Το μέλλον των αμερικανικών εκστρατειών με drone | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το μέλλον των αμερικανικών εκστρατειών με drone

Ώρα για ξεκάθαρη ρήξη με μια αποτυχημένη προσέγγιση
Περίληψη: 

Από τότε που συνέβησαν οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, οι κύριοι αντιτρομοκρατικοί στόχοι της Ουάσιγκτον ήταν η εξάλειψη των παγκόσμιων τρομοκρατικών δικτύων, η συρρίκνωση του συνολικού αριθμού των μαχητών και η αποσύνδεσή τους από τον γενικό πληθυσμό. Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν επιτύχει κανέναν από αυτούς τους στόχους, παρά τις εκστρατείες τους με drones, ή ίσως εν μέρει εξαιτίας αυτών.

Η AUDREY KURTH CRONIN είναι διακεκριμένη καθηγήτρια στην School of International Service στο American University και η συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Power to the People: How Open Technological Innovation Is Arming Tomorrow’s Terrorists [1].

Οι Αμερικανοί στρατιώτες μπορεί τώρα να βρίσκονται εκτός Αφγανιστάν, αλλά όχι ο στρατός και οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ. Όπως έχει καταστήσει σαφές ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να πραγματοποιούν επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) στο Αφγανιστάν για να εξαλείψουν εχθρούς. «Θα διατηρήσουμε τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας στο Αφγανιστάν και σε άλλες χώρες», δήλωσε ο Μπάιντεν στα τέλη Αυγούστου, εξηγώντας την απόφασή του να αποσύρει τις δυνάμεις του. «Έχουμε αυτό που λέγεται ικανότητες πέρα από τον ορίζοντα» - συμπεριλαμβανομένων των drones- «που σημαίνει ότι μπορούμε να χτυπήσουμε τρομοκράτες και στόχους χωρίς αμερικανικές μπότες στο έδαφος».

22102021-1.jpg

Όπλιση ενός drone στην Κανταχάρ, στο Αφγανιστάν, τον Μάρτιο του 2016. Josh Smith / Reuters
-------------------------------------------------------------

Το σχέδιο του προέδρου μπορεί να φαίνεται λογικό ή ακόμα και απαραίτητο. Ορισμένες αντιαμερικανικές τρομοκρατικές ομάδες συνεχίζουν να επιχειρούν στο Αφγανιστάν και, χωρίς στρατεύματα επί του εδάφους, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι μπορεί να βασίζονται σε ένοπλα, μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα για να σκοτώσουν πιθανούς αντιπάλους. Αυτό αντιπροσωπεύει μια τραγική ειρωνεία: αυξάνοντας την εξάρτησή της από επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, η Ουάσιγκτον θα υιοθετήσει μια τακτική που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην στρατηγική ήττα των Ηνωμένων Πολιτειών στο Αφγανιστάν. Κατά την διάρκεια των δύο δεκαετιών του πολέμου εκεί, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ χρησιμοποίησαν βραχυπρόθεσμες επιχειρήσεις, όπως οι επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, για να αναβάλουν το να σκεφθούν και να αντιμετωπίσουν τις αδυναμίες του Αφγανικού Εθνικού Στρατού, τις ιδιορρυθμίες της κυβέρνησης του προέδρου Ασράφ Γκανί, και την απουσία ενός εφαρμόσιμου τελειώματος [της αμερικανικής παρουσίας εκεί]. Μη επανδρωμένα αεροσκάφη σκότωσαν επίσης εκατοντάδες αθώους πολίτες, με πιο πρόσφατο τον Zemari Ahmadi, έναν επί μακρόν εργαζόμενο σε μια αμερικανική οργάνωση βοήθεια, και εννέα μέλη της οικογένειάς του. Τα λανθασμένα χτυπήματα, ειδικά εκείνα που πλήττουν παιδιά, μπορούν να πυροδοτήσουν τον τοπικό πληθυσμό και να βοηθήσουν τους εξτρεμιστές να στρατολογήσουν νέα μέλη. Παρά τα χρόνια έντονων «χτυπημάτων αποκεφαλισμού» εναντίον ηγετών τρομοκρατών, μια εκτίμηση διαπίστωσε ότι υπάρχουν τώρα περισσότεροι από τέσσερις φορές περισσότεροι ισλαμιστές εξτρεμιστές παγκοσμίως από όσοι στις 11 Σεπτεμβρίου [2001].

Ο Μπάιντεν κληρονόμησε αυτή την αποτυχία. Οι τρεις προκάτοχοί του χρησιμοποίησαν όλοι οπλισμένα drones με επιθετικό τρόπο, προκαλώντας περιφερειακές (και διεθνείς) πολιτικές αντιδράσεις. Αν συνεχίσει αυτή την παράδοση, ο Μπάιντεν θα κάνει τα πράγματα χειρότερα. Αντίθετα, θα πρέπει να απομακρυνθεί από το συνεχές ανθρωποκυνηγητό και να χρησιμοποιεί θανατηφόρα drones μόνο υπό συγκεκριμένες συνθήκες, όταν υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία για επικείμενη επίθεση από γνωστό τρομοκράτη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να είναι πιο διαφανείς όσον αφορά την λήψη των αποφάσεών τους και την έκβαση των επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και θα πρέπει να αποζημιώνουν τα αθώα θύματα. Διαφορετικά, η Ουάσιγκτον θα συνεχίσει να διαιωνίζει έναν περιττό κύκλο βίας.

ΕΘΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ

Τη νύχτα της 7ης Οκτωβρίου 2001, ένα drone Predator 3034 της CIA πέταξε από το Ουζμπεκιστάν στο Αφγανιστάν. Οπλισμένο με πύραυλο Hellfire, το αεροσκάφος πυροβόλησε τον Ανώτατο Διοικητή των Ταλιμπάν, Μουλά Ομάρ, σε συγκρότημα στην Κανταχάρ. Απέτυχε, κι αντ' αυτού σκότωσε αρκετούς σωματοφύλακες. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένα αμερικανικό drone χρησιμοποιήθηκε για να πραγματοποιήσει απευθείας μια απόπειρα φόνου.

Τον επόμενο μήνα, Predators της CIA έπληξαν περισσότερους από 40 στόχους των Ταλιμπάν και της Αλ Κάιντα. Μέχρι το τέλος της διακυβέρνησης του Τζορτζ Μπους, η Ουάσιγκτον είχε πραγματοποιήσει σχεδόν 60 επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, κυρίως στο Πακιστάν. Έχοντας έγκριση από την Εξουσιοδότηση Χρήσης Στρατιωτικής Δύναμης του 2001 (Authorization for Use of Military Force, AUMF), ο Μπους κράτησε την πρωτοβουλία μικρή και κρυφή, αν και όσοι ζούσαν στην παραμεθόρια περιοχή του Πακιστάν την γνώριζαν και άρχισαν να φοβούνται αυτά τα όπλα.

Με την ανάληψη των καθηκόντων του, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα επέκτεινε το πρόγραμμα των drone. Μεταξύ 2009 και 2017, ο αριθμός των επιθέσεων έξω από καθορισμένες εμπόλεμες ζώνες δεκαπλασιάστηκε, στις 563, και σκότωσαν τουλάχιστον τέσσερις Αμερικανούς πολίτες. Καθώς τα ονόματα των ηγετών της Αλ Κάιντα βγήκαν από την λίστα για χτυπήματα, πεζικάριοι, οδηγοί, και αγγελιοφόροι γέμισαν τις άδειες θέσεις. Τελικά, η διοίκηση μετακινήθηκε από την διεξαγωγή «χτυπημάτων προσωπικότητας» (“personality strikes”) -που στόχευαν συγκεκριμένα άτομα- στην πραγματοποίηση «χτυπημάτων υπογραφής» (“signature strikes”), για τα οποία επέλεγαν στόχους μέσω γενικού προφίλ. Σύμφωνα με αυτό το σύστημα, μη αναγνωρισμένοι, στρατιωτικής ηλικίας άντρες σε φαινομενικά ύποπτα ως στρατόπεδα εκπαίδευσης ή συγκροτήματα, ήταν όλοι λογικοί στόχοι.

Αν και ο Ομπάμα αύξησε την χρήση drones, προσπάθησε να δημιουργήσει ένα πιο ρυθμισμένο σύστημα από αυτό που υπήρχε επί Μπους. Ο Λευκός Οίκος του Ομπάμα έλεγχε αυστηρά τις επιλογές στόχευσης. Οι ύποπτοι τρομοκράτες σε μέρη όπως το Πακιστάν, η Σομαλία, και η Υεμένη έπρεπε να αποτελέσουν μια «συνεχή και επικείμενη απειλή» για τους Αμερικανούς, όπως καθορίστηκε από μια δι-υπηρεσιακή διαδικασία που κορυφώθηκε με τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας γνωστές ως «Τρίτες της τρομοκρατίας». Η διοίκηση δημοσίευε στοιχεία χτυπημάτων καθώς η δημόσια πίεση αυξανόταν. Ωστόσο, η αυξανόμενη χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών εκτός των ζωνών μάχης είχε ως αποτέλεσμα περίπου 606 θανάτους αθώων μεταξύ 2009 και 2017.