Η συναίνεση της Μέρκελ θα συνεχιστεί | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η συναίνεση της Μέρκελ θα συνεχιστεί

Η Γερμανία αποκτά νέο καγκελάριο αλλά κρατά την ίδια παλιά εξωτερική πολιτική
Περίληψη: 

Ανεξάρτητα από το ποιος θα γίνει καγκελάριος, η επόμενη κυβέρνηση θα είναι ένας συνασπισμός σφυρηλατημένος μέσω συμβιβασμών στις διαπραγματεύσεις που ξεκινούν μόλις τώρα. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση είναι απίθανο να αποκλίνει δραματικά από τις κεντρώες πολιτικές του μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών που κυβέρνησε την Γερμανία για 12 από τα 16 χρόνια της καγκελαρίου της Μέρκελ, απογοητεύοντας εκείνους που ήλπιζαν για μια νέα προσέγγιση στην ευρωζώνη ή στα αυταρχικά κράτη όπως η Κίνα.

Ο HANS KUNDNANI είναι διευθυντής του Europe Program στο Chatham House.

Το τέλος της εποχής της Άνγκελα Μέρκελ θεωρείται ευρέως ως μια στιγμή αλλαγής. Οι υποστηρικτές της απερχόμενης Γερμανίδας καγκελαρίου φοβούνται το τέλος της σταθερότητας που πιστεύουν ότι δημιούργησε και, ίσως, τη μείωση της ισχύος της Γερμανίας -εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πέρα από αυτήν- για την οποία θεωρούν ότι απορρέει από την προσωπική της επιρροή και το ανάστημά της. Οι επικριτές της Μέρκελ, αντίθετα, ελπίζουν ότι η Γερμανία θα κάνει επιτέλους τις μεταρρυθμίσεις τις οποίες την κατηγορούν ότι παραμέλησε κατά την διάρκεια της θητείας της -για παράδειγμα, επενδύοντας για να γίνει η Γερμανία zukunftsfähig, ή «αειφόρος», και προσαρμόζοντας την γερμανική εξωτερική πολιτική σε μια εποχή οξυμένου ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων.

29092021-1.jpg

Η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, στο τέλος της προεκλογικής εκστρατείας στο Μόναχο της Γερμανίας, τον Σεπτέμβριο του 2021. Steffen Boettcher / laif / Redux
-----------------------------------------------

Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι είναι πιθανό να αλλάξουν λιγότερα από όσα η κάθε πλευρά ελπίζει ή φοβάται. Οι εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου έδωσαν ένα ασαφές αποτέλεσμα: οι Σοσιαλδημοκράτες έλαβαν μόλις κάτω από το 26% των ψήφων και οι Χριστιανοδημοκράτες λίγο περισσότερο από το 24%. Ο νέος καγκελάριος θα είναι είτε ο Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς είτε ο Χριστιανοδημοκράτης Αρμίν Λασέτ, αμφότεροι οι οποίοι έχουν υποσχεθεί την συνέχιση του Μερκελισμού και μάλιστα προσπάθησαν να μιμηθούν το ύφος της Μέρκελ. Αμφότεροι είναι κεντρώες φιγούρες στα δικά τους κόμματα και τους διακρίνουν λίγα πράγματα.

Ανεξάρτητα από το ποιος θα γίνει καγκελάριος, η επόμενη κυβέρνηση θα είναι ένας συνασπισμός -πιθανότατα αποτελούμενος από τρία κόμματα για πρώτη φορά από το 1957- σφυρηλατημένος μέσω συμβιβασμών στις διαπραγματεύσεις που ξεκινούν μόλις τώρα. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση είναι απίθανο να αποκλίνει δραματικά από τις κεντρώες πολιτικές του μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών που κυβέρνησε την Γερμανία για 12 από τα 16 χρόνια της καγκελαρίου της Μέρκελ. Αν και θα υπάρξουν κάποιες αλλαγές στην εσωτερική πολιτική ανάλογα με το αν ο επόμενος συνασπισμός θα ηγηθεί από τον Scholz ή τον Laschet, η γερμανική εξωτερική πολιτική δεν θα αλλάξει πολύ. Εν ολίγοις, η συναίνεση της Μέρκελ είναι πιθανό να διατηρηθεί μετά τη Μέρκελ -απογοητεύοντας εκείνους που ήλπιζαν για μια νέα προσέγγιση στην ευρωζώνη ή στα αυταρχικά κράτη όπως η Κίνα.

ΠΕΡΙΣΤΡΟΦΕΣ ΚΑΙ ΕΙΚΑΣΙΕΣ

Κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας της το 2013, όταν ήταν ήδη στην εξουσία επί οκτώ χρόνια, η Μέρκελ κατέβηκε με το σύνθημα «Με ξέρεις». Η Μέρκελ είναι τώρα καγκελάριος για 16 χρόνια, περισσότερα από οποιονδήποτε από τους προκατόχους της, εκτός από τον Χέλμουτ Κολ. Ωστόσο, οι Γερμανοί ψηφοφόροι δεν την γνωρίζουν πραγματικά. Μια ασυνήθιστα μη επικοινωνιακή πολιτικός, της οποίας το στυλ συγκρίνεται μερικές φορές με εκείνο ενός μονάρχη, η Μέρκελ έχει κάνει λίγες προσπάθειες για να δικαιολογήσει ή έστω και να εξηγήσει τις πολιτικές της, τις οποίες είναι γνωστή για το ότι τις παρουσιάζει ως alternativlos, δηλαδή «χωρίς εναλλακτική».

Το πολιτικό στυλ της Μέρκελ φαίνεται να έχει προκύψει από τα παιδικά της χρόνια στην Ανατολική Γερμανία, όπου «έμαθε να σιωπά», όπως είπε κάποτε σε μια συνέντευξή της. Μεγαλώνοντας σε ένα θεολογικό σχολείο σε μια μικρή πόλη 50 μίλια βόρεια του Βερολίνου, όπου ο πατέρας της ήταν εφημέριος, η Μέρκελ έμαθε από νωρίς να προσέχει τι λέει έξω από τον «προστατευμένο παράδεισο» της οικογένειάς της, όπως είπε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Stefan Kornelius σε μια εγκεκριμένη βιογραφία της. «Το μυστήριο που είναι η Μέρκελ έχει τις ρίζες του σε εκείνη την καταδικασμένη δημοκρατία», έγραψε.

Η Μέρκελ φαίνεται να έχει δημιουργήσει εκ νέου αυτόν τον «προστατευμένο παράδεισο» στην καγκελαρία στο Βερολίνο, όπου έχει έναν στενό κύκλο αξιόπιστων και πιστών συμβούλων. Όταν οι αναφορές για τη Μέρκελ ή οι αναλύσεις των θέσεών της βασίζονται σε πληροφορίες από αυτούς τους συμβούλους, τείνουν να αντικατοπτρίζουν αυτό που η Μέρκελ θέλει να πιστεύουν οι άνθρωποι ότι σκέφτεται. Όταν οι αναφορές ή οι αναλύσεις βασίζονται σε πληροφορίες από άτομα εκτός αυτού του στενού κύκλου, συχνά αντικατοπτρίζουν τις απόψεις των συγγραφέων τους, προβαλλόμενες σε εκείνην. Με άλλα λόγια, πολλά από αυτά που γράφονται για τη Μέρκελ είναι είτε περιστροφές είτε εικασίες.

Οι αναφορές για τη Μέρκελ βασίζονται επίσης συχνά σε αυτά που λέει και όχι σε αυτά που κάνει. Ένα καλό παράδειγμα αυτού, συνέβη μετά την εκλογή του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ το 2016, όταν ορισμένοι αναλυτές και μέλη των μέσων ενημέρωσης κήρυξαν τη Μέρκελ νέα «ηγέτη του ελεύθερου κόσμου» -για παράδειγμα, όχι επειδή η Γερμανία αποφάσισε ξαφνικά να παρέχει εγγυήσεις ασφάλειας σε άλλες δημοκρατίες όπως έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου αλλά με βάση την δήλωση της καγκελαρίου ως απάντηση στη νίκη του Τραμπ. «Η Γερμανία και η Αμερική συνδέονται με τις αξίες της δημοκρατίας, της ελευθερίας, και του σεβασμού στους νόμους και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, ανεξάρτητα από την καταγωγή, το χρώμα του δέρματος, την θρησκεία, το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, ή τις πολιτικές απόψεις», είπε, προσθέτοντας ότι «προσφέρω στον επόμενο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών στενή συνεργασία με βάση αυτές τις αξίες». Αυτή η σχετικά ανώδυνη δήλωση κατάφερε να επιβεβαιώσει σε πολλούς, ιδιαίτερα στους Δημοκρατικούς στις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι η Μέρκελ ήταν το αντίθετο του Τραμπ.