Πώς ο εξτρεμισμός έγινε κύρια τάση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς ο εξτρεμισμός έγινε κύρια τάση

Η Ουάσιγκτον χρειάζεται μια νέα προσέγγιση για την πρόληψη της ακροδεξιάς βίας

Τους μήνες πριν και μετά τις προεδρικές εκλογές του 2020 στις ΗΠΑ, εκατομμύρια Αμερικανοί περιπλανήθηκαν «κλικάροντας» διαμέσου μιας διαδικτυακής πλημμύρας παραπληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένου του ευρέως διαδεδομένου ψεύδους ότι ανεξέλεγκτη εκλογική νοθεία επέτρεψε στον Τζο Μπάιντεν να κλέψει τη νίκη που ανήκε δικαιωματικά στον Ντόναλντ Τραμπ. Στις 6 Ιανουαρίου 2021, οι πραγματικές συνέπειες αυτής της εξαπάτησης και αυταπάτης έγιναν σαφείς, καθώς χιλιάδες ταραχοποιοί υποστηρικτές του Τραμπ εξαπέλυσαν μια βίαιη επίθεση στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ, με σκοπό να σταματήσουν την επικύρωση της νίκης του Μπάιντεν.

04012022-1.jpg

Εισβάλλοντας στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ, στις 6 Ιανουαρίου 2021. Shannon Stapleton / Reuters
---------------------------------------

Η πολιορκία αντανακλούσε δύο σημαντικές τάσεις που θα συνεχίσουν να διαμορφώνουν την αμερικανική πολιτική τα επόμενα χρόνια. Η πρώτη είναι η κανονικοποίηση του δεξιού εξτρεμισμού. Η πλειοψηφία των ταραχοποιών ήταν μέχρι τότε απλοί Αμερικανοί που μόλις πρόσφατα είχαν ασπασθεί ριζοσπαστικές ιδέες. Τα μονοπάτια τους προς την πολιτική βία δεν περιελάμβαναν μια σαφώς καθορισμένη ιδεολογία ή την προσχώρηση σε συγκεκριμένες ομάδες, αλλά διαμορφώθηκαν από μια εκστρατεία προπαγάνδας που περιέκλεισε όλο το φάσμα της δεξιάς πολιτικής: από τους εκλεγμένους Ρεπουμπλικάνους, τους εξέχοντες συντηρητικούς σχολιαστές, και τα συντηρητικών τάσεων μεγάλα ειδησεογραφικά μέσα, στους νέας κοπής influencers των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τις ελάσσονες ριζοσπαστικές οργανώσεις, και μια αναπτυσσόμενη ομάδα εξειδικευμένων ακροδεξιών επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης.

Ακόμη και πριν από την άνοδο του Τραμπ, αυτές οι δυνάμεις είχαν αποκτήσει ισχύ εδώ και χρόνια, εν μέρει λόγω του αποκαλούμενου πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Όπως έγραψα πέρυσι στο Foreign Affairs [2], η εποχή μετά την 11η Σεπτεμβρίου [2001] ήταν εύφορο έδαφος για την ακροδεξιά, όταν οι Αρχές επιβολής του νόμου και οι υπηρεσίες πληροφοριών εστίασαν σχεδόν αποκλειστικά στην τζιχαντιστική απειλή και ο φόβος των Μουσουλμάνων τρομοκρατών έπαιξε το παιχνίδι των ξενοφοβικών, των ρατσιστών και των Χριστιανών εθνικιστών. Ο Τραμπ εκμεταλλεύθηκε αυτές τις εξελίξεις στην προεκλογική του εκστρατεία το 2016 και μέχρι να αναλάβει τα καθήκοντά του, ιδέες που είχαν από καιρό υποβιβασθεί στο περιθώριο της αμερικανικής κοινωνίας έγιναν γρήγορα κεντρικές στο πολιτικό οικοσύστημα της χώρας.

Η κανονικοποίηση του εξτρεμισμού οδήγησε από μόνη της στην δεύτερη τάση: ένα ανακάτεμα και ανασυνδυασμό εξτρεμιστικών ομάδων και ιδεών. Χάρη όχι μόνο στην παραπληροφόρηση για τις εκλογές του 2020 αλλά και στην πόλωση που τροφοδοτήθηκε από την πανδημία [3] και στις διαδηλώσεις του Black Lives Matter, εκείνοι οι ταραχοποιοί της 6ης Ιανουαρίου που ανήκαν σε αναγνωρίσιμες ακροδεξιές ομάδες είχαν συνηθίσει να έχουν παράξενους συντρόφους –όχι μόνο συνωμοσιολόγους ερωτευμένους με το υπέρ του Τραμπ κίνημα QAnon, αλλά και υποστηρικτές της «ευεξίας» που αντιτίθενται στα εμβόλια, ελευθεριακούς που αντιτίθενται στις εντολές [για υποχρεωτική χρήση] μάσκας, υπέρμαχους των δικαιωμάτων [κατοχής] των όπλων που διαμαρτύρονται για τις αντιληπτές απειλές για την Δεύτερη Τροποποίηση [του συντάγματος των ΗΠΑ], και «επιταχυντές» (“accelerationists”) που επιδιώκουν την βίαιη κατάρρευση των πολιτικών, οικονομικών, και κοινωνικών συστημάτων.

Αυτές οι αλλαγές έχουν καταστήσει τα βίαια εξτρεμιστικά κινήματα λιγότερο συνεκτικά και πιο απρόβλεπτα από ποτέ. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τέτοιες ομάδες έχουν γενικά προσδιορισθεί από σχετικά σαφείς ιδεολογικές τάσεις που ευθυγραμμίσθηκαν με συγκεκριμένες στρατηγικές των υπηρεσιών πληροφοριών και επιβολής του νόμου, εκπαιδευτικές ανάγκες, και τομείς εξειδίκευσης. Αλλά τακτικές όπως η παρακολούθηση, η επιτήρηση, και η διείσδυση είναι πιο δύσκολο να εφαρμοσθούν σε ένα περιβάλλον που είναι πιο αυθόρμητο, κατακερματισμένο, και χαρακτηρίζεται από την ταχεία εξέλιξη και τους αναπάντεχους συνασπισμούς. Με απλά λόγια, τα εργαλεία που χρησιμοποιούν οι Αρχές για να καταπολεμήσουν τους εξτρεμιστές γίνονται λιγότερο χρήσιμα όταν η γραμμή μεταξύ του περιθωρίου και του κέντρου αρχίζει να θολώνει.

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει επειγόντως να προσαρμοσθεί σε αυτή τη νέα πραγματικότητα. Ο εξτρεμισμός έχει γίνει κυρίαρχη τάση˙ το ίδιο και οι παρεμβάσεις που απαιτούνται για την αντιμετώπισή του.

ΠΑΡΑΞΕΝΟΙ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ

Τα βίαια κινήματα αλλάζουν τόσο με στρατηγικούς όσο και με οργανικούς τρόπους καθώς εισχωρούν στην κύρια τάση. Από τη μια πλευρά, ο μετασχηματισμός προκύπτει από προσπάθειες από την κορυφή προς την βάση για «επανασυσκευασία» ιδεολογιών για να διευρυνθεί η ελκυστικότητα των ιδεών που διαφορετικά η κύρια τάση θα μπορούσε να απορρίψει. Αλλά προκαλείται επίσης από τον, από την βάση προς την κορυφή, κατακερματισμό και την επανασυναρμολόγηση ακραίων ιδεών που συμβαίνει καθώς οι άνθρωποι ριζοσπαστικοποιούνται σε ένα τεράστιο και συνεχώς διευρυνόμενο διαδικτυακό οικοσύστημα, μια διαδικασία που συχνά δεν περιλαμβάνει καμία επαφή με συγκεκριμένους οργανισμούς.

Οι στρατηγικές αλλαγές έχουν συνήθως τις ρίζες τους στις προσπάθειες προσέγγισης και στρατολόγησης ευρύτερων ακροατηρίων, αλλά, στην πορεία, αυτές οι αλλαγές συχνά αλλάζουν θεμελιωδώς τα ίδια τα περιθωριακά κινήματα. Για παράδειγμα, η ακροδεξιά έχει ιστορικά υπερασπισθεί τους παραδοσιακούς κανόνες που αφορούν τις οικογένειες και έχει αντιταχθεί σε πολιτικές όπως ο γάμος των ομοφυλόφιλων. Ωστόσο, ορισμένες ακροδεξιές ομάδες ισχυρίζονται τώρα ότι τα δικαιώματα των γυναικών και των ατόμων LGBTQ αντιπροσωπεύουν βασικές Δυτικές αξίες τις οποίες στοχεύουν να προστατεύσουν από μια υποτιθέμενη απειλή από το Ισλάμ –ειδικά περιορίζοντας τη μετανάστευση. Οι ριζοσπάστες νατιβιστές (nativists) έχουν αναδιαμορφώσει την ατζέντα τους για να απευθυνθούν σε ανθρώπους που ενδιαφέρονται για περιβαλλοντικά ζητήματα, υποστηρίζοντας ότι το κλείσιμο των συνόρων ή τα όρια στη μετανάστευση θα μειώσουν την ρύπανση και θα διατηρήσουν τους σπάνιους πόρους.

Οι οργανικές αλλαγές συμβαίνουν από την φύση τους περισσότερο από την βάση προς την κορυφή, καθοδηγούμενες από το, στην ουσία του, συνονθύλευμα ενός διαδικτυακού οικοσυστήματος πληροφοριών που μετακινεί εύκολα έναν περιστασιακό αναγνώστη σε ετερόκλητα πλαίσια. Οι μετατοπίσεις στο πώς παράγεται και διανέμεται η εξτρεμιστική προπαγάνδα -λιγότερα μανιφέστα, περισσότερα μιμίδια- έχουν επιτρέψει στα άτομα να αποκόψουν τμήματα ιδεολογίας και να τα επανασυναρμολογήσουν σε νέες και απροσδόκητες μορφές. Έτσι, μια αυτο-περιγραφόμενη ως «μπολσεβίκικη» [4] ομάδα λευκής ανωτερότητας ζητά την εξαΰλωση της καπιταλιστικής τάξης, ακροδεξιές ομάδες επαινούν τους Ταλιμπάν [5] και τον Unabomber (στμ: ο τρομοκράτης Ted Kaczynski) [6], το QAnon εξαπλώνεται στα στούντιο της γιόγκα και στις κοινότητες εναλλακτικής ιατρικής, και οι αντικυβερνητικές πολιτοφυλακές ενώνουν τις δυνάμεις τους με αριστερών τάσεων αντιεμβολιαστικές ομάδες για να διαμαρτυρηθούν για τους περιορισμούς και τις εντολές που σχετίζονται με την πανδημία COVID-19 [7].

Καθώς τα καθημερινά άτομα συναντούν αυτές τις ιδέες, είτε μέσω εξατομικευμένης προπαγάνδας είτε μέσω περισσότερων λαϊκών προσπαθειών που ενισχύονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τις συναρμολογούν στα δικά τους προσωπικά συστήματα πεποιθήσεων. Αυτό απέχει πολύ από τα πιο παραδοσιακά μοντέλα ριζοσπαστικοποίησης στα οποία οι άνθρωποι υιοθετούν σταδιακά το ιδεολογικό πλαίσιο μιας αναγνωρίσιμης ομάδας -όπως ο φασισμός ή ο νεοναζισμός- η οποία καλεί σε βίαιες λύσεις ενάντια σε έναν κοινό εχθρό. Αυτές οι πιο συνεκτικές διαδικασίες περιλαμβάνουν τελετουργίες μύησης, μανιφέστα, ηγέτες, και μια ιεραρχία που καθοδηγεί τις πεποιθήσεις και τις δράσεις. Αυτά τα στοιχεία είναι εν πολλοίς απόντα από το σημερινό συνονθύλευμα, τον «επιλέξτε την δική σας περιπέτεια» τρόπο ριζοσπαστικοποίησης.

Όσον αφορά την αντιμετώπιση αυτού του είδους μεταστατικού εξτρεμισμού, αρκετές άλλες χώρες είναι πολύ μπροστά από τις Ηνωμένες Πολιτείες. [Οι χώρες] αναγνώρισαν ότι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπισθεί η κανονικοποίηση των εξτρεμιστικών ιδεών είναι να εστιάσουν στο ίδιο το κανονικό. Ο Καναδάς, η Γερμανία, η Νέα Ζηλανδία, και η Νορβηγία έχουν υιοθετήσει πολυτομεακές προσεγγίσεις, αντλώντας πόρους και τεχνογνωσία από δώδεκα ομοσπονδιακές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων όχι μόνο των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών, αλλά και των Υπουργείων Παιδείας, Εργασίας, Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών, Νεολαίας και Οικογενειών, Κοινωνικών Υπηρεσιών, και Πολιτισμού και Τεχνών. Έχουν δεσμεύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε προσπάθειες που οικοδομούν την εμπιστοσύνη στην κοινότητα, την αύξηση της ισότητας και της κοινωνικής ένταξης, την καταπολέμηση του ρατσισμού [8] και τον γραμματισμό στα media και την αγωγή του πολίτη, έτσι ώστε οι πολίτες να είναι πιο πιθανό να αναγνωρίσουν και να αντισταθούν στην προπαγάνδα, την παραπληροφόρηση, και τις θεωρίες συνωμοσίας.

Αυτές οι προσεγγίσεις αντιμετωπίζουν τον βίαιο εξτρεμισμό λιγότερο ως ζήτημα ασφάλειας από όσο ως κοινωνικό πρόβλημα που μοιάζει περισσότερο με απειλή για την δημόσια υγεία. Ενσωματώνουν τον αντιεξτρεμισμό και την πρόληψη της βίας σε κοινοτικά καλλιτεχνικά προγράμματα, ποδοσφαιρικούς συλλόγους, και διαθρησκειακούς διαλόγους. Οι εκπαιδευτικοί, οι κοινωνικοί λειτουργοί για τη νεολαία, και άλλοι επαγγελματίες λαμβάνουν τακτική εκπαίδευση —συμπεριλαμβανομένων χρηματοδοτούμενων από το κράτος εργαστηρίων, εκδρομών, και σεμιναρίων- για να βελτιώσουν τις γνώσεις τους σχετικά με τα προειδοποιητικά σημάδια, να μάθουν για την εξτρεμιστική κουλτούρα, και να αναπτύξουν παιδαγωγικές στρατηγικές. Η δημόσια χρηματοδότηση υποστηρίζει την οικογενειακή συμβουλευτική [9] για ανθρώπους που έχουν σχέσεις με ριζοσπαστικοποιημένα άτομα, συμπεριλαμβανομένων των γονέων, των αδελφών, των δασκάλων, και των εργοδοτών τους.

Τα δεδομένα για την αποτελεσματικότητα τέτοιων προγραμμάτων είναι δύσκολο να βρεθούν. Αλλά όταν το ερευνητικό εργαστήριό μου άρχισε να δοκιμάζει αυτά τα μοντέλα στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι συνάδελφοί μου και εγώ βρήκαμε σαφή στοιχεία ότι λειτουργούν. Δημιουργήσαμε έναν οδηγό [10] για να εφοδιάσουμε τους γονείς με εργαλεία για να παρέμβουν στην ριζοσπαστικοποίηση των νέων, και στην συνέχεια αξιολογήσαμε το τι έμαθαν περισσότεροι από 750 γονείς και φροντιστές [11] διαβάζοντάς τον. Διαπιστώσαμε ότι χρειάστηκαν μόνο επτά λεπτά [12] ανάγνωσης στους συμμετέχοντες για να βελτιώσουν σημαντικά τις γνώσεις και την κατανόησή τους για τον εξτρεμισμό και την ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας, με τρόπους που καθιστούν πιο πιθανό ότι θα ενεργούσαν κατάλληλα όταν αντιμετωπίσουν ένα νεαρό άτομο σε κίνδυνο. Πάνω από το 80% των γονέων και των φροντιστών ανέφεραν ότι, αφότου διάβασαν τον οδηγό, ένιωσαν «σίγουρα» ή «πιθανώς» έτοιμοι να μιλήσουν με νέους για τον διαδικτυακό εξτρεμισμό και να παρέμβουν στους νέους για τους οποίους ανησυχούσαν ότι ήταν σε επαφή με εξτρεμιστικές ιδέες. Είχαμε παρόμοια επιτυχία χρησιμοποιώντας περιεχόμενο βίντεο (συμπεριλαμβανομένων κινούμενων σχεδίων) και εκπαιδευτικά σεμινάρια που πραγματοποιήθηκαν διαδικτυακά.

ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Σε αντίθεση με τις ολιστικές προσεγγίσεις που επιδιώκονται από ορισμένους από τους συμμάχους και εταίρους τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες στεγάζουν τις προσπάθειες πρόληψης σχεδόν αποκλειστικά στο Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας (Department Of Homeland Security, DHS). Αυτό συμβαίνει επειδή στην Ουάσιγκτον, η καταπολέμηση του βίαιου εξτρεμισμού σημαίνει ιστορικά να γίνεται η εστίαση περισσότερο στην βία και λιγότερο στον εξτρεμισμό. Στην εποχή μετά την 11η Σεπτεμβρίου, οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν ουσιαστικά μετρήσει την επιτυχία τους προσδιορίζοντας πόσο καλά έχουν φράξει τις πόρτες ενάντια στην βία από ένα ήδη ριζοσπαστικοποιημένο ή ριζοσπαστικοποιούμενο περιθώριο. Αυτό που λείπει είναι μια στρατηγική για να εμποδισθούν οι άνθρωποι να ριζοσπαστικοποιηθούν εξαρχής.

Υπήρξε κάποια αλλαγή στην προσέγγιση των ΗΠΑ από την εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου και μετά. Για παράδειγμα, το DHS έχει αναδιοργανώσει σημαντικά μεγάλο μέρος του έργου του για την πρόληψη, μεταφέροντας εμπειρογνώμονες σε περιφερειακά γραφεία όπου ειδικοί που εδρεύουν στην [εκάστοτε] κοινότητα εργάζονται πιο άμεσα με αξιωματούχους για την σχολική ασφάλεια, θρησκευτικούς ηγέτες, και άλλους επαγγελματίες και συνεργάτες. Τον περασμένο Ιούνιο, η κυβέρνηση εξέδωσε την πρώτη εθνική στρατηγική των ΗΠΑ για την καταπολέμηση της εγχώριας τρομοκρατίας, η οποία υιοθέτησε μια προσέγγιση δημόσιας υγείας που χαρακτηρίζεται από περισσότερη διυπηρεσιακή συνεργασία, πρόληψη με επίκεντρο την κοινότητα, και νέες επενδύσεις για τον γραμματισμό στα media, στις δεξιότητες κριτικής σκέψης, και στα προγράμματα τεκμηρίωσης για την ενίσχυση της «ανθεκτικότητας των χρηστών στην παραπληροφόρηση και στην λανθασμένη πληροφόρηση από το διαδίκτυο» [13]. Συγκεκριμένα, η νέα στρατηγική των ΗΠΑ εξηγεί άμεσα την ανάγκη αντιμετώπισης των μακροχρόνιων συντελεστών της εγχώριας τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένου του ρατσισμού [14], της εύκολης πρόσβασης στα όπλα, των ψυχικών ασθενειών, και της έλλειψης μαθημάτων αγωγής του πολίτη στα σχολεία.

Αυτά αντιπροσωπεύουν ουσιαστικά βήματα προόδου για μια χώρα που έχει αφιερώσει δεκαετίες εστιασμένη στις πτυχές ασφάλειας της αντιτρομοκρατίας και της καταπολέμησης του εξτρεμισμού. Αλλά η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει να αντιμετωπίσει αυτήν την ατζέντα με ακόμη μεγαλύτερη αίσθηση του επείγοντος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται κατ’ ελάχιστον μια διυπηρεσιακή ομάδα εργασίας με επαρκείς πόρους για να πραγματοποιήσει τις προσπάθειες πρόληψης που ελέγχονται επί του παρόντος αποκλειστικά από τους τομείς ασφάλειας και πληροφοριών. Η εστίαση θα πρέπει να είναι στην οικοδόμηση δημοκρατικής ανθεκτικότητας στην επικρατούσα τάση, όχι απλώς στον μετριασμό του κινδύνου βίας από το περιθώριο —με την εξουσία λήψης αποφάσεων να παραχωρείται σε εμπειρογνώμονες στην εκπαίδευση, στην κοινωνική εργασία, και στην ψυχική υγεία. Η Ουάσιγκτον θα πρέπει επίσης να παράσχει σημαντική χρηματοδότηση για αυτού του είδους τις εργασίες σε πολιτείες και δήμους, καθιστώντας σαφές ότι τέτοιες προσπάθειες είναι κάτι παραπάνω από μια εκ των υστέρων σκέψη για τα μέτρα ασφαλείας για τα οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες ξοδεύουν αμύθητα δισεκατομμύρια δολάρια.

Ελλείψει τέτοιων βημάτων, ο κίνδυνος μεγαλύτερης πολιτικής βίας θα συνεχίσει να αυξάνεται. Σε μια δημοσκόπηση του Νοεμβρίου, ανησυχητικά χαμηλός αριθμός ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα εμπιστευόταν τα επίσημα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2024 εάν ο υποψήφιος που προτιμούν ηττηθεί: 82% των Δημοκρατικών και μόνο το 33% των Ρεπουμπλικάνων. Εάν οι αξιωματούχοι δεν μπορούν να βρουν τρόπους να απωθήσουν τις εξτρεμιστικές ιδέες στο περιθώριο, η εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου μπορεί κάποια μέρα να μοιάζει λιγότερο με την τελευταία ανάσα του εξτρεμισμού της εποχής Τραμπ και περισσότερο με το προοίμιο μιας εποχής βίαιου διχασμού.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Hate-Homeland-New-Global-Right-ebook/dp/B087YW7THM
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-08-24/war-on-...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2020-10-23/coronav...
[4] https://thesoufancenter.org/intelbrief-2021-july-29/
[5] https://www.cnn.com/2021/09/01/politics/far-right-groups-praise-taliban-...
[6] https://www.lawfareblog.com/why-right-wing-extremists-love-unabomber
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-06-08/coronav...
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2017-12-12/america...
[9] https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/18335330.2019.1662076?casa_...
[10] https://www.splcenter.org/sites/default/files/splc_peril_covid_parents_g...
[11] https://www.splcenter.org/peril-assessments-impact
[12] https://www.usatoday.com/story/opinion/2021/05/08/online-radicalization-...
[13] https://www.whitehouse.gov/wp-content/uploads/2021/06/National-Strategy-...
[14] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2015-03-01/race-mo...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2022-01-03/how-ext...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition