Η δημοκρατία πεθαίνει στην Βραζιλία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η δημοκρατία πεθαίνει στην Βραζιλία

Για να σταματήσει ο Μπολσονάρο, η αντιπολίτευση πρέπει να ενωθεί
Περίληψη: 

Σήμερα, περίπου 50.000 Βραζιλιάνοι δολοφονούνται ετησίως, και ομάδες οργανωμένου εγκλήματος και πολιτοφυλακές ελέγχουν περιοχές σε μεγάλες πόλεις όπως το Ρίο ντε Τζανέιρο. Αυτή η πραγματικότητα εξηγεί γιατί ηγέτες «σκληροί απέναντι στο έγκλημα», όπως ο Μπολσονάρο, θα παραμείνουν ανταγωνιστικοί για τα επόμενα χρόνια.

Ο OLIVER STUENKEL είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Fundação Getulio Vargas στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας.

Από τότε που ο Ζαΐρ Μπολσονάρο ανέλαβε την εξουσία στην Βραζιλία, παρατηρητές προειδοποιούσαν ότι ο πρώην λοχαγός του στρατού αποτελούσε σοβαρό κίνδυνο για την πέμπτη μεγαλύτερη δημοκρατία στον κόσμο. Αυτοί οι φόβοι έχουν αποδειχθεί βάσιμοι. Από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο πρόεδρος προσχώρησε στους διαδηλωτές που ζητούσαν στρατιωτική επέμβαση στην πολιτική της Βραζιλίας και το κλείσιμο του Κογκρέσου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου, προώθησε τη μεγάλης κλίμακας στρατιωτικοποίηση της κυβέρνησής του και υπονόμευσε συστηματικά την εμπιστοσύνη του κοινού στο εκλογικό σύστημα της χώρας. Τον περασμένο μήνα, ο Μπολσονάρο υποσχέθηκε στους υποστηρικτές του ότι δεν θα δεχόταν πλέον αποφάσεις από έναν συγκεκριμένο δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον οποίον συχνά δαιμονοποιεί.

07112021-1.jpg

Ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Jair Bolsonaro, στη Μπραζίλια, τον Σεπτέμβριο του 2021. Ueslei Marcelino / Reuters
-----------------------------------------------------

Οι εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ρίξει λάδι στις φωτιές του Μπολσονάρο. Αφότου οι υποστηρικτές του τότε προέδρου Ντόναλντ Τραμπ εισέβαλαν στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στις 6 Ιανουαρίου, ο γιος του Μπολσονάρο, Εντουάρντο, δήλωσε δημόσια ότι με καλύτερο σχεδιασμό, οι εισβολείς θα μπορούσαν να είχαν πετύχει -«σκοτώνοντας όλη την αστυνομία μέσα ή τους βουλευτές που όλοι μισούν». Ο ίδιος ο Μπολσονάρο επιμένει ότι οι εκλογές στις ΗΠΑ του 2020 ήταν νοθευμένες, μια ιδέα που προφανώς επανέλαβε κατά την διάρκεια μιας πρόσφατης επίσκεψης του Jake Sullivan, του Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, στη Μπραζίλια.

Με τον Μπολσονάρο να παίρνει τις ατάκες του από τον Τραμπ, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τον πρόεδρο της Βραζιλίας να αποδέχεται μια εκλογική ήττα όταν θα είναι υποψήφιος για επανεκλογή το 2022 –αυξάνοντας την πιθανότητα να συμβεί κάτι στην Βραζιλία που να μοιάζει με την εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου [στην Ουάσινγκτον]. Ωστόσο, ακόμη κι αν η χώρα είναι αρκετά τυχερή για να αποφύγει αυτό το αποτέλεσμα, η δημοκρατία της θα εξακολουθεί να βρίσκεται σε σοβαρό κίνδυνο. Μια κατάρρευση τύπου Βενεζουέλας, όπου η δημοκρατία διαβρώνεται αργά και τελικά υποκύπτει στην πίεση ενός αυταρχικού ηγέτη, δεν αποκλείεται. Και ακόμη κι αν ένας δημοκρατικός υποψήφιος διαδεχθεί τον Μπολσονάρο, η αντιστροφή της παρακμής της δεύτερης μεγαλύτερης δημοκρατίας του Δυτικού Ημισφαιρίου θα είναι μια μακρά και δύσκολη μάχη.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ

Η δημοκρατική παρακμή της Βραζιλίας έχει τις ρίζες της στις εσωτερικές τάσεις που προηγήθηκαν της ανόδου του Μπολσονάρο στην εξουσία, με κυριότερη μεταξύ αυτών την ατελή επιβολή του πολιτικού ελέγχου επί των στρατιωτικών ηγετών. Λίγο περισσότερο από τρεις δεκαετίες μετά το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας στην δεκαετία του 1980, οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας έχουν ανακτήσει μια τεράστια πολιτική επιρροή. Οι κυβερνήσεις στα πρώτα χρόνια της χιλιετίας πέτυχαν να κερδίσουν σημαντικό πολιτικό έλεγχο, μεταξύ άλλων δημιουργώντας ένα Υπουργείο Άμυνας και διορίζοντας πολιτικούς για να ηγηθούν σε αυτό. Αλλά από το 2018, όλοι οι υπουργοί Άμυνας της Βραζιλίας είναι στρατηγοί. Περισσότεροι από 6.000 στρατιωτικοί υπηρετούν επί του παρόντος στην κυβέρνηση του Μπολσονάρο -μια απότομη αύξηση από τις προηγούμενες κυβερνήσεις- και νυν και πρώην στρατιωτικοί αξιωματούχοι κατέχουν πολλές βασικές θέσεις στο υπουργικό συμβούλιο.

Περιφερειακοί κυβερνήτες έχουν επίσης εκφράσει την ανησυχία τους για την απώλεια του συνταγματικά εξουσιοδοτημένου ελέγχου τους επί των μονάδων της στρατιωτικής αστυνομίας, όπου το αυταρχικό και υπέρ του Μπολσονάρο αίσθημα είναι διάχυτο. Αν και πολλοί κυβερνήτες ορκίστηκαν πρόσφατα να συνεργαστούν για να μειώσουν τον κίνδυνο επαναστατικής δραστηριότητας εντός των Αρχών επιβολής του νόμου, το παράδειγμα της γειτονικής Βενεζουέλας δείχνει ότι ίσως να είναι δύσκολο για τους πολίτες να επανεπιβάλουν τον έλεγχο σε τέτοιες μονάδες.

Οι πολιτικοί και δικαστικοί θεσμοί της Βραζιλίας απέτυχαν επίσης σε μεγάλο βαθμό να ανακόψουν την αυταρχική παλίρροια. Το Ανώτατο Δικαστήριο και το Κογκρέσο, ειδικότερα, προσπάθησαν να ελέγξουν την επικίνδυνη συμπεριφορά του Μπολσονάρο, συμπεριλαμβανομένης της συστηματικής χρήσης παραπληροφόρησης για να επιτίθεται σε αντιπάλους, και των συχνών ισχυρισμών του ότι μόνο ο Θεός μπορεί να του αφαιρέσει την προεδρία. Παρά τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι πιστεύουν πως ο Μπολσονάρο θα ήθελε να κάνει πραξικόπημα, μια πρόταση μομφής φαίνεται ακόμα απίθανη. Πράγματι, ο Μπολσονάρο έχει ήδη επιτύχει να αλλάξει σημαντικά πολιτικά πρότυπα -για παράδειγμα, να ομαλοποιήσει την ικανότητα ενός προέδρου να κυβερνά με ατιμωρησία, εάν αυτός ή αυτή μπορέσει να επιλέξει επιτυχώς τον γενικό εισαγγελέα και τον επικεφαλής του Κογκρέσου. Ακόμα κι αν ο Μπολσονάρο χάσει το 2022, οι διάδοχοί του σίγουρα θα μπουν στον πειρασμό να εφαρμόσουν παρόμοιες τακτικές.

Η σταδιακή χειροτέρευση των οικονομικών συνθηκών -που επιδεινώθηκαν από την πανδημία της COVID-19 [1]- απλώς επιτάχυναν την δημοκρατική παρακμή της χώρας. Διαδοχικές δημοκρατικές κυβερνήσεις απέτυχαν να παράσχουν βασικά δημόσια αγαθά σε πολλούς Βραζιλιάνους, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας, της σωστής διάθεσης λυμάτων, και της πρόσβασης σε οικονομικές ευκαιρίες. Ακόμη και κατά τα χρόνια της άνθησης της Βραζιλίας την πρώτη δεκαετία της χιλιετίας, όταν η οικονομία αναπτυσσόταν έως και 7% [ετησίως], τα ποσοστά ανθρωποκτονιών αυξάνονταν σταθερά. Σήμερα, περίπου 50.000 Βραζιλιάνοι [2] δολοφονούνται ετησίως, και ομάδες οργανωμένου εγκλήματος και πολιτοφυλακές ελέγχουν περιοχές σε μεγάλες πόλεις όπως το Ρίο ντε Τζανέιρο. Αυτή η πραγματικότητα εξηγεί γιατί ηγέτες «σκληροί απέναντι στο έγκλημα», όπως ο Μπολσονάρο, που απεικονίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα ως εμπόδιο στην επιβολή του νόμου, θα παραμείνουν ανταγωνιστικοί για τα επόμενα χρόνια.