Ο χρόνος του Xi τελειώνει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο χρόνος του Xi τελειώνει

Η οικονομία της Κίνας οδεύει προς δύσκολη προσγείωση

Τον Αύγουστο, ένας ακόμη πιο κρίσιμος πυλώνας της κινεζικής οικονομίας άρχισε να ραγίζει. Το Πεκίνο περίμενε πολύ καιρό για να αντιμετωπίσει μια πανεθνική φούσκα στις αξίες των ακινήτων και στον όγκο των κατασκευών. Η μεγαλύτερη εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων της Κίνας, η Evergrande, αντιμετώπισε υποβαθμίσεις αξιολογήσεων καθώς αγωνιζόταν να πληρώσει τις υποχρεώσεις του χρέους της. Εκτός από την απογοήτευση των πιστωτών, η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να αποπληρώσει χρήματα που είχε δανειστεί από τους δικούς της υπαλλήλους, να πληρώσει πωλητές, ή να ολοκληρώσει την κατασκευή διαμερισμάτων που είχε προπουλήσει σε πελάτες. Αυτό οδήγησε σε διαμαρτυρίες και κοινωνικές εντάσεις που έχουν εξαπλωθεί σε άλλες εταιρείες με υψηλά χρέη, και οι αγοραστές ακινήτων το έλαβαν υπόψη τους: ο Σεπτέμβριος σημείωσε τα χειρότερα εθνικά στοιχεία πωλήσεων ακινήτων σε σύγκριση με οποιονδήποτε μήνα τουλάχιστον από το 2014, και πιθανώς από πάντα. Η επακόλουθη πτώση στις πωλήσεις γης σε ολόκληρη την χώρα στερεί από τις τοπικές κυβερνήσεις μια σημαντική πηγή εσόδων, και έτσι κι αυτές κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν άμεσα ή μέσω των φαινομενικά κυβερνητικών επιχειρήσεων που ελέγχουν, με πιθανές συνέπειες για εκατοντάδες μικρότερες τοπικές εμπορικές τράπεζες που δανείζουν αυτές τις εταιρείες.

Στην συνέχεια, τον Σεπτέμβριο, ξεκίνησε μια κρίση ενεργειακού εφοδιασμού. Ένας λόγος ήταν ότι η Εθνική Επιτροπή Ανάπτυξης και Μεταρρυθμίσεων της Κίνας (National Development and Reform Commission, NDRC) απαιτεί από τις εταιρείες κοινής ωφέλειας να προσφέρουν στους πελάτες τους σταθερές τιμές, παρόλο που αντιμετωπίζουν μεταβλητές τιμές για τον άνθρακα τον οποίον χρειάζονται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. (Το Πεκίνο μόλις ανακοίνωσε επείγουσα ευελιξία σε αυτούς τους κανόνες). Η περιφρόνηση αυτής της απλής πραγματικότητας της αγοράς έκανε πολλές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας να σταματήσουν να παράγουν παρά να υποστούν κλιμακούμενες ζημίες και να ενταχθούν στον κατάλογο των κινεζικών επιχειρήσεων που χρεοκόπησαν. Ακολούθησαν και άλλα λάθη στην ενεργειακή πολιτική. Τον Σεπτέμβριο, η NDRC εξέδωσε οδηγίες στους επαρχιακούς αξιωματούχους, παραγγέλλοντάς τους ότι οι αξιολογήσεις του προσωπικού τους θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο με τον οποίο θα εκπληρώσουν τους επίσημους στόχους κατανάλωσης ενέργειας. Υπό πίεση και εν τη ελλείψει άμεσων επιλογών για την βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, πολλοί από αυτούς τους αξιωματούχους διέταξαν επιχειρήσεις να κλείσουν για να μειώσουν την ζήτηση ενέργειας. Οι ελλείψεις ενέργειας μείωσαν την βιομηχανική παραγωγή, ακόμη και στις ακμάζουσες εξαγωγικές βιομηχανίες που αποτελούν το κύριο φωτεινό σημείο στην κινεζική οικονομία σήμερα, συμπεριλαμβανομένων των κατασκευαστών smartphone και αυτοκινήτων. Καθ' όλη την διάρκεια του Σεπτεμβρίου, ακόμη και οι κάτοικοι στα πιο πλούσια μέρη της Κίνας, όπως το Πεκίνο, αντιμετώπισαν εκ περιτροπής διακοπές ρεύματος. Οι εκτιμήσεις για την οικονομική ανάπτυξη το 2021 και το 2022 έχουν περικοπεί ανάλογα.

Αυτές οι οικονομικές διαταραχές τροφοδοτούν μια γενική επιφυλακτικότητα για τις προοπτικές της Κίνας. Οι διαπραγματευτές ομολόγων συνυπολογίζουν τώρα τους αυξανόμενους κινδύνους χρεοκοπίας που θέτουν οι εταιρείες ακινήτων της Κίνας και συζητούν εάν θα αποφύγουν άλλους τομείς της οικονομίας. Οι οικονομικοί αναλυτές αυτολογοκρίνουν τις έρευνές τους φοβούμενοι μήπως προσβάλλουν αξιωματούχους με το να πουν μια αληθινή αλλά απαισιόδοξη ιστορία˙ αυτό έχει οδηγήσει σε δυσπιστία και αβεβαιότητα στις αγορές. Τα κινεζικά νοικοκυριά ξοδεύουν πιο προσεκτικά λόγω της αβεβαιότητας [4] που προκαλείται από την πανδημία της COVID-19, αλλά και επειδή φοβούνται ότι η καθαρή αξία τους μπορεί να πέσει κατακόρυφα εάν πέσουν οι τιμές των ακινήτων. Τον Οκτώβριο, οι δαπάνες για ταξίδια και τουρισμό κατά την διάρκεια των εορτών της Εθνικής Ημέρας ήταν χαμηλότερες από εκείνες του θλιβερού 2020 —δηλαδή, χαμηλότερες από όσο κατά την φάση της πανδημίας προ του εμβολιασμού. Για πρώτη φορά από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, οι κεντρικοί τραπεζίτες και άλλοι αξιωματούχοι έξω [5] από Κίνα εκφράζουν ανησυχίες για την ικανότητα του Πεκίνου να χειριστεί την οικονομική του κατάσταση και για πιθανές δευτερογενείς επιπτώσεις. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Antony Blinken, έφτασε στο σημείο να εκφράσει δημοσίως ελπίδες ότι η Κίνα θα χειριζόταν την κατάσταση «υπεύθυνα». Η σκληρά κερδισμένη αξιοπιστία του ΚΚΚ σχετικά με την οικονομική πολιτική του διαβρώνεται υπό αυτήν την τυμπανοκρουσία των αρνητικών οικονομικών ειδήσεων.

ΖΗΤΗΜΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ

Οι παρατηρητές ανησυχούσαν για την οικονομία της Κίνας εδώ και πολύ καιρό, αλλά έχουν στενοχωρηθεί και για πράγματα που μπορεί να συμβούν στο μέλλον. Γενικά, οι αισιόδοξες απόψεις σχετικά με την ικανότητα του Πεκίνου να διατηρήσει την ανάπτυξη έχουν επικρατήσει έναντι των βραχυπρόθεσμων ανησυχιών. Αυτή η πίστη θα έπρεπε να είχε αγοράσει στην Κίνα αρκετό χρόνο ώστε να κάνει την σκληρή δουλειά της μεταρρύθμισης: να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα της κατανομής κεφαλαίων, να εξασφαλίσει ισχυρό ανταγωνισμό, να αποπολιτικοποιήσει την εταιρική διακυβέρνηση, και διαφορετικά να επιβεβαιώσει την σταδιακή στροφή της οικονομίας πλήρως προς την αγορά. Αντί γι’ αυτά, οι προσπάθειες μεταρρύθμισης σταμάτησαν και αντιστράφηκαν αφότου οι πιθανές συνέπειες έγιναν εμφανείς στους ηγέτες. Μετά από πολυάριθμες αποτυχημένες προσπάθειες [6] για μεταρρύθμιση, υπάρχει ένα όριο στο πόσον καιρό οι επενδυτές και άλλες κυβερνήσεις μπορούν να διατηρήσουν την πίστη τους στις κατευθύνσεις της Κίνας.