Πού κάνει λάθος η νέα εστίαση στην Κίνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πού κάνει λάθος η νέα εστίαση στην Κίνα

Η ανάσχεση απαιτεί ισορροπία

Η σπουδή για την Κίνα [3] έχει ισχυρά προηγούμενα στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Σε διάφορες περιπτώσεις κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και τις δεκαετίες που ακολούθησαν, εμφανίστηκε γρήγορα μια αμερικανική συναίνεση γύρω από μια στρατηγική πρόκληση που ξαφνικά θεωρείται ότι είναι πρωταρχικής σημασίας σε σχέση με όλες τις άλλες. Σύμφωνα με τη μόνιμη επωδό, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής χαρακτηρίζουν άσκοπες και αναποτελεσματικές τις πρόσφατες δεσμεύσεις των ΗΠΑ αλλού και είναι αποφασισμένοι να ξεκινήσουν άμεσα μια εθνική προσπάθεια μεγάλης κλίμακας για την αντιμετώπιση της κυρίαρχης απειλής που συγκέντρωσε κρυφά δύναμη ενώ η Ουάσιγκτον κοιτούσε αλλού.

Στα χρόνια μετά την εκτόξευση του Sputnik, η σοβιετική απειλή φάνηκε τόσο εκτεταμένη που οδήγησε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να δουν την ασφάλεια των ΗΠΑ ως εξαρτημένη, εν μέρει, από την παρέμβαση για την αντιμετώπιση των κομμουνιστών στην εσωτερική πολιτική δεκάδων χωρών, από το Λάος μέχρι την Αγκόλα, και ως την Γρενάδα. Ομοίως, μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες κήρυξαν παγκόσμιο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», μετατοπίζοντας σημαντικά διπλωματικά και στρατιωτικά εργαλεία και πηγές πληροφοριών από την εστίαση στην Κίνα και την Ρωσία προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις τρομοκρατικές απειλές σε κάθε περιοχή. Ο αντικομμουνισμός και η αντιτρομοκρατία ήταν οι σωστές προσεγγίσεις, αλλά η δυσανάλογη εστίαση σε αυτές οδήγησε τους Αμερικανούς πολιτικούς να αγνοήσουν άλλα επιτακτικά ζητήματα ή να τα δουν ως απλώς παρελκόμενα της πρωταρχικής στρατηγικής προτεραιότητας.

Σήμερα η Ουάσιγκτον ρισκάρει ένα παρόμοιο φαινόμενο με την πολιτική της για την Κίνα. Ήδη κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης Τραμπ, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπάθησαν να αποσύρουν στρατεύματα από την Γερμανία, να απομακρύνουν δυναμικό συλλογής πληροφοριών από τις γαλλικές αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις στην Αφρική, και να μειώσουν την εμπλοκή τους στη Μέση Ανατολή, προκειμένου να αυξήσουν τους πόρους των ΗΠΑ στον Ινδο-Ειρηνικό. Και μεταξύ των πρωταρχικών συλλογισμών για την αποχώρηση του Μπάιντεν [4] από το Αφγανιστάν ήταν η απελευθέρωση πόρων για την Κίνα. Είναι ενδεικτικό ότι ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, περιγράφοντας μια πρόσφατη κινεζική δοκιμή υπερηχητικών όπλων, την παρομοίασε με μια «στιγμή Σπούτνικ».

ΡΙΣΚΑ ΣΕ ΑΛΛΑ ΜΕΡΗ

Οι επικριτές της νέας συναίνεσης για την Κίνα στην Ουάσιγκτον την έχουν περιγράψει [5] ως υπερμεγεθυμένη απειλή, υποστηρίζοντας ότι μια πιο ήπια προσέγγιση που βασίζεται στην συνεργασία και στα κοινά συμφέροντα θα αποφέρει καλύτερα αποτελέσματα. Αυτό είναι κοντόφθαλμο. Το πρόβλημα με τη νέα έμφαση δεν είναι η αξιολόγησή της για τις κινεζικές δυνατότητες και προθέσεις, αλλά ότι —όπως στον Ψυχρό Πόλεμο και στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας— απειλεί να παραγκωνίσει ζωτικές ανησυχίες που αφορούν άλλες χώρες και άλλα θέματα.

Δεν είναι η Κίνα αλλά η Ρωσία, για παράδειγμα, που αποτελεί την κύρια τρέχουσα απειλή [6] για τους δημοκρατικούς θεσμούς στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Από τα πρώτα χρόνια αυτού του αιώνα, ομάδες που υποστηρίζονται από την ρωσική κυβέρνηση έχουν αναμειχθεί δύο φορές στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ και έχουν εξαπολύσει κυβερνοεπιθέσεις, εκστρατείες παραπληροφόρησης, και άλλες μορφές παρέμβασης σε περίπου 27 διαφορετικές χώρες. Ωστόσο, μέχρι τώρα δεν υπήρξε καμία συλλογική προσπάθεια για την υπεράσπιση των δημοκρατικών πολιτικών συστημάτων έναντι της ρωσικής διείσδυσης, ακόμη και μεταξύ των πολλών χωρών που έχουν υποστεί ευθεία παρέμβαση στις εκλογές τους.

Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν μια αυξανόμενη κρίση στα νότια σύνορά τους. Ενώ το Μεξικό συνεχίζει να δυσκολεύεται με τα δικά του οικονομικά προβλήματα και τα προβλήματα ασφάλειας, η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει αντιμετωπίσει ένα νέο κύμα μεταναστών από την Λατινική Αμερική και την Αϊτή που προσπαθούν να περάσουν από το Μεξικό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, η Ουάσιγκτον έχει καταβάλει πολύ περισσότερες προσπάθειες για να αντιμετωπίσει την «Πρωτοβουλία Μια Ζώνη Μια Οδός» (Belt and Road Initiative) της Κίνας [7] παρά να εκπονήσει μια συνεκτική στρατηγική με χώρες όπως το Ελ Σαλβαδόρ, η Γουατεμάλα, και η Ονδούρα για τον περιορισμό της ροής των μεταναστών.

Ακόμη και σε τομείς όπως η τεχνολογία και η καινοτομία, η Κίνα δεν είναι ο μόνος ανταγωνιστής των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ανησυχούν όλο και περισσότερο για την πιθανότητα η Κίνα να θέσει οικονομικά και τεχνολογικά πρότυπα από τα οποία θα εξαρτώνται οι Αμερικάνοι. Αλλά ακόμη και χώρες που έχουν γενικά την ίδια νοοτροπία όπως η Ινδία και ορισμένοι από τους συμμάχους μας στην Ευρώπη υιοθετούν προσεγγίσεις στο εμπόριο και την τεχνολογία που συγκρούονται με τις αμερικανικές θέσεις. Αυτές οι άλλες χώρες απαιτούν επίσης την δέσμευση των ΗΠΑ.

ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ, ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ, ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ

Για να είμαστε δίκαιοι, ακόμη και τα πιο ένθερμα «γεράκια» για την Κίνα δεν ζητούν από τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν άλλες περιοχές υπέρ του Ινδο-Ειρηνικού. Ωστόσο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι πολιτικοί ηγέτες έχουν καταστήσει σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αποσύρονται από περιοχές στις οποίες είχαν μακρόχρονα στρατηγικά συμφέροντα. Με την πρόσφατη αποδέσμευση του Τραμπ από την Ευρώπη και την Αφρική και του Μπάιντεν από το Αφγανιστάν και τη Μέση Ανατολή, οι απαρχές μιας μονόπλευρης εξωτερικής πολιτικής είναι ευδιάκριτες. Και η εμπειρία των τελευταίων 70 ετών υποδηλώνει ότι μια μη ισορροπημένη δέσμευση στον κόσμο μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικές συνέπειες.

Στην προσέγγιση των ΗΠΑ για την Κίνα, υπάρχουν δύο κυρίαρχοι λόγοι για να επιδιώξουμε μεγαλύτερη ισορροπία με άλλα συμφέροντα. Πρώτα είναι τα κόστη ευκαιρίας μιας στροφής προς την Ασία.