Η προβληματική έρευνα του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Αφγανιστάν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η προβληματική έρευνα του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Αφγανιστάν

Γιατί το Δικαστήριο δεν πρέπει να αφήσει την Αμερική να γλιτώσει
Περίληψη: 

Το ICC κατηγορείται εδώ και χρόνια ότι είναι νεοαποικιακός θεσμός, με τις έρευνές του να επικεντρώνονται σε χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Η άρνηση να ερευνήσει μια ισχυρή χώρα του Παγκόσμιου Βορρά, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα μπορούσε να ρίξει λάδι σε αυτή την φωτιά. Αν συνεχίσει έτσι, το ICC θα θεωρείται ευρέως ως ένας προκατειλημμένος και αναξιόπιστος θεσμός, το ακριβώς αντίθετο από αυτό που θα έπρεπε να είναι ένα δικαστήριο.

Η KELEBOGILE ZVOBGO είναι επίκουρη καθηγήτρια Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο William & Mary και ιδρυτής και διευθύντρια του Εργαστηρίου Διεθνούς Δικαιοσύνης (International Justice Lab).

Μόλις λίγους μήνες από την έναρξη της θητείας του ως εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ICC), ο Karim Khan έχει ήδη αποτύχει σε μια σημαντική δοκιμασία. Ο Khan ανακοίνωσε στα τέλη Σεπτεμβρίου ότι, παρόλο που το γραφείο του θα συνεχίσει την έρευνα για πιθανά εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στο Αφγανιστάν από το 2003, θα δώσει προτεραιότητα στις φερόμενες βαναυσότητες από τους Ταλιμπάν και το Ισλαμικό Κράτος του Χορασάν (ISIS-K) και θα βάλει σε δεύτερo πλάνο «άλλες πτυχές αυτής της έρευνας», συγκεκριμένα, τα φερόμενα εγκλήματα από τις Αφγανικές Δυνάμεις Εθνικής Ασφάλειας (Afghan National Security Forces), τον αμερικανικό στρατό, και την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (Central Intelligence Agency, CIA).

09112021-1.jpg

Το κτήριο του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου στην Χάγη της Ολλανδίας, τον Ιανουάριο του 2019. Piroschka van de Wouw/Reuters
-------------------------------------------------------------

Για την κυβέρνηση των ΗΠΑ, αυτή είναι αναμφίβολα μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Η Fatou Bensouda, η προκάτοχος του Khan, αντιμετώπισε τεράστιες πιέσεις από την Ουάσιγκτον να μην προχωρήσει σε έρευνα. Παρόλα αυτά, το ICC αποφάσισε τον Μάρτιο του 2020 ότι η έρευνα θα μπορούσε να προχωρήσει και ότι θα περιελάμβανε πιθανές θηριωδίες των ΗΠΑ. Η απόφαση επαινέθηκε από ομάδες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και προκάλεσε την οργή των Ηνωμένων Πολιτειών. Η κυβέρνηση Τραμπ έφτασε στο σημείο να διατάξει διπλωματικές και οικονομικές κυρώσεις σε βάρος αξιωματούχων του ICC, συμπεριλαμβανομένης της Bensouda, σε μια προσπάθεια να τους εκφοβίσει. Λίγο αφότου οι δικαστές του ICC αποφάσισαν να προχωρήσουν [την έρευνα], η αφγανική κυβέρνηση, με επικεφαλής τον τότε πρόεδρο Ashraf Ghani, ζήτησε την αναβολή της έρευνας του ICC, λέγοντας ότι η διενέργεια εγχώριων ερευνών σήμαινε ότι δεν υπήρχε ανάγκη παρέμβασης ενός διεθνούς δικαστηρίου. Τώρα, με τους Ταλιμπάν να ελέγχουν την Καμπούλ, αυτό δεν ισχύει πλέον, κάτι που ωθεί τον Khan να αρχίσει ξανά την έρευνα, αλλά αυτή την φορά με μια αυτοεπιβαλλόμενη, πιο περιορισμένη εντολή.

Με το να οριοθετήσει την δική του έρευνα, ο Khan επιτρέπει στις Ηνωμένες Πολιτείες να γλιτώσουν και αφήνει τους Αφγανούς που έπεσαν θύματα αυτών των εγκλημάτων χωρίς καμία διέξοδο για δικαιοσύνη ή λογοδοσία. Δεν είναι μόνο ένας κακός τρόπος για τον Khan να ξεκινήσει την θητεία του ως εισαγγελέας͘͘͘͘͘͘͘͘͘͘͘˙ συμβάλλει επίσης στην αντίληψη ότι η αναζήτηση της δικαιοσύνης από το ICC δεν είναι ισόρροπη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να επικροτούν τώρα αυτήν την κίνηση, αλλά δεν είναι προς το συμφέρον της χώρας να χάσει το ICC την αξιοπιστία του ως διεθνής θεσμός.

Η απόφαση του Khan έχει επιπτώσεις πολύ πέρα από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Αφγανιστάν, και θα την προσέξουν άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν πιθανές έρευνες. Πράγματι, το διακύβευμα για το δικαστήριο και την αξιοπιστία του δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο. Το ICC κατηγορείται εδώ και χρόνια ότι είναι νεοαποικιακός θεσμός, με τις έρευνές του να επικεντρώνονται σε χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Ειδικότερα, όλες οι αρχικές έρευνες του δικαστηρίου (και οι περισσότερες από τις τρέχουσες) αφορούσαν αφρικανικές χώρες και, μέχρι στιγμής, όλοι οι κατηγορούμενοι ήταν Αφρικανοί. Η άρνηση να ερευνήσει μια ισχυρή χώρα του Παγκόσμιου Βορρά, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα μπορούσε να ρίξει λάδι σε αυτή την φωτιά. Ο Khan θα χρειαστεί να αποδείξει ότι το ICC έχει το σθένος να εξετάσει δύσκολες έρευνες εναντίον ισχυρών χωρών. Διαφορετικά, το ICC θα θεωρείται ευρέως ως ένας προκατειλημμένος και αναξιόπιστος θεσμός —το ακριβώς αντίθετο από αυτό που θα έπρεπε να είναι ένα δικαστήριο.

ΜΙΑ ΚΑΚΗ ΑΡΧΗ

Ενώ ήταν ακόμη υποψήφιος για προϊστάμενος εισαγγελέας, ο Khan κοινοποίησε ένα όραμα [1] για την εκτυλισσόμενη κληρονομιά του ICC δηλώνοντας ότι «Το έργο του Δικαστηρίου μπορεί και πρέπει να αφήσει πίσω του μια κληρονομιά που ίσως να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους διεθνείς θεσμούς». Αλλά πώς μπορούν οι κοινότητες που πλήττονται από σοβαρά εγκλήματα να διατηρήσουν την εμπιστοσύνη τους στο ICC όταν αυτό αμελεί να διερευνήσει συγκεκριμένα μέρη;

Η υποβάθμιση του ρόλου των ΗΠΑ στην έρευνα για το Αφγανιστάν [2] θέτει σε αμφισβήτηση την δέσμευση του Khan να υπηρετεί δίκαια όλα τα θύματα —ή τουλάχιστον την δέσμευσή του να προσπαθήσει. Οι πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν κατά την προκαταρκτική εξέταση του ICC στο Αφγανιστάν, από το 2006 έως το 2017, έδειξαν [3] μεταξύ άλλων ότι προσωπικό των ΗΠΑ χρησιμοποίησε «βασανιστήρια, βάναυση μεταχείριση, προσβολές της προσωπικής αξιοπρέπειας, και βιασμούς» στις ανακρίσεις. Αυτές οι φερόμενες πράξεις συνιστούν εγκλήματα πολέμου σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο —και είναι λάθος να μην διερευνηθούν περαιτέρω. Μια σημαντική παράμετρος για την συνέχιση μιας έρευνας είναι, όπως αναφέρει το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) [4], η ανάγκη των θυμάτων «να αναγνωριστούν δημόσια τα βάσανά τους˙ να γνωρίζουν ποιοι δράστες είναι υπεύθυνοι για ποια εγκλήματα˙ να ακούσουν τις εξηγήσεις των δραστών σχετικά με το γιατί διαπράχθηκαν τα εγκλήματα˙ και να δουν τους δράστες να τιμωρούνται». Ως έχει, τα περισσότερα θύματα των εγκλημάτων των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν είναι απίθανο να εισπράξουν ποτέ αναγνώριση, πόσω μάλλον επανόρθωση.

Η αφαίρεση χρόνου, προσήλωσης, και προσπάθειας από την αμερικάνικη πλευρά της έρευνας δεν είναι κακή μόνο για τα θύματα. Θέτει επίσης ένα ανησυχητικό προηγούμενο για το ICC, το οποίο έχει αποστολή [5] να «βοηθήσει στον τερματισμό της ατιμωρησίας των δραστών των πιο σοβαρών εγκλημάτων … και έτσι να συμβάλει στην πρόληψη τέτοιων εγκλημάτων». Η διακοπή των ερευνών για λόγους άσχετους με την ουσία είναι σαφώς ασυμβίβαστη με τέτοιους στόχους.

ΕΠΙΛΕΓΟΝΤΑΣ ΝΑ ΜΗΝ ΣΥΜΜΕΤΑΣΧΕΙ