Το αναδυόμενο Δόγμα Biden | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το αναδυόμενο Δόγμα Biden

Δημοκρατία, αυταρχισμός, και η καθοριστική σύγκρουση της εποχής μας
Περίληψη: 

Ο Μπάιντεν υποστήριξε επανειλημμένα ότι ο κόσμος έχει φτάσει σε ένα «σημείο καμπής» που θα καθορίσει εάν αυτός ο αιώνας σηματοδοτεί μια άλλη εποχή δημοκρατικής κυριαρχίας ή μια εποχή αυταρχικής κυριαρχίας.

Ο HAL BRANDS είναι διακεκριμένος καθηγητής Παγκόσμιων Υποθέσεων στην έδρα Henry A. Kissinger στην Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σπουδών Johns Hopkins, ανώτερος συνεργάτης στο American Enterprise Institute και αρθρογράφος του Bloomberg Opinion.

Στο πρόσφατο ταξίδι του στην Ευρώπη, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επανέλαβε εμφατικά το καθοριστικό θέμα της εξωτερικής πολιτικής του. Ο αμερικανο-κινεζικός ανταγωνισμός, είπε, είναι μέρος ενός ευρύτερου «ανταγωνισμού με αυταρχικούς» για το «εάν οι δημοκρατίες μπορούν να ανταγωνιστούν … στον ταχέως μεταβαλλόμενο εικοστό πρώτο αιώνα». Δεν ήταν μια ρητορική επισήμανση. Ο Μπάιντεν υποστήριξε επανειλημμένα ότι ο κόσμος έχει φτάσει σε ένα «σημείο καμπής» που θα καθορίσει εάν αυτός ο αιώνας σηματοδοτεί μια άλλη εποχή δημοκρατικής κυριαρχίας ή μια εποχή αυταρχικής κυριαρχίας. Οι αυριανοί ιστορικοί, ο ίδιος έχει προβλέψει, θα «κάνουν τις διδακτορικές διατριβές τους σχετικά με το ζήτημα του ποιος πέτυχε: ο αυταρχισμός ή η δημοκρατία;».

30062021-1.jpg

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, τότε υποψήφιος των Δημοκρατικών για την προεδρία, στο Γουίλμινγκτον του Ντέλαγουερ, τον Οκτώβριο του 2020. Brian Snyder / TPX Images of the Day / Reuters
------------------------------------------------------------------

Ο Μπάιντεν δεν έβλεπε πάντα τον κόσμο με αυτόν τον τρόπο. Το 2019, χλεύασε την πρόταση ότι η Κίνα ήταν σοβαρός ανταγωνιστής, πόσω μάλλον η ηγετική αιχμή μιας ιδεολογικής πρόκλησης που θα αφήσει εποχή. Αλλά ο ισχυρισμός του ότι η κεντρική σύγκρουση της εποχής μας είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ δημοκρατικών και αυταρχικών συστημάτων διακυβέρνησης φαίνεται γνήσιος και έχει βαθιές επιπτώσεις στην εξωτερική πολιτική και την γεωπολιτική των ΗΠΑ.

Για την διοίκηση Μπάιντεν, η ιδέα αποτυπώνει αυτό που καθοδηγεί τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με τους κύριους αντιπάλους τους και το τι διακυβεύεται. Συνδέει τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων με την αναζωογόνηση της αμερικανικής δημοκρατίας και την καταπολέμηση των διεθνικών πληγών, όπως η διαφθορά και η COVID-19. Και εστιάζει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια πραγματικά υψηλή στρατηγική οχύρωσης του δημοκρατικού κόσμου ενάντια στις πιο σοβαρές απειλές που αντιμετώπισε μέσα σε γενιές.

Το ερώτημα είναι εάν η διοίκηση μπορεί τώρα να μετατρέψει αυτό το όραμα σε πραγματικότητα. Ο Μπάιντεν έχει εντοπίσει [1] την καθοριστική στρατηγική πρόκληση του 21ου αιώνα, αλλά τα προβλήματα -τόσο τα εγγενή όσο και τα αυτοδημιούργητα- είναι ήδη αποθαρρυντικά.

ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΥΤΑΡΧΙΣΜΟ

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ίσως να έχει στρέψει την Ουάσινγκτον στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων [2], αλλά ο Μπάιντεν έθεσε αυτό το ζήτημα σε ένα ευρύτερο στρατηγικό πλαίσιο. Μέχρι να εκδηλωθεί η πανδημία, ο Τραμπ έμοιαζε συχνά να βλέπει τον αμερικανο-κινεζικό ανταγωνισμό κυρίως ως μάχη για τους όρους του εμπορίου. Αντίθετα, ο Μπάιντεν θεωρεί ότι ο ανταγωνισμός αποτελεί μέρος μιας «θεμελιώδους συζήτησης» μεταξύ εκείνων που πιστεύουν ότι «ο αυταρχισμός είναι ο καλύτερος δρόμος» και εκείνων που πιστεύουν ότι «η δημοκρατία πρόκειται και πρέπει να επικρατήσει».

