Ο μήνας του μέλιτος Μπάιντεν – Μπένετ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο μήνας του μέλιτος Μπάιντεν – Μπένετ

Για πόσο καιρό μπορούν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ να λειαίνουν τις διαφωνίες τους;
Περίληψη: 

Μακροπρόθεσμα, η σχέση του Ισραήλ με τις Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα μεγαλύτερο από οποιαδήποτε συγκεκριμένη διαφωνία με τον Μπάιντεν: την φθίνουσα σημασία της Μέσης Ανατολής. Η περιοχή διολισθαίνει ως προτεραιότητα για την Ουάσιγκτον και θεωρείται περισπασμός από πιο επείγοντα προβλήματα, από τον ανταγωνισμό με την Κίνα έως την ανάκαμψη από την πανδημία της COVID-19.

Ο AMIR TIBON είναι αρχισυντάκτης για θέματα ΗΠΑ στην [εφημερίδα] Haaretz. Από το 2016 έως το 2020 ήταν ο ανταποκριτής της εφημερίδας στην Ουάσιγκτον.

Στις αρχές του 2020, όταν έγινε σαφές ότι ο Τζο Μπάιντεν θα κέρδιζε τις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών, ανώτεροι Ισραηλινοί αξιωματούχοι ανέπνευσαν με ανακούφιση. Η αποτυχημένη προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ επρόκειτο να καταρρεύσει, και υπήρχε πραγματική ανησυχία στο Ισραήλ ότι η αντίδραση εναντίον του Τραμπ θα μπορούσε να φέρει στον Λευκό Οίκο τον Μπέρνι Σάντερς, τον προοδευτικό γερουσιαστή του Βερμόντ, που είχε ζητήσει την διακοπή της βοήθειας των ΗΠΑ προς το Ισραήλ. Μια προεδρία Μπάιντεν, ωστόσο, ηχούσε ως καλά νέα για το Ισραήλ. «Ο Τζο Μπάιντεν και η Καμάλα Χάρις είναι το πιο φιλοΐσραηλινό ψηφοδέλτιο που μπορούμε να περιμένουμε από το Δημοκρατικό Κόμμα», θα έλεγε αργότερα ο Dany Dayan, ο γενικός πρόξενος του Ισραήλ στη Νέα Υόρκη, υποστηρίζοντας ότι οι δύο πολιτικοί είχαν μακρό ιστορικό υποστήριξης της χώρας του.

11022022-1.jpg

Margie Peng
-------------------------------------------------

Οι πρώτοι μήνες της κυβέρνησης Μπάιντεν ενίσχυσαν αυτή την άποψη στους διαδρόμους εξουσίας της Ιερουσαλήμ. Ο 46ος πρόεδρος, ο οποίος λέει με περηφάνια σε ακροατήρια ότι έχει γνωρίσει κάθε Ισραηλινό πρωθυπουργό από την Γκόλντα Μέιρ και μετά, υποστήριξε δημόσια το Ισραήλ κατά την διάρκεια του πολέμου με την Χαμάς, τον Μάιο του 2021, δηλώνοντας ότι το Ισραήλ είχε δικαίωμα στην αυτοάμυνα και απέχοντας από οποιαδήποτε δημόσια κριτική των ενεργειών του στην Λωρίδα της Γάζας. Αφότου τελείωσαν οι μάχες, υποσχέθηκε αμέσως να αναπληρώσει το σύστημα αεράμυνας Iron Dome του Ισραήλ. Τρεις μήνες αργότερα, καλωσόρισε θερμά στον Λευκό Οίκο τον νέο πρωθυπουργό του Ισραήλ, Ναφτάλι Μπένετ, [όντας] ευτυχής να φιλοξενεί τον άνθρωπο που είχε τερματίσει τα 12 χρόνια του Μπενιαμίν Νετανιάχου στην εξουσία.

Η συνάντηση Μπάιντεν και Μπένετ περιεγράφη στα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης ως φιλική και παραγωγική. Όμως, παρά την επιτυχημένη έναρξη της σχέσης τους, η Ουάσιγκτον και η Ιερουσαλήμ θα μπορούσαν σύντομα να συγκρουστούν σε μια σειρά ουσιαστικών ζητημάτων, από το Ιράν μέχρι την Κίνα και τους Παλαιστίνιους. Εκτός αν, φυσικά, οι δύο πλευρές βρουν έναν τρόπο να κάνουν κάτι που δεν έχουν καταφέρει να κάνουν συχνά την τελευταία δεκαετία: να χειριστούν τις διαφωνίες τους εποικοδομητικά.

ΔΟΚΙΜΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΥΠΟΜΟΝΗ ΤΟΥ ΜΠΑΪΝΤΕΝ

Ως αντιπρόεδρος, ο Μπάιντεν ήταν συχνά επιφορτισμένος με την διαχείριση της απογοητευτικής σχέσης της κυβέρνησης Ομπάμα με τον Νετανιάχου [1]. Κατά την διάρκεια των εκλογών του 2012, οι κορυφαίοι σύμβουλοι του Μπαράκ Ομπάμα κατηγόρησαν τον Νετανιάχου για ενεργή εκστρατεία κατά του προέδρου των ΗΠΑ. Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα μετά την ομιλία του Νετανιάχου, το 2015, στο Κογκρέσο των ΗΠΑ σχετικά με την πολιτική για το Ιράν, μια ομιλία που ο Λευκός Οίκος θεώρησε ως άμεση επίθεση κατά του Ομπάμα. Ο Ομπάμα δεν ήταν ο πρώτος -ή ο τελευταίος- πρόεδρος των ΗΠΑ που συγκρούστηκε με τον Νετανιάχου. Ο Μπιλ Κλίντον είχε σκληρούς διαπληκτισμούς μαζί του την δεκαετία του 1990. Ακόμη και ο Ντόναλντ Τραμπ τον βρήκε δύσκολο στην συνεργασία. Σε μια συνέντευξη [2] λίγο αφότου αποχώρησε από τα καθήκοντα του, ο Τραμπ έβρισε τον πρώην πρωθυπουργό και τον κατηγόρησε για προδοσία επειδή αναγνώρισε την εκλογική νίκη του Μπάιντεν.

Η συμπάθεια του Μπάιντεν προς το Ισραήλ και η πλούσια εμπειρία του με προηγούμενους Ισραηλινούς πρωθυπουργούς τον είχαν κάνει έναν από τους ελάχιστους ανθρώπους στον κύκλο του Ομπάμα που μπορούσαν να διατηρήσουν μια καλή σχέση με τον Νετανιάχου. Ωστόσο, όταν ο Νετανιάχου απομακρύνθηκε, τον Ιούνιο του 2021, ο Μπάιντεν μάλλον δεν στενοχωρήθηκε, αναγνωρίζοντας ότι θα γλίτωνε τους πονοκεφάλους που είχε προκαλέσει ο Νετανιάχου στους προκατόχους του. Καθώς το επιτελείο του τον ενημέρωσε για τον συνασπισμό του Μπένετ, ωστόσο, δεν θα μπορούσε να είναι ενθουσιώδης: [ο συνασπισμός] αποτελείται από οκτώ κόμματα με αντικρουόμενες ιδεολογίες και απολαμβάνει τη μικρότερη δυνατή πλειοψηφία στο ισραηλινό κοινοβούλιο.

Ο Μπάιντεν αντιλήφθηκε πόσο εύθραυστος ήταν ο συνασπισμός και, τους μήνες που ακολούθησαν, έκανε συντονισμένη προσπάθεια για να αποφύγει οποιεσδήποτε σημαντικές αντιπαραθέσεις με τον Μπένετ. Αναλογιστείτε το ακανθώδες ζήτημα του προξενείου των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, το οποίο για δεκαετίες είχε χρησιμεύσει ως η ανεπίσημη διπλωματική αποστολή της κυβέρνησης των ΗΠΑ στους Παλαιστίνιους [3], προτού κλείσει από τον Τραμπ το 2019. Ο Μπάιντεν υποσχέθηκε κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του να το ανοίξει ξανά, αλλά, μετά περισσότερο από ένα χρόνο στα καθήκοντά του, δεν έχει κάνει κανένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Σύμφωνα με δημοσιεύματα ισραηλινών μέσων ενημέρωσης, ο Μπένετ είπε στον Μπάιντεν ότι η επαναλειτουργία του προξενείου θα μπορούσε να ενισχύσει τις εντάσεις στο εσωτερικό του συνασπισμού του και έτσι ο Μπάιντεν, χωρίς να το πει, έβαλε τα σχέδιά του σε αναμονή. Η πρόκληση εσωτερικών τριβών στην κυβέρνηση του Μπένετ θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για νέες εκλογές στο Ισραήλ και την επιστροφή του Νετανιάχου. Αυτό, μου είπε πέρυσι ένας Ισραηλινός αξιωματούχος που συνεργάζεται με την κυβέρνηση, είναι «το τελευταίο πράγμα που θέλει να κάνει ο Μπάιντεν».