Πώς θα γίνει μια συμφωνία με τον Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα γίνει μια συμφωνία με τον Πούτιν

Μόνο με ένα συνολικό Σύμφωνο μπορεί να αποφευχθεί ο πόλεμος

Τις δύο πρώτες δεκαετίες μετά την υπογραφή των συμφωνιών, η Ευρώπη είδε μια έκρηξη νέων Συμφωνιών ασφάλειας και Συνθηκών, ιδιαίτερα αφότου ο Σοβιετικός μεταρρυθμιστής Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ανήλθε στην εξουσία. Το 1987, συνέπραξε με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ρόναλντ Ρίγκαν, για να υπογράψει την Συνθήκη για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσου Βεληνεκούς (Intermediate-Range Nuclear Forces Treaty INF), εξαλείφοντας μια ολόκληρη τάξη πολύ αποσταθεροποιητικών όπλων. Το 1990 τέθηκε σε εφαρμογή η Συνθήκη για τις Συμβατικές Ένοπλες Δυνάμεις στην Ευρώπη (Conventional Armed Forces In Europe Treaty, CFE), μειώνοντας σημαντικά το μέγεθος των συμβατικών δυνάμεων που αναπτύσσονται στην ήπειρο. Το Έγγραφο της Βιέννης, του 1990, που υπεγράφη από τον Καναδά, την Σοβιετική Ένωση, τις Ηνωμένες Πολιτείες, και τις περισσότερες [χώρες] της Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας, διεύρυνε την διαφάνεια σχετικά με τα όπλα και τις στρατιωτικές ασκήσεις.

Αφότου κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, η Ρωσία και η Δύση συνέχισαν να κάνουν συμφωνίες που βοήθησαν να διατηρηθεί η Ευρώπη ασφαλής. Η Συνθήκη Ανοιχτοί Ουρανοί (Open Skies Treaty) του 1992, η οποία ακολούθησε το Έγγραφο της Βιέννης, επέτρεψε στους υπογράφοντες να πραγματοποιούν αποστολές αναγνώρισης ο ένας στα εδάφη του άλλου για την συλλογή πληροφοριών για στρατιωτικές δραστηριότητες. Η φιλόδοξη Χάρτα του Παρισιού (Charter Of Paris) του 1990 διατυμπάνισε ότι όλοι οι Ευρωπαίοι υπογράφοντες θα «οικοδομήσουν, θα εδραιώσουν και θα ενδυναμώσουν την δημοκρατία ως το μόνο σύστημα διακυβέρνησης των εθνών μας». [Η Χάρτα] δήλωσε πρόωρα ότι «η εποχή της αντιπαράθεσης και της διαίρεσης της Ευρώπης έχει τελειώσει». Το Μνημόνιο της Βουδαπέστης για τις Εγγυήσεις Ασφάλειας για την Ουκρανία (Budapest Memorandum on Security Assurances for Ukraine), του 1994, έστειλε τα πυρηνικά όπλα του Κιέβου στην Ρωσία με αντάλλαγμα τις υποσχέσεις ότι η Μόσχα, το Ηνωμένο Βασίλειο, και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα σέβονταν την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Η Ιδρυτική Πράξη ΝΑΤΟ-Ρωσίας (NATO – Russia Founding Act) του 1997 καθιέρωσε μηχανισμούς για συνέργειες των δύο μερών, σηματοδοτώντας ένα υψηλό επίπεδο συνεργασίας.

Αλλά κατά την διάρκεια της επόμενης δεκαετίας, οι δεσμοί μεταξύ των δύο πλευρών επιδεινώθηκαν. Ο Πούτιν [2] ανήλθε στην εξουσία το 2000, και σταδιακά απογοητεύτηκε περισσότερο από την Δύση, καθώς το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε περαιτέρω το 2004˙ καθώς η Ουάσιγκτον ξεκίνησε πόλεμο στο Ιράκ˙ και μετά τις αποκαλούμενες έγχρωμες επαναστάσεις στην Γεωργία το 2003 και στην Ουκρανία το 2004. Η Δύση, εν τω μεταξύ, απογοητεύτηκε από τη Μόσχα, αφότου η Ρωσία εξαπέλυσε τον δεύτερο τσετσενικό πόλεμο˙ [αφότου] έγινε πιο αυταρχική˙ [αφότου] εισέβαλε στην Γεωργία και αναγνώρισε την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία ως ανεξάρτητες χώρες, το 2008˙ αφότου προσάρτησε την Κριμαία το 2014˙ και στην συνέχεια υποστήριξε αυτονομιστές στην ανατολική Ουκρανία, οδηγώντας σε συνεχιζόμενο πόλεμο και χιλιάδες θανάτους.

Οι ευρωπαϊκές συμφωνίες ασφάλειας των δύο προηγούμενων δεκαετιών άρχισαν να καταρρέουν. Η Ρωσία σταμάτησε να εφαρμόζει την Συνθήκη CFE το 2007. Στην συνέχεια, ο Πούτιν παραβίασε πρακτικά κάθε ευρωπαϊκή και διεθνή συμφωνία ασφάλειας που υπέγραψαν οι προκάτοχοί του στο Κρεμλίνο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες σταμάτησαν να τηρούν τις υποχρεώσεις τους στην CFE το 2011 και, υπό τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, αποχώρησαν επίσης από τις Συνθήκες INF και Ανοιχτοί Ουρανοί. Τα έγγραφα της Βιέννης σήμερα δεν ενισχύουν την διαφάνεια και ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (Organization for Security and Cooperation in Europe, ΟΑΣΕ) -ο διάδοχος της CSCE- έχει καταστεί σε μεγάλο βαθμό ανήμπορος, επειδή η Μόσχα αντιτίθεται στις προσπάθειές του να παρακολουθεί τις εκλογές και να προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα.

ΦΤΑΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΝΑΙ

Μετά από δεκαετίες διαίρεσης, θα είναι δύσκολο -και ίσως αδύνατο- για την Ρωσία και την Δύση να συνάψουν οποιεσδήποτε συμφωνίες ασφάλειας στην Ευρώπη. Δεν έχουν εμπιστοσύνη μεταξύ τους και [έχουν] πολλούς λόγους καχυποψίας. Αλλά δεδομένου του διακυβεύματος, ο κόσμος πρέπει να προσπαθήσει. Εάν ο Πούτιν σηματοδοτήσει μια δέσμευση για να διαπραγματευτεί, ο Μπάιντεν και οι Ευρωπαίοι εταίροι του θα πρέπει να είναι πολύ φιλόδοξοι. Εξάλλου, η αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης χρειάζεται πραγματική επισκευή και δημιουργική ανανέωση.

[Ο Μπάιντεν και οι εταίροι] πρέπει να ξεκινήσουν με βήματα προς την ανανέωση της διαφάνειας, η οποία θα επιτρέψει σε κάθε χώρα να παρακολουθεί τις δραστηριότητες της άλλης και να προβλέπει καλύτερα τις μεταξύ τους ενέργειες. Αυτή την στιγμή, η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, και η Ευρώπη έχουν λιγότερες πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη αντίπαλων στρατιωτών και όπλων από οποιαδήποτε άλλη στιγμή από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μετά. Μια νέα μεγάλη συμφωνία για την ευρωπαϊκή ασφάλεια θα μπορούσε να δεσμεύσει όλους τους υπογράφοντες σε πιο συχνή παρακολούθηση των αναπτύξεων στρατευμάτων, των αναπτύξεων όπλων, και των στρατιωτικών ασκήσεων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία έχουν διδαχθεί πώς να εφαρμόζουν επιτυχώς ένα παρεμβατικό καθεστώς επιθεωρήσεων από την Συνθήκη Νέα START (New START Treaty), η οποία περιορίζει τον αριθμό των πυρηνικών κεφαλών και των οχημάτων παράδοσης που μπορεί να αναπτύξει κάθε χώρα. Η Νέα START είναι μια από τις λίγες αμερικανορωσικές συμφωνίες που λειτουργεί ακόμη, και μια ευρύτερη συμφωνία θα μπορούσε να μοιράσει τις υποχρεώσεις της Συνθήκης για επιθεωρήσεις σύντομης προειδοποίησης και στενή εξέταση των οπλικών συστημάτων. Το Ελσίνκι 2.0 θα μπορούσε να επιτρέψει σε Ρώσους επιθεωρητές να επισκεφθούν τις τοποθεσίες της αντιπυραυλικής άμυνας των ΗΠΑ στην Πολωνία και στην Ρουμανία, και οι παρατηρητές του ΝΑΤΟ θα μπορούσαν να έχουν παρόμοια πρόσβαση στους ρωσικούς πυραύλους Iskander στο Καλίνινγκραντ.