Η κοινότητα των δημοκρατικών εθνών αντιμετωπίζει τρεις αλληλένδετες προκλήσεις. Η πρώτη είναι η απειλή από τις αυταρχικές δυνάμεις -την Ρωσία [3] και ιδιαίτερα την Κίνα [4]. Αυτές οι χώρες αμφισβητούν την αμερικανική ισχύ σε όλο τον κόσμο και απειλούν δημοκρατικά έθνη από την Ανατολική Ευρώπη έως το Στενό της Ταϊβάν [5]. Ωστόσο, η πρόκληση που θέτουν είναι τόσο ιδεολογική όσο και γεωπολιτική. Διαφορετικά μοντέλα τάξης εγχωρίως παράγουν διαφορετικά οράματα τάξης στο εξωτερικό: η Ρωσία και η Κίνα θέλουν να αποδυναμώσουν, να κατακερματίσουν και να αντικαταστήσουν το υπάρχον διεθνές σύστημα, επειδή οι θεμελιώδεις φιλελεύθερες αρχές του είναι αντίθετες με τις ανελεύθερες εγχώριες πρακτικές τους. Ο κίνδυνος, λοιπόν, είναι ότι η Μόσχα και το Πεκίνο θα κάνουν τον κόσμο ασφαλή για τον αυταρχισμό με τρόπους που θα τον καθιστούν ανασφαλή για την δημοκρατία.

Η Ρωσία χρησιμοποιεί κυβερνοεπιθέσεις και παραπληροφόρηση για να εξουδετερώσει τις δημοκρατίες και να στρέψει τους πολίτες τους τον έναν εναντίον του άλλου, την ώρα που οι φιλελεύθερες κοινωνίες έχουν γίνει όλο και περισσότερο φυλετικές και πολωμένες. Η Κίνα χρησιμοποιεί την δύναμή της στην αγορά για να τιμωρήσει την κριτική [6] -δηλαδή, την ελευθερία του λόγου- σε προηγμένες δημοκρατίες από την Ευρώπη έως την Αυστραλία˙ παρέχει στους αυταρχικούς του κόσμου τα εργαλεία και τις τεχνικές καταστολής˙ και ξαναγράφει τους κανόνες των διεθνών οργανισμών για να προστατεύσει και ακόμη και να δώσει προνόμια στον αυταρχισμό. Πιο απειλητικά, το Πεκίνο πραγματοποιεί τεράστιες δαπάνες σε τεχνολογίες, όπως οι τηλεπικοινωνίες 5G και η τεχνητή νοημοσύνη, με σκοπό να διαδώσει την αυταρχική επιρροή της Κίνας και να την προωθήσει πέρα από τους δημοκρατικούς αντιπάλους της. Η ουσία είναι ότι ένας κόσμος υπό την ηγεσία εξουσιοδοτημένων, επιθετικών αυταρχικών θα είναι, όπως προειδοποίησε ο πρόεδρος Φράνκλιν Ρούσβελτ, ένας «άθλιος και επικίνδυνος τόπος» για όσους εκτιμούν την ελευθερία.

Η δεύτερη απειλή προέρχεται από διεθνή προβλήματα που προσδίδουν πρόσθετη βαρύτητα σε έναν ανταγωνισμό συστημάτων. Η [ασθένεια] COVID-19 δεν είναι απλώς μια πανδημία που συμβαίνει μια φορά σ’ έναν αιώνα˙ είναι μια αμφισβήτηση στην ιδέα [7] ότι οι δημοκρατίες μπορούν να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στους πιο πιεστικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι πολίτες της. Η διασυνοριακή διαφθορά δεν αποτελεί απλώς απειλή για την χρηστή διακυβέρνηση˙ είναι ένα κακό που η Μόσχα, το Πεκίνο και άλλοι αυταρχικοί εκμεταλλεύονται για να επεκτείνουν την κυριαρχία τους και να αποδυναμώσουν τους αντιπάλους τους. Το χάσμα μεταξύ του ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων και των διεθνών θεμάτων είναι τεχνητό: οι δημοκρατίες δεν θα κερδίσουν τον πρώτο χωρίς να αντιμετωπίσουν τα δεύτερα.