Το τέλος της εποχής Netanyahu | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τέλος της εποχής Netanyahu

Μπορεί ο νέος συνασπισμός του Ισραήλ να ξεπεράσει την κληρονομιά του;
Περίληψη: 

Ο Νετανιάχου ήταν ο μακροβιότερος ηγέτης του Ισραήλ και κυριάρχησε τόσο πολύ στην ισραηλινή πολιτική που ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα μπορούσε ποτέ κάποιος να τον αντικαταστήσει. Πράγματι, χρειάστηκαν τέσσερις εκλογές σε δύο χρόνια και η συνεργασία οκτώ κομμάτων της αντιπολίτευσης για να τον απομακρύνουν τελικά από το αξίωμα.

Ο MARTIN INDYK είναι διακεκριμένος συνεργάτης στο Council on Foreign Relations, πρώην Ειδικός Απεσταλμένος των ΗΠΑ για τις ισραηλινο-παλαιστινιακές διαπραγματεύσεις και συγγραφέας του επικείμενου βιβλίου με τίτλο Master of the Game: Henry Kissinger and the Art of Middle East Diplomacy.

Η 13η Ιουνίου 2021 σηματοδότησε το τέλος μιας εποχής στο Ισραήλ. Μετά από 12 χρόνια ως πρωθυπουργός, ο Βενιαμίν Νετανιάχου ψηφίστηκε να μείνει εκτός εξουσίας με την ελάχιστη διαφορά, 60 έναντι 59. Στην θέση του, το κοινοβούλιο επέλεξε μια κυβέρνηση συνασπισμού, με επικεφαλής τον συντηρητικό Naftali Bennett και τον κεντρώο Yair Lapid.

Ακόμη και εξαιρώντας την πρώτη, τριετή θητεία του ως πρωθυπουργός στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ο Νετανιάχου ήταν ο μακροβιότερος ηγέτης του Ισραήλ και κυριάρχησε τόσο πολύ στην ισραηλινή πολιτική που ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα μπορούσε ποτέ κάποιος να τον αντικαταστήσει. Πράγματι, χρειάστηκαν τέσσερις εκλογές σε δύο χρόνια και η συνεργασία οκτώ κομμάτων της αντιπολίτευσης για να τον απομακρύνουν τελικά από το αξίωμα. Η απαιτούμενη προσπάθεια αποτελεί απόδειξη των απαράμιλλων δεξιοτήτων επιβίωσής του σε ένα πολιτικό σύστημα που απαιτεί ατελείωτους ελιγμούς απλώς για να παραμείνει κάποιος στην θέση του.

21062021-1.jpg

Ο Βενιαμίν Νετανιάχου χαιρετά υποστηρικτές του στην Ιερουσαλήμ, τον Ιανουάριο του 2013. Miriam Alster / Flash90 / Redux
------------------------------------------------------

Ο Νετανιάχου θα είναι ο πρώτος που ισχυρίζεται ότι έκανε κάτι περισσότερο από το να επιβιώσει, και αυτό είναι αλήθεια. Οι τύπου Reagan πολιτικές του για τις ιδιωτικοποιήσεις, την απορρύθμιση, τις φορολογικές περικοπές, την περιστολή της γραφειοκρατίας, και τις μεταρρυθμίσεις του τραπεζικού τομέα έκαναν πολλά για να ενισχύσουν την οικονομική ανάπτυξη και να χρηματοδοτήσουν την άνοδο της ισραηλινής ατμομηχανής της υψηλής τεχνολογίας, παρόλο που αύξησαν την ανισότητα. Κατά την διάρκεια της διακυβέρνησής του δημιουργήθηκαν ένα εκατομμύριο νέες θέσεις εργασίας, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 50% και οι εξαγωγές διπλασιάστηκαν. Και παρόλο που αντιμετώπισε αρχικά άσχημα την διαχείριση της πανδημίας COVID-19, εξασφάλισε έναν εντυπωσιακό αριθμό εμβολίων και τα διένειμε γρήγορα.

Ο Νετανιάχου αξιοποίησε επίσης τις τεράστιες ικανότητες του Ισραήλ, την στρατιωτική δεινότητά του, και την φήμη του ως «έθνος startup» για έναν εξέχοντα ρόλο για την χώρα του στην παγκόσμια σκηνή. Οι σχέσεις με την Ινδία, την Κίνα, την Ρωσία, την Αφρική και την Λατινική Αμερική έχουν ανθίσει. Το ίδιο έκανε και η στρατηγική συνεργασία με τα αραβικά κράτη, ειδικά καθώς η απειλή για τους γείτονες του Ισραήλ από το Ιράν και το Ισλαμικό Κράτος (ή ISIS) φθίνει και καθώς η πίστη τους για την αξιοπιστία των Ηνωμένων Πολιτειών εξασθένησε. Αν και διέρρηξε τις σχέσεις του με την γειτονική Ιορδανία, το επίτευγμα του Νετανιάχου ήταν η εξομάλυνση των σχέσεων με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, το Σουδάν, και το Μαρόκο υπό την ομπρέλα των Συμφωνιών του Αβραάμ, που υπογράφηκαν το 2020.

Παρ’ όλα αυτά τα επιτεύγματα, με την πάροδο του χρόνου, ο Νετανιάχου έγινε πιο ναρκισσιστής, αλαζονικός, και παρανοϊκός. Αυτά ήταν τα ελαττώματα που οδήγησαν στην πτώση του και αυτό εξήγησε τις αποτυχίες του στις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Παλαιστινίους, αμφότερες τις οποίες αφήνει σε κακή κατάσταση. Τώρα, η νέα κυβέρνηση Bennett-Lapid, με την ισχνότατη πλειοψηφία της, είναι επιφορτισμένη με την αποκατάσταση της ζημιάς.

BYE-BYE, ΜΠΙΜΠΙ

Από νωρίς, ο Νετανιάχου ήταν πεπεισμένος ότι ο Τύπος ήταν εχθρός του. Ήταν αποφασισμένος να χειραγωγήσει το [πολιτικό] μήνυμα κερδίζοντας τον έλεγχο των μέσων ενημέρωσης, πείθοντας τον Αμερικανό δισεκατομμυριούχο Sheldon Adelson να ιδρύσει μια δωρεάν εφημερίδα για να μεταφέρει το μήνυμά του και χρησιμοποιώντας την θέση του ως Υπουργός Επικοινωνιών για να διαμορφώσει την κάλυψη της τηλεόρασης και του Διαδικτύου. Αυτή η εμμονή τον οδήγησε να καταχραστεί την εξουσία του και είχε ως αποτέλεσμα να παραπεμφθεί, το 2019, με κατηγορίες δωροδοκίας, διαφθοράς και παραβίασης της εμπιστοσύνης. Στην διαδικασία, ο Νετανιάχου κακομεταχειριζόταν τόσο το προσωπικό και τους συμβούλους του, ώστε τρεις από τους κοντινότερους βοηθούς του να καταθέσουν εναντίον του σε αυτή την δίκη.

Παρόμοια συμπεριφορά έστρεψε εναντίον του και τους πολιτικούς του εταίρους. Κατά ειρωνικό τρόπο, αν και ο Νετανιάχου πέτυχε το να χρησιμοποιήσει την λαϊκιστική του ελκυστικότητα για να οδηγήσει την ισραηλινή πολιτεία προς τα δεξιά, η πολιτική του ήταν τόσο διχαστική που κατάφερε να διχάσει την βάση του. Τελικά, τρία δεξιά κόμματα συμμετείχαν στην προσπάθεια να τον ρίξουν. Στις ολοένα και πιο απεγνωσμένες προσπάθειές του να εξασφαλίσει την πλειοψηφία, έφερε νέους παίκτες στο πολιτικό προσκήνιο, νομιμοποιώντας ακροδεξιούς Εβραίους εξτρεμιστές και το Ra’am, ένα αραβικό ισλαμικό κόμμα που είχε προηγουμένως περιθωριοποιήσει μαζί με τα άλλα αραβικά πολιτικά κόμματα. Στην διαδικασία αυτή, ο Νετανιάχου σχεδίασε την δική του πτώση: πρώτα, οι Εβραίοι εξτρεμιστές άσκησαν βέτο σε μια κυβέρνηση στην οποίαν θα συμμετείχαν Άραβες˙ μετά, οι μόλις νομιμοποιημένοι Άραβες Ισλαμιστές εντάχθηκαν στον συνασπισμό εναντίον του. Ήταν μια κλασική ιστορία ύβρης.

Τα ίδια αυτοκαταστροφικά ένστικτα κατέστρεψαν τις σχέσεις του Νετανιάχου με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την σημαντικότερη πηγή στήριξης του Ισραήλ, χωρίς την υποστήριξη των οποίων κανένα από τα επιτεύγματά του στην παγκόσμια σκηνή δεν θα ήταν δυνατό. Η διασφάλιση της δικομματικής υποστήριξης [στις ΗΠΑ] ήταν η προσεκτικά καλλιεργημένη προσέγγιση όλων των προηγούμενων Ισραηλινών πρωθυπουργών. Όμως, καθώς η πολιτική των ΗΠΑ έγινε πιο πολωμένη, ο Νετανιάχου επέλεξε σκόπιμα να συμπαραταχθεί με τους Ρεπουμπλικάνους και τους ευαγγελικούς και ορθόδοξους Εβραίους ψηφοφόρους τους. Έκρινε τους φιλελεύθερους Εβραίους, που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της αμερικανικής εβραϊκής κοινότητας και είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του Δημοκρατικού Κόμματος, ως αναξιόπιστους. Έτσι τους εγκατέλειψε.