Η αναζήτηση της Κίνας για συμμάχους | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αναζήτηση της Κίνας για συμμάχους

Οικοδομεί το Πεκίνο ένα ανταγωνιστικό σύστημα συμμαχιών;

Το δίκτυο συμμαχιών των Ηνωμένων Πολιτειών υπήρξε εδώ και πολύ καιρό κεντρικός πυλώνας της εξωτερικής τους πολιτικής και, καθώς ο ανταγωνισμός με την Κίνα έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια, διατηρήθηκε ως ένα σημαντικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ. Η κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν στην στρατηγική της για την Ασία έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στους συμμάχους. Στον πρώτο χρόνο της, η κυβέρνηση ενίσχυσε μακροχρόνιες συμμαχίες, όπως αυτές με την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, και δαπάνησε αρκετή ενέργεια στην στήριξη πολυμερών συνεργασιών, όπως ο Τετραμερής Διάλογος για την Ασφάλεια (Quadrilateral Security Dialogue) με την Αυστραλία, την Ινδία και την Ιαπωνία και το νεοσύστατο σύμφωνο AUKUS (με την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο).

18112021-1.jpg

Κινέζοι στρατιώτες βαδίζουν κατά την διάρκεια της Παρέλασης της Ημέρας της Νίκης στην Μόσχα, στις 24 Ιουνίου 2020. Ramil Sitdikov μέσω Reuters
------------------------------------------------

Η Κίνα, αντίθετα, έχει αποφύγει τις επίσημες συμμαχίες, βασισμένη στην υποτιθέμενη ξεχωριστή της άποψη για τις διεθνείς σχέσεις και στην ρεαλιστική επιθυμία να αποφύγει τους κινδύνους της εμπλοκής. Αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι η αντίσταση του Πεκίνου αρχίζει να διαβρώνεται. Τα πιο πρόσφατα χρόνια, έχει αναβαθμίσει τις στρατηγικές του συνεργασίες και έχει επεκτείνει τις στρατιωτικές ανταλλαγές και τις κοινές ασκήσεις με χώρες όπως η Ρωσία, το Πακιστάν, και το Ιράν. Αυτές οι συνεργασίες εξακολουθούν να απέχουν παρασάγγας από τις συμμαχίες των ΗΠΑ (οι οποίες περιλαμβάνουν ρήτρες αμοιβαίας άμυνας, εκτεταμένες συμφωνίες στρατιωτικών βάσεων, και κοινές στρατιωτικές ικανότητες). Αλλά θα μπορούσαν με τον καιρό να αποτελέσουν την βάση του δικτύου συμμαχίας της ίδιας της Κίνας, εάν οι Κινέζοι ηγέτες πιστέψουν ότι αυτό είναι απαραίτητο, τόσο για την αποτρεπτική του επίδραση όσο και για την επιχειρησιακή του αξία, ώστε να επικρατήσουν σε έναν μακροπρόθεσμο ανταγωνισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους. Μια τέτοια εξέλιξη θα σηματοδοτούσε μια πραγματική καμπή σε αυτήν την εποχή του ανταγωνισμού ΗΠΑ-Κίνας και θα άνοιγε τον δρόμο για έναν ανησυχητικό νέο κόσμο με χαμηλότερα όρια για περιφερειακή σύγκρουση και σύγκρουση μεγάλων δυνάμεων.

Η ΚΙΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΕΝΑ ΔΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΚΤΥΟ

Σήμερα, η Κίνα έχει μόνο έναν [1] επίσημο σύμμαχο, την Βόρεια Κορέα, με την οποία μοιράζεται μια αμοιβαία αμυντική συνθήκη. Έχει όμως δεκάδες επίσημες συνεργασίες με κράτη σε όλο τον κόσμο. Στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκονται η Ρωσία και το Πακιστάν (των οποίων οι εξαιρετικά ειδικοί δεσμοί με το Πεκίνο υποδηλώνονται με μακρά και αποκλειστικά ονόματα, «Συνολική Στρατηγική Συνεργασία Συντονισμού Κίνας-Ρωσίας για μια Νέα Εποχή» [China – Russia Comprehensive Strategic Partnership of Coordination for a New Era] και «Στρατηγική Συνεργατική Συνεργασία Παντός Καιρού Κίνας-Πακιστάν παντός καιρού» [China – Pakistan All Weather Strategic Cooperative Partnership]). Έπειτα έρχονται πολλά κράτη της Νοτιοανατολικής Ασίας -Μιανμάρ, Καμπότζη, Βιετνάμ, Ταϊλάνδη, και Λάος- καθώς και κράτη πιο μακριά, όπως η Αίγυπτος, η Βραζιλία, και η Νέα Ζηλανδία. Το Πεκίνο έχει επίσης επενδύσει πολλή ενέργεια στην οικοδόμηση πολυμερών μηχανισμών υπό την ηγεσία της Κίνας [2], όπως ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (Shanghai Cooperation Organization, SCO), το Φόρουμ για τη Συνεργασία Κίνας-Αφρικής (Forum on China–Africa Cooperation) και το Φόρουμ Συνεργασίας Κίνας-Αραβικών Κρατών (China–Arab States Cooperation Forum).

Η Κίνα έχει αποφύγει μέχρι στιγμής να οικοδομήσει ένα παραδοσιακό δίκτυο συμμάχων για λόγους που κυμαίνονται από τις μακροχρόνιες ιδεολογικές τάσεις έως τους ρεαλιστικούς στρατηγικούς υπολογισμούς. Από τις πρώτες μέρες της Λαϊκής Δημοκρατίας, το Πεκίνο επιδίωξε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως ηγέτη του αναπτυσσόμενου κόσμου και υπέρμαχο των αρχών της μη παρέμβασης και του αντι-ιμπεριαλισμού του Κινήματος των Αδεσμεύτων (Non-Aligned Movement). Τα πιο πρόσφατα χρόνια, οι Κινέζοι ηγέτες άρχισαν να επιμένουν ότι εφαρμόζουν έναν «νέο τύπο διεθνών σχέσεων» [3], αποφεύγοντας την παραδοσιακή πολιτική ισχύος υπέρ της «συνεργασίας που είναι κερδοφόρα για όλους» [win-win cooperation]. Μια τέτοια γλώσσα έχει σκοπό να ενισχύσει το αφήγημα ότι η άνοδος της Κίνας δεν πρέπει να φοβίζει, αλλά να είναι ευπρόσδεκτη ως ευλογία για την παγκόσμια ανάπτυξη και ευημερία —και να ξεχωρίσει το Πεκίνο από την Ουάσιγκτον [4], την οποία οι Κινέζοι ηγέτες επικρίνουν συχνά για την διατήρηση μιας ξεπερασμένης «ψυχροπολεμικής νοοτροπίας».

Εκτός από τέτοιες προσπάθειες δημόσιας διπλωματίας, η επιφυλακτική στάση του Πεκίνου για τις συμμαχίες αντικατοπτρίζει μια στρατηγική απόφαση να οικοδομήσει σχέσεις με επίκεντρο τους οικονομικούς δεσμούς, στην αναζήτησή του για ισχύ και παγκόσμια επιρροή. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Κίνα χρησιμοποιεί μόνο οικονομική διπλωματία για να προωθήσει τους στόχους της. Στην πραγματικότητα, η Κίνα έχει επεκτείνει γρήγορα [5] τις στρατιωτικές της ικανότητες τις τελευταίες δύο δεκαετίες και χρησιμοποίησε τη νεοαποκτηθείσα δύναμή της για να εκφοβίσει την Ταϊβάν, να διαγκωνιστεί με την Ινδία κατά μήκος αμφισβητούμενων συνόρων και να επιμείνει στις αξιώσεις κυριαρχίας της στις Θάλασσες της Ανατολικής και της Νότιας Κίνας. Ωστόσο, ενώ οι Κινέζοι ηγέτες θεωρούν την στρατιωτική ισχύ απαραίτητη για την προστασία της πατρίδας τους [6], των βασικών εθνικών συμφερόντων, και των πολιτών και των επενδύσεων στο εξωτερικό, έχουν δείξει μικρή επιθυμία να αναλάβουν δεσμεύσεις εξωτερικής ασφάλειας που θα μπορούσαν να σύρουν την χώρα τους σε απόμακρες συγκρούσεις.

Αντίθετα, το Πεκίνο έχει στοιχηματίσει ότι η προσφορά δανείων, επενδύσεων, και εμπορικών ευκαιριών, και η επιχειρηματική δραστηριότητα με οποιαδήποτε κυρίαρχη οντότητα, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα και το ιστορικό της στο εσωτερικό, θα αποφέρει στην Κίνα φίλους και επιρροή. Και αυτή η στρατηγική απέδωσε. Πολλοί από τους εταίρους της Κίνας, ιδιαίτερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο, χαιρέτησαν την δέσμευσή της και υποστήριξαν τα βασικά της συμφέροντα ως αντάλλαγμα. Αυτή η υποστήριξη τείνει να είναι πρωτίστως διπλωματικού χαρακτήρα —για παράδειγμα, επιβεβαιώνοντας την αρχή «μια Κίνα» του Πεκίνου˙ μένοντας σιωπηλοί ή ακόμη και επαινώντας τις κατασταλτικές πολιτικές της στην [επαρχία] Σιντζιάνγκ˙ και εγκρίνοντας την ατζέντα της [7] σε πολυμερή φόρουμ όπως τα Ηνωμένα Έθνη. Και μαζί με τα οικονομικά κίνητρα, το Πεκίνο στρέφεται όλο και περισσότερο στον οικονομικό καταναγκασμό για να τιμωρήσει τα κράτη που αψηφούν τις απαιτήσεις του, όπως στην περίπτωση της Αυστραλίας, η οποία είδε αυστηρούς κινεζικούς δασμούς να επιβάλλονται στις εξαγωγές της, αφότου απαγόρευσε τον κινεζικό τηλεπικοινωνιακό γίγαντα Huawei από τα δίκτυά της και υποστήριξε μια διεθνή έρευνα για την προέλευση της COVID-19.

ΟΙ ΜΕΤΑΒΑΛΛΟΜΕΝΟΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΠΕΚΙΝΟΥ

Βραχυπρόθεσμα, η Κίνα είναι απίθανο να εγκαταλείψει εντελώς την γεωοικονομική στρατηγική της για κυριαρχία. Υπάρχουν όμως δύο πιθανά σενάρια που θα μπορούσαν να την οδηγήσουν να οικοδομήσει ένα καλόπιστο δίκτυο συμμάχων: εάν το Πεκίνο αντιληφθεί μια οξεία επιδείνωση στο περιβάλλον ασφαλείας του, που ανατρέπει την ανάλυση κόστους-οφέλους της επιδίωξης επίσημων στρατιωτικών συμφώνων˙ ή εάν αποφασίσει να αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως η κυρίαρχη στρατιωτική δύναμη, όχι μόνο στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, αλλά παγκοσμίως. (Αυτά τα δύο σενάρια δεν είναι, φυσικά, αμοιβαίως αποκλειόμενα).

Οι Κινέζοι ηγέτες μπορεί να καταλήξουν σε τέτοια συμπεράσματα εάν εκτιμήσουν ότι τα βασικά συμφέροντα του Κομμουνιστικού Κόμματος, όπως η διατήρηση της εξουσίας στο εσωτερικό, η εξουσία επί της Σιντζιάνγκ, το Θιβέτ, και το Χονγκ Κονγκ, και οι αξιώσεις κυριαρχίας επί της Ταϊβάν θα ήταν μη βιώσιμα χωρίς την σύναψη επίσημων αμυντικών συμφώνων με βασικούς εταίρους όπως η Ρωσία, το Πακιστάν, ή το Ιράν. Στην πραγματικότητα, οι κινεζικές εκτιμήσεις έχουν ήδη αρχίσει να κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Για παράδειγμα, ο κινεζικός σχολιασμός [8] σχετικά με την σημαντική εμβάθυνση των σινο-ρωσικών δεσμών τα τελευταία χρόνια συχνά υποδεικνύει την αυξανόμενη «περικύκλωση» από την Δύση ως τον κύριο μοχλό αυτής της εξέλιξης και τονίζει την ανάγκη το Πεκίνο και η Μόσχα να εργαστούν από κοινού για να απωθήσουν τους υπό την ηγεσία των ΗΠΑ συνασπισμούς. Αν και το Πεκίνο συνεχίζει να επιμένει ότι η Κίνα και η Ρωσία «δεν είναι σύμμαχοι», έχει αρχίσει να υποστηρίζει [9] την ίδια στιγμή ότι δεν υπάρχουν «απαγορευμένες περιοχές» και «κανένα ανώτατο όριο» στην συνεργασία τους.

Από το 2012, η Κίνα και η Ρωσία έχουν πραγματοποιήσει ολοένα και πιο εκτεταμένες στρατιωτικές ασκήσεις, συμπεριλαμβανομένων τακτικών ναυτικών ασκήσεων στην Ανατολική Κίνα και την Θάλασσα της Νότιας Κίνας, και κατά καιρούς σε συνδυασμό με τρίτα μέρη όπως το Ιράν και η Νότιος Αφρική. Μόλις τον περασμένο μήνα, οι δυο τους έγιναν πρωτοσέλιδο για την διεξαγωγή της πρώτης κοινής περιπολίας τους στον δυτικό Ειρηνικό, για την οποία οι Global Times -ένα κινεζικό κρατικό ταμπλόιντ- ανέφεραν ότι στόχευε τις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς «συνασπίζονται με τους συμμάχους τους όπως η Ιαπωνία και η Αυστραλία». Σίγουρα, η λεπτή ιστορία φιλίας και αντιπαλότητας του Πεκίνου και της Μόσχας και η αξία που δίνουν και τα δύο κράτη στην στρατηγική αυτονομία μπορεί να περιορίσουν την έκταση της συνεργασίας τους. Ωστόσο, τα δύο κράτη θα μπορούσαν πιθανώς να συνάψουν μια συμφωνία για την παροχή αμοιβαίας βοήθειας, από την υλικοτεχνική υποστήριξη έως την άμεση βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων συμβατικών στρατιωτικών επιχειρήσεων ή σε «γκρίζες ζώνες», εάν οποιαδήποτε από τις δύο κυβερνήσεις πιστέψει ότι αντιμετωπίζει μια υπαρξιακή απειλή.

Ένα άλλο παράδειγμα της μεταβαλλόμενης στάσης της Κίνας είναι ο εναγκαλισμός της με «κράτη παρίες». Για παράδειγμα, οι Κινέζοι ηγέτες έχουν αρχίσει να χαρακτηρίζουν τις σχέσεις Κίνας-Βόρειας Κορέας με εντυπωσιακά διαφορετικούς τόνους σε σχέση με μόλις πριν από λίγα χρόνια, όταν το Πεκίνο έκανε επίπονη προσπάθεια για να αποστασιοποιηθεί από την Πιονγκγιάνγκ. Τον περασμένο Ιούλιο, οι δύο σύμμαχοι ανανέωσαν την συνθήκη αμοιβαίας άμυνας και ορκίστηκαν να ανυψώσουν την συμμαχία τους σε «νέα επίπεδα». Νωρίτερα φέτος, η Κίνα υπέγραψε επίσης εικοσιπενταετή συμφωνία συνεργασίας με το Ιράν, παρέχοντας οικονομικά έργα και επενδύσεις με αντάλλαγμα την πρόσβαση στο ιρανικό πετρέλαιο. Οι δύο χώρες δεσμεύτηκαν επίσης να εμβαθύνουν την συνεργασία μέσω κοινών στρατιωτικών ανταλλαγών, διαμοιρασμού πληροφοριών, και ανάπτυξης όπλων. Η Κίνα αμέσως μετά στήριξε την προσπάθεια του Ιράν για πλήρη ένταξη στην SCO, 15 χρόνια μετά την αρχική αίτηση της Τεχεράνης. Σύμφωνα με Κινέζους αναλυτές, το Πεκίνο είχε παρακάμψει το ζήτημα για περισσότερο από μια δεκαετία για να αποφύγει να αναστατώσει την Ουάσιγκτον και να δημιουργήσει την εντύπωση ότι η SCO στοχεύει στην αντιστάθμιση των Ηνωμένων Πολιτειών. Αλλά αποφάσισε να προχωρήσει όταν συμπέρανε ότι η «πολιτική περιορισμού» της Ουάσιγκτον έναντι της Κίνας ήταν εδώ για να μείνει.

Αν και μένει να δούμε πόση πραγματική «αναβάθμιση» θα δεχτούν αυτές οι συνεργασίες, τέτοιες εξελίξεις υποδηλώνουν ότι οι επιθυμίες του Πεκίνου να μην εμπλακεί πολύ βαθιά με δρώντες όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα, τόσο για στρατηγικούς λόγους όσο και για λόγους εικόνας, μπορεί σταδιακά να διαβρώνονται, καθώς διακρίνει ένα όλο και πιο εχθρικό εξωτερικό περιβάλλον και, ως εκ τούτου, μια πιο επείγουσα ανάγκη για την στρατολόγηση συμμάχων. (Αυτό, παρά τα ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία αυτών των δρώντων και τις δικές τους υποψίες για την Κίνα, μεταξύ άλλων παραγόντων που περιπλέκουν τα πράγματα). Οι Κινέζοι ηγέτες θα μπορούσαν κάλλιστα να αποφασίσουν στο άμεσο μέλλον ότι ο καλύτερος τρόπος για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους και να αντέξουν την πίεση από την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της είναι να γίνει η Κίνα μια απαραίτητη στρατιωτική δύναμη με το δικό της δίκτυο συμμάχων —ακριβώς όπως έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες πριν από περισσότερα από 70 χρόνια.

Σίγουρα, το να αντιγράψει το ιστορικό σχέδιο των ΗΠΑ δεν θα είναι εύκολο. Οι περισσότερες από τις προηγμένες οικονομίες του κόσμου, άλλωστε, είναι ήδη επίσημοι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών. Το Πεκίνο αντιμετωπίζει επίσης βαθύ σκεπτικισμό σε όλο τον κόσμο σχετικά με τις μακροπρόθεσμες προθέσεις και τις ηγεμονικές του τάσεις. Αυτό ισχύει ακόμη και για τους στενότερους εταίρους της Πρωτοβουλίας Μια Ζώνη Μια Οδός (Belt and Road Initiative, BRI). Και πολλά κράτη έχουν καταστήσει σαφές ότι δεν θέλουν να ευθυγραμμιστούν αποκλειστικά ούτε με το Πεκίνο ούτε με την Ουάσιγκτον. Όμως το status quo δεν είναι αμετάβλητο. Η Κίνα καλλιεργεί γρήγορα δεσμούς με προηγμένες οικονομίες και αναπτυσσόμενες χώρες και προσπαθεί να βάλει προσκόμματα ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους και εταίρους τους. Ακόμα κι αν δεν είναι σε θέση να φέρει ορισμένους παίκτες στο πλευρό της, θα μπορούσε να πιέσει για την «Φινλανδοποίηση» βασικών στρατηγικών περιοχών όπως η Κορεατική Χερσόνησος και τμήματα της Νοτιοανατολικής Ασίας, αναγκάζοντας τα κράτη να απαρνηθούν τους στρατηγικούς δεσμούς τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

ΟΙ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ ΕΧΟΥΝ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Τα μεγάλα βήματα που έχει κάνει η κυβέρνηση Μπάιντεν για να ανανεώσει τις συμμαχίες των ΗΠΑ και να αυξήσει την συνεισφορά των συμμάχων των ΗΠΑ στην ασφάλεια της περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού είναι απαραίτητα σε αυτήν την εποχή των μεταβαλλόμενων ισορροπιών ισχύος και του στρατηγικού ανταγωνισμού. Όμως ο Μπάιντεν θα πρέπει να γνωρίζει ότι όταν οι ηγέτες των ΗΠΑ ορκίζονται να ξανασκεφτούν τις συμμαχίες της Ουάσιγκτον και να εργαστούν προς «ένα νέο όραμα του 21ου αιώνα» για «ολοκληρωμένη αποτροπή», το Πεκίνο θα μπορούσε κάλλιστα να επιδιώξει το ίδιο με τους δικούς του στρατηγικούς εταίρους.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ουάσιγκτον θα πρέπει να αποστασιοποιηθεί από τους συμμάχους της με την ελπίδα να μετριάσει την συμπεριφορά της Κίνας. Άλλωστε, οι επιλογές του Πεκίνου θα εξαρτηθούν κυρίως από το δικό του στρατηγικό όραμα και τις φιλοδοξίες του. Εντούτοις, η κυβέρνηση Μπάιντεν θα έκανε καλά να εξετάσει το πώς οι επιτυχίες της στην συσπείρωση φίλων θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις αντιλήψεις του Πεκίνου για την απειλή και να ωθήσουν άθελά της στην δημιουργία ενός ανταγωνιστικού δικτύου συμμαχιών υπό την ηγεσία της Κίνας.

Τώρα πρέπει να γίνουν σοβαρές σκέψεις για το πως θα ζήσουμε με, και ακόμα καλύτερα πώς θα αποτρέψουμε, ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Οι προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να περιλαμβάνουν την εξέταση τρόπων για να παραμείνει η Κίνα αφοσιωμένη στις σταθερές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους και την διασφάλιση της συνεργασίας με ένα ευρύ φάσμα κρατών, όχι μόνο με ομοϊδεάτες δημοκρατίες, έτσι ώστε εκείνα που βρίσκονται εκτός των παραδοσιακού κύκλου των φίλων των Ηνωμένων Πολιτειών να μην καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η καλύτερη ή η μοναδική επιλογή τους είναι να ευθυγραμμιστούν με το Πεκίνο. Η στρατηγική προνοητικότητα και ο σχεδιασμός θα είναι απαραίτητος για να αποτραπεί η μετατόπιση προς έναν πραγματικά διχασμένο κόσμο, με ένα αντίπαλο μπλοκ που θα καθοδηγείται από μια πιο μπλεγμένη και παρεμβατική Κίνα.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/competition-with-china-wit...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-04-20/how-not-win-all...
[3] https://www.fmprc.gov.cn/mfa_eng/wjb_663304/wjbz_663308/2461_663310/t137...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2020-12-04/chinese-communi...
[5] https://media.defense.gov/2021/Nov/03/2002885874/-1/-1/0/2021-CMPR-FINAL...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-02-05/kevin-r...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-02-05/kevin-r...
[8] https://www.globaltimes.cn/page/202105/1224483.shtml
[9] https://www.fmprc.gov.cn/mfa_eng/zxxx_662805/t1852037.shtml

Copyright © 2021 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-11-15/chinas-search-a...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition