Μπορεί η ιστορία του Ψυχρού Πολέμου να αποτρέψει έναν σινο-αμερικανικό όλεθρο; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μπορεί η ιστορία του Ψυχρού Πολέμου να αποτρέψει έναν σινο-αμερικανικό όλεθρο;

Μαθαίνοντας τα σωστά μαθήματα από το παρελθόν

Η προσωπική διπλωματία ήταν απαραίτητο μέρος αυτής της προσπάθειας. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι ηγέτες στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Σοβιετική Ένωση συχνά χρησιμοποιούσαν διπλωματικά μέσα και προσωπικές επαφές για να εκφράσουν τον σεβασμό στην άλλη πλευρά ως μια μεγάλη δύναμη, ακόμη και όταν εργάζονταν για να παρεμποδίσουν τους στρατηγικούς της σχεδιασμούς. Τέτοιες προσπάθειες έκαναν τον ανταγωνισμό ευκολότερο στην διαχείριση και, τελικά, ευκολότερο στην επίλυση, καθώς οι ιδεολογικές και πολιτικές εντάσεις άρχιζαν να εκτονώνονται. Ένας βαθμός αμοιβαίου σεβασμού διευκόλυνε επίσης την υποχώρηση από το χείλος του γκρεμού σε ορισμένες από τις πιο επικίνδυνες αντιπαραθέσεις του Ψυχρού Πολέμου, όπως η κρίση των πυραύλων της Κούβας το 1962 ή ο πόλεμος Ινδίας-Πακιστάν το 1971.

Στην περίπτωση των σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η πραγματική πρόοδος ήρθε όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Νίξον, πήγε ο ίδιος στο Πεκίνο —κάνοντας τόσο τον ίδιο όσο και τον σύμβουλό εθνικής ασφαλείας του, Χένρι Κίσινγκερ, σεβαστά πρόσωπα στην Κίνα, παρά το γεγονός ότι ήταν αντικομμουνιστές και ενεργούσαν για να προωθήσουν το εθνικό συμφέρον της χώρας τους. Ο Νίξον και ο Κίσινγκερ τόνιζαν συχνά την ιδιαίτερη εκτίμησή τους για τους οικοδεσπότες τους, παρά τις τεράστιες διαφορές στην κοσμοθεωρία, όπως έκαναν και ο Μάο Τσε Τουνγκ και ο Τσου Ενλάι, που επέμειναν στις αρχές τους ακόμη και όταν τιμούσαν τους προσκεκλημένους τους. Αυτός ο αμοιβαίος σεβασμός διευκόλυνε τη μετάβαση από την εχθρότητα στην ομαλοποίηση.

Η τεχνολογία σήμερα καθιστά πιο δύσκολη την επιμονή στις αρχές ενώ τιμώνται οι προσκεκλημένοι. Αυτό που λένε οι ηγέτες δημόσια (και συχνά κατ’ ιδίαν) είναι άμεσα διαθέσιμο τόσο στο εγχώριο [κοινό] όσο και στο κοινό στο εξωτερικό, κάνοντας πολύ εύκολο να δοθεί προτεραιότητα στην ρητορική που μπορεί να ικανοποιεί την κοινή γνώμη της μιας πλευράς ενώ εμφανίζεται ασεβής και συγκρουσιακή στην κοινή γνώμη της άλλης. Ακόμα κι αν ο τόνος των συνομιλιών πίσω από τις κλειστές πόρτες είναι πολιτισμένος, οι σκληρές δημόσιες παρατηρήσεις —όπως εκείνες που έγιναν και από τις δύο πλευρές στο Άνκορατζ τον περασμένο Μάρτιο— καθιστούν δύσκολο κάθε συμβιβασμό. Σε τέτοιες περιπτώσεις, και οι δύο πλευρές πρέπει να θυμούνται την αξία της έκφρασης του βασικού σεβασμού για την θέση της άλλης ως μεγάλης δύναμης, ακόμη και όταν μιλούν ανοιχτά για θέματα που προκαλούν ανησυχία. Και κατά τον προγραμματισμό επαφών υψηλού επιπέδου —ιδιαίτερα μεταξύ των προέδρων των δύο χωρών— οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να επιλέξουν τόσο ένα περιβάλλον όσο και μια μορφοποίηση έχοντας κατά νου τέτοιους στόχους.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΙΚΕΣ

Σε μια έντονη αντιπαλότητα, οι τοπικές συγκρούσεις μπορούν εύκολα να εμπλακούν με τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων -όπως συνέβη, μεταξύ άλλων, στο Βερολίνο, στην Κούβα, στην Κορέα, και στη Μέση Ανατολή κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Χρειάστηκε δεξιοτεχνική διαχείριση κρίσεων, από διπλωμάτες, στρατιωτικούς, και πολιτικούς ηγέτες, για να διασφαλιστεί ότι καμία από αυτές τις αντιπαραθέσεις δεν θα οδηγούσε σε παγκόσμιο πόλεμο.

Αυτή η διαχείριση κρίσεων [3] βασίστηκε σε μια σειρά βημάτων και από τις δύο πλευρές, ξεκινώντας με την επιδίωξη περιορισμένων και ευέλικτων σκοπών. Κατά την διάρκεια των κρίσεων του Βερολίνου, οι Σοβιετικοί δεν προσπάθησαν να κινηθούν προς το Δυτικό Βερολίνο ή οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους προς το Ανατολικό Βερολίνο. Στην κρίση των πυραύλων της Κούβας, η κυβέρνηση Κένεντι εστίασε στην απόσυρση των σοβιετικών πυρηνικών πυραύλων αντί στην ανατροπή του Φιντέλ Κάστρο ή στην πλήρη εξάλειψη της σοβιετικής παρουσίας στην Κούβα. Κάθε πλευρά πρέπει επίσης να αφήσει χώρο στην άλλη να αποκλιμακώσει, καθώς σπάνια συμβαίνει μονομερής αποκλιμάκωση όταν διακυβεύονται κρίσιμα συμφέροντα. Στην κρίση των πυραύλων της Κούβας, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ σχεδίασαν και εφάρμοσαν μια ναυτική καραντίνα με ιδιαίτερη προσοχή, αντί να ακολουθήσουν τις παραδοσιακές διαδικασίες ναυτικού αποκλεισμού, προκειμένου να επιτραπεί η σοβιετική αποκλιμάκωση (ενώ υπόσχονταν επίσης, μέσω παρασκηνιακών διαύλων, να αποσύρουν τους πυραύλους των ΗΠΑ από την Τουρκία και να μην εισβάλουν στην Κούβα). Οι Σοβιετικοί, κατά συνέπεια, μπορούσαν να δεχτούν την απόσυρση των πυραύλων τους από την Κούβα ως μια αποδεκτή επιλογή, δεδομένου του κινδύνου πυρηνικού πολέμου.

Σε τέτοιες καταστάσεις κρίσης, η επικοινωνία ήταν ιδιαίτερα σημαντική: με τα συναισθήματα να είναι έντονα και τις συναντήσεις υψηλού επιπέδου να μην είναι στο τραπέζι, πρέπει να υπάρχουν αποτελεσματικές γραμμές επικοινωνίας για να μειωθεί ο κίνδυνος λανθασμένου υπολογισμού και να εντοπιστούν οι κοινοί στόχοι διαχείρισης κρίσεων. Οι παραδοσιακοί διπλωματικοί δίαυλοι ήταν συχνά ανεπαρκείς για τέτοιους σκοπούς, αλλά οι παρασκηνιακοί δίαυλοι —όπως αυτοί που χρησιμοποιήθηκαν κατά την κρίση των πυραύλων της Κούβας— πρέπει να είναι ανεπτυγμένοι πριν ξεκινήσει η κρίση. Πρέπει επίσης να συμπληρώνονται από αποτελεσματική διοίκηση και έλεγχο, και από προσπάθειες διαχείρισης των σχέσεων με τους συμμάχους, ώστε να αποφευχθεί η κλιμάκωση από τρίτους. Όλες οι μεγάλες κρίσεις του Ψυχρού Πολέμου αφορούσαν τρίτους, οι οποίοι συχνά επιδίωκαν τους δικούς τους στόχους που δεν ήταν συμβατοί με την αποκλιμάκωση και την διαχείριση κρίσεων. Ο μόνος τρόπος διαχείρισης των πολιτικών και των στόχων των τρίτων ήταν μέσω της άμεσης επικοινωνίας μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων. Οι γνώσεις που αποκτήθηκαν από τέτοιες συζητήσεις μπορούσαν επίσης να βοηθήσουν και τις δύο [υπερδυνάμεις] να διαμορφώσουν την συμπεριφορά των τρίτων μερών.