Το μακρό παιχνίδι του Πούτιν στην Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το μακρό παιχνίδι του Πούτιν στην Ουκρανία

Πώς η Δύση μπορεί ακόμη να προστατεύσει το Κίεβο
Περίληψη: 

Ο Πούτιν καταλαβαίνει μόνο την γλώσσα της σκληρής ισχύος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, συναινώντας στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2014, έχασαν την ευκαιρία να διασφαλίσουν την ικανότητα της Ουκρανίας να αμυνθεί.

Η ALINA POLYAKOVA είναι πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος στο Center for European Policy Analysis και επίκουρη καθηγήτρια Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Johns Hopkins School of Advanced International Studies.
Ο DANIEL FRIED είναι διακεκριμένος συνεργάτης στο Atlantic Council. Ήταν αξιωματούχος του Υπουργείου Εξωτερικών από το 1977 έως το 2017, κατέχοντας θέσεις συμπεριλαμβανομένων του Υφυπουργούς Εξωτερικών για Ευρωπαϊκά Θέματα και του Πρέσβυ στην Πολωνία.

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, φαίνεται έτοιμος να εξαπολύσει μια μεγάλης κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία. Έχει συγκεντρώσει στρατεύματα κοντά στα σύνορα, έχει απορρίψει τις προσπάθειες της Δύσης για διπλωματική λύση και πιο πρόσφατα αναγνώρισε την ανεξαρτησία των αποκαλούμενων Λαϊκών Δημοκρατιών του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ, με ρωσικά στρατεύματα και όπλα να εισέρχονται στην περιοχή λίγο μετά. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έχει αποκαλέσει την κίνηση της Ρωσίας στην [περιοχή] Ντονμπάς «αναμφισβήτητη εισβολή» και ανακοίνωσε μια σειρά κυρώσεων σε ρωσικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, στο δημόσιο χρέος και σε ιδιώτες. Αυτά ήταν ενδιάμεσα βήματα. Ο Μπάιντεν προειδοποίησε ότι θα ακολουθήσουν περισσότερες κυρώσεις εάν η Ρωσία συνεχίσει να κλιμακώνει την κρίση. Το Βερολίνο ανέστειλε επίσης την πιστοποίηση του αμφιλεγόμενου αγωγού Nord Stream 2 που συνδέει το ρωσικό φυσικό αέριο με την Γερμανία, σηματοδοτώντας μια σημαντική μετατόπιση στην πολιτική του απέναντι στην Ρωσία και προειδοποιώντας τον Πούτιν ότι η επιθετικότητά του αποξενώνει την χώρα, μαζί με άλλες στην Ευρώπη.

24022022-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, σε μια συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας στη Μόσχα, τον Φεβρουάριο του 2022. Sputnik Photo Agency / Reuters
----------------------------------

Το Κρεμλίνο αναμφίβολα παρακολουθεί στενά τις απαντήσεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης, και ο Πούτιν πιθανώς σκέφτεται ένα φάσμα δυνητικών σεναρίων. Η Ρωσία μπορεί ακόμη να εξαπολύσει μια εισβολή μεγάλης κλίμακας στην Ουκρανία, όπως αναμένει η κυβέρνηση Μπάιντεν. Ή, δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη έχουν πλέον ανακοινώσει νέες κυρώσεις και απειλούν με περισσότερες, ο Πούτιν μπορεί να επιλέξει μια διαφορετική στρατηγική: τη μακρόχρονη εξουθένωση. Σε αυτό το σενάριο, θα επιδίωκε να εδραιώσει τον έλεγχό [του] στην Ουκρανία χωρίς να προκαλέσει αυστηρότερες τιμωρίες από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Θα εργαζόταν για να αποδυναμώσει την κυριαρχία της Ουκρανίας, στύβοντας την οικονομία της, εξαπολύοντας παραλυτικές κυβερνο-επιθέσεις, και υποκινώντας απόπειρες πραξικοπήματος για να υπονομεύσει το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Ο Πούτιν μπορεί να βρει ελκυστική αυτή την προσέγγιση επειδή πιστεύει ότι ο χρόνος είναι με το μέρος του. Μπορεί να προσδοκά ότι η Ουάσιγκτον θα κουραστεί τελικά από την αντιπαράθεση, θα αποδεχτεί το status quo και θα μετατοπίσει την εστίασή της στον περιορισμό της Κίνας. Μπορεί επίσης να υποθέσει ότι η υποστήριξη για την Ουκρανία στην Ευρώπη θα φθίνει καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου θα αυξάνονται και οι Ουκρανοί πρόσφυγες [1] θα πλημμυρίζουν τα ευρωπαϊκά σύνορα. Στην σκέψη του, ο οικονομικός πόνος σε συνδυασμό με τον φόβο του πολέμου -που είναι βαθιά ριζωμένος κυρίως στο γερμανικό κοινό- θα οδηγήσει τελικά το Βερολίνο να κάνει παραχωρήσεις. Στην Ουκρανία, ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι βρίσκεται υπό τεράστια πίεση και αντιμετωπίζει μια αναμέτρηση για επανεκλογή το 2024. Εάν η ουκρανική οικονομία παραπαίει και το κοινό κουραστεί από την διαρκή απειλή του πολέμου, [ο Πούτιν] θα μπορούσε να προετοιμάσει το έδαφος για έναν ενδοτικό ηγέτη που είναι φιλικότερος προς τα ρωσικά συμφέροντα.

Μέχρι στιγμής, η έξυπνη διπλωματία της Ουάσιγκτον έχει οδηγήσει σε ένα εντυπωσιακό ενιαίο μέτωπο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους, και η συλλογική στρατηγική συντονισμένων και κλιμακούμενων κυρώσεων μπορεί ακόμη να αποτρέψει μια ολοκληρωτική στρατιωτική κατάληψη της Ουκρανίας από την Ρωσία. Εάν αυτή η προσέγγιση πετύχει, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα ανταμειφθούν με έναν ατέρμονο αγώνα (twilight struggle) τόσο για την ελευθερία της Ουκρανίας όσο και κατά της επιθετικότητας του Πούτιν ευρύτερα. Μέχρι τώρα, θα πρέπει να είναι σαφές ότι όσο ο Πούτιν είναι επικεφαλής, δεν θα υπάρξει επιστροφή σε μια σταθερή και προβλέψιμη Ρωσία ή [σε μια] διεθνή τάξη. Εάν οι διατλαντικοί σύμμαχοι δεν θέλουν να βρεθούν σε θέση άμυνας, όπως βρέθηκαν το 2014, πρέπει προς το παρόν να προετοιμαστούν για μια μακρά περίοδο τριβών.

ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα πρέπει πρώτα να στοχεύσουν στην χάραξη μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής προς την Ρωσία, που θα είναι διορατική ως προς τις φιλοδοξίες του Πούτιν [2]. Για να το κάνουν αυτό, πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τα διδάγματα από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 και μετά. Σε αντίθεση με το αφήγημα του Κρεμλίνου περί αδικίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν επέβαλαν μια τιμωρητική ή εκδικητική δικαιοσύνη των νικητών στη μετασοβιετική Ρωσία. Η Δύση δεν απαίτησε επανορθώσεις από το ρωσικό κράτος, όπως έκανε με την Γερμανία μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αντίθετα, η Δύση παρείχε στην Ρωσία επείγουσα αρωγή και πρότεινε μια πιο μακροπρόθεσμη υποστήριξη για γενική μεταρρύθμιση. Προσέφερε στην Ρωσία μια θέση στην ευρωατλαντική κοινότητα και μια «συμμαχία με την συμμαχία του ΝΑΤΟ», όπως το έθεσε η κυβέρνηση Κλίντον.

Ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους [ο νεότερος] συνέχισε αυτή την προσέγγιση και επιδίωξε να ενδυναμώσει την στρατηγική συνεργασία της Ουάσιγκτον με την Ρωσία, ειδικά μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου [2001]. Αλλά ούτε ο Κλίντον ούτε ο Μπους επιχείρησαν να αγοράσουν αυτή την συνεργασία με το να επιτρέψουν στον Πούτιν τον στρατηγικό έλεγχο της παλιάς σοβιετικής αυτοκρατορίας στην Ευρώπη, ειδικά αφότου τα ίδια τα θύματα αυτής της αυτοκρατορίας ανέτρεψαν τον κομμουνισμό και γκρέμισαν το Σιδηρούν Παραπέτασμα. [Ο Κλίντον και ο Μπους] αρνήθηκαν, ορθώς, να διαιωνίσουν την γραμμή που χάραξε ο Στάλιν στην Ευρώπη το 1945. Καθώς οι νέες δημοκρατίες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης έτρεξαν προς την ευρωατλαντική ενσωμάτωση, η διεύρυνση τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της ΕΕ προσέφερε την υπόσχεση ότι μια διχασμένη Ευρώπη ανήκε στο παρελθόν.