Ο επιδραστικός αρχηγός | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο επιδραστικός αρχηγός

Πώς ο Κόλιν Πάουελ άλλαξε τις πολιτικοστρατιωτικές σχέσεις

Από τότε που πέθανε ο Κόλιν Πάουελ νωρίτερα αυτό το μήνα, οι νεκρολογίες και άλλες σκέψεις για την ζωή του τείνουν να επικεντρώνονται σε δύο πτυχές της κληρονομιάς του, μια που γενικά επαινείται και η άλλη που γενικά επικρίνεται. Οι περισσότεροι σχολιαστές έχουν χαιρετίσει τον Πάουελ ως πρωτοπόρο των φυλετικών σχέσεων: τον πρώτο Αφροαμερικανό που έγινε Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, και Υπουργός Εξωτερικών. Σε αυτούς τους ρόλους, ο Πάουελ ενέπνευσε αμέτρητους ανθρώπους εγχωρίως και σε όλο τον κόσμο.

Οι περισσότεροι σχολιαστές έχουν επίσης σημειώσει τον ρόλο του ως απρόθυμο αλλά δυστυχώς αποτελεσματικό πωλητή της εισβολής των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003. Παρά τους ενδοιασμούς του για ορισμένες πτυχές [εκείνης] της πολιτικής, ο Πάουελ αποδέχτηκε την συναίνεση των περισσότερων υπηρεσιών πληροφοριών του κόσμου σχετικά με την φύση των υποτιθέμενων όπλων μαζικής καταστροφής του Ιράκ και συμφώνησε κυρίως με τους συναδέλφους του στην κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους ότι αντιπροσώπευαν απειλή που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Όταν υποστήριξε αυτήν την αντιπαράθεση σε μια αξιομνημόνευτη ομιλία του ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών, και στην συνέχεια έμαθε ότι οι περισσότερες από τις εκτιμήσεις πληροφοριών στις οποίες βασιζόταν αυτή η υπόθεση ήταν εσφαλμένες, άφησε αυτό που ονόμασε μια «κηλίδα» στο ιστορικό του που ακόμη και ο ίδιος προέβλεψε ότι θα καταλήξει ως «αντικείμενο νούμερο ένα» στη νεκρολογία του.

27102021-1.jpg

Ο Κόλιν Πάουελ, τότε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, στην Σαουδική Αραβία, τον Δεκέμβριο του 1990. Jonathan Bainbridge / Reuter
---------------------------------------------------

Ωστόσο, λίγοι σχολιαστές έχουν τονίσει μια τρίτη σημαντική πτυχή της κληρονομιάς του: τον ρόλο του στον καθορισμό του τόνου στις μεταψυχροπολεμικές σχέσεις κοινωνίας και στρατού [3] στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όπως και με την υπόλοιπη κληρονομιά του, είναι μια καταγραφή σημαντικών συνεπειών: πολλά πρέπει να επαινεθούν και μερικά να θεωρηθούν πιο διφορούμενα.

ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ

Ο Πάουελ ήταν επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου από το 1989 έως το 1993 και ήταν ο πιο επιδραστικός αρχηγός της σύγχρονης εποχής. Ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε πλήρως την ισχύ και το κύρος που είχε προσδώσει στην θέση αυτή ο νόμος Goldwater-Nichols του 1986. Μετέτρεψε το Γενικό Επιτελείο από ένα τέλμα που σε μεγάλο βαθμό αγνοήθηκε κατά την διάρκεια της διυπηρεσιακής αντιπαλότητας της χάραξης αμυντικής πολιτικής [στην διάρκεια] του Ψυχρού Πολέμου σε κυρίαρχο παίκτη στην διυπηρεσιακή διαδικασία εθνικής ασφάλειας. Και βασίστηκε στην δουλειά του ανώτερου προσωπικού που θα μπορούσε να παράγει αυτή η οργάνωση -καθώς και στην δική του μαεστρία στην γραφειοκρατική πολιτική- για να επισκιάσει όλες τις άλλες στρατιωτικές φωνές και αρκετές φωνές πολιτικών επίσης. Κανένας αρχηγός πριν ή μετά δεν είχε τόση πολιτική επιρροή όση απολάμβανε ο Πάουελ στο απόγειό του. Ήταν ο πιο δημοφιλής στρατιωτικός αξιωματικός της εποχής του και ίσως να ήταν ο πρώτος στρατηγός μετά τον Ντουάιτ Αϊζενχάουερ που θα κέρδιζε την προεδρία, αν είχε επιδιώξει αυτό το αξίωμα το 1996 –όπως πολλοί στην κυβέρνηση Κλίντον φοβόντουσαν ότι θα έκανε.

Ο Πάουελ βοήθησε την χώρα να μεταβεί από τον Ψυχρό Πόλεμο σε μια πιο συγκεχυμένη εποχή χωρίς να διαπράξει τα λάθη που έκαναν οι προηγούμενες γενιές με το να αποστρατεύουν και αποχωρούν από παγκόσμιες δεσμεύσεις πολύ εκτεταμένα. Βοήθησε επίσης να οδηγήσει σε μια αποφασιστική στρατιωτική νίκη επί του Ιράκ κατά την διάρκεια του Πολέμου του Κόλπου το 1990-91, μια επιχείρηση που πολλοί ανατρέχουν με νοσταλγία για την αυτοσυγκράτησή της και την ταχεία εκτέλεσή της. Ως ο πρώτος και μέχρι στιγμής ο μοναδικός Αφροαμερικανός που έφτασε στον ανώτατο στρατιωτικό βαθμό, προσωποποίησε μια ανανέωση του στρατιωτικού κύρους, και ενέπνευσε το στράτευμα. Έπαιξε κρίσιμο ρόλο βοηθώντας στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στον στρατό μετά το τραύμα του πολέμου του Βιετνάμ και το τέλος της υποχρεωτικής στρατολόγησης.

Ωστόσο, ήταν επίσης μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει την πολιτική του οξυδέρκεια για να ενισχύσει σημαντικά την φωνή του στρατού στις συζητήσεις σχετικά με την πολιτική -και να περιορίσει τις επιλογές των πολιτικών ηγετών. Οι προσπάθειες του Πάουελ στην διαμόρφωση της αμυντικής συρρίκνωσης μετά τον Ψυχρό Πόλεμο επικεντρώθηκαν σε αυτό που ονόμασε «η Δύναμη Βάσης» (“the Base Force”), μια κατασκευή αμυντικού σχεδιασμού που σχεδιάστηκε σκόπιμα για να αποτρέψει αυτό που ήξερε ότι ήταν μια έντονη επιθυμία πολλών στο Κογκρέσο και στην κυβέρνηση Κλίντον˙ να κάνει βαθιές περικοπές στον προϋπολογισμό του Πενταγώνου. Ό,τι κι αν σκεφτεί κανείς για την πολιτική που προτιμούσε ο Πάουελ, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι προσπάθησε να στριμώξει τους πολιτικούς προϊσταμένους του και να τους εμποδίσει να κάνουν επιλογές που είχαν μπει στον πειρασμό να κάνουν.

Ομοίως, ο Πάουελ και οι αρχηγοί των Σωμάτων κατά την διάρκεια της αρχηγίας του αντιτάχθηκαν στις αλλαγές που πρότεινε ο πρόεδρος Μπιλ Κλίντον για να επιτραπεί στους ομοφυλόφιλους και στις λεσβίες να υπηρετήσουν στο στρατό, με αποτέλεσμα τον συμβιβασμό «μη ρωτάς, μη λες» (“don’t ask, don’t tell”, DADT) που ίσχυε από το 1993 έως τον κατάργησή του το 2011. Κατά την διάρκεια μιας συνέντευξης το 2010, ο Κλίντον ισχυρίστηκε ότι η πολιτική DADT που του είχε «πουλήσει» ο Πάουελ ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη που τελικά εφαρμόστηκε, κάνοντας την κατάσταση για τους γκέι και τις λεσβίες στον στρατό «χειρότερη από ό,τι πριν». Δικαιολογώντας το DADT, τόσο ο Κλίντον όσο και ο Πάουελ ανέφεραν την υποστήριξη του Κογκρέσου για την πλήρη απαγόρευση των ομοφυλόφιλων, αλλά είναι δύσκολο να μην δούμε την αντίθεση του Πάουελ σε αυτούς να λειτουργεί ανοιχτά ως βασικός παράγοντας. Το 2009, ο γερουσιαστής John McCain, Ρεπουμπλικανός της Αριζόνα, δήλωσε ότι ο κύριος λόγος που υποστήριξε το DADT ήταν ότι ο Πάουελ το συνιστούσε εμφατικά.

Ο Πάουελ είχε επίσης επιρροή στην διαμόρφωση της συζήτησης για την χρήση βίας, η οποία έγινε ολοένα και πιο σημαντική καθώς το λεγόμενο σύνδρομο του Βιετνάμ υποχώρησε και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου άνοιξε την πόρτα σε περισσότερες στρατιωτικές εμπλοκές των ΗΠΑ. Για πολλούς μελετητές των πολιτικοστρατιωτικών σχέσεων, το άρθρο του Πάουελ στους New York Times με τίτλο «Γιατί οι στρατηγοί γίνονται νευρικοί», [4], που δημοσιεύτηκε λιγότερο από τέσσερις εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές του 1992, παραμένει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για τους τρόπους με τους οποίους ένα στρατιωτικός ηγέτης μπορεί να παγιδευτεί στα διασταυρούμενα πυρά μιας πολιτικής [προεκλογικής] εκστρατείας. Στο άρθρο, ο Πάουελ περιέγραψε την αντίθεσή του στις προτεινόμενες από τον Κλίντον χρήσεις του στρατού στην Βοσνία. Στην συνέχεια επανέλαβε την στρατηγική που προτιμούσε, για στρατιωτική αυτοσυγκράτηση σε ένα άρθρο στο Foreign Affairs [5] που κυκλοφόρησε λίγο πριν από την ορκωμοσία του Κλίντον. Η αντίθεσή του για άλλη μια φορά αποδείχθηκε κρίσιμη στην διαμόρφωση των πολιτικών που τελικά υιοθετήθηκαν, ωθώντας έναν πρώην βοηθό του Κλίντον να σημειώσει: «Όσο ο Πάουελ δεν ήθελε να βομβαρδίσει, δεν θα βομβαρδίζαμε». Ο Πάουελ υπερασπίστηκε το δημοσίευμά του με το επιχείρημα ότι είχε εγκριθεί από τον Λευκό Οίκο ενώ ήταν ακόμη πρόεδρος ο George H. W. Bush και, επομένως, ακόμη πολιτικός αρχηγός του Πάουελ. Αλλά πολλοί πολιτικο-στρατιωτικοί ειδικοί το έχουν επισημάνει ως το είδος της πολιτικής εμπλοκής που ο στρατός πρέπει να αποφεύγει, ειδικά κατά την διάρκεια μιας αμφιλεγόμενης κομματικής εκστρατείας.

Οι ιδέες που διατύπωσε στο άρθρο του στο Foreign Affairs, καθώς και στην Εθνική Στρατιωτική Στρατηγική του 1992 (1992 National Military Strategy) και αργότερα στην αυτοβιογραφία του, My American Journey, έγιναν γνωστές ως «το Δόγμα Πάουελ». Το δόγμα βασίζεται πρωτίστως σε μια αυστηρή δοκιμασία για τον καθορισμό του κατά πόσον η στρατιωτική δράση αποτελεί την σωστή πορεία: πρέπει να έχει έναν σαφή πολιτικό στόχο, να αναλαμβάνεται μόνο εάν διακυβεύεται το εθνικό συμφέρον, να είναι πάντα η έσχατη λύση -και, μόλις ξεκινήσει, να χρησιμοποιεί αποφασιστική δύναμη.

Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι αυτές οι συνθήκες ισοδυναμούν με ένα μη ρεαλιστικό ιδανικό. Το πραγματικό πρόβλημα με το Δόγμα Πάουελ, ωστόσο, δεν είναι ο μη πρακτικός κατάλογός του, αλλά το γεγονός ότι προσφέρθηκε από έναν στρατηγό ως ένας τρόπος να περιοριστούν οι πολιτικοί ηγέτες. Όπως υποστηρίξαμε πρόσφατα [6] σε αυτές τις σελίδες, ο έλεγχος των ενόπλων δυνάμεων δεν πρέπει να θεωρείται ως μια δυαδική συνθήκη [τύπου «άσπρο-μαύρο»] αλλά θα πρέπει να μετράται σε βαθμούς. Το Δόγμα Πάουελ καταδεικνύει το πώς η στρατιωτική εκτίμηση -ειδικά όταν αναμεταδίδεται στο κοινό και δεν παρέχεται στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής κεκλεισμένων των θυρών- μπορεί να περιορίσει και τελικά να υποβαθμίσει τον πολιτικό έλεγχο.

ΕΝΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ;

Η εξουσία που είχε ο Πάουελ ως αρχηγός εγείρει ένα ερώτημα που δεν έχει απαντηθεί επαρκώς τις τρεις δεκαετίες από τότε που συνταξιοδοτήθηκε: Μπορεί ένας ανώτερος στρατιωτικός ηγέτης να έχει την εξαιρετική πολιτική δεξιότητα που κατέκτησε ο Πάουελ, αλλά να μην το παρακάνει χρησιμοποιώντας την οξυδέρκειά του για να προωθήσει τα συμφέροντα του στρατού επί των προτιμήσεων των πολιτικών; Μια απάντηση σε αυτή την ερώτηση μπορεί να είναι ότι η χώρα απλώς δεν έχει δει ακόμη άλλους Πάουελ, οπότε είναι δύσκολο να είμαστε σίγουροι.

Από πολλές απόψεις, η στρατιωτική καριέρα του Πάουελ ήταν μια εξαίρεση που δεν μιμήθηκαν οι διάδοχοί του ως αρχηγοί. Ο Πάουελ πέρασε τα 19 από τα τελευταία 24 ένστολα χρόνια του στην Ουάσιγκτον. Η στρατιωτική του σταδιοδρομία, η οποία περιελάμβανε πολυάριθμες θέσεις διοίκησης που συντομεύθηκαν ώστε τον τοποθετήσουν σε ανώτερες θέσεις εντός του Beltway [στμ: της Ουάσινγκτον], θα ήταν πρωτόγνωρη στον σημερινό στρατό των ΗΠΑ [7], ο οποίος δίνει κίνητρα για υπηρεσία σε τακτικό επίπεδο και στον οποίο οι τοποθετήσεις στην Ουάσιγκτον αντιμετωπίζονται με καχυποψία. Καθώς οι σημερινοί στρατηγοί τριών και τεσσάρων αστέρων παρακολουθούν την αναταραχή που σημάδεψε την αρχηγία του στρατηγού Mark Milley, πολλοί ίσως να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η αποφυγή της πολιτικής με κάθε κόστος παραμένει απείρως προτιμότερη από την προσπάθεια να ελιχθεί κάποιος σε αυτήν. Από αυτή την άποψη, ο Πάουελ παραμένει μια προσωπικότητα που πολλοί ανώτεροι αξιωματικοί ειδωλοποιούν, αλλά λίγοι φαίνονται πρόθυμοι ή ικανοί να μιμηθούν.

Ωστόσο, κάθε αρχηγός μετά τον Πάουελ έχει μεγαλύτερη επιρροή στην διυπηρεσιακή διαδικασία από όση βίωσε οποιοσδήποτε αρχηγός [της εποχής] του Ψυχρού Πολέμου λόγω της εργαλειοθήκης που συγκέντρωσε ο Πάουελ και άφησε στους διαδόχους του. Παρόλο που κανένας δεν τον φτάνει σε πολιτική επιρροή, ο καθένας κλήθηκε κάποια στιγμή να αντιμετωπίσει την ιστορία με τον τρόπο που έκανε συχνά ο Πάουελ. Πτυχές του ιστορικού του Πάουελ μπορούν να επικριθούν, αλλά μια επίκριση που δεν μπορεί να του ασκηθεί είναι ότι ο ίδιος δεν είχε σημασία. Είχε τόση σημασία όσο οποιοσδήποτε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου πριν ή μετά, και η σημερινή γενιά στρατιωτικών ηγετών συνεχίζει να λειτουργεί αν όχι στη σκιά του, τότε τουλάχιστον ως ευγνώμων σε αυτόν.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.cambriapress.com/pub.cfm?bid=817
[2] https://www.amazon.com/Armed-Servants-Oversight-Civil-Military-Relations...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2020-10-29/militar...
[4] https://www.nytimes.com/1992/10/08/opinion/why-generals-get-nervous.html
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/1992-12-01/us-forces-challenges-...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-08-24/masters...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-04-20/flourno...

Copyright © 2021 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-10-27/consequ...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition