Γιατί απέτυχε η κλιματική πολιτική | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί απέτυχε η κλιματική πολιτική

Και πώς οι κυβερνήσεις μπορούν να τα πάνε καλύτερα

Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ορισμένες χώρες έχουν ξεπεράσει το Παρίσι στις εσωτερικές τους δεσμεύσεις. Πολλές στοχεύουν σε μηδενικές καθαρές εκπομπές μέχρι τα μέσα του αιώνα ή λίγο αργότερα. Πρόκειται για χαλαρές δεσμεύσεις, ωστόσο, που στερούνται δεσμευτικής διεθνούς συμφωνίας και πραγματικών μηχανισμών πολιτικής που θα είναι απαραίτητοι για την εφαρμογή τους. Η διοίκηση του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, για παράδειγμα, έχει υποσχεθεί βαθιές μειώσεις των εκπομπών, αλλά δεν έχει εφαρμόσει πολιτικές για την εκπλήρωση αυτών των υποσχέσεων -ούτε τιμολόγηση άνθρακα, ούτε σημαντική αύξηση της έρευνας στον τομέα της ενέργειας, και ούτε προτάσεις για αναδιάρθρωση των διεθνών συμφωνιών.

Υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ φιλοδοξιών και πολιτικών. Οικονομικές μελέτες δείχνουν ότι υπάρχουν τρία βήματα που μπορούν να κάνουν οι χώρες για να γεφυρώσουν το χάσμα: τιμολόγηση των εκπομπών άνθρακα, προώθηση τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα, και βελτίωση της αρχιτεκτονικής των διεθνών συμφωνιών για το κλίμα.

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ

Το πιο σημαντικό βήμα για την επίτευξη των κλιματικών στόχων είναι να τεθεί μια αγοραία τιμή στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αερίων του θερμοκηπίου, όπως το μεθάνιο. Πιο περιληπτικά, αυτό αναφέρεται συνήθως ως μια τιμή στον άνθρακα. Η θεμελιώδης οικονομική λογική είναι ότι η αύξηση της τιμής ενός αγαθού μειώνει την κατανάλωση -είτε αυτό είναι το τσιγάρο, η βενζίνη, το αλκοόλ, είτε οι εκπομπές ρύπων. Μια υψηλή τιμή άνθρακα είναι απαραίτητη εάν θέλουμε να αλλάξουμε την συμπεριφορά χιλιάδων τοπικών και εθνικών κυβερνήσεων, εκατομμυρίων εταιρειών, και δισεκατομμυρίων καταναλωτών.

Η ισχύς των τιμών του άνθρακα μπορεί να εξηγηθεί με το παράδειγμα της χρήσης άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Όταν καίγεται, ένας τόνος γαιάνθρακα εκπέμπει κοντά στους τρεις τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Εάν η κυβέρνηση επιβάλει 50 δολάρια ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα που εκπέμπεται, αυτό θα προσθέσει περίπου 140 δολάρια ανά τόνο στην τιμή του γαιάνθρακα. Αυτό θα υπερδιπλασιάσει το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας από κάρβουνο. Οι παραγωγοί θα είχαν ένα ισχυρό κίνητρο για μετάβαση από τον γαιάνθρακα προς όφελος καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα (όπως το φυσικό αέριο) ή τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (όπως αιολική, ηλιακή, και πυρηνική ενέργεια).

Άλλοι τομείς θα αισθανθούν μικρότερο αντίκτυπο. Μια τιμή 50 δολαρίων στον άνθρακα θα προσθέσει 230 δολάρια ετησίως στο κόστος οδήγησης αυτοκινήτου με βενζίνη, αλλά μόνο 1 δολάριο στο ετήσιο κόστος των τραπεζικών υπηρεσιών του μέσου νοικοκυριού. Σε ολόκληρη την οικονομία, οι τιμές του άνθρακα κλίνουν το πεδίο του ανταγωνισμού ενάντια στις εκπομπές. Όσο υψηλότερη είναι η τιμή, τόσο πιο απότομη είναι η κλίση.

Ένα δεύτερο σημείο, το οποίο είναι λιγότερο προφανές, είναι ότι η τιμή του άνθρακα πρέπει να είναι ίση μεταξύ χωρών και κλάδων. Δεν έχει νόημα ορισμένοι τομείς, όπως τα καύσιμα κινητήρων, να έχουν αστρονομικές τιμές άνθρακα, ενώ άλλοι τομείς, όπως η ηλεκτρική ενέργεια ή η παραγωγή αλουμινίου, να έχουν χαμηλές. Η εναρμόνιση των τιμών επιτρέπει στον κόσμο να επιτύχει τους κλιματικούς του στόχους με το λιγότερο κόστος. Υπολογισμοί υποδηλώνουν ότι η επιφόρτιση των μειώσεων μόνο στις μισές από όλες τις χώρες ή στους μισούς όλους τους τομείς τουλάχιστον θα διπλασιάσει αυτό το κόστος.

Πόσο υψηλή είναι απαραίτητο να είναι η τιμή του άνθρακα; Οι εκτιμήσεις για το «κοινωνικό κόστος του άνθρακα» -που υπολογίζει την παγκόσμια οικονομική ζημιά ανά τόνο εκπομπών- θα πρότειναν μια τιμή περίπου 50 δολάρια ανά τόνο το 2021, αυξανόμενη στα 85 δολάρια ανά τόνο το 2050.

Ωστόσο, η τιμή αυτή είναι απίθανο να επιτύχει τον στόχο των δύο βαθμών ή τον στόχο των μηδενικών καθαρών εκπομπών έως το 2050. Για να γίνει ένα από τα δύο θα απαιτούνταν πολύ υψηλότερες τιμές. Εκτιμώ ότι αυτοί οι φιλόδοξοι στόχοι θα απαιτούσαν τιμές άνθρακα από 300 έως 500 δολάρια ανά τόνο το 2030, αυξανόμενες έως και στα 1.000 δολάρια ανά τόνο έως το 2050. Αλλά οι εκτιμήσεις από διαφορετικά μοντέλα ποικίλλουν σημαντικά επειδή οι τεχνολογίες που απαιτούνται για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών εξακολουθούν να είναι θεωρητικές.

Στην πραγματικότητα, οι τιμές επί των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και τα καθεστώτα υπό τα οποία λειτουργούν είναι εντελώς ανεπαρκή. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2019 η μέση παγκόσμια τιμή ήταν περίπου 2 δολάρια ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα. Αυτό δεν βρίσκεται καν στο ίδιο σύμπαν με εκείνο που είναι απαραίτητο. Οι χαμηλές τιμές άνθρακα είναι ένας λόγος για τον οποίο οι πολιτικές για το κλίμα ήταν τόσο αναποτελεσματικές.

Υπάρχουν δεκάδες σχέδια τιμολόγησης άνθρακα σε διάφορες περιοχές του κόσμου, το καθένα εκ των οποίων καθορίζει την δική του τιμή και ποικίλλει ως προς το μερίδιο των εκπομπών της περιοχής που καλύπτονται από το καθεστώς [τιμολόγησης]. Το ευρύτερο είναι το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών (European Union Emissions Trading System, ETS), το οποίο λειτουργεί ως πολυεθνικό σύστημα εμπορίας άνθρακα. Ακόμα και το ETS, όσο εντυπωσιακό κι αν είναι, έχει δύο ελαττώματα. Ένα πρόβλημα είναι ότι η τιμή είναι πολύ ασταθής: κυμάνθηκε από 4 έως 75 δολάρια ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα κατά την τελευταία δεκαετία. Το πιο σημαντικό, το ETS καλύπτει μόνο ένα κλάσμα της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης -λίγο λιγότερο από το μισό. Άλλα περιφερειακά καθεστώτα τιμολόγησης άνθρακα, όπως η επιβολή ανωτάτου ορίου και το σύστημα συναλλαγών της Καλιφόρνια, έχουν πολύ υψηλό ποσοστό κάλυψης αλλά πολύ χαμηλό φόρο. Ακόμα, άλλα συστήματα, όπως αυτά της Σουηδίας και της Ελβετίας, έχουν πολύ υψηλές τιμές αλλά πολύ χαμηλή κάλυψη.