Θα ασπάζονταν οι Ρώσοι τον πόλεμο; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Θα ασπάζονταν οι Ρώσοι τον πόλεμο;

Γιατί μια επίθεση στην Ουκρανία μπορεί να διαβρώσει την υποστήριξη στον Πούτιν
Περίληψη: 

Μολονότι πολλοί Ρώσοι έχουν οικογενειακούς δεσμούς με Ουκρανούς, δεν συμμερίζονται την άποψη του Πούτιν ότι οι Ουκρανοί και οι Ρώσοι είναι το ίδιο έθνος. Σύμφωνα με μια πρόσφατη κοινή έρευνα του Levada και του Kyiv International Institute of Sociology, πάνω από το 51% των Ρώσων έχει την άποψη ότι η Ρωσία και η Ουκρανία πρέπει να είναι ανεξάρτητα αλλά φιλικά κράτη «χωρίς βίζες και τελωνεία». Περίπου η ίδια αναλογία Ουκρανών έχει την ίδια άποψη.

Ο ANDREI KOLESNIKOV είναι ανώτερος συνεργάτης και πρόεδρος στο Πρόγραμμα Ρωσικής Εσωτερικής Πολιτικής και Πολιτικών Θεσμών στο Carnegie Moscow Center.

Σε μια συνέντευξη, στις 28 Ιανουαρίου, στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης για την κρίση στην Ουκρανία, ο Σεργκέι Λαβρόφ, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, είπε, «αν εξαρτάται από την Ρωσική Ομοσπονδία, δεν θα γίνει πόλεμος». Υπονόησε, επίσης, ότι υπήρχαν «ψήγματα λογικής» στις επίσημες απαντήσεις που είχαν δώσει οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ στις απαιτήσεις της Ρωσίας λίγες μέρες νωρίτερα. Για ορισμένους Δυτικούς σχολιαστές, τα σχόλια του Λαβρόφ ήταν μια ελπιδοφόρα σηματοδότηση ότι το Κρεμλίνο είχε επιτύχει τους ενδιάμεσους στόχους του και ότι μπορεί να άλλαζε πορεία. Σύμφωνα με αυτή την ανάλυση, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, είχε την Δύση ακριβώς εκεί που ήθελε: μετακινώντας περισσότερους από εκατό χιλιάδες στρατιώτες στα ουκρανικά σύνορα και εκδίδοντας τελεσίγραφο, είχε υποχρεώσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ να μπουν σε διάλογο με τη Μόσχα. Εξ’ αρχής, λοιπόν, η ρωσική κυβέρνηση είχε ενεργήσει με προμελετημένη πολιτική των άκρων, επιδιώκοντας μια προσέγγιση που έχει αφήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ με ελάχιστες επιλογές, εκτός από την διαπραγμάτευση επί ίσοις όροις.

10022022-1.jpg

Μια πλατεία με το λάβαρο «Είμαστε η Ρωσική Ντονμπάς» στην ελεγχόμενη από τους αντάρτες πόλη Ντόνετσκ, στην Ουκρανία, τον Ιανουάριο του 2022. Alexander Ermochenko / Reuters
-------------------------------------------------

Σε μεγάλο μέρος του ρωσικού κοινού, ωστόσο, οι ενέργειες του Κρεμλίνου έχουν φανεί πολύ διαφορετικές. Εν μέσω της εκτεταμένης λαϊκής ανησυχίας για την οικονομία και την πανδημία της COVID-19, και τους αυξανόμενους φόβους για έναν πόλεμο μεγάλης κλίμακας, η ρωσική κυβέρνηση έχει φαινομενικά σπεύσει ορμητικά σε μια περιττή και πιθανώς απερίσκεπτη αντιπαράθεση με την Δύση. Στα αυτιά των Ρώσων, ακόμη και η πρόσφατη συμφιλιωτική γλώσσα του Λαβρόφ έχει έναν ανησυχητικό τόνο. Όπως συνέχισε ο Υπουργός Εξωτερικών, «Δεν θέλουμε πόλεμο, αλλά δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν να ποδοπατήσει τα συμφέροντά μας ή να τα αγνοήσει». Οι λέξεις είναι γνωστές στην Ρωσία. Σύμφωνα με τους στίχους του «Αν το Αύριο Φέρει Πόλεμο» (If Tomorrow Brings War), ενός δημοφιλούς σοβιετικού τραγουδιού από την εποχή του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου, «Δεν θέλουμε πόλεμο, αλλά θα υπερασπιστούμε τον εαυτό μας / δικαιωματικά ενισχύουμε την άμυνά μας. / Θα κατατροπώσουμε τον εχθρό μας σε εχθρική γη / με λίγη αιματοχυσία και ένα δυνατό χτύπημα!». Λίγο αφότου το τραγούδι ενθουσίασε την χώρα, η Σοβιετική Ένωση εισέβαλε στην Φινλανδία.

Όπως και με την Φινλανδία το 1939, το Κρεμλίνο συνεχίζει να λέει ότι θέλει να αποφύγει μια σύγκρουση, αλλά φαίνεται ότι κάνει ό,τι μπορεί για να την προκαλέσει. Υπήρξαν συχνές φήμες για τις ρωσικές προσπάθειες να δημιουργηθεί ένα πρόσχημα για πόλεμο, συμπεριλαμβανομένου ενός [προσχήματος] που αφορούσε το πλαστό βίντεο σχετικά με μια επίθεση Ουκρανών στον άμαχο πληθυσμό της [περιοχής] Ντονμπάς, που βγήκε στην επιφάνεια στις αρχές Φεβρουαρίου. Τέτοιες τακτικές είναι παρόμοιες με αυτά που έκανε η σοβιετική ηγεσία όταν προκάλεσε τον πόλεμο με την Φινλανδία.

Εν μέσω εβδομάδων ανάλυσης των κινήσεων των στρατευμάτων της Ρωσίας και των προφανών κινήτρων του Πούτιν για την στρατιωτική συσσώρευση, έχει δοθεί σχετικά λίγη προσοχή στο τι σκέφτονται οι απλοί Ρώσοι για τις εξελίξεις. Ωστόσο, πολλά μπορούν να μαθευτούν από τα δεδομένα των πρόσφατων δημοσκοπήσεων. Σύμφωνα με πολλές ενδείξεις, οι Ρώσοι, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που γενικά, αν και αδιάφορα, υποστηρίζουν τον Πούτιν, είναι βαθιά αμφίθυμοι σχετικά με μια σύγκρουση με την Ουκρανία. Πολλοί φοβούνται σοβαρές οικονομικές συνέπειες˙ δεδομένου του ρόλου που διαδραματίζει η Ουκρανία στην ρωσική κουλτούρα και ιστορία, κάποιοι φοβούνται ότι ένας πόλεμος θα ισοδυναμούσε με την Ρωσία να «πολεμά τον εαυτό της» (όπως το έθεσε το 1987 το ροκ είδωλο της [εποχής της] περεστρόικα Boris Grebenshchikov). Για τον Πούτιν, ο οποίος αντιμετωπίζει την επανεκλογή σε δύο χρόνια, αυτές οι εγχώριες ανησυχίες δεν είναι ασήμαντες. Εάν η Ρωσία εισέλθει σε έναν παρατεταμένο πόλεμο στην Ουκρανία, θα μπορούσε να απειλήσει την ευρεία λαϊκή βάση στην οποία έχει στηριχτεί ο Πούτιν για περισσότερα από 20 χρόνια.

Η ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Εξωτερικά, πολλοί Ρώσοι φαίνεται να υποστηρίζουν την φιλοπόλεμη στάση του Κρεμλίνου απέναντι στην Δύση. Στην συνέντευξη με τον Λαβρόφ, η Margarita Simonyan, επικεφαλής του ρωσικού ειδησεογραφικού δικτύου RT, προσπέρασε την ερώτηση που έκαναν οι ακόλουθοί της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Πότε θα χτυπήσουμε την Ουάσιγκτον;» Μολονότι οι φιλοπόλεμες απόψεις της ίδιας της Simonyan έχουν κάνει πολλά για να εγείρουν τέτοια ερωτήματα, η βασική θέση του Κρεμλίνου σχετικά με την άμυνά του στις παραβιάσεις της Δύσης φαινόταν συχνά να βρίσκει υποστήριξη. Όπως σχολίασε ένας από τους ερωτηθέντες της ομάδας εστίασης (focus-group), σε μια πρόσφατη έρευνα κοινής γνώμης, «Η Ρωσία θα είναι υποχρεωμένη να απαντήσει … Μας δημιουργούν κόστος από όλες τις πλευρές˙ μας δαγκώνουν. Τι υποτίθεται ότι πρέπει να κάνουμε; Να ενδώσουμε;».

Υπάρχει επίσης ένα προηγούμενο, οι διεκδικητικές εξωτερικές πολιτικές του Κρεμλίνου να κερδίζουν λαϊκή υποστήριξη στο εσωτερικό. Το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, τα ποσοστά δημοτικότητας του Πούτιν εκτοξεύτηκαν. Για πολλούς, η χερσόνησος της Κριμαίας έχει ιδιαίτερη σημασία. Για τον μέσο Ρώσο, είναι μια ρωσική αυτοκρατορική επικράτεια με ρωσόφωνο πληθυσμό και ένα κρίσιμο στρατιωτικό προπύργιο στην Σεβαστούπολη. Έτσι, η κατάληψη της Κριμαίας έγινε αντιληπτή από πολλούς Ρώσους ως μια σημαντική παρηγοριά για την κατάρρευση της σοβιετικής αυτοκρατορίας, η διόρθωση μιας ιστορικής αδικίας.