Το χρέος για το κλίμα συνεχίζει να αυξάνεται | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το χρέος για το κλίμα συνεχίζει να αυξάνεται

Οι πλούσιες χώρες εξακολουθούν να αρνούνται να πληρώσουν το μερίδιό τους
Περίληψη: 

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες των διαπραγματεύσεων για το κλίμα, οι πλούσιες χώρες έχουν συχνά αναγνωρίσει τον ρόλο τους στην συμβολή στην υπερθέρμανση του πλανήτη καθώς και το κλιματικό χρέος που οφείλουν σε φτωχότερες χώρες. Αλλά οι πλούσιες χώρες συνήθως αποτυγχάνουν να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους.

Ο MOHAMED ADOW είναι ιδρυτής και διευθυντής του Power Shift Africa, μιας δεξαμενής σκέψης με έδρα το Ναϊρόμπι της Κένυας.

Εν όψει της διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα στην Γλασκώβη, η κυβέρνηση Μπάιντεν δημοσίευσε αρκετές αναφορές την περασμένη εβδομάδα σχετικά με τις σοβαρές απειλές για την ασφάλεια που θέτει ένας θερμαινόμενος πλανήτης. Μαζί, οι εκθέσεις περιέγραψαν μια ζοφερή εικόνα των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων και του ανταγωνισμού για πόρους και τεχνολογίες. Αλλά τα ευρήματά τους υπογράμμισαν επίσης ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός για την κλιματική αλλαγή: το κόστος της βιώνεται ήδη πολύ πιο σοβαρά στις φτωχές χώρες παρά στις πιο πλούσιες, και αυτή η τάση θα συνεχιστεί. Μια έκθεση υπολόγιζε ότι η κλιματική αλλαγή θα εκτοπίσει έως και 143 εκατομμύρια ανθρώπους στην Λατινική Αμερική, τη Νότια Ασία, και την υποσαχάρια Αφρική μέχρι το 2050. Μια άλλη σημείωσε ότι «οι εντεινόμενες φυσικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής … θα γίνουν πιο έντονα αισθητές στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες εκτιμούμε ότι είναι επίσης οι λιγότερο ικανές να προσαρμοστούν σε τέτοιες αλλαγές».

02112021-1.jpg

Ένας σταθμός παραγωγής ενέργειας από άνθρακα κοντά στο Κότμπους, στην Γερμανία, τον Δεκέμβριο του 2009. Pawel Kopczynski / Reuters
-----------------------------------------------------------------

Καθώς οι παγκόσμιοι ηγέτες συναντώνται στην Γλασκώβη, μεγάλο μέρος της προσοχής θα είναι στραμμένο στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, όπως η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά κάθε ουσιαστική και δίκαιη συμφωνία που θα προκύψει από την διάσκεψη πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη το χρέος που οφείλουν οι πλούσιες χώρες σε εκείνες που έχουν κάνει ελάχιστα για να προκαλέσουν την κλιματική αλλαγή [1] -μια κρίση από την οποία υποφέρουν πλέον δυσανάλογα. Αυτό το χρέος έχει δεχτεί λόγια επί δεκαετίες, αλλά ελάχιστη ουσιαστική δράση. Αυτό πρέπει να αλλάξει όταν ο κόσμος συγκεντρωθεί για να δεσμευτεί εκ νέου στον αγώνα κατά της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

ΤΟ ΚΛΙΜΑΤΙΚΟ ΧΡΕΟΣ

Τα ποσοστά των κατά κεφαλήν εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα αποκαλύπτουν ένα έντονο χάσμα. Το 2019, ο μέσος Κενυάτης εξέπεμπε 0,4 μετρικούς τόνους διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Ο μέσος Αμερικανός, αντίθετα, εκπέμπει 15,5 μετρικούς τόνους. Αυτό ισοδυναμεί με εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα περίπου 39 Κενυατών. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, οι χώρες υψηλού εισοδήματος ευθύνονται για 10,3 μετρικούς τόνους ανά άτομο εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Αυτός ο αριθμός μειώνεται στους 3,4 μετρικούς τόνους ανά άτομο για τις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος και βυθίζεται μόλις στους 0,2 μετρικούς τόνους για τις χώρες χαμηλού εισοδήματος. Όπως εξήγησα σε αυτές τις σελίδες το 2020, τούτη η διαρκής ανισορροπία [2] συμβαίνει μετά από αιώνες κατά τους οποίους πλούσιες χώρες (συγκεντρωμένες κυρίως αλλά όχι αποκλειστικά στην Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική) διοχέτευαν αλόγιστα αέρια θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα για να τροφοδοτήσουν την δική τους οικονομική ανάπτυξη. Ορισμένες εκτιμήσεις έχουν προτείνει ότι αυτές οι χώρες είναι υπεύθυνες για σχεδόν το 70% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα.

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες των διαπραγματεύσεων για το κλίμα, οι πλούσιες χώρες έχουν συχνά αναγνωρίσει τον ρόλο τους στην συμβολή στην υπερθέρμανση του πλανήτη καθώς και το κλιματικό χρέος που οφείλουν σε φτωχότερες χώρες. Αλλά οι πλούσιες χώρες συνήθως αποτυγχάνουν να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους. Στις συνομιλίες του ΟΗΕ για το κλίμα την δεκαετία του 1990 και την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, οι πλούσιες χώρες αρνήθηκαν να παραδεχτούν την πλήρη κλίμακα του προβλήματος που προκάλεσαν οι εκπομπές τους και αρνήθηκαν να τις μειώσουν. Αν ένιωθαν μεγαλύτερη επείγουσα ανάγκη τότε, το τρέχον κλιματικό επείγον δεν θα ήταν καθόλου τόσο τρομερό.

Στην σύνοδο κορυφής του 2009 για το κλίμα στην Κοπεγχάγη, οι πλούσιες χώρες δεσμεύτηκαν να μεταβιβάζουν 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως μέχρι το 2020 (ένα αρκετά μικρό ποσό δεδομένης της κλίμακας της πρόκλησης) για να βοηθήσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες να προετοιμαστούν για την κλιματική αλλαγή και να κάνουν τη μετάβαση σε πιο πράσινες οικονομίες. Αυτή η δέσμευση αντικατόπτριζε εν μέρει την αναγνώριση της βαθιάς αδικίας στην καρδιά της κλιματικής κρίσης. Όμως, οι πλούσιες χώρες δεν κατάφεραν να αποδώσουν τα ποσά που υποσχέθηκαν. Επιπλέον, αγνοούσαν σταθερά τις εκκλήσεις από ομάδες της κοινωνίας των πολιτών για χρηματοδότηση με στόχο την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και την προστασία των ευάλωτων κοινοτήτων και ζωών στον παγκόσμιο Νότο. Αντίθετα, οι πλούσιες χώρες προτίμησαν να διοχετεύουν τα λίγα οικονομικά που έχουν συγκεντρώσει στις προσπάθειες μείωσης των εκπομπών στις φτωχές χώρες.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι πολύ αργά για τις κοινότητες να προσαρμοστούν στον θερμαινόμενο πλανήτη˙ Η κλιματική αλλαγή [3] έχει ήδη κατακλύσει τα χωριά τους ή έχει καταστήσει αδύνατη την καλλιέργεια της γεωργικής τους γης. Οι πλούσιες χώρες έχουν αναγνωρίσει την υποχρέωσή τους να αποζημιώσουν τις φτωχότερες για αυτές τις μόνιμες απώλειες και για τις ζημιές που έχουν ήδη υποστεί οι φτωχές χώρες ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής. Αυτή η κατανόηση επισημοποιήθηκε το 2013 υπό την αιγίδα ενός υποστηριζόμενου από τον ΟΗΕ φόρουμ και επαναλήφθηκε ξανά στην κλιματική συμφωνία του Παρισιού το 2015. Αλλά οι πλούσιες χώρες δεν αντιστοίχησαν τα θερμά τους λόγια και τις υποσχέσεις τους με δράση και αντί γι’ αυτό εμπόδισαν ενεργά τις προσπάθειες εξασφάλισης αυτού του είδους αποζημιώσεων για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Όχι μόνο αυτές οι αποτυχίες άφησαν τις φτωχότερες χώρες χωρίς υποστήριξη˙ έχουν επίσης απομειώσει την ουσιαστική εμπιστοσύνη που απαιτείται για την επιτυχία μιας πολυμερούς διπλωματικής διαδικασίας.

Η ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΓΛΑΣΚΩΒΗΣ