Θα προκαλέσει κρίση χρέους στο εξωτερικό η μάχη κατά του πληθωρισμού στις ΗΠΑ; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Θα προκαλέσει κρίση χρέους στο εξωτερικό η μάχη κατά του πληθωρισμού στις ΗΠΑ;

Πώς η Κεντρική Τράπεζα διαμορφώνει την παγκόσμια οικονομία

Φυσικά, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα μπορεί να καθορίσει άμεσα μόνο τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια των ΗΠΑ, και τα μακροπρόθεσμα επιτόκια —όπως η απόδοση των κρατικών ομολόγων που ωριμάζουν σε δέκα χρόνια— έχουν επίσης σημαντική επίδραση τόσο στην οικονομική δραστηριότητα όσο και στα μακροπρόθεσμα επιτόκια σε άλλες χώρες. Αυτό ισχύει, και πάλι, ιδιαίτερα για τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες. Αλλά όταν η Fed αυστηροποιεί τη νομισματική της πολιτική, μπορεί να προκαλέσει την αύξηση και αυτών των επιτοκίων. Και ήδη ανεβαίνουν: μεταξύ του τέλους του 2021 και της 31ης Μαρτίου 2022, το επιτόκιο των 10ετών χρεογράφων του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά μια ποσοστιαία μονάδα.

Μέχρι στιγμής, αυτή είναι μια σχετικά μικρή αύξηση. Υποδηλώνει ότι επί του παρόντος οι αγορές αναμένουν ότι η αύξηση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων θα αναστραφεί [1] κάποια στιγμή —και ως εκ τούτου ότι ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ τελικά θα υποχωρήσει. Για τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες χώρες, αυτά θα ήταν πολύ καλά νέα. Εάν η μακροπρόθεσμη αύξηση των επιτοκίων παραμείνει μικρή , οι επιπτώσεις για τον αναπτυσσόμενο κόσμο θα είναι πιο περιορισμένες.

Αλλά δυστυχώς, ένα γρήγορο, ανώδυνο τέλος του πληθωρισμού στις ΗΠΑ δεν αποτελεί βεβαιότητα. Ο κόσμος αντιμετωπίζει την πρώτη του κρίση σημαντικού πληθωρισμού εδώ και δεκαετίες, μια εμπειρία που επιδεινώνεται από την αβεβαιότητα γύρω από την πανδημία [2] και τον πόλεμο στην Ουκρανία [3]. Και ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ έχει ήδη ξεπεράσει τις προσδοκίες, υπερβαίνοντας κατά πολύ τις προβλέψεις του 2021. Εάν η ζήτηση παραμείνει ισχυρή στις Ηνωμένες Πολιτείες και εάν οι αγορές εργασίας της χώρας παραμείνουν σφικτές, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αποδειχθεί ακόμη πιο επίμονος από όσο υποδηλώνουν οι περισσότερες προβλέψεις. Στην συνέχεια, η Fed θα έπρεπε να θεσπίσει αυξήσεις επιτοκίων που θα είναι πιο ταχείες και απότομες από ό,τι αναμένουν σήμερα οι αγορές, οδηγώντας σε υψηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια. Η οικονομία των ΗΠΑ μπορεί τότε να επιβραδυνθεί πιο απότομα˙ και οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές επιπτώσεις θα ήταν πιο σοβαρές.

Πράγματι, η ίδια η αβεβαιότητα θα μπορούσε να βλάψει τις φτωχές και μεσαίου εισοδήματος χώρες. Κατά την διάρκεια περιόδων υψηλής οικονομικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας, οι επενδυτές τείνουν να αποσύρονται από τα πιο επισφαλή επενδυτικά αγαθά. Αυτά περιλαμβάνουν τις συμμετοχές σε αναδυόμενες αγορές, οι οποίες έχουν πιο ασταθείς οικονομικές προοπτικές και υψηλότερη πολιτική [αβεβαιότητα] και αβεβαιότητα για τις πολιτικές. Το ατυχές τελικό αποτέλεσμα θα μπορούσε και πάλι να είναι μια εκροή κεφαλαίων από τις αναπτυσσόμενες χώρες –τους τόπους που χρειάζονται περισσότερο τις επενδύσεις.

ΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΖΩΝΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Είναι δύσκολο για τους οικονομολόγους να προβλέψουν το μέλλον και οι αναλυτές πρέπει να είναι μετριοπαθείς στις προβλέψεις τους. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς ποια οδό θα ακολουθήσει ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ, πώς θα απαντήσει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα, και ποιες θα είναι οι τελικές συνέπειες για άλλες χώρες.

Αλλά το παρελθόν μπορεί να παράσχει έναν οδηγό για το πώς φαίνεται στον αναπτυσσόμενο κόσμο όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες αυστηροποιούν τις νομισματικές τους πολιτικές. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ιστορία προσφέρει λόγους για ελπίδα. Όταν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα αύξησε τα επιτόκια από το 1% σε 5,25% μεταξύ του 2004 και του 2006, οι αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς δεν βίωσαν χρηματοοικονομικές αναταράξεις, εν μέρει επειδή η [οικονομία των] ΗΠΑ και η παγκόσμια οικονομία αναπτύσσονταν ραγδαία. Στα μέσα του 2013, οι επενδυτές ανέμεναν ότι η Κεντρική Τράπεζα θα αύξανε τα επιτόκια (τελικά δεν το έκανε) και ως αποτέλεσμα, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια αυξήθηκαν κατά μια ποσοστιαία μονάδα, όπως έχει συμβεί μέχρι στιγμής σήμερα. Αρκετές αναδυόμενες αγορές αντιμετώπισαν μειούμενες αγορές ή απευθείας πωλήσεις των χρεογράφων τους από κατοίκους εξωτερικού και είδαν τα νομίσματά τους να χάνουν αξία. Αλλά αμφότερες οι συνέπειες μειώθηκαν σε λίγους μήνες.

Σε άλλες περιπτώσεις, οι αυξήσεις των επιτοκίων είχαν πιο αξιοσημείωτες συνέπειες. Μεταξύ του Φεβρουαρίου 1994 και του Φεβρουαρίου 1995, η Fed αύξησε τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια κατά περίπου τρεις ποσοστιαίες μονάδες, και τα μακροπρόθεσμα επιτόκια αυξήθηκαν κατά περίπου δύο ποσοστιαίες μονάδες. Οι αυξήσεις —μαζί με εγχώριους οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες— οδήγησαν το μεξικάνικο πέσο στην κατάρρευση, προκαλώντας ύφεση στην χώρα. Το Μεξικό χρειάστηκε τελικά μια διεθνή διάσωση για να αποτρέψει την χρεοκοπία. Η Αργεντινή επλήγη επίσης σοβαρά. Αλλά ακόμη και τότε, δεν υπήρξε ένα ευρύτερο κύμα κρίσεων στις αναδυόμενες αγορές. Ομοίως, όταν η Fed αύξησε τα επιτόκιά της μεταξύ του Μαρτίου και του Δεκεμβρίου 2018, η Αργεντινή και η Τουρκία [4] αντιμετώπισαν μεγάλες υποτιμήσεις των νομισμάτων τους, αλλά οι επιπτώσεις αλλού περιορίστηκαν.

Ωστόσο, οι αυξήσεις των επιτοκίων, εάν είναι αρκετά μεγάλες, μπορεί να οδηγήσουν σε μεγάλα προβλήματα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ, Paul Volcker, σχεδόν διπλασίασε τα επιτόκια -έως και στο 20%- για να προσπαθήσει να τιθασεύσει τον επίμονο πληθωρισμό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα κατάφερε, αλλά τα ωστικά κύματα από την αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής των ΗΠΑ πυροδότησαν μια εκτεταμένη κρίση χρέους και πολλές χρεοκοπίες στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες. Μεταξύ του 1981 και του 1983, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 2,8% στην Βραζιλία, 4% στο Μεξικό, 7,5% στην Βενεζουέλα [5], και κατά ένα απίστευτο 16% στην Χιλή.