Η επικοινωνιακή αποτυχία στην COVID | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επικοινωνιακή αποτυχία στην COVID

Πώς να διορθωθεί η μηνυματοδότηση της δημόσιας υγείας

Οι καταστάσεις έκτακτης ανάγκης για την δημόσια υγεία σπάνια είναι τόσο βιαστικές ώστε ένας τέτοιος απλός έλεγχος να είναι αδύνατος. Οι αρμόδιοι αξιωματούχοι στον τομέα της υγείας έχουν προετοιμάσει γενικά μηνύματα για τα είδη έκτακτης ανάγκης που μπορούν να περιμένουν να αντιμετωπίσουν. Έχουν άτομα έτοιμα να δοκιμάσουν μηνύματα προσαρμοσμένα σε συγκεκριμένες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας βασίζονται τακτικά σε εταίρους στις κοινότητες για να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν και να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες της εκάστοτε κοινότητας. Αυτοί οι συνεργάτες μπορούν να βοηθήσουν στην δοκιμή και την παράδοση μηνυμάτων κάτω από όλες τις πλέον σοβαρές συνθήκες.

Αν οι ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι επικοινωνούσαν καλύτερα, ίσως να είχαν αλλάξει την πορεία της πανδημίας. Για να δημιουργήσουμε μια πορεία προς τα εμπρός, είναι χρήσιμο να ανατρέξουμε στο πώς η κακή επικοινωνία μπέρδεψε και αποξένωσε μεγάλο μέρος του κοινού.

ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΙΣΩ

Ορισμένοι αξιωματούχοι στον τομέα της υγείας συνειδητοποίησαν από νωρίς ότι η πανδημία θα μπορούσε να είναι ένα από τα μεγάλα γεγονότα του αιώνα. Στις 24 Ιανουαρίου 2020, παρακολούθησα μια συνάντηση του Εθνικού Συμβουλευτικού Συμβουλίου Επιστημών για τη Βιοασφάλεια (National Science Advisory Board for Biosecurity), το οποίο συμβουλεύει τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας για βιολογικές έρευνες με στρατιωτικές εφαρμογές. Οι ειδικοί εκεί παραδέχθηκαν ότι η COVID-19 θα μπορούσε να αποτελέσει σοβαρή απειλή, ειδικά εάν ο ιός αποδειχθεί μεταδοτικός μεταξύ ασυμπτωματικών ατόμων, όπως διαπιστώθηκε σύντομα. Ήξεραν ότι ο ιός μπορούσε να φτάσει παντού και να μολύνει τους πάντες. Οι πληροφορίες εξαπλώθηκαν γρήγορα μεταξύ ιατρικών ερευνητών και επιδημιολόγων, οι οποίοι άρχισαν να εργάζονται για εμβόλια και θεραπείες.

Ωστόσο, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν έδωσαν μια συνεκτική περιγραφή του ανερχόμενου κινδύνου σε όλους τους άλλους. Πολλοί άνθρωποι θα μπορούσαν να είχαν αλλάξει τα ταξιδιωτικά τους σχέδια, να μετακινούσαν συγγενείς από ομαδικές εγκαταστάσεις διαβίωσης, ή να είχαν προμηθευτεί ιατρικά εφόδια εάν τους είχαν πει την σοβαρότητα της απειλής. Μόνο να αναρωτηθεί μπορεί κανείς για το πόσο διαφορετικές θα ήταν οι ζωές των ανθρώπων αν οι αξιωματούχοι είχαν μοιραστεί αυτό που γνώριζαν.

Νωρίς, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχασε μια μεγάλη ευκαιρία για να περιορίσει την εξάπλωση του ιού όταν παρείχε αντικρουόμενους ισχυρισμούς σχετικά με την αποτελεσματικότητα της μάσκας προσώπου. Πρώτα, οι αξιωματούχοι είπαν ότι οι μάσκες ήταν άχρηστες, στην συνέχεια ότι ήταν κοινωνικά υποχρεωτικές. Οι αξιωματούχοι χρησιμοποίησαν τον όρο «μάσκα προσώπου» αδέξια. Θα έπρεπε να έχουν δημιουργήσει ένα τυπικό σύνολο όρων διαισθητικά σημαντικών. Η απλή διάκριση μεταξύ «νοσοκομειακού βαθμού» και «οικιακού» θα μπορούσε να βοηθήσει. Οι αξιωματούχοι θα έπρεπε στην συνέχεια να εξηγήσουν πώς λειτουργούσαν οι διαφορετικές μάσκες, με κάτι τόσο απλό όπως η περιγραφή των ινών σε μια οικιακή μάσκα που να έχει «αρκετά μικρές οπές για να πιάσουν τα σταγονίδια από βήχα, αλλά όχι τα πολύ λεπτότερα σωματίδια αερολύματος που εκπνέουν οι άνθρωποι».

Μια ανησυχητική πιθανότητα είναι ότι οι ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι κάλυψαν την αλήθεια σχετικά με την αποτελεσματικότητα της μάσκας προσώπου για να διασφαλίσουν ότι θα υπάρχουν επαρκείς μάσκες για τους εργαζόμενους στην πρώτη γραμμή. Εάν αυτή η απόκρυψη είναι αληθινή ή θεωρηθεί αληθινή, η εμπιστοσύνη του κοινού στην κυβέρνηση θα μπορούσε, και ίσως πρέπει, να πληγεί. Μια ηθική έκκληση μπορεί να έπειθε τους περισσότερους ανθρώπους να ακολουθήσουν ένα μήνυμα όπως «χρησιμοποιήστε φτιαγμένες στο σπίτι μάσκες, ώστε οι εργαζόμενοι της πρώτης γραμμής να μπορούν να χρησιμοποιούν εκείνες με νοσοκομειακό βαθμό». Ένα ικανό πρόγραμμα επικοινωνιών θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει και αξιολογήσει αυτό το μήνυμα.

Την άνοιξη του 2020, πολλοί άνθρωποι αποδέχθηκαν τον βασισμένο σε μοντέλα ισχυρισμό ότι ένα lockdown θα «ισοπέδωσε την καμπύλη» και θα κρατούσε τα νοσοκομεία από το να κατακλυστούν. Ωστόσο, ελάχιστη προσπάθεια έγινε για να εξηγηθεί η λογική αυτού του υπολογισμού και οι περιορισμοί του. Σε ορισμένες πολιτείες, οι αξιωματούχοι έκλεισαν ό, τι μπορούσαν, επικαλούμενοι την ασαφή φράση «λόγω μεγάλης προφύλαξης», εκτός από τον αμφίσημα καθορισμένο τομέα των «βασικών υπηρεσιών». Τόσο στην αντίληψη όσο και στην πραγματικότητα [3], αυτές οι πολιτικές άφησαν ανοιχτούς χώρους που θα έπρεπε να ήταν κλειστοί και κλειστούς χώρους που θα μπορούσαν να είχαν μείνει ανοιχτοί.

Οι αξιωματούχοι ισχυρίστηκαν ότι «ακολουθούν την επιστήμη». Χωρίς να επιδείξουν την επιστήμη, όμως, άφησαν μερικούς ανθρώπους να αισθάνονται ότι η ζωή τους διακόπηκε χωρίς καλό λόγο και άλλοι άνθρωποι αισθάνονταν ότι έμειναν άσκοπα εκτεθειμένοι στον κίνδυνο [4]. Οι αποφάσεις για ξανάνοιγμα συχνά δεν εξηγήθηκαν καλύτερα. Αν οι αξιωματούχοι είχαν δοκιμάσει μηνύματα που εξηγούσαν τις αποφάσεις τους, θα μπορούσαν να έχουν ικανοποιήσει το δικαίωμα του κοινού να γνωρίζει. Ίσως επίσης να ανακάλυψαν ότι ορισμένες από τις εξηγήσεις τους δεν άντεχαν σε σοβαρή εξέταση, κι αυτό ενδεχομένως να τους ώθησε να αλλάξουν τις πολιτικές τους για το ξανάνοιγμα και να προστατεύσουν την δημόσια υγεία με το ελάχιστο δημόσιο κόστος.