Το τίμημα της υποχώρησης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τίμημα της υποχώρησης

Τι αποκαλύπτει η κρίση στην Ουκρανία για την μετα-αμερικανική Μέση Ανατολή

Καθώς οι ελιγμοί των ρωσικών στρατευμάτων στα σύνορα της Ουκρανίας υποδηλώνουν μια επικείμενη εισβολή, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να συσπειρώσει την διεθνή κοινότητα αντίθετα σε αυτό. Η κυβέρνησή του έχει κάνει αξιέπαινη δουλειά για να ευθυγραμμίσει τις ευρωπαϊκές χώρες˙ μετά από κάποια καθυστέρηση, η Γερμανία είναι πλέον σαφώς δεσμευμένη σε μια ενιαία προσέγγιση. Στην άλλη πλευρά του πλανήτη, η Αυστραλία, η Ιαπωνία, και η Νότιος Κορέα είναι επίσης σύμφωνες. Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, έδειξε στην έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου ότι έχει την Κίνα στο πλευρό του —τουλάχιστον όσον αφορά την αντίθεση στην επέκταση του ΝΑΤΟ. Και η Βραζιλία και η Ινδία είναι αναποφάσιστες. Αλλά ως επί το πλείστον, οι παραδοσιακοί εταίροι της Ουάσιγκτον έχουν ευθυγραμμιστεί με τον Μπάιντεν.

21022022-1.jpg

Ο πρίγκηπας-διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, και ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, συναντώνται στην Αγία Πετρούπολη, τον Ιούνιο του 2015. Grigory Dukor / Reuters
-------------------------------------------------------

Στη Μέση Ανατολή, ωστόσο, η κυβέρνηση είχε μια απότομη προσγείωση. Οι σύμμαχοι και οι εταίροι της δείχνουν κατανόηση για την Ουκρανία και είναι υποχρεωμένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά [είναι] απρόθυμοι να πάρουν θέση εναντίον της Μόσχας. Αυτό αντικατοπτρίζει πόσα έχουν αλλάξει στη Μέση Ανατολή λόγω της απόφασης —που ελήφθη από τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, υιοθετήθηκε από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και τώρα επιβλήθηκε από τον Τζο Μπάιντεν— να τοποθετήσει τη Μέση Ανατολή χαμηλότερα στην λίστα των προτεραιοτήτων της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσιγκτον. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μειώσει τις προσδοκίες των εταίρων τους στη Μέση Ανατολή ως προς τον προστάτη τους˙ τώρα η Ουάσιγκτον θα είναι υποχρεωμένη να προσαρμοστεί στις συνέπειες.

KI ΕΣΥ ΜΠΕΝΕΤ;

Για να αντιληφθείτε πόσα έχουν αλλάξει, μην ψάξετε παραπέρα από τον στενότερο σύμμαχο της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή: το Ισραήλ. Στα μέσα Ιανουαρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ πραγματοποίησαν έναν γύρο στρατηγικών διαβουλεύσεων. Η εστίαση ήταν ευλόγως στις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν, καθώς η Ουάσιγκτον και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της προσπαθούν μανιωδώς να διασώσουν την συμφωνία του 2015 με την Ισλαμική Δημοκρατία, την οποία πέταξε ο Τραμπ. Ωστόσο, σε μια εποχή στην οποία η κυβέρνηση Μπάιντεν πιέζει σε όλο το γήπεδο για να αντιταχθεί στις τακτικές πίεσης της Μόσχας κατά του Κιέβου, η επίσημη ανακοίνωση [για όσα συζητήθηκαν] στην συνάντηση δεν έκανε καμία αναφορά στην Ουκρανία. Πράγματι, από τότε που ξεκίνησε η συσσώρευση ρωσικών στρατευμάτων το περασμένο φθινόπωρο, το Ισραήλ έχει τηρήσει μια προσεκτική σιωπή, εκτός από μια πρόταση του πρωθυπουργού Ναφτάλι Μπένετ να μεσολαβήσει μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας -μια ιδέα που απέρριψε επιτακτικά η Μόσχα.

Πιο πρόσφατα, ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών, Yair Lapid, διαφώνησε ανοιχτά με την εκτίμηση της κυβέρνησης Μπάιντεν ότι επίκειτο ρωσική εισβολή. Ο Μπάιντεν και ο Μπένετ συζήτησαν για την Ουκρανία, μεταξύ άλλων ζητημάτων, σε τηλεφωνική επικοινωνία στις αρχές Φεβρουαρίου. Η επίσημη ανακοίνωση που εκδόθηκε από τον Λευκό Οίκο περιελάμβανε μια ισχυρή επανάληψη της δέσμευσης των ΗΠΑ για την ασφάλεια του Ισραήλ, αλλά καμία αναφορά στην ασφάλεια της Ουκρανίας.

Το Ισραήλ διατηρεί στενούς δεσμούς με την Ουκρανία, ιδιαιτέρως με την εβραϊκή κοινότητα των περίπου 300.000 ανθρώπων —μια από τις μεγαλύτερες στον κόσμο. Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, είναι Εβραίος. Αυτή η συμπάθεια θα έπρεπε να έχει ενισχυθεί από την δέσμευση του Ισραήλ στην στενή του συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την εξάρτησή του από την διατήρηση της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης με την οποία το Ισραήλ έχει ταυτιστεί από την ίδρυσή του, την υπερηφάνεια του για το ότι είναι η μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή, και την έγνοια του για την διασφάλιση των στενών συνόρων του από εισβολή εχθρικών δυνάμεων. Και όμως, οι ίδιοι Ισραηλινοί αναλυτές που υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να υπάρχει απόσταση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ισραήλ όσον αφορά τις ανάγκες ασφαλείας του Ισραήλ, διατείνονται τώρα ότι στην κρίση της Ουκρανίας, το Ισραήλ πρέπει να παραμείνει ουδέτερο.

ΕΝΟΧΛΗΜΕΝΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ

Το Κουβέιτ είναι λιγότερο στενός σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών και περισσότερο εξαρτημένο [από αυτές]. Από τότε που οι Ηνωμένες Πολιτείες απελευθέρωσαν το Κουβέιτ από τα άπληστα νύχια του Ιρακινού δικτάτορα, Σαντάμ Χουσεΐν, στον Πόλεμο του Κόλπου του 1990-91, οι Κουβεϊτιανοί υποστήριξαν τις προτεραιότητες των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και αλλού. Από όλα τα κράτη της περιοχής, το Κουβέιτ θα πρέπει να είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητο στους κινδύνους της συναίνεσης της διεθνούς κοινότητας όταν ένας μεγάλος γείτονας εισβάλλει σε έναν μικρότερο. Ωστόσο, όταν ο υπουργός Εξωτερικών του Κουβέιτ, Sheikh Ahmed Nasser al-Mohammed al-Sabah, ήρθε στην Ουάσιγκτον στα μέσα Ιανουαρίου για στρατηγικό διάλογο με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, ο διπλωμάτης του Κουβέιτ απέφυγε επιμελώς το θέμα. Όπως και η επίσημη ανάγνωση για την αμερικανοϊσραηλινή συνάντηση, το κοινό ανακοινωθέν ΗΠΑ-Κουβέιτ δεν έκανε καμία αναφορά στην ουκρανική κρίση. Κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ο Μπλίνκεν υπενθύμισε στον Υπουργό Εξωτερικών ότι στην Ουκρανία διακυβεύεται η αρχή «ότι ένα έθνος δεν μπορεί απλώς να αλλάξει τα σύνορα ενός άλλου με την βία». Όμως ο Υπουργός Εξωτερικών του Κουβέιτ απέφυγε να παραδεχθεί το θέμα στην απάντησή του.

Οι άλλοι σύμμαχοι και στρατηγικοί εταίροι της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή ήταν επίσης αξιοσημείωτα σιωπηλοί. Η Αίγυπτος είναι ένας μακρόχρονος στρατηγικός σύμμαχος των ΗΠΑ και ευεργετηθείς της αμερικανικής γενναιοδωρίας, αλλά αγοράζει επίσης όπλα από την Ρωσία και χρειάζεται την συνεργασία της Μόσχας για να διατηρήσει την σταθερότητα στην γειτονική Λιβύη. Η Αίγυπτος δεν ενδιαφέρεται να πάρει θέση εναντίον του Πούτιν για την Ουκρανία, ιδιαιτέρως σε μια στιγμή στην οποία η κυβέρνηση Μπάιντεν μόλις αποφάσισε να συνεχίσει την αναστολή [2] της βοήθειας ύψος 130 εκατομμυρίων δολαρίων των ΗΠΑ στην Αίγυπτο, λόγω της απροθυμίας του αιγυπτιακού καθεστώτος να επιτρέψει στον λαό του μεγαλύτερες ελευθερίες. (Υπό αυτή την έννοια, οι αυταρχικές τακτικές του Αιγύπτιου προέδρου, Αμπντέλ Φάτεχ αλ-Σίσι, είναι πλησιέστερες σε αυτές του Πούτιν παρά στις δημοκρατικές αξίες που η κυβέρνηση Μπάιντεν προσπαθεί απελπισμένα να πείσει την Αίγυπτο να ασπαστεί).

Η Σαουδική Αραβία έχει βαθείς δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες και στο παρελθόν ήταν σταθερός σύμμαχος στην προσπάθεια περιορισμού του σοβιετικού κομμουνισμού στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Συχνά έχει χρησιμοποιήσει την ικανότητά της να αυξάνει την παραγωγή πετρελαίου για να μειώνει τις τιμές, κάθε φορά που οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονταν από αυτήν να το κάνει. Στην κρίση της Ουκρανίας, ωστόσο, οι Σαουδάραβες δεν συνεργάζονται —τουλάχιστον όχι ακόμη. Μια σφικτή αγορά πετρελαίου -το προϊόν μιας ταχύτερα από το αναμενόμενο ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας από τις καταστροφές της πανδημίας της COVID-19- και η προσδοκία για διαταραχές στον εφοδιασμό που προκλήθηκαν από την κρίση στην Ουκρανία, οδήγησαν τις τιμές πάνω από τα 90 δολάρια το βαρέλι. Εάν η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία, η τιμή αναμένεται να εκτιναχθεί στα 120 δολάρια. Ετούτα θα ήταν άσχημα νέα για τις προσπάθειες του Μπάιντεν να περιορίσει τον πληθωρισμό στην οικονομία των ΗΠΑ πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές στο τέλος αυτού του έτους. Ωστόσο, η Σαουδική Αραβία φαίνεται αδιαπέραστη στις εκκλήσεις του Αμερικανού συμμάχου της.

Ένας λόγος γι' αυτό είναι ο θυμός του Σαουδάραβα πρίγκιπα διαδόχου, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν (MBS), για τον τρόπο με τον οποίον του συμπεριφέρθηκε η κυβέρνηση Μπάιντεν. Κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας των ΗΠΑ το 2020, ο Μπάιντεν αναφέρθηκε στην Σαουδική Αραβία ως «παρία» και, μετά την εκλογή του, απέφυγε τον MBS ως τιμωρία για την εντολή του πρίγκιπα για την δολοφονία και τον διαμελισμό του Τζαμάλ Κασόγκι, ενός Σαουδάραβα αντιφρονούντα που ήταν αρθρογράφος στην [εφημερίδα] Washington Post. Μολονότι ο Μπάιντεν έχει αποφύγει [να επιβάλει] κυρώσεις στον MBS, αρνήθηκε να ασχοληθεί μαζί του, αναθέτοντας αυτό το καθήκον στον Lloyd Austin, τον Υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ. Μετά από έναν χρόνο αυτής της συμπεριφοράς, ο MBS φαίνεται να έχει απηυδήσει. Τον περασμένο Σεπτέμβριο ακύρωσε την επίσκεψη του Austin στην Σαουδική Αραβία με ειδοποίηση μιας ημέρας και, σύμφωνα με αρκετούς ανώτερους αξιωματούχους της κυβέρνησης, ανυπομονεί για ένα τηλεφώνημα από τον πρόεδρο πριν απαντήσει στις εκκλήσεις της κυβέρνησης.

Ο Μπάιντεν μπορεί ακόμη να σηκώσει το τηλέφωνο και να απορροφήσει την [αρνητική] αντίδραση των προοδευτικών στο κόμμα του και της συντακτικής ομάδας της Washington Post. Αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση σίγουρο ότι ο MBS θα ανταποκρινόταν θετικά ακόμη και τότε. Η Ρωσία καραδοκεί στον υπολογισμό του με τρόπο που δεν ίσχυε για την Σαουδική Αραβία τις προηγούμενες δεκαετίες. Η Ρωσία εξάγει τώρα σχεδόν τόσο πετρέλαιο όσο η Σαουδική Αραβία και πρόσφατα ανέλαβε ηγετικό ρόλο στον ΟΠΕΚ+, τον οργανισμό των παραγωγών πετρελαίου που ελέγχει τις τιμές, ορίζοντας ποσοστώσεις παραγωγής για όλα τα μέλη του. Η Σαουδική Αραβία κυριαρχούσε στον ΟΠΕΚ, αλλά στην αρχή της πανδημίας το 2020, όταν η ζήτηση μειώθηκε δραματικά, ο MBS ενεπλάκη σε έναν πόλεμο μείωσης των τιμών με τη Μόσχα, που οδήγησε την τιμή του πετρελαίου σχεδόν στο μηδέν. Ο Τραμπ παρενέβη και μεσολάβησε για μια συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Σαουδικής Αραβίας που μείωσε δραστικά την παραγωγή πετρελαίου του ΟΠΕΚ και έκανε τη Μόσχα εταίρο του Ριάντ στον καθορισμό των τιμών του πετρελαίου. Το να απαντήσει τώρα στην έκκληση του Μπάιντεν, θα απαιτούσε από τον MBS να σπάσει την συμφωνία του με τον Πούτιν, καθώς και να εγκαταλείψει τα απροσδόκητα κέρδη από την άνοδο της τιμής, τα οποία χρειάζεται για να τροφοδοτήσει τα φιλόδοξα εκσυγχρονιστικά έργα του.

Στο παρελθόν, η Σαουδική Αραβία δεν θα είχε διστάσει, υπολογίζοντας ότι το να ανταποκριθεί στον Αμερικανό σύμμαχό της την στιγμή της ανάγκης του, ήταν σαν να πληρώνει ένα ασφάλιστρο που θα εγγυάτο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν εκεί για να υπερασπιστούν την Σαουδική Αραβία όποτε χρειαζόταν. Αλλά αυτό το σύμφωνο κατέρρευσε τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας στο Abqaiq δέχθηκαν επίθεση από ιρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυραύλους που κατέστρεψαν το 50% της παραγωγής πετρελαίου της. Αντί να σπεύσει να υπερασπιστεί την Σαουδική Αραβία, ο Τραμπ υπεξέφυγε και στην συνέχεια σημείωσε ότι ήταν μια επίθεση στην Σαουδική Αραβία και όχι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εάν αποφάσιζε να ανταποκριθεί, ο Τραμπ υποσχέθηκε ότι οι Σαουδάραβες θα έπρεπε να πληρώσουν για αυτό.

Η περιφρόνηση του Τραμπ για τις παραδοσιακές δεσμεύσεις ασφαλείας των ΗΠΑ ενέτεινε τις αμφιβολίες που είχαν ήδη εγερθεί από την απόφαση του Ομπάμα το 2013 να μην επιβάλει την δεδηλωμένη από αυτόν τον ίδιο κόκκινη γραμμή κατά του καθεστώτος Άσαντ στην Συρία, όταν εκείνος χρησιμοποίησε χημικά όπλα εναντίον του λαού του. Ο Μπάιντεν συνέχισε αυτή την τάση, υποβαθμίζοντας τη Μέση Ανατολή, καθώς έκανε πρώτη του προτεραιότητα την καταπολέμηση της Κίνας. Όταν τερμάτισε τον «αέναο πόλεμο» στο Αφγανιστάν και έφερε στην πατρίδα τα εναπομείναντα στρατεύματα των ΗΠΑ και τους Αμερικανούς πολίτες με μια χαοτική εκκένωση, οι ηγέτες της Μέσης Ανατολής κατέληξαν σε ένα κοινό συμπέρασμα: οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήταν πλέον ένας αξιόπιστος εταίρος στην ασφάλεια της περιοχής.

Επειδή αυτή η τάση υποχώρησης των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή αναπτυσσόταν την τελευταία δεκαετία, και επειδή οι ηγέτες της περιοχής είναι πάντα ευαίσθητοι στις μετατοπίσεις της ισορροπίας δυνάμεων, αναζητούσαν εναλλακτικούς εγγυητές της ασφάλειάς τους εδώ και αρκετό καιρό. Η Ρωσία έσπευσε να δείξει το ενδιαφέρον της, παρεμβαίνοντας στρατιωτικά στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας το 2015 για να σώσει το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ [3]. Εκείνη την εποχή, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδίωκαν την αλλαγή καθεστώτος στην Αίγυπτο, στην Λιβύη, και στην Συρία. Η αντίθεση δεν παραβλέφθηκε από τους Άραβες ηγέτες της περιοχής: η Ρωσία είχε γίνει μια δύναμη του status quo στη Μέση Ανατολή˙ οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν εκείνες που φαίνονταν να προωθούν την αστάθεια.

Ωστόσο, αυτό δεν επέφερε μια απερίσκεπτη ορμή στην αγκαλιά της Μόσχας. Οι αναμνήσεις της σοβιετικής αποσταθεροποιητικής συμπεριφοράς και η ελπίδα ότι ένας νέος πρόεδρος στην Ουάσιγκτον θα μπορούσε να αλλάξει τα πράγματα οδήγησαν σε πιο προσεκτικές διερευνήσεις. Αλλά με την πάροδο του χρόνου, οι Άραβες ηγέτες έχουν αισθανθεί άνετα με μια στρατηγική υπεκφυγών που περιλαμβάνει θερμότερες σχέσεις με την Ρωσία.

KΑΙΡΟΣ ΓΙΑ ΗΠΙΟΤΕΡΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Για τους Ισραηλινούς, ο υπολογισμός δεν είναι τόσο διαφορετικός, παρά τη μεγάλη εξάρτησή τους από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η υπαρξιακή απειλή τους είναι το Ιράν. Σε τρία από τα τέσσερα σύνορα του Ισραήλ, οι Ιρανοί πληρεξούσιοι συγκεντρώνουν δύναμη: η Χαμάς στην Γάζα, η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, και οι πολιτοφυλακές που ελέγχονται από το Ιράν στην Συρία. Το Ισραήλ πολεμά αυτό που αποκαλεί «ο πόλεμος μεταξύ των πολέμων» για να αποτρέψει τη μεταφορά, μέσω της Συρίας, των προηγμένων ιρανικών πυραύλων και συστημάτων καθοδήγησης στην Χεζμπολάχ στον Λίβανο, και για να αποτρέψει τις προσπάθειες πολιτοφυλακών που υποστηρίζονται από το Ιράν να ανοίξουν άλλο ένα μέτωπο με το Ισραήλ στα Υψώματα του Γκολάν.

Η στρατιωτική παρουσία της Ρωσίας στην Συρία την κάνει μεγαλύτερο παίκτη σε αυτή την σύγκρουση από όσο είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες διατηρούν περιορισμένη δύναμη στην ανατολική Συρία, για να πολεμήσουν το Ισλαμικό Κράτος (ή ISIS), αλλά έχουν αφήσει το Ισραήλ να τα βγάλει πέρα στην υπόλοιπη χώρα. Ο μόνος τρόπος με τον οποίο το Ισραήλ μπορεί να συνεχίσει τις συχνές εναέριες επιθέσεις του σε ιρανικούς στόχους στην Συρία είναι εάν η ρωσική αεροπορία συναινέσει στην χρήση του συριακού εναέριου χώρου από το Ισραήλ. Για αυτόν τον λόγο, ο [τότε] Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου έκανε δέκα επισκέψεις στην Ρωσία, μεταξύ 2015 και 2020, για να υποβάλλει τα σέβη του στον Πούτιν, να εξασφαλίσει την συνεργασία του Ρώσου προέδρου, και να βεβαιωθεί ότι οι επιχειρήσεις της ρωσικής και της ισραηλινής αεροπορίας στην Συρία δεν θα αλληλεμποδίζονται. Ομοίως, μόλις ο Μπένετ [4] έγινε πρωθυπουργός πέρυσι, δεν έχασε χρόνο για να επιβεβαιώσει αυτές τις ρυθμίσεις σε μια επίσκεψη στο Κρεμλίνο τον Οκτώβριο του 2021.

Τον Ιανουάριο αυτού του έτους, ωστόσο, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε ότι ρωσικά και συριακά αεροσκάφη είχαν διενεργήσει κοινή περιπολία πάνω από τα Υψώματα του Γκολάν και ότι αυτές οι περιπολίες θα συνεχιστούν. Αυτή ήταν μια συμβολική προειδοποίηση προς το Ισραήλ, που σηματοδότησε στην Ιερουσαλήμ ότι εάν ο Πούτιν το ήθελε [5], θα μπορούσε εύκολα να βάλει τέλος στις ισραηλινές στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Συρία. Εάν το Ισραήλ σκεφτόταν να συμπαραταχθεί δημοσίως με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την Ουκρανία, η Μόσχα μόλις είχε σηματοδοτήσει ότι θα έπρεπε να πληρώσει ένα ακριβό στρατηγικό τίμημα.

Οι σύμμαχοι και οι εταίροι των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή δεν είναι κρίσιμοι για την προσπάθεια να αποτραπεί η Ρωσία από το να εισβάλει στην Ουκρανία. Μπορεί ακόμη και να είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν περιφερειακά: το Κατάρ θα μπορούσε να εκτρέψει προμήθειες φυσικού αερίου από τα μακροχρόνια συμβόλαια στην Ασία στην ευρωπαϊκή spot αγορά, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα θα μπορούσαν να μειώσουν την πίεση στις τιμές του πετρελαίου σε περίπτωση εισβολής, και το Ισραήλ μπορεί να συνεχίσει να στέλνει ιδιωτικά μηνύματα στο Κρεμλίνο, προτρέποντας για αποκλιμάκωση.

Αλλά η δημόσια σιωπή όλων αυτών των χωρών σε αυτήν την κρίση αποκαλύπτει πολλά για τη νέα γεωπολιτική της Μέσης Ανατολής. Η Ρωσία έχει γίνει παίκτης στην περιοχή, καλύπτοντας εν μέρει το κενό που αφήνει η υποχώρηση των ΗΠΑ. Και σε ορισμένους συμμάχους των ΗΠΑ η Μόσχα φαίνεται πιο αξιόπιστη από την Ουάσιγκτον. Δεν μπορεί να ξεπεραστεί αυτή η θεμελιώδης ανταλλαγή, δεδομένης της πραγματικότητας ότι μια ανερχόμενη Κίνα και μια επιθετική Ρωσία απαιτούν μεγαλύτερη προσοχή από τις ΗΠΑ. Αντί να απαιτεί από τους εταίρους και τους συμμάχους του στη Μέση Ανατολή να πάρουν θέση δημοσίως, ο Μπάιντεν θα πρέπει να είναι λιγότερο σκληρός μαζί τους. Και αυτό εκτείνεται πέρα από τις δηλώσεις και τις αποδοκιμασίες για την Ουκρανία. Η Ουάσιγκτον ίσως χρειαστεί να άρει την τιμωρία του Σαουδάραβα πρίγκιπα-διαδόχου εάν ο Μπάιντεν χρειαστεί από τον MBS να μειώσει την τιμή του πετρελαίου. Η πίεση των ΗΠΑ στην Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για να τερματίσουν τον πόλεμό τους στην Υεμένη ίσως χρειαστεί να δώσει την θέση της στην υποστήριξη των προσπαθειών τους να αποτρέψουν την επιθετικότητα των Χούτι που υποστηρίζονται από το Ιράν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως υποχρεωθούν να συνεχίσουν να δίνουν ελευθερία κινήσεων στο Ισραήλ για να αντιμετωπίσει τις περιφερειακές υπονομεύσεις του Ιράν, ακόμη και καθώς ο Μπάιντεν επανέρχεται στην πυρηνική συμφωνία με το Ιράν. Και η συνεργασία με την Αίγυπτο στην Γάζα και στην Λιβύη ίσως χρειαστεί να έχει προτεραιότητα έναντι των απαιτήσεων των ΗΠΑ να χαλαρώσει ο Σίσι την καταστολή του στο εσωτερικό.

Η κρίση της Ουκρανίας έχει φέρει στο προσκήνιο ένα σκληρό παράδοξο για την πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή [6]. Παρόλο που έχουν υποβαθμίσει τα συμφέροντά τους εκεί, κάτι που θα έπρεπε να είχε επιτρέψει μια μεγαλύτερη διατράνωση των αμερικανικών αξιών, η επιστροφή της γεωπολιτικής υποχρεώνει την κυβέρνηση Μπάιντεν να υιοθετήσει έναν νέο ρεαλισμό. Όσο καλές προθέσεις κι αν έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην περιοχή, τα συμφέροντά τους εκεί παίρνουν ολοένα και μεγαλύτερη προτεραιότητα έναντι των αξιών τους.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Master-Game-Kissinger-Middle-Diplomacy/dp/1101947543
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2021-07-16/time-cut-...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-01-25/assad-her...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2021-06-15/end-netanyahu-era
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-01-27/putin-doctrine
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2021-12-02/iran-midd...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-02-14/price-ret...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition