Μπορεί να κρατήσει το νέο πολιτικό κέντρο του Ισραήλ; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μπορεί να κρατήσει το νέο πολιτικό κέντρο του Ισραήλ;

Ο Νετανιάχου είναι εκτός, αλλά η κρίση που τροφοδότησε παραμένει
Περίληψη: 

Τα τελευταία χρόνια οι Ισραηλινοί έβαλαν το παλαιστινιακό ζήτημα σε δεύτερη μοίρα. Σε βαθμό που μπορεί να εκπλήξει τους διεθνείς παρατηρητές, η εσωτερική συζήτηση στο Ισραήλ έχει επικεντρωθεί όλο και περισσότερο στον χαρακτήρα και την ταυτότητα της χώρας.

Ο YOHANAN PLESNER είναι πρόεδρος του Israel Democracy Institute στην Ιερουσαλήμ. Προηγουμένως διετέλεσε μέλος της Knesset από το 2007 έως το 2013.

Μέχρι τον πρόσφατο σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης συνασπισμού, το πολιτικό σύστημα του Ισραήλ -και μαζί του ολόκληρη η χώρα- είχε περάσει τα τελευταία δύο χρόνια σε κατάσταση παράλυσης. Τέσσερις μη αποφασιστικές εκλογές και επανειλημμένες αποτυχίες σχηματισμού σταθερών κυβερνήσεων είχαν αφήσει κενές ανώτερες θέσεις του υπουργικού συμβουλίου και θέσεις στην δημόσια διοίκηση, έβαλαν στην αναμονή τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό πολιτικής, και άφησαν το Ισραήλ χωρίς εγκεκριμένο προϋπολογισμό εν μέσω μιας από τις χειρότερες κρίσεις στον τομέα της υγείας και της οικονομίας στην 73χρονη ιστορία του. Το πιο ανησυχητικό, η εκρηκτική κλιμάκωση στη μακροχρόνια σύγκρουση του Ισραήλ με την Χαμάς τον Μάιο, έτυχε διαχείρισης από μια προσωρινή κυβέρνηση με επικεφαλής έναν αναπληρωτή πρωθυπουργό.

14072021-1.jpg

Μια σκηνή του δρόμου αντανακλάται σε αφίσα της προεκλογικής εκστρατείας που απεικονίζει τον πρώην πρωθυπουργό του Ισραήλ, Βενιαμίν Νετανιάχου, στο Τελ Αβίβ, τον Φεβρουάριο του 2020. Corinna Kern / Reuters
---------------------------------------------------------------

Ενώ το άνευ προηγουμένου θέαμα του ισχυρού, μακροχρόνιου πρωθυπουργού του Ισραήλ, Βενιαμίν Νετανιάχου, να δικάζεται για διαφθορά επιδείνωσε αναμφίβολα την αναταραχή, οι βασικές αιτίες της κρίσης περιλαμβάνουν την εμβάθυνση των κοινωνικών διχασμών που βοήθησαν να αποκαλυφθούν οι ανεπάρκειες της συνταγματικής δομής του Ισραήλ. Παρά την απομάκρυνση του Νετανιάχου (αυτός και η οικογένειά του εγκατέλειψαν τελικά την επίσημη κατοικία του Ισραηλινού πρωθυπουργού στις 11 Ιουλίου, σχεδόν έναν μήνα μετά την δημιουργία της νέας κυβέρνησης), τα περισσότερα από αυτά τα θέματα παραμένουν άλυτα και όλα απαιτούν δύσκολες αλλά απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Η πραγματοποίηση αυτών των μεταρρυθμίσεων πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα για τους νέους ηγέτες του Ισραήλ.

Αυτό δεν θα είναι εύκολο. Η κυβέρνηση με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Naftali Bennett και τον συνεργάτη του στον συνασπισμό, τον υπουργό Εξωτερικών Yair Lapid (ο οποίος πρόκειται να γίνει πρωθυπουργός το 2023), αντιμετωπίζει μια άνευ προηγουμένου κατάσταση: έναν πρώην πρωθυπουργός (τώρα ηγέτη της αντιπολίτευσης) που δικάζεται για κατηγορίες διαφθοράς ο οποίος, αντί να παραιτηθεί για να καθαρίσει το όνομά του στο δικαστήριο, είχε την τάση να προσκολληθεί στην εξουσία με οποιοδήποτε κόστος προκειμένου να διεξαγάγει πόλεμο στο δικαστικό σύστημα από τον πιο ισχυρό θώκο στην χώρα. Ο παράγων Νετανιάχου έχει πολώσει τόσο την ισραηλινή πολιτική που στις πιο πρόσφατες εκλογές το παραδοσιακό χάσμα δεξιάς-κέντρου-αριστεράς έδωσε την θέση του σε μια ευθυγράμμιση των υποψηφίων σε στρατόπεδα «υπέρ Bibi» και «κατά Bibi» [στμ: Bibi είναι το παρωνύμιο του Βενιαμίν Νετανιάχου]. Σε αυτό το παράξενο νέο τοπίο, οι δεξιοί υποστηρικτές όπως ο Avigdor Lieberman και ο Gideon Saar ένωσαν τις δυνάμεις τους με το αριστερό ισραηλινό Εργατικό Κόμμα και το κόμμα Meretz για να απομακρύνουν τον Νετανιάχου από το αξίωμα. Για αρκετές συγκεχυμένες εβδομάδες, το Ra'am -ένα ισλαμικό κόμμα με δεσμούς με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα- φάνηκε να προσφέρει στο μπλοκ του Νετανιάχου την καλύτερη ελπίδα του να σχηματίσει συνασπισμό, προτού τελικά συμφωνήσει να ενταχθεί στην κυβέρνηση Bennett-Lapid.

Μια κοινή περιφρόνηση για τον Νετανιάχου ήταν η εγγύτερη αιτία για αυτές τις συμμαχίες ευκολίας. Αλλά παραμένουν οι βαθύτερες διαφωνίες σχετικά με το θεμελιώδες ζήτημα της ταυτότητας του Ισραήλ και θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τη νέα κυβέρνηση να θεραπεύσει αυτά τα ρήγματα. Εν τω μεταξύ, ωστόσο, υπάρχουν μέτρα που μπορεί να λάβει τα οποία θα επανέφεραν κάποια σταθερότητα στην ισραηλινή διακυβέρνηση και θα οικοδομούσαν την εμπιστοσύνη του κοινού. Υπό τον Νετανιάχου, δεν υπήρχε ελπίδα να αντιμετωπιστούν τα θεμελιώδη ζητήματα της ισραηλινής πολιτικής. Η πολιτική του επιβίωση εξαρτιόταν από την διαίρεση και την πόλωση. Και, στην πραγματικότητα, παραμένει ασαφές εάν οποιαδήποτε κυβέρνηση μπορεί να προωθήσει το είδος της ενότητας που η χώρα χρειάζεται απεγνωσμένα. Αυτή η κυβέρνηση, τουλάχιστον, έχει την ευκαιρία να αρχίσει να προσπαθεί.

ΜΕΤΑΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΡΗΓΜΑΤΑ

Όπως έχουν σημειώσει μελετητές όπως ο Micah Goodman, οι πηγές της πολιτικής διαίρεσης στο Ισραήλ έχουν αλλάξει κατά την διάρκεια των δεκαετιών. Στα χρόνια αμέσως μετά την ανεξαρτησία του Ισραήλ το 1948, οι περισσότερες διαφωνίες αφορούσαν σε κοινωνικοοικονομικά ζητήματα. Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967, ο πολιτικός λόγος εξελίχθηκε σε μια ιδεολογική συζήτηση για τους οικισμούς και το μέλλον της Δυτικής Όχθης. Στην συνέχεια, στα πρώτα χρόνια αυτού του αιώνα, αφότου η αποτυχία των συμφωνιών του Camp David να επιφέρει μια τελική ειρηνευτική συμφωνία προκάλεσε μια αιματηρή εξέγερση, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Αριέλ Σαρόν επέλεξε να αποσύρει όλους τους Ισραηλινούς εποίκους από την Λωρίδα της Γάζας, ενώ χρησιμοποίησε την πλήρη ισχύ των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων και την κατασκευή ενός φράγματος ασφαλείας για να μειώσει τις παλαιστινιακές τρομοκρατικές επιθέσεις. Αυτά τα βήματα είχαν ως αποτέλεσμα να οδηγήσουν το Παλαιστινιακό ζήτημα στο παρασκήνιο.