαιρουμένων των εσωτερικών δυνάμεων ασφαλείας της. Οι αμερικανικές μάχιμες μονάδες φέρουν πολλά βάρη εκτός από την προετοιμασία για έναν πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας -αλλά το ίδιο ισχύει και για την Κίνα. Η Κίνα μοιράζεται θαλάσσια ή χερσαία σύνορα με 19 χώρες, δέκα από τις οποίες έχουν εξελισσόμενες εδαφικές διαφορές με το Πεκίνο. Η περιπολία σε αυτά τα σύνορα βαλτώνει εκατοντάδες χιλιάδες Κινέζους στρατιώτες και εξαντλεί τουλάχιστον το ένα τέταρτο του στρατιωτικού προϋπολογισμού της Κίνας. Αν και η Κίνα θα είχε εντός έδρας πλεονέκτημα σε έναν πόλεμο στην Ανατολική Ασία, θα αντιμετώπιζε επίσης ένα πιο τρομακτικό σύνολο καθηκόντων. Σκεφτείτε μια σύγκρουση για την Ταϊβάν στην οποία η Κίνα θα χρειαστεί να καταλάβει και να ελέγξει έδαφος προκειμένου να κερδίσει, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει απλώς να αρνηθούν στην Κίνα αυτόν τον έλεγχο -μια πολύ πιο εύκολη αποστολή.

Δεδομένων αυτών των διαρκών πλεονεκτημάτων των ΗΠΑ, προέκυψε μια συναίνεση μεταξύ ειδικών στον αμυντικό τομέα για το πώς να αποτραπεί η Κίνα. Αντί να περιμένουν να ξεκινήσει ένας πόλεμος και στην συνέχεια να προωθήσουν ευάλωτα αεροπλανοφόρα στην Ανατολική Ασία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να εγκαταστήσουν ένα υψηλής τεχνολογίας «ναρκοπέδιο» στην περιοχή τοποθετώντας εκτοξευτές πυραύλων, ένοπλα drone, και αισθητήρες στη θάλασσα και σε συμμαχικό έδαφος κοντά Ακτή της Κίνας. Αυτά τα διάχυτα δίκτυα πυρομαχικών θα ήταν δύσκολο να τα εξουδετερώσει η Κίνα και δεν θα απαιτούσαν μεγάλες βάσεις ή φανταχτερές πλατφόρμες. Αντ' αυτού, θα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε σχεδόν οτιδήποτε επιπλέει ή πετά, συμπεριλαμβανομένων μεταποιημένων εμπορικών πλοίων, φορτηγίδων, και αεροσκαφών.

Οι αναλυτές της άμυνας έχουν διαλαλήσει αυτήν την προσέγγιση για περισσότερο από μια δεκαετία. Ωστόσο, ο στρατός των ΗΠΑ εξακολουθεί να βασίζεται σε μεγάλο αριθμό μεγάλων πολεμικών πλοίων και μαχητικών αεροσκαφών μικρής εμβέλειας που λειτουργούν από εκτεθειμένες βάσεις -ακριβώς τα είδη δυνάμεων που η Κίνα θα μπορούσε να καταστρέψει σε μια προληπτική αεροπορική και πυραυλική επίθεση. Για να χειροτερέψει τα πράγματα, η Ουάσιγκτον εξάγει αυτό το ελαττωματικό σύστημα στους συμμάχους της. Για παράδειγμα, οι αγορές μαχητικών αεροσκαφών F-16 και τανκς Abrams από την Ταϊβάν, έχουν εξαντλήσει κεφάλαια από τον στρατό του νησιού και τις επίγειες πυραυλικές δυνάμεις, την πρωταρχική άμυνά του ενάντια σε μια κινεζική αμφίβια επίθεση [4].