Ο μήνας του μέλιτος Μπάιντεν – Μπένετ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο μήνας του μέλιτος Μπάιντεν – Μπένετ

Για πόσο καιρό μπορούν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ να λειαίνουν τις διαφωνίες τους;

Στις αρχές του 2020, όταν έγινε σαφές ότι ο Τζο Μπάιντεν θα κέρδιζε τις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών, ανώτεροι Ισραηλινοί αξιωματούχοι ανέπνευσαν με ανακούφιση. Η αποτυχημένη προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ επρόκειτο να καταρρεύσει, και υπήρχε πραγματική ανησυχία στο Ισραήλ ότι η αντίδραση εναντίον του Τραμπ θα μπορούσε να φέρει στον Λευκό Οίκο τον Μπέρνι Σάντερς, τον προοδευτικό γερουσιαστή του Βερμόντ, που είχε ζητήσει την διακοπή της βοήθειας των ΗΠΑ προς το Ισραήλ. Μια προεδρία Μπάιντεν, ωστόσο, ηχούσε ως καλά νέα για το Ισραήλ. «Ο Τζο Μπάιντεν και η Καμάλα Χάρις είναι το πιο φιλοΐσραηλινό ψηφοδέλτιο που μπορούμε να περιμένουμε από το Δημοκρατικό Κόμμα», θα έλεγε αργότερα ο Dany Dayan, ο γενικός πρόξενος του Ισραήλ στη Νέα Υόρκη, υποστηρίζοντας ότι οι δύο πολιτικοί είχαν μακρό ιστορικό υποστήριξης της χώρας του.

11022022-1.jpg

Margie Peng
-------------------------------------------------

Οι πρώτοι μήνες της κυβέρνησης Μπάιντεν ενίσχυσαν αυτή την άποψη στους διαδρόμους εξουσίας της Ιερουσαλήμ. Ο 46ος πρόεδρος, ο οποίος λέει με περηφάνια σε ακροατήρια ότι έχει γνωρίσει κάθε Ισραηλινό πρωθυπουργό από την Γκόλντα Μέιρ και μετά, υποστήριξε δημόσια το Ισραήλ κατά την διάρκεια του πολέμου με την Χαμάς, τον Μάιο του 2021, δηλώνοντας ότι το Ισραήλ είχε δικαίωμα στην αυτοάμυνα και απέχοντας από οποιαδήποτε δημόσια κριτική των ενεργειών του στην Λωρίδα της Γάζας. Αφότου τελείωσαν οι μάχες, υποσχέθηκε αμέσως να αναπληρώσει το σύστημα αεράμυνας Iron Dome του Ισραήλ. Τρεις μήνες αργότερα, καλωσόρισε θερμά στον Λευκό Οίκο τον νέο πρωθυπουργό του Ισραήλ, Ναφτάλι Μπένετ, [όντας] ευτυχής να φιλοξενεί τον άνθρωπο που είχε τερματίσει τα 12 χρόνια του Μπενιαμίν Νετανιάχου στην εξουσία.

Η συνάντηση Μπάιντεν και Μπένετ περιεγράφη στα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης ως φιλική και παραγωγική. Όμως, παρά την επιτυχημένη έναρξη της σχέσης τους, η Ουάσιγκτον και η Ιερουσαλήμ θα μπορούσαν σύντομα να συγκρουστούν σε μια σειρά ουσιαστικών ζητημάτων, από το Ιράν μέχρι την Κίνα και τους Παλαιστίνιους. Εκτός αν, φυσικά, οι δύο πλευρές βρουν έναν τρόπο να κάνουν κάτι που δεν έχουν καταφέρει να κάνουν συχνά την τελευταία δεκαετία: να χειριστούν τις διαφωνίες τους εποικοδομητικά.

ΔΟΚΙΜΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΥΠΟΜΟΝΗ ΤΟΥ ΜΠΑΪΝΤΕΝ

Ως αντιπρόεδρος, ο Μπάιντεν ήταν συχνά επιφορτισμένος με την διαχείριση της απογοητευτικής σχέσης της κυβέρνησης Ομπάμα με τον Νετανιάχου [1]. Κατά την διάρκεια των εκλογών του 2012, οι κορυφαίοι σύμβουλοι του Μπαράκ Ομπάμα κατηγόρησαν τον Νετανιάχου για ενεργή εκστρατεία κατά του προέδρου των ΗΠΑ. Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα μετά την ομιλία του Νετανιάχου, το 2015, στο Κογκρέσο των ΗΠΑ σχετικά με την πολιτική για το Ιράν, μια ομιλία που ο Λευκός Οίκος θεώρησε ως άμεση επίθεση κατά του Ομπάμα. Ο Ομπάμα δεν ήταν ο πρώτος -ή ο τελευταίος- πρόεδρος των ΗΠΑ που συγκρούστηκε με τον Νετανιάχου. Ο Μπιλ Κλίντον είχε σκληρούς διαπληκτισμούς μαζί του την δεκαετία του 1990. Ακόμη και ο Ντόναλντ Τραμπ τον βρήκε δύσκολο στην συνεργασία. Σε μια συνέντευξη [2] λίγο αφότου αποχώρησε από τα καθήκοντα του, ο Τραμπ έβρισε τον πρώην πρωθυπουργό και τον κατηγόρησε για προδοσία επειδή αναγνώρισε την εκλογική νίκη του Μπάιντεν.

Η συμπάθεια του Μπάιντεν προς το Ισραήλ και η πλούσια εμπειρία του με προηγούμενους Ισραηλινούς πρωθυπουργούς τον είχαν κάνει έναν από τους ελάχιστους ανθρώπους στον κύκλο του Ομπάμα που μπορούσαν να διατηρήσουν μια καλή σχέση με τον Νετανιάχου. Ωστόσο, όταν ο Νετανιάχου απομακρύνθηκε, τον Ιούνιο του 2021, ο Μπάιντεν μάλλον δεν στενοχωρήθηκε, αναγνωρίζοντας ότι θα γλίτωνε τους πονοκεφάλους που είχε προκαλέσει ο Νετανιάχου στους προκατόχους του. Καθώς το επιτελείο του τον ενημέρωσε για τον συνασπισμό του Μπένετ, ωστόσο, δεν θα μπορούσε να είναι ενθουσιώδης: [ο συνασπισμός] αποτελείται από οκτώ κόμματα με αντικρουόμενες ιδεολογίες και απολαμβάνει τη μικρότερη δυνατή πλειοψηφία στο ισραηλινό κοινοβούλιο.

Ο Μπάιντεν αντιλήφθηκε πόσο εύθραυστος ήταν ο συνασπισμός και, τους μήνες που ακολούθησαν, έκανε συντονισμένη προσπάθεια για να αποφύγει οποιεσδήποτε σημαντικές αντιπαραθέσεις με τον Μπένετ. Αναλογιστείτε το ακανθώδες ζήτημα του προξενείου των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, το οποίο για δεκαετίες είχε χρησιμεύσει ως η ανεπίσημη διπλωματική αποστολή της κυβέρνησης των ΗΠΑ στους Παλαιστίνιους [3], προτού κλείσει από τον Τραμπ το 2019. Ο Μπάιντεν υποσχέθηκε κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του να το ανοίξει ξανά, αλλά, μετά περισσότερο από ένα χρόνο στα καθήκοντά του, δεν έχει κάνει κανένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Σύμφωνα με δημοσιεύματα ισραηλινών μέσων ενημέρωσης, ο Μπένετ είπε στον Μπάιντεν ότι η επαναλειτουργία του προξενείου θα μπορούσε να ενισχύσει τις εντάσεις στο εσωτερικό του συνασπισμού του και έτσι ο Μπάιντεν, χωρίς να το πει, έβαλε τα σχέδιά του σε αναμονή. Η πρόκληση εσωτερικών τριβών στην κυβέρνηση του Μπένετ θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για νέες εκλογές στο Ισραήλ και την επιστροφή του Νετανιάχου. Αυτό, μου είπε πέρυσι ένας Ισραηλινός αξιωματούχος που συνεργάζεται με την κυβέρνηση, είναι «το τελευταίο πράγμα που θέλει να κάνει ο Μπάιντεν».

Τον Δεκέμβριο, η πολιτική θέση του Μπένετ βελτιώθηκε όταν η κυβέρνηση κατάφερε να ψηφίσει έναν κρατικό προϋπολογισμό. Η ψήφιση του προϋπολογισμού έδωσε σταθερότητα στην κυβέρνηση του Μπένετ για ένα ή δύο χρόνια, [διάστημα που είναι] μια αιωνιότητα στην πολιτική του Ισραήλ. Αλλά με την απειλή της επιστροφής του Νετανιάχου εξουδετερωμένη για το άμεσο μέλλον, [η ψήφιση του προϋπολογισμού] σήμανε επίσης το τέλος του μήνα του μέλιτος Μπάιντεν-Μπένετ. Σε μια σειρά ζητημάτων, από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν [4] μέχρι την κατασκευή ισραηλινών οικισμών στα κατεχόμενα εδάφη, αναδύονται σαφείς διαφωνίες, και η υπομονή αμφότερων των πλευρών εξαντλείται. Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι είναι ακόμη ευγνώμονες που συνεργάζονται με τον Μπάιντεν και όχι με έναν πιο αριστερό πρόεδρο, και ο Λευκός Οίκος προτιμά ακόμη τον Μπένετ έναντι του προκατόχου του. Αλλά σε ορισμένα μέτωπα, μια σύγκρουση μεταξύ των δύο πλευρών έχει γίνει αναπόφευκτη.

Ένας τομέας διαφωνίας, όπως πάντα, είναι το παλαιστινιακό ζήτημα. Ο κυβερνητικός συνασπισμός του Μπένετ περιλαμβάνει αριστερά, κεντρώα και δεξιά κόμματα, κάνοντας την πρόοδο προς μια λύση δύο κρατών πρακτικά αδύνατη στο εγγύς μέλλον. Αυτό το σημείο είναι προφανές στην κυβέρνηση Μπάιντεν, η οποία δεν έχει αυταπάτες ότι σύντομα το Ισραήλ θα διαλύσει τους οικισμούς και θα επαναχαράξει τα σύνορα. Η παρούσα κυβέρνηση του Ισραήλ περιλαμβάνει κόμματα που αντιτίθενται στην λύση των δύο κρατών και το παλαιστινιακό πολιτικό σύστημα είναι μοιρασμένο μεταξύ του γηράσκοντος Μαχμούντ Αμπάς στην Ραμάλα και της εξτρεμιστικής ηγεσίας της Χαμάς στην Γάζα. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, εν τω μεταξύ, είναι εστιασμένη σε άλλα ζητήματα στην περιοχή και παγκοσμίως. Για την Ουάσιγκτον, λοιπόν, η ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση απλώς δεν είναι κορυφαία προτεραιότητα αυτή την στιγμή.

Όμως τον Ιανουάριο, μου είπαν Ισραηλινοί αξιωματούχοι, ο Λευκός Οίκος κατέστησε σαφές στο Ισραήλ ότι προκλητικά βήματα επί του πεδίου, ιδιαιτέρως η επαναλαμβανόμενη βία εναντίον Παλαιστινίων πολιτών από Ισραηλινούς εποίκους, θα μπορούσαν να σύρουν τον Μπάιντεν σε μια αρένα που θα προτιμούσε να αποφύγει. Αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα που δεν έχει εσωτερικευθεί πλήρως από όλους τους παίκτες στην ποικιλόμορφη κυβέρνηση συνασπισμού του Μπένετ, όπως φαίνεται από τα αποκαλυπτήρια, στα τέλη Ιανουαρίου, ενός σχεδίου για την κατασκευή ενός νέου οικισμού στην καρδιά της Δυτικής Όχθης. Ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, Γιαΐρ Λαπίντ, έστειλε επιστολή στον Μπένετ -η οποία διέρρευσε γρήγορα στον Τύπο- προειδοποιώντας ότι εάν το σχέδιο εγκρίνετο, θα προκαλούσε μεγάλη κρίση με την κυβέρνηση Μπάιντεν. Μια πηγή κοντά στον Λαπίντ μού είπε ότι ο Υπουργός Εξωτερικών ανησυχεί ότι ο Μπένετ «δοκιμάζει την υπομονή του προέδρου γι’ αυτό, με τον λάθος τρόπο».

ΣΥΜΦΩΝΙΑ Ή ΜΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ;

Για το Ιράν, τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Μπένετ κληρονόμησαν μια άθλια κατάσταση. Η απόφαση του Τραμπ, το 2018, να αποσυρθεί από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν -με την ισχυρή ενθάρρυνση του Νετανιάχου- έχει περιγραφεί [5] δημοσίως από μια σειρά ανώτερων απόστρατων αξιωματικών της ισραηλινής άμυνας ως πλήρης καταστροφή. Η απόσυρση επέτρεψε στο Ιράν να πλησιάσει περισσότερο από ποτέ στο καθεστώς ενός κράτους [που βρίσκεται] στο πυρηνικό κατώφλι. Γι’ αυτό ακόμη και ο Moshe Yaalon, πρώην Υπουργός Άμυνας του Ισραήλ που αντιτάχθηκε στην πυρηνική συμφωνία, είπε ότι, όσον αφορά την πολιτική για το Ιράν, η απόσυρση του Τραμπ από αυτήν ήταν «το κύριο λάθος της τελευταίας δεκαετίας».

Τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Μπένετ συνειδητοποιούν ότι οι προκάτοχοί τους άφησαν σε αυτούς ένα χάος, αλλά μπορεί να μην συμφωνούν στο πώς θα το συμμαζέψουν. Ο Μπάιντεν, όπως ο Τραμπ, ο Ομπάμα, και ο Τζορτζ Μπους [ο νεότερος] πριν από αυτόν, δεν έχει καμία πρόθεση να ξεκινήσει πόλεμο με το Ιράν. Ο Danny Citrinowicz, ένα πρώην στέλεχος για το Ιράν στην Διεύθυνση Στρατιωτικών Πληροφοριών (Military Intelligence Directorate) του Ισραήλ, μου είπε τον Νοέμβριο ότι ο Μπάιντεν έχει μόνο μια πραγματική επιλογή για το Ιράν: να φτάσει σε μια νέα συμφωνία, η οποία πιθανότατα δεν θα είναι τόσο διαφορετική από την προηγούμενη. Το Ισραήλ, πρόσθεσε, δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να την αποδεχτεί.

Ο Μπένετ και ορισμένα ανώτερα πρόσωπα στην κυβέρνησή του επιμένουν, τουλάχιστον στις δημόσιες δηλώσεις τους, ότι υπάρχουν άλλες επιλογές. Προειδοποιούν τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες παγκόσμιες δυνάμεις να μην συμβιβαστούν σε μια «κακή συμφωνία» με την Τεχεράνη και τονίζουν ότι το Ισραήλ παραμένει πρόθυμο και ικανό να δράσει στρατιωτικά μόνο του, αν υποχρεωθεί. Υπάρχει λόγος να μην ληφθούν τοις μετρητοίς αυτές οι απειλές, καθώς ο πόλεμος με το Ιράν θα σήμαινε πιθανότατα εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, θύματα στο Ισραήλ, μαζί με εκτεταμένη καταστροφή στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας. Αλλά το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μιλούν με μια φωνή για αυτό το ζήτημα και το Ισραήλ με μια άλλη, θα μπορούσε να δημιουργήσει εντάσεις μεταξύ των στενών συμμάχων, ανεξάρτητα από το πώς θα εξελιχθούν οι διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά.

Λίγο αφότου ανέλαβε τα καθήκοντα του, ο Μπένετ είπε, σε παρασκηνιακές ενημερώσεις σε ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, ότι πιστεύει στον αθόρυβο συντονισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ακόμη και όταν υπάρχουν διαφωνίες. Υποσχέθηκε να μην ακολουθήσει τα βήματα του Νετανιάχου, λέγοντας [6] στον Λευκό Οίκο ότι στην θητεία του, οι διαφορές μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Ιερουσαλήμ θα αντιμετωπίζονταν διακριτικά πίσω από κλειστές πόρτες [και] δεν θα μεταδίδονταν ανοιχτά σε τηλεοπτικά στούντιο ή σε δημόσιες ομιλίες στο Κογκρέσο. Προς το παρόν, έχει κρατήσει ως επί το πλείστον τον λόγο του, αλλά η πραγματική δοκιμασία θα έρθει εάν μια συμφωνία με την Τεχεράνη μπει ξανά στο τραπέζι. Ο Νετανιάχου, ο οποίος εξακολουθεί να στοιχειώνει τον Μπένετ από την αντιπολίτευση, σίγουρα θα περιγράψει οποιαδήποτε συμφωνία ως όλεθρο που θέτει σε κίνδυνο την ύπαρξη του Ισραήλ. Μένει να διαπιστωθεί το πώς ο Μπένετ θα χειριστεί αυτού του είδους την πολιτική [7] πίεση και εάν θα τηρήσει την υπόσχεσή του ή θα προχωρήσει στην επίθεση κατά του Μπάιντεν για να κατευνάσει τους δεξιούς υποστηρικτές στο Ισραήλ.

ΑΧΤΙΔΕΣ ΦΩΤΟΣ

Η Κίνα είναι μια άλλη πιθανή πηγή τριβής μεταξύ Ισραήλ και Ηνωμένων Πολιτειών, και όχι νέα [πηγή]: η κυβέρνηση Τραμπ ήταν επίσης δυσαρεστημένη με τους αυξανόμενους οικονομικούς δεσμούς του Ισραήλ με το Πεκίνο. Η κύρια ανησυχία των ΗΠΑ έχει να κάνει με την κινεζική εμπλοκή σε στρατηγικά έργα υποδομής στο Ισραήλ, όπως η ανακαίνιση και η διαχείριση ενός μεγάλου λιμανιού στο βόρειο Ισραήλ. Ο Amos Harel, στρατιωτικός αναλυτής της [εφημερίδας] Haaretz, ανέφερε νωρίτερα φέτος ότι οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ ήταν τόσο θυμωμένοι για τις εργασίες της Κίνας στο λιμενικό έργο ώστε απείλησαν να απαγορεύσουν στον Έκτο Στόλο του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ να ελλιμενιστεί σε ισραηλινά ύδατα. Μολονότι δεν την έχουν πραγματοποιήσει ακόμη, η ίδια η διατύπωση μιας τέτοιας απειλής τόνισε στους Ισραηλινούς αξιωματούχους ακριβώς το πόσο σοβαρό ήταν το πρόβλημα.

Τα κακά νέα για τον Μπάιντεν και τον Μπένετ είναι ότι καμία από αυτές τις εντάσεις δεν θα είναι εύκολο να επιλυθεί. Η κυβέρνηση του Μπένετ περιλαμβάνει πάρα πολλούς δεξιούς για να ικανοποιήσει ακόμη και τις πιο μετριοπαθείς προσδοκίες του Λευκού Οίκου για το Παλαιστινιακό ζήτημα. Η Κίνα είναι υπέρμετρα σημαντική και ισχυρή για το Ισραήλ, ώστε να δεχτεί κάθε απαίτηση των ΗΠΑ σχετικά με το Πεκίνο. Και για το Ιράν, τα χάσματα μεταξύ των δημόσιων δηλώσεων του Μπάιντεν και του Μπένετ φαίνεται ότι μόνο αυξάνονται με τον καιρό.

Τα καλά νέα είναι ότι η διαχείριση ακόμη και των διαφωνιών που δεν μπορούν να επιλυθούν μπορεί ακόμη να [γίνει] με σύνεση, εάν το θέλουν και οι δύο πλευρές. Συγκρούσεις για την πολιτική μεταξύ του Μπάιντεν και του Μπένετ θα συμβούν το 2022 —αυτό είναι δεδομένο. Αλλά τα σημαντικά ερωτήματα είναι πόσο συχνά θα συμβαίνουν, πόση ζημιά θα προκαλέσουν, και εάν οι δύο πλευρές θα τις χειριστούν μέσω αθόρυβων διπλωματικών διαύλων ή ανοιχτά. Μέσα από τα λόγια και τις πράξεις τους, οι δύο ηγέτες μπορούν να επιλέξουν να έχουν μια παραγωγική σχέση ή να πέσουν στο τοξικό ναδίρ των χρόνων Ομπάμα-Νετανιάχου.

Μακροπρόθεσμα, η σχέση του Ισραήλ με τις Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα μεγαλύτερο από οποιαδήποτε συγκεκριμένη διαφωνία με τον Μπάιντεν: την φθίνουσα σημασία της Μέσης Ανατολής [8]. Η περιοχή διολισθαίνει ως προτεραιότητα για την Ουάσιγκτον και θεωρείται περισπασμός από πιο επείγοντα προβλήματα, από τον ανταγωνισμό με την Κίνα έως την ανάκαμψη από την πανδημία της COVID-19. Για δεκαετίες, υπήρχε σχεδόν καθολική συμφωνία μεταξύ των υπευθύνων χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ ότι η Μέση Ανατολή ήταν μια σημαντική περιοχή για τις Ηνωμένες Πολιτείες και ότι η υποστήριξη στο Ισραήλ βοηθούσε στην προώθηση των στόχων των ΗΠΑ εκεί. Το Ισραήλ θα πρέπει να προετοιμαστεί για ένα μέλλον στο οποίο η Ουάσιγκτον δεν βλέπει πλέον τα πράγματα έτσι.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2021-06-15/end-netanyahu-era
[2] https://www.ynetnews.com/magazine/article/r1lafik5k
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2019-10-15/there-will-be-...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2022-01-17/america-has-no...
[5] https://www.haaretz.com/us-news/.premium.HIGHLIGHT-netanyahu-mossad-year...
[6] https://www.axios.com/israeli-pm-biden-behind-scenes-12949036-3bcf-4f3d-...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2021-07-13/can-israels-ne...
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2021-12-02/iran-midd...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-02-10/biden-ben...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition