Η Huawei αντεπιτίθεται | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Huawei αντεπιτίθεται

Για να νικήσει την Κίνα στην τεχνολογία, η Αμερική πρέπει να επενδύσει στον αναπτυσσόμενο κόσμο
Περίληψη: 

Επειδή η Huawei υποχρεούται από τον νόμο να συνεργάζεται με τις κινεζικές επιχειρήσεις πληροφοριών εφόσον της ζητηθεί, και επειδή επωφελείται επί μακρόν από την κρατική υποστήριξη, οι χώρες που εξαρτώνται από την εταιρεία είναι ευάλωτες στις πιέσεις του Πεκίνου.

Ο JONATHAN E. HILLMAN είναι Senior Fellow στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών, όπου διευθύνει το Reconnecting Asia Project. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο The Digital Silk Road: China's Quest to Wire the World and Win the Future [1] (Harper Business, 2021), από το οποίο έχει προσαρμοστεί αυτό το άρθρο.

Η Huawei πονάει. Από πέρυσι που οι Ηνωμένες Πολιτείες έθεσαν εξαγωγικούς περιορισμούς στην εταιρεία, ο κινεζικός τηλεπικοινωνιακός γίγαντας έχει αποκοπεί από βασικά στοιχεία της αλυσίδας εφοδιασμού ημιαγωγών. Οι διπλωμάτες των ΗΠΑ έχουν επίσης πείσει έναν αυξανόμενο αριθμό ξένων ηγετών, πολλοί από τους οποίους σε προηγμένες δημοκρατίες, να κρατήσουν την Huawei έξω από τα 5G δίκτυά τους. Αυτά τα τιμωρητικά μέτρα έχουν επιπτώσεις, και τα έσοδα της εταιρείας έχουν μειωθεί επί τέσσερα συνεχόμενα τρίμηνα.

12112021-1.jpg

Συγκέντρωση σε έκθεση ηλεκτρονικών ειδών ευρείας κατανάλωσης, στην Σαγκάη, τον Ιούνιο του 2019. Aly Song / Reuters
-------------------------------------------------------------

Αλλά η Huawei προσαρμόζεται επίσης. Ο μεγαλύτερος προμηθευτής τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού στον κόσμο κάνει ήδη στροφή από τον εξοπλισμό δικτύων και τα τηλέφωνα στο cloud computing, τις υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, και άλλα προϊόντα που εξαρτώνται λιγότερο από προηγμένους ημιαγωγούς. Εν τω μεταξύ, η Huawei συνεχίζει να προωθεί επιθετικά την τεχνολογία της στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου έχει γίνει ευρέως αποδεκτή. Ισχυροποιώντας την παρουσία της σε μεγάλες αναδυόμενες αγορές όπως η Βραζιλία, η Ινδονησία, και η Νιγηρία, η Huawei παίρνει θέση για να αναδυθεί ξανά.

Η προσπάθεια της εταιρείας να καλωδιώσει τον αναπτυσσόμενο κόσμο έχει δημιουργήσει νέες προκλήσεις ασφάλειας. Κυβερνητικοί διακομιστές (servers) στην Αιθιοπία, κάμερες παρακολούθησης στο Πακιστάν, και ένα κέντρο δεδομένων στην Παπούα Νέα Γουινέα —που παρέχονται όλα από την Huawei— διέρρευσαν δεδομένα ή τα άφησαν ολοφάνερα εκτεθειμένα. Επειδή η Huawei υποχρεούται από τον νόμο να συνεργάζεται με τις κινεζικές επιχειρήσεις πληροφοριών εφόσον της ζητηθεί, και επειδή επωφελείται επί μακρόν από την κρατική υποστήριξη, οι χώρες που εξαρτώνται από την εταιρεία είναι ευάλωτες στις πιέσεις του Πεκίνου. Η κινεζική κατασκοπεία και οι προσωρινές διακοπές του δικτύου είναι πιο πιθανές από όσο μια καταστροφική βλάβη του δικτύου, αλλά δεν μπορούν να αποκλειστούν σοβαρές επιθέσεις και απόπειρες κυβερνο-καταναγκασμού. Τα ζωτικά συστήματα -οι επικοινωνίες, τα χρηματοικονομικά, οι μεταφορές, η ενέργεια και η υγεία- γίνονται όλο και πιο ψηφιακά.

Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ενδιαφέρονται σοβαρά για τον ανταγωνισμό [2] με την Κίνα οικονομικά, τεχνολογικά και στρατηγικά, πρέπει να εντείνουν την επέκταση της ψηφιακής δραστηριότητάς τους στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Από το 2017, τα ψηφιακά έσοδα αυξάνονται περισσότερο από δύο φορές ταχύτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες από όσο στις ανεπτυγμένες, σύμφωνα με τον Ruchir Sharma, τον επικεφαλής σχεδιαστή παγκόσμιας στρατηγικής της Morgan Stanley Investment. Δεκαέξι από τις 30 κορυφαίες χώρες με τα μεγαλύτερα ψηφιακά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ βρίσκονται τώρα στον αναπτυσσόμενο κόσμο και δεδομένου ότι η μισή ανθρωπότητα εξακολουθεί να έχει περιορισμένη ή καθόλου πρόσβαση στο Διαδίκτυο, οι δυνατότητες για περισσότερη ανάπτυξη είναι τεράστιες. Η άνοδος της Huawei από αντιγραφέα σε παγκόσμιο «οδοστρωτήρα» ήρθε με μια σειρά ισχυρισμών για ψεύδη, εξαπάτηση, και κλοπή (η εταιρεία άφησε μια σειρά δικαστικών προσφυγών στο πέρασμά της), αλλά η επιτυχία της δεν τροφοδοτήθηκε μόνο από κακοήθη δραστηριότητα. Η στρατηγική της Huawei εξαρτιόταν από την εξυπηρέτηση των ταχέως αναπτυσσόμενων αγορών χαμηλού εισοδήματος —μέρη με μεγαλύτερο ρίσκο όπου οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες τεχνολογίας συχνά διστάζουν να επενδύσουν.

Και στον αναπτυσσόμενο κόσμο, το κόστος συχνά υπερτερεί της ασφάλειας. Για να πετύχουν, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους πρέπει να προσφέρουν οικονομικά προσιτές εναλλακτικές της κινεζικής τεχνολογίας.

ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ ΝΟΤΙΑ

Η ώθηση της Huawei σε παραμελημένες αγορές ξεκίνησε μέσα από την Κίνα. Όταν ο Ren Zhengfei ίδρυσε την εταιρεία το 1987, έδωσε στους νέους υπαλλήλους του ένα φυλλάδιο που τους καθοδηγούσε να «πάνε στην ύπαιθρο», όπου «περιμένει ένας τεράστιος κόσμος και πολλά επιτεύγματα». Ο Zhengfei σύντομα εφάρμοσε την ίδια προσέγγιση στο εξωτερικό. Καθώς οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες επικεντρώνονταν σε μεγαλύτερες, πιο πλούσιες αγορές στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Huawei επικεντρώθηκε σε αγροτικές και λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές. Με την πάροδο του χρόνου, η εταιρεία απέκτησε ταλέντο στην προσφορά τεχνολογίας χαμηλού κόστους σε πληθυσμούς χαμηλού εισοδήματος σε όλο τον κόσμο, από πόλεις και κωμοπόλεις στην Αφρική έως αγροτικές περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η Huawei έμαθε επίσης πώς να κάνει φίλους σε υψηλές θέσεις. Έχει φλερτάρει κυβερνητικούς αξιωματούχους και έχει κερδίσει συμβόλαια σε ανοιχτούς διαγωνισμούς καθώς και σε κλειστές αγορές όπως η Αιθιοπία, όπου η κυβέρνηση υποδέχθηκε την Huawei πριν από μια δεκαετία, αλλά μόλις πρόσφατα άρχισε να χαλαρώνει το μονοπώλιό της στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Στην Σερβία, έγγραφα που διέρρευσαν πρόσφατα υποδηλώνουν [3] ότι η Huawei έκανε σκιώδεις πληρωμές για να αποκτήσει συμβόλαια με μια κρατική εταιρεία τηλεπικοινωνιών. Αυτοί και άλλοι ισχυρισμοί, καθώς και περιστατικά ασφαλείας, απέτυχαν σε μεγάλο βαθμό να επιβραδύνουν την πρόοδο της Huawei.

Το κινεζικό κράτος έχει παράσχει ουσιαστική υποστήριξη. Μεταξύ του 1998 και του 2019, το Πεκίνο έδωσε στην Huawei έως και 75 δισεκατομμύρια δολάρια σε φορολογικές ελαφρύνσεις, δάνεια, πιστώσεις, και άλλη χρηματοδότηση, σύμφωνα με έρευνα της Wall Street Journal [4]. Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν επίσης υψώσει εμπόδια στους ξένους προμηθευτές τηλεπικοινωνιών στο εσωτερικό, προστατεύοντας την Huawei και άλλους εγχώριους παρόχους, και άσκησαν πιέσεις σε ξένες κυβερνήσεις για να βοηθήσουν την Huawei να εξασφαλίσει συμφωνίες στο εξωτερικό.