Η ισχύς των ψηφιακών δεδομένων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ισχύς των ψηφιακών δεδομένων

"Η AUKUS και τα πυρηνικά, το πρόβλημα της Αμμοχώστου, ο γερμανο-ρωσικός ενεργειακός άξονας, οι χαμένες δεκαετίες της Λατινικής Αμερικής κ.ά."
Περίληψη: 

Κυκλοφορεί ήδη το τεύχος Οκτωβρίου-Νοεμβρίου 2021 του Foreign Affairs The Hellenic Edition, με κεντρικό θέμα την επίδραση των data στις κοινωνίες, τις οικονομίες, τα κράτη και την ασφάλεια. Επίσης περιέχονται αναλύσεις για την υπόθεση του Βαρωσίου Αμμοχώστου, τον ανθεκτικό ενεργειακό «άξονα» Γερμανίας-Ρωσίας, την οικονομική κατάσταση του κόσμου μετά την πανδημία, τις προοπτικές των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ μέσα στο σύγχρονο ανταγωνιστικό περιβάλλον, την συμφωνία AUKUS και τα πυρηνικά, τα προβλήματα και τις λύσεις για την Λατινική Αμερική κ.ά.

Ο ΛΟΥΚΑΣ Γ. ΚΑΤΣΩΝΗΣ είναι εκδότης-διευθυντής του Foreign Affairs The Hellenic Edition και πρόεδρος του Ινστιτούτου Εξωτερικών Υποθέσεων.

Κυκλοφορεί ήδη στα κεντρικά περίπτερα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης το τεύχος Οκτωβρίου - Νοεμβρίου 2021 του Foreign Affairs The Hellenic Edition, με κεντρικό θέμα τις μεταβολές που επέρχονται σε ολόκληρο το φάσμα της ζωής ανθρώπων, κοινωνιών και κρατών από την επίδραση των ψηφιακών δεδομένων (data) ανάλογα με το ποιος τα κατέχει και πώς τα χρησιμοποιεί.

Πιο συγκεκριμένα, οι Matthew J. Slaughter και David H. McCormick, καθηγητής Διεθνών Επιχειρήσεων στο Dartmouth College και διευθύνων σύμβουλος της Bridgewater Associates αντίστοιχα και αμφότεροι πρώην στελέχη της αμερικανικής διοίκησης, εστιάζουν στις ολοένα αυξανόμενες και ήδη τεράστιες διασυνοριακές ροές δεδομένων οι οποίες αποτελούν πλέον σημαντικό στοιχείο παραγωγής πλούτου. Ωστόσο, η απουσία ενός διεθνώς αποδεκτού πλαισίου κανόνων που να διέπουν την χρήση αυτών των δεδομένων αφήνει περιθώριο για καταχρήσεις από την ιδιωτικότητα και την ατομική ελευθερία μέχρι τον υγιή ανταγωνισμό και τις πληροφορίες εθνικής σημασίας.

15102021-1.jpg

Ο οικονομολόγος Μιχάλης Διακαντώνης, με αφορμή τις οικονομικές ανισορροπίες που εντάθηκαν λόγω της πανδημίας COVID-19, δίνει έμφαση στο ζοφερό οικονομικό περιβάλλον λόγω της αύξησης του συνολικού χρέους, της επιτάχυνσης του πληθωρισμού, και της έντασης των ανισοτήτων, και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι στις συνθήκες αυτές, το πέρασμα στη νέα ψηφιακή οικονομία μπορεί να οδηγήσει και σε μια ψηφιακή «δικτατορία» με την επικράτηση αυταρχικών αντιλήψεων στην διακυβέρνηση.

Επίσης, η συνεργάτις του πανεπιστημίου Στάνφορντ, Amy Zegart,στην κριτική της για το βιβλίο We Are Bellingcat, του Eliot Higgins, στο οποίο περιγράφεται το πώς οι ανοιχτές πηγές πληροφοριών από ψηφιακά μέσα, συνήθως κοινωνικής δικτύωσης, μπορούν ν διευκολύνουν την συλλογή κρίσιμων πληροφοριών και να αποκαλύψουν κρυφές υποθέσεις, επισημαίνει το ρίσκο της κακής χρήσης με επιπτώσεις στην δημοκρατία, την οικονομία και τη εθνική ασφάλεια.

Οι κίνδυνοι αυτοί παραπέμπουν στην Κίνα, και ο Δημήτρης Αναγνωστόπουλος, αριστούχος του Παντείου πανεπιστημίου, αναλύει την κινεζική σκέψη μέσα στην δομή της παγκόσμιας ισχύος. Καθίσταται έτσι έκδηλη η διαφορά της παραδοσιακής στρατηγικής σκέψης της Κίνας με την κατεύθυνση που έχει πάρει η σημερινή πιο επιθετική κινεζική ηγεσία.

Τους προβληματισμούς της σχετικά με την ανταγωνιστική εποχή που διαβιούμε, εκφράζει η Michèle A. Flournoy, του Center for a New American Security, από την σκοπιά της αποτελεσματικότητας των ενόπλων δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών, που αποτελούν την αιχμή για την σταθερότητα της φιλελεύθερης Δυτικής τάξης. Η Flournoy ισχυρίζεται ότι οι τρέχουσες δομές του Πενταγώνου υπονομεύουν την καινοτομία στον αμυντικό τομέα και αν δεν μεταρρυθμιστούν, ο στρατός των ΗΠΑ θα χάσει την τεχνολογική πρωτοπορία του.

Έτσι, παραμένει επί τάπητος το ζήτημα μιας νέας ισορροπίας της διεθνούς τάξης. Η Anne- Marie Slaughter, διευθύνουσα σύμβουλος του New America, και ο Gordon LaForge, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Princeton, υπογραμμίζουν την αδυναμία των υπαρχόντων θεσμών να αντιμετωπίσουν τις σύγχρονες προκλήσεις και την ανάγκη της ανάπτυξης δικτύων κρατών, θεσμών και μη κρατικών δρώντων ώστε η διεθνής τάξη να γίνει πιο συμπεριληπτική, αντιπροσωπευτική, ευέλικτη, και αποτελεσματική.

Σε πιο επίκαιρα ζητήματα, η Caitlin Talmadge, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Georgetown, επιχειρεί να απαντήσει στις αιτιάζεις περί διάδοσης των πυρηνικών όπλων με αφορμή την πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Αυστραλίας, Ηνωμένου Βασιλείου και Ηνωμένων Πολιτειών (AUKUS), που έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την συμφωνία πώλησης πυρηνοκίνητων αμερικανικών υποβρυχίων στην Αυστραλία. Η καθηγήτρια, τόσο με τεχνικά όσο και πολιτικά επιχειρήματα καταλήγει ότι το όφελος για την παγκόσμια σταθερότητα από την AUKUS είναι πολύ μεγαλύτερο από όσο το πιθανό ρίσκο.

Ο επισκέπτης καθηγητής στο πανεπιστήμιο Πειραιώς, Δρ. Βασίλης Σιταράς, αναλύει την μακρά στρατηγική σχέση μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας, η οποία εσχάτως έχει πάρει έναν πιο καθαρά ενεργειακό χαρακτήρα, όπως φαίνεται και από την ολοκλήρωση του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2. Ωστόσο, καθώς οι ενεργειακές εξελίξεις τρέχουν παράλληλα με τις κλιματικές, αυξάνονται και οι πιθανότητες αλλαγών για την επιβίωση αυτού του ενεργειακού «άξονα» μεταξύ των δύο χωρών, ο οποίος έχει αντέξει ήδη σε τεκτονικού μεγέθους μεταβολές στην διεθνή σκηνή.

Πιο κοντά στα γεωπολιτικά ζητήματα του Ελληνισμού, ο τουρκολόγος – ιστορικός Δρ. Γιώργος Λιμαντζάκης, παραθέτει την ιστορική διαδρομή των γεγονότων σχετικά με την Αμμόχωστο της Κύπρου και του Βαρωσίου. Μέσα σε αυτή την διαδρομή γίνονται εμφανείς οι χαμένες ευκαιρίες, τα λάθη και οι παραλείψεις, έτσι ώστε το Βαρώσι να παραμένει ακόμη μια κλειστή περιοχή. Βεβαίως, το συντριπτικό βάρος της ευθύνης για την απαράδεκτη κατάσταση στην Αμμόχωστο, όπως άλλωστε σε ολόκληρη την κατεχόμενη Κύπρο, το φέρει ξεκάθαρα η Τουρκία.

Κρίσιμες καταστάσεις αντιμετωπίζουν φυσικά και άλλες, μεγάλες περιοχές του κόσμου. Ο πρώην πρόεδρος της Inter-American Development Bank, Luis Alberto Moreno, γράφει για τις χαμένες δεκαετίες της Λατινικής Αμερικής, όπως προέκυψαν από την κακή διαχείριση των ευνοϊκών συνθηκών που επικράτησαν τα προηγούμενα 20 χρόνια. Η οικονομική βελτίωση που ώθησε εκατομμύρια Λατινοαμερικανούς έξω από την φτώχεια και διόγκωσε την μεσαία τάξη, τώρα ανατράπηκε λόγω της πανδημίας που αποκάλυψε την έλλειψη απαραίτητων μεταρρυθμίσεων οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν λειτουργήσει σαν ανάχωμα στην κρίση. Ωστόσο, ακόμα, υπάρχει ελπίδα